Βιβλιο

Ο χρόνος μας τελείωσε

Για το μυθιστόρημα του Cormac McCarthy, «Stella Maris» (μετάφραση Γιώργος Κυριαζής, Εκδόσεις Gutenberg)

kyriakos_1.jpg
Κυριάκος Αθανασιάδης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
Ο χρόνος μας τελείωσε

Το μυθιστόρημα του Cormac McCarthy, «Stella Maris», που κυκλοφορεί σε μετάφραση Γιώργου Κυριαζή, από τις εκδόσεις Gutenberg, και η ουσία της μεγάλης λογοτεχνίας.

Το «Stella Maris» είναι το αδελφό μυθιστόρημα του «Επιβάτη», που κυκλοφόρησε πρώτο —ταυτόχρονα σε όλο τον κόσμο, και βέβαια και στην Ελλάδα—, με διαφορά ενός μηνός από αυτό. Χρόνος υπερεπαρκής για να τον διαβάσει κανείς και να κάτσει καλά μέσα του. Για τον «Επιβάτη», που θα τον βρείτε φυσικά επίσης από τις Εκδόσεις Gutenberg, είχαμε μία συζήτηση με τον μεταφραστή του Γιώργο Κυριαζή, που μας είπε πολλά και άκρως ενδιαφέροντα πράγματα. Ο Κόρμακ Μακάρθι δεν είναι μόνο ένας σπουδαίος συγγραφέας, είναι και ένας δύσκολος συγγραφέας. Και το έργο του, μολονότι διαβάζεται απρόσκοπτα, ή σχετικώς απρόσκοπτα, από τον καθένα —άλλωστε, όλα του τα βιβλία ήταν και είναι μπεστ-σέλερ, δηλαδή αγοράζονται από το πλατύ κοινό—, δεν χρειάζεται μεν την κριτική, δεν την έχει ανάγκη, αλλά η κριτική τρόπον τινά, επιχειρώντας να το αποκωδικοποιήσει, το συμπληρώνει και μας βοηθά να το κατανοήσουμε. Όμως έτσι κι αλλιώς η ανάγνωση των βιβλίων του Μακάρθι είναι ένα μεγάλο δώρο που (μπορεί να) κάνει κανείς στον εαυτό του. Και μια εμπειρία, κάθε φορά. Μια ξεχωριστή, πλούσια εμπειρία.

Ο χρόνος μας τελείωσε
© © EPA/THE PULITZER PRIZES

Αυτά ισχύουν τόσο για τον «Επιβάτη» όσο και για το «Stella Maris», για το οποίο θα σημειώσουμε δυο πράγματα μόλις όλα κι όλα αμέσως παρακάτω. (Γιατί δεν έχουμε και τη σκευή για περισσότερα). Καταρχάς, αναφορικά με τον τίτλο: έτσι, Stella Maris (Άστρο της Θαλάσσης, προσωνύμιο της Παρθένου Μαρίας), ονομάζεται το ψυχιατρικό ίδρυμα του Ουισκόνσιν όπου κλείστηκε οικεία βουλήσει η πρωταγωνίστρια του βιβλίου, η εικοσιδυάχρονη Αλίσια. Την Αλίσια την ξέρουμε από τον «Επιβάτη», ως την αδελφή του Μπόμπι που πρωταγωνιστούσε εκεί. Το βιβλίο είναι τοποθετημένο στο 1972, ενώ ο «Επιβάτης» διαδραματίζεται οχτώ χρόνια αργότερα, το 1980.

Στον «Επιβάτη» ξέρουμε πως η Αλίσια έχει πια αυτοκτονήσει, ενώ ο Μπόμπι Γουέστερν, 32 ετών τότε, θρηνεί τον χαμό της. Εδώ, προφανώς, η Αλίσια ακόμη ζει. Ζει, έχει συντροφιά τις σκέψεις της (που δεν μοιάζουν σε τίποτε με τις δικές μας), τις τρομερές αναμνήσεις της, και μια αλλόκοτη παρέα, έναν παράξενο επισκέπτη που έρχεται κάθε τόσο στο δωμάτιό της και συζητά παραληρητικά μαζί της, για να χαθεί μετά από λίγο: το Παιδί. Επίσης, συζητά με έναν ψυχίατρο — πραγματικόν αυτόν. Όλο αυτό το βιβλίο των 260 σελίδων είναι οι εφτά συνεδρίες, οι εφτά συζητήσεις που έκαναν οι δυο τους εκεί, στο ψυχιατρείο Stella Maris. Δεν υπάρχουν άλλοι ήρωες, δεν υπάρχει κάτι που να «γίνεται», δεν υπάρχει πλοκή ή κάποιου είδους δράση. Μόνο ένας διάλογος, απλωμένος από την πρώτη ώς την τελευταία αράδα του βιβλίου, τη μερίδα του λέοντος του οποίου κατέχει η Αλίσια: ο γιατρός απλώς κάνει τις ερωτήσεις.

Ένα βιβλίο / ένας διάλογος; Ναι. Ο Μακάρθι είναι βέβαια ένας από τους καλύτερους ακροατές του κόσμου, δηλαδή όλων μας, και οι διάλογοί του είναι εκπληκτικοί. Έτσι, το βιβλίο, μολονότι δύσκολο και γεμάτο σύνθετες έννοιες, δύσβατα θέματα και πολλά ονόματα, κυρίως επιστημόνων, θεωρητικών φυσικών, μαθηματικών, μουσικών, φιλοσόφων και άλλων, είναι με μια λέξη: απολαυστικό. Και, θα το πούμε ξεκάθαρα: αν κανείς έχει τον χρόνο, μπορεί (και πιθανώς θα έπρεπε) να το διαβάσει μονοκοπανιά, σε ένα κάθισμα. Σαν να είναι ένα ποίημα. Που ίσως και να είναι. Αλλιώς, ας το διαβάσει σε εφτά απογεύματα, ένα για κάθε κεφάλαιο-συνεδρία.

Τώρα, μπορεί ο Μπόμπι να ήταν ένας ιδιοφυής μαθηματικός που εγκατέλειψε την επιστήμη του για να γίνει οδηγός της Formula 2 (!) και, στη συνέχεια, δύτης σε συνεργείο ανέλκυσης ναυαγίων στη Νέα Ορλεάνη, όπως μαθαίνουμε στον «Επιβάτη», που άλλωστε ξεκινά με την προσπάθεια ανέλκυσης ενός μυστηριώδους ναυαγίου (ναυαγίου αεροπλάνου και όχι πλοίου!), αλλά η πανέμορφη, πλην τρομερά αδύνατη, Αλίσια είναι μία μαθηματική υπερδιάνοια. Με μια λέξη: είναι η μεγαλύτερη μαθηματικός του κόσμου. Και ένας βαθύτατα βασανισμένος άνθρωπος μαζί. Συναισθητική από πολύ μικρή ηλικία, μια μουσική ιδιοφυία επίσης (θα αγοράσει ένα σπάνιο και τρομερά ακριβό βιολί μόνο και μόνο για να παίξει λίγες νότες σ’ αυτό και να αναλυθεί σε δάκρυα από την τόση ομορφιά), ανίκανη να ξεχάσει οτιδήποτε έχει διαβάσει ή ακούσει ποτέ, ικανή από την άλλη να διαβάζει δύο και τρία και τέσσερα βιβλία την ημέρα, κάποια από τα οποία τρομερά δυσνόητες διατριβές σπουδαίων επιστημόνων, μαθηματικών — η Αλίσια λοιπόν είναι ένας ζωντανός υπερυπολογιστής που αναλώνει τον χρόνο του μελετώντας και προσπαθώντας να βρει απαντήσεις και νόημα σε όλα τα μεγάλα θέματα της ζωής. Που, για εκείνην, αρχίζουν και τελειώνουν, ή περικλείονται, στα μαθηματικά, τη φυσική, τη μουσική και τη γλώσσα. Και, αλήθεια, τι άλλο υπάρχει;

Εμείς δεν ξέρουμε. Όμως ο Κόρμακ Μακάρθι ορισμένως ξέρει. Αυτό κάνει και ο ίδιος μια ζωή. Ψάχνει αυτές τις απαντήσεις και αυτά τα νοήματα. Μάλιστα, δεν το κάνει μόνο με τα βιβλία του, ή ΣΤΑ βιβλία του. Εδώ και δεκαετίες «σπουδάζει» και ο ίδιος φυσική σε πολύ υψηλό επίπεδο, στο Santa Fe Institute, συζητώντας εκ του σύνεγγυς με τους πολύ σημαντικούς επιστήμονες που διδάσκουν εκεί: είναι μερικοί από τους κορυφαίους του κόσμου. (Μάλιστα, όσα λέει στα βιβλία του για τα μαθηματικά και τη φυσική, και λέει πολλά και πολύ προχωρημένα πράγματα, είναι τσεκαρισμένα από τους πιο ειδικούς επί του θέματος. Δεν χρειάζεται να αναρωτηθεί ο αναγνώστης: «Μα, έτσι είναι;» Ναι, έτσι είναι). Από την άλλη, τα βιβλία του που συζητάμε πρόχειρα εδώ δεν αφορούν τόσο τη φυσική ή, ακόμη περισσότερο, τα μαθηματικά, αλλά τους μαθηματικούς, τους θεωρητικούς φυσικούς, τους επιστήμονες, αλλά και τους καλλιτέχνες, και το πώς βλέπουν εκείνοι τον κόσμο. Και τι έχουν να μας πουν γι’ αυτόν. Ο Μακάρθι βέβαια, διά στόματος της Αλίσια, λέει και ξαναλέει, «Κανείς ποτέ δεν είπε», ενώ ξανά και ξανά θα μας προειδοποιεί, και πάλι με τη φωνή της: «Ο χρόνος μας τελείωσε». Για να μην το ξεχάσουμε.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Αλίσια και ο αδελφός της, ο Μπόμπι, δεν μπορούν να πετάξουν από πάνω τους το γεγονός ότι ο πατέρας τους, επίσης γερός και πρωτοπόρος επιστήμονας, συμμετείχε ενεργά στο Πρόγραμμα Μανχάταν, στη δημιουργία δηλαδή της ατομικής βόμβας, υπό τον Οπενχάιμερ: «Έγινα ο Θάνατος, ο καταστροφέας των κόσμων», θρυλείται ότι είπε ο μεγαλοφυής εμπνευστής του Manhattan Project μετά την πρώτη δοκιμή της βόμβας στο Τρίνιτι του Νέου Μεξικού, απαγγέλλοντας τον περίφημο στίχο από την Μπαγκαβάτ Γκίτα. Κι αν ο Μπόμπι δείχνει να το ξεπερνά αυτό κάποια στιγμή, η πολύ πιο ευφυής αδελφή του θα το νιώθει να βαραίνει επάνω της σαν πλανητικός όγκος που απειλεί να τη συντρίψει ανά πάσα στιγμή.

Άλλωστε, η ίδια φλερτάρει από μικρή, από παιδάκι ακόμη, με τον θάνατο — αλλά και με τον Διάβολο. Θα τον δει άπαξ σε έναν εφιάλτη όταν ήταν μικρή, θα τον βαφτίσει Άρχατρον, και έκτοτε η τρομερή ανάμνησή του θα την ακολουθεί σαν εκδικητική σκιά. Μα μήπως είναι αυτός ο ίδιος που την επισκέπτεται έκτοτε με τη μορφή του Παιδιού και της κουστωδίας του; Ή μήπως αυτός ο παράδοξος νάνος και τα άλλα «τέρατα» του τσίρκου που έχει μαζί του δεν είναι άλλο από «απλές» παραισθήσεις ενός σχιζοφρενούς; Όμως, είναι δυνατόν να υπάρχουν τόσο λεπτομερείς παραισθήσεις; Κι αν τυχόν είναι εν μέρει αληθινός, από πού έρχεται και τι θέλει; Τι μπορεί να κρύβεται πίσω από αυτά τα ολοζώντανα οράματα; Και είναι πράγματι μόνο δικό της «προνόμιο» αυτός ο εφιάλτης, ή τελικά ανήκει εξίσου και στον αδελφό της, που κυνηγιέται —ή νομίζει ότι κυνηγιέται— από «πράκτορες» του «κράτους» που κάνουν μαντάρα τα πράγματά του και ζητούν να τον συντρίψουν;…

Ο χρόνος μας τελείωσε

Διαβάζοντας το «Stella Maris» λίγο μετά τον «Επιβάτη», βλέπουμε τα πράγματα (του πρώτου βιβλίου) με άλλο μάτι. Και κατανοούμε πολύ καλύτερα και αυτό εδώ. Και καταλαβαίνουμε επίσης πως εδώ έχουμε να κάνουμε με κάτι σαν μαγεία. Γιατί, όπως και τα μαθηματικά, για να δανειστούμε τα λόγια της Αλίσια, «είναι μαγεία εφόσον δεν τα καταλαβαίνεις. Καθώς μαθαίνεις περισσότερα γι’ αυτά», ή για το βιβλίο του Μακάρθι, προσθέτουμε εμείς, «γίνονται λιγότερο μαγικά. Μετά, καθώς συνειδητοποιείς όλο και πιο ξεκάθαρα ότι κατά μία έννοια δεν θα τα καταλάβεις ποτέ, γίνονται και πάλι μαγικά». Αυτό μάς θυμίζει το παλιό Ζεν «ανέκδοτο» που λέει: Πριν διδαχτείς το Ζεν, τα βουνά είναι βουνά και τα ποτάμια ποτάμια. Κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας, τα βουνά γίνονται ποτάμια και τα ποτάμια βουνά. Μετά το πέρας της διδασκαλίας, τα βουνά γίνονται και πάλι βουνά και τα ποτάμια γίνονται και πάλι ποτάμια. Εσύ είσαι αυτός που έχεις αλλάξει.

Έτσι και με τη μεγάλη λογοτεχνία. Μας αλλάζει.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Διαβάστε την παρουσίαση της διλογίας του Μακάρθι στο The New Yorker από τον James Wood. Βρείτε την ονλάιν, ή στο τεύχος της 19ης Δεκεμβρίου.
  2. Συμπτωματικά, επίσης στις 19 Δεκεμβρίου, την ημέρα σχεδόν που κυκλοφόρησε το «Stella Maris» δηλαδή, βγήκε και το τρέιλερ της πολυαναμενόμενης ταινίας του Κρίστοφερ Νόλαν, το «Οπενχάιμερ».
  3. Παραπλήσια θέματα απασχολούν και τον νεαρό Χιλιανό Μπενχαμίν Λαμπατούτ, στο παράξενο, και τρομώδες, βιβλίο του «Όταν παύουμε να καταλαβαίνουμε τον κόσμο» (μετάφραση Αγγελική Βασιλάκου, Εκδόσεις Δώμα), για το οποίο επίσης είχαμε γράψει εδώ.
  4. Έχουμε πει πολλές φορές πόσο πιστά αλλά κυρίως πόσο όμορφα μεταφράζει ο Γιώργος Κυριαζής. Αν μπορούσε να το ξέρει ο Μακάρθι, αυτός ο γητευτής των λέξεων, που μια γράφει με μια περίπλοκη κομψότητα και μια στακάτα και «πεζά», σαν να καρφώνει πρόκες σε μια σανίδα, θα ήταν πολύ χαρούμενος και υπερήφανος. Διαβάζοντας ένα ωραίο, σωστό κείμενο στα ελληνικά, γινόμαστε καλύτεροι αναγνώστες.

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Λέσχη Ανάγνωσης Νορβηγικής Λογοτεχνίας: Συζητήσεις γύρω από τη νεότερη και σύγχρονη νορβηγική λογοτεχνία
Λέσχη Ανάγνωσης Νορβηγικής Λογοτεχνίας: Συζητήσεις γύρω από τη νεότερη και σύγχρονη νορβηγική λογοτεχνία

Κάθε τελευταία Τετάρτη του μήνα, στις 7 μ.μ., το Ζάτοπεκ γεμίζει από χρώμα: κόκκινο, μπλε και λευκό ― της αγάπης, της θάλασσας και του χιονιού

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.