- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Διαβάζοντας στο μπαρ
Είναι ωραία η γωνία ανάγνωσης στο σπίτι μας, αλλά δεν είναι το μόνο reading post στον κόσμο
Μικρές αναγνωστικές επαναστάσεις που πρέπει να εντάξει κανείς στο εβδομαδιαίο του πρόγραμμα
Τα βιβλία δεν είναι ιερά, και ενίοτε έχουν πλάκα — ακόμα και τα πιο σοβαρά από αυτά. (Εννοώ, αυτά που υποδύονται τα σοβαρά. Όταν δεν είσαι άρρωστος, δεν πολεμάς, δεν πεινάς, η ζωή δεν είναι τόσο σοβαρή όσο νομίζουμε. Και σίγουρα όχι τα βιβλία). Τα βιβλία δεν απαιτούν όλη μας την προσήλωση, ούτε είναι απαραίτητο να ντυνόμαστε Φραγκισκανοί καλόγεροι και να διαβάζουμε στη γωνιά μας, δίπλα σε ένα καντηλέρι, ξεκουκκίζοντας ένα κομποσκοίνι με μια μάινα από δίπλα να μας κοιτά και να μας γνέφει. Μπορεί κανείς να διαβάζει, όχι μόνο (προφανώς) ό,τι θέλει, αλλά και όπως θέλει. Και όπου θέλει.
Λοιπόν, δεν υπάρχει καλύτερο μέρος για να διαβάσεις από ένα μπαρ.
Τώρα, το να διαβάζεις στο μπαρ είναι το αντίθετο του να γράφεις σε ένα μπαρ. Γράφοντας σε ένα μπαρ, είναι σαν να έχεις βάλει μια φωτεινή επιγραφή πάνω από το κεφάλι σου που να λέει, «Hey! Κοιτάχτε με, γράφω — γράφω εδώ, στο μπαρ, δεν είναι ΤΡΟΜΕΡΟ; Δεν είμαι ΑΠΙΘΑΝΟΣ;» Ναι, αλλά το να διαβάζεις, όχι. Το να διαβάζεις στο μπαρ είναι φυσιολογικό. Είναι όμορφο. Είναι ωραίο. Και kinky.
Γενικά είναι ωραίο να πηγαίνεις σε ένα μπαρ, έτσι κι αλλιώς. Και είναι κρίμα που κανείς δεν βγήκε να πει, «Ω Θεέ μου, τελείωσε η πανδημία, τη θυμάστε; ΤΗ ΘΥΜΑΤΑΙ ΚΑΝΕΙΣ; Τελείωσε εκείνη η φρικτή περίοδος που τα μπαρ ήταν κλειστά και έπαιρναν κάτι επιστρεπτέες προκαταβολές, και κάποιοι μαζεύονταν απέξω στα κρυφά, σε μικρά παράνομα πηγαδάκια πάνω στο πεζοδρόμιο, ή στη γωνία απέναντι, και έπιναν ουίσκι, ρούμι και βότκα μέσα από πλαστικά ή χάρτινα ποτηράκια σαν κατάσκοποι που αντάλλασσαν μυστικά και απόρρητες πληροφορίες. Η πανδημία τελείωσε, ή, οκέι, ΔΕΝ τελείωσε, αλλά τα μπαρ άνοιξαν, ας πούμε ένα ευχαριστώ στον Πανάγαθο, ας το βγάλουμε στις ειδήσεις». Μπα, είμαστε υπηρέτες της μιζέριας, συζητάμε μόνο για τα κακά και τα στραβά, ποτέ δεν θα πούμε τίποτε για όλα τα μικρά, τόσο δο μικρά καλά της μάταιης ζωής μας.
Λοιπόν, ναι: μπορεί ακόμη να πεθαίνουν κάθε μέρα καμιά εικοσαριά ανεμβολίαστοι ηλικιωμένοι, αλλά τι να κάνουμε, ό,τι ήταν να γίνει έγινε, ας κάνει ο καθένας τα κουμάντα του, και: ναι, τα μπαρ άνοιξαν, και είναι ωραίο να διαβάζεις σε ένα μπαρ.
Είναι ωραίο να διαβάζεις οπουδήποτε, ναι, τα ξέρουμε αυτά, αλλά, πρώτον: οι σκληροί δεν χορεύουν, και, δεύτερον, είναι επίσης πολύ ωραίο να σπας τις νόρμες, να κάνεις την επανάστασή σου, να λες στη γάτα σου, «Ω πόσο λυπάμαι που θα μείνεις μόνη για το επόμενο δίωρο, biotch», να παίρνεις το βιβλίο σου ή το τάμπλετ σου ή το Kindle σου και να πηγαίνεις να διαβάσεις στο μπαρ. Φτάνει πια το καθημερινό κάθισμα στην αγαπημένη σου πολυθρόνα, με το πράσινο τσάι και τα κουλουράκια βανίλιας από δίπλα, πάει το πουφ που βάζεις τα πόδια σου και η τζαζ από τα ηχεία, ω, ναι, φτάνουν αυτά, ώς εδώ ήταν, τα πράγματα πια σοβαρεύουν, τα πράγματα στο μπαρ είναι αλλιώς, διαβάζοντας σε ένα μπαρ ζεις στιγμές Mad Max και μετα-αποκαλυπτικής τρέλας και Καζαμπλάνκας.
Δεν υπάρχει όμοιό του, ούτε μπορεί να γίνει καμία σύγκριση με κανένα άλλο μέρος. Με τίποτε. Φαντάσου το: ενόσω διαβάζεις —και για να μην πούμε και για την πάντα παρούσα δυνατότητα του φλερτ—, ρίχνεις τα μάτια σου στον κόσμο, στους πελάτες που μπαινοβγαίνουν, στους θαμώνες που ξέρουν τα κατατόπια, στον μπάρμαν που περιποιείται τα ποτά, στους ξηρούς καρπούς που λερώνουν με τα φλούδια τους το πάσο πριν να στέρξει προς τα κει το βετέξ — α, ναι, όλο το περιβάλλον του ξύλου, του γυαλιού, του διακριτικού φωτισμού και των μπουκαλιών μπαίνει μέσα στο βιβλίο, βουτάει εκεί μέσα με το κεφάλι και το μεταμορφώνει, του αλλάζει επίπεδο, το κάνει κάτι άλλο, κι αυτό το άλλο, ναι, ΑΣΦΑΛΩΣ και είναι καλύτερο. Θέλουμε πάντα το καλύτερο από τα βιβλία που διαβάζουμε, και το θέλουν και τα βιβλία μας αυτό.
Κάντε την επανάστασή σας, πάρτε το μυθιστόρημά σας παραμάσχαλα, πηγαίνετε στο μπαρ της γειτονιάς σας, ή αλλού, και ποτίστε το με αλκοόλ, ή έστω με μια σοκολάτα αν η μηχανή είναι ακόμα ανοιχτή. Εάν όχι, κανένα πρόβλημα: στα μπαρ δεν κάνουν αλκοτέστ. Και η γάτα σας μπορεί να περιμένει. Η επανάσταση όμως όχι.