- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στέφανος Ξενάκης: Ας μην ψάχνουμε άλλα «όχι». Ας πούμε ΝΑΙ!
«Πάντοτε υπάρχει και μία άλλη εναλλακτική», τονίζει. Και, όπως προκύπτει και από το τέταρτο βιβλίο του, με τίτλο «ΝΑΙ», είναι ξεκάθαρο ότι το εννοεί.
Ο Στέφανος Ξενάκης μιλάει στην Athens Voice με αφορμή το νέο του βιβλίο με τίτλο «Ναι», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Key Books.
Γνώρισα τον Στέφανο Ξενάκη την άνοιξη του 2018. Δεν είχε ακόμα κυκλοφορήσει το πρώτο του βιβλίο. Ήμουν (και παραμένω) ιδιαίτερα επιφυλακτικός σε όλο το trend της αυτοβελτίωσης και θεωρώ πολλά από τα βιβλία του είδους, ακόμα και τα επιτυχημένα, εν πολλοίς ανούσια, ενίοτε υποκριτικά, με βερμπαλιστικές παραλλαγές του ίδιου θέματος. Ο Ξενάκης όμως είχε κάτι στον τρόπο που μιλούσε που σε έπειθε εξαρχής ότι πίστευε απόλυτα αυτά που έλεγε. Και δεν έλεγε τίποτα ακραίο, είναι αλήθεια. «Πιστεύω ότι, παρόλο που η ελληνική οικογένεια ανέκαθεν αγαπούσε τα παιδιά της, για διάφορους λόγους, δεν μας έμαθαν να ζούμε σωστά τη ζωή. Αυτό θέλω να κάνω μόνο. Να βοηθήσω κάποιους ανθρώπους, όσο το δυνατόν περισσότερους, να ζουν λίγο πιο σωστά τη ζωή. Και να την εκτιμούν».
Τέσσερα χρόνια αργότερα το «όσο το δυνατόν περισσότερους» έχει, μάλλον, ξεπεράσει κάθε προσδοκία: ο Ξενάκης έχει γράψει και εκδώσει τέσσερα βιβλία, το πρώτο εκ των οποίων, το περίφημο «Δώρο», έχει ξεπεράσει τα 200.000 αντίτυπα – πουλημένα, όχι απλά τυπωμένα. Παράλληλα έχει μεταφραστεί σε τριάντα (!) γλώσσες, έχει κυκλοφορήσει σε 35 διαφορετικές χώρες, έχει προκαλέσει αίσθηση σε αγορές τόσο μακρινές όσο αυτή της Ιαπωνίας και πλέον ο στόχος που έχει τεθεί από τον ίδιο είναι επταψήφιος. Τα νούμερα είναι ασύλληπτα για Έλληνα εν ζωή συγγραφέα.
«Στην ουσία, ο στόχος δεν είναι ποσοτικός. Ο στόχος παραμένει εκείνος που σου είχα πει πριν μια τετραετία», παραδέχεται σήμερα, σε ένα καφέ στο Ψυχικό, ντυμένος απλά, πάντοτε αθλητικός και νευρώδης, κουβαλώντας το δικό του παγούρι με νερό («δεν πίνω σχεδόν ποτέ καφέ»), μιλώντας χωρίς να κομπιάζει ούτε στιγμή. «Πολλοί άνθρωποι, δυστυχώς, δεν ξέρουν να ζουν σωστά τη ζωή. Χρειάζεται να δουλεύουμε καθημερινά με τον εαυτό μας, να μαθαίνουμε κάτι καινούριο, να εξελισσόμαστε, να αποκτούμε περισσότερα εφόδια. Η ζωή εκ προοιμίου απορρίπτει τη στασιμότητα».
Άρα, τι χρειάζεται περισσότερο ο σύγχρονος άνθρωπος; Έναν ψυχοθεραπευτή ή έναν life coach; «Και τα δύο», απαντά πριν προλάβω καν να ολοκληρώσω την ερώτηση. «Διαφορετική βοήθεια παίρνουμε από τον έναν και διαφορετική από τον άλλον».
Μα, μισό λεπτό! Υπάρχει εκεί έξω τέτοια επάρκεια καλών life coaches και ψυχοθεραπευτών για όλους μας; Φαίνεται απίθανο.
«Αν ξαφνικά όλοι στραφούν προς αυτή την κατεύθυνση, είναι ζήτημα χρόνου να προκύψει και επάρκεια. Και, αν αρχικά, το επίπεδο δεν είναι το επιθυμητό, δεν πειράζει. Καλύτερα ένας κακός προπονητής, παρά η παντελής απουσία προπονητή. Ο κακός προπονητής, άλλωστε, θα σε κάνει να αναζητήσεις τον καλό. Σε μερικά χρόνια, θα θυμόμαστε την εποχή μας και θα μας φαίνεται αδιανόητο πως κάποτε ΔΕΝ ήταν υποχρεωτικά και επιδοτούμενα τόσο το life coach sessions όσο και η ψυχοθεραπεία. Η τελευταία σε βοηθά να βρεις ποιος είσαι. Το life coaching σε βοηθάει να φτάσεις εκεί που θέλεις. Ξέρω πολλούς ανθρώπους που κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, αλλά δυστυχώς δεν έχουν αυτογνωσία. Και, παράλληλα, γνωρίζω αρκετούς που, ενώ ξέρουν τον εαυτό τους, παραμένουν στάσιμοι. Γι αυτό είμαι απόλυτος: χρειάζονται και τα δύο!»
Το εντυπωσιακό με τον Ξενάκη είναι ότι, ενώ το κοινό του τον ακολουθεί, τον εμπιστεύεται, τον θαυμάζει (αξίζει να δώσετε το «παρών» σε κάποια από τις ομιλίες του ανά την Ελλάδα για να δείτε τη διαδραστική σχέση που αναπτύσσει με τους θεατές ή να παρακολουθήσετε το πως ανταποκρίνονται στα περιεκτικά postsτου στο Facebook), ο ίδιος παραμένει το ίδιο προσιτός όσο και πριν την εντυπωσιακή επιτυχία και αποδοχή. Θα μπορούσε, άνετα, να είναι ο πιο περιζήτητος και ακριβοπληρωμένος life coach στην Ελλάδα. Του το λέω και γελάει: «Μα δεν θα μπορούσα. Προτιμώ να θέτω ερωτήματα, παρά να δίνω απαντήσεις. Επιλέγω κάποια αληθινά μαθήματα ζωής, ιστορίες ανθρώπων που έχουν συμβεί αλλά δεν τις έχει καταγράψει το μαζικό ραντάρ και τα μοιράζομαι, θέτοντας κάποιους προβληματισμούς. Ο αποδέκτης αποφασίζει ποια από αυτά του ταιριάζουν και πια όχι. Εγώ σίγουρα δεν θα μπορούσα να είμαι το παράδειγμα: έχω αποτύχει, έχω πτωχεύσει, έχω χωρίσει, έχω εκατό ζητήματα που δεν έχω λύσει – και συνέχεια θα έχω και περισσότερα».
Το κοινό του όμως μάλλον δεν το βλέπει έτσι. Τον εμπιστεύεται, συχνά του εξομολογείται προσωπικές ιστορίες, τον έχω δει σε ομιλίες και σεμινάρια να δακρύζει ή να αγκαλιάζει δακρυσμένους ακροατές του. Δεν του φορτώνει ένα επιπλέον βάρος αυτό, ο ρόλος του σαμάνου συναισθημάτων;
«Σίγουρα είναι μία ευθύνη. Αλλά αν ο οποιοσδήποτε θέλει να μοιραστεί μία ιστορία μαζί μου, είμαι εκεί για να την ακούσω. Αν νιώθει ότι αξίζω την εμπιστοσύνη του, ασφαλώς και θα ανταποκριθώ. Ούτως ή άλλως, όταν φύγουμε από τη ζωή, τι είναι αυτό που μένει; Ούτε τα χρήματα, ούτε οι μετοχές, ούτε τα ομόλογα, ούτε τα ντουβάρια – η αγάπη μένει και οι ιστορίες».
Ο Ξενάκης μιλάει με πάθος, ο λόγος του φιλτράρει κάθε λέξη που θα μπορούσε να είναι περιττή και παραμένει ουσιαστικός σε όλο το δίωρο. Υπάρχουν σημεία που κλείνει τα μάτια, ενώ μιλάει, όχι για να θυμηθεί, αλλά για να δώσει έμφαση σε αποσπάσματα από βιβλία άλλων συγγραφέων ή κουβέντες τρίτων. Μερικές φορές, επαναλαμβάνει δύο φορές φράσεις που του αρέσουν, τη δεύτερη φορά τονίζοντας τις λέξεις και, αμέσως μετά, λέγοντας με χαμόγελο «μου αρέσει να επαναλαμβάνω κάποια πράγματα».
Το κάνει και στις ομιλίες του και αυτό βοηθά το κοινό να συγκρατεί τα ουσιώδη – πολλοί, άλλωστε κρατούν σημειώσεις. Στις ομιλίες αυτές, όπως και στο πρόσφατο βιβλίο του, «ΝΑΙ», αναφέρει δεκάδες ονόματα, καθώς χρησιμοποιεί ρήσεις γνωστών ή και λιγότερο γνωστών συγγραφέων καθώς και αποσπάσματα από δεκάδες βιβλία, τα περισσότερα από τα οποία δεν έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά, ως αφορμές για να αναπτύξει τους διαλόγους που γεμίζουν τις σελίδες του, καθώς όλο το βιβλίο είναι ένας διάλογος: η μία πλευρά θέτει τα ερωτήματα και η άλλη απαντά (δεν γράφουμε περισσότερα για να μη γίνει spoiler στο ποιος αναρωτιέται και ποιος αποκρίνεται). Στο τέλος του βιβλίου, υπάρχει η λίστα με όλα αυτά τα συγγράμματα. Με αυτές τις παράλληλες προτάσεις, καθώς και το άφθονο υλικό που παρέχει δωρεάν, τόσο μέσω των social media όσο και μέσα από τις δεκάδες ομιλίες του ανά την Ελλάδα, δεν φοβάται ότι πρακτικά στερεί από τον εαυτό του… πωλήσεις;
«Ασφαλώς και όχι. Μερικά από τα ωραιότερα βιβλία που έχω διαβάσει τα χρωστάω σε συστάσεις φίλων. Δεν μου αρέσει ο όρος “followers” – όσοι συναντώ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης χωρίς να έχω γνωρίσει από κοντά είναι, για μένα, “φίλοι”. Δεν έχει νόημα να μην αποκαλύπτω αυτούς που με τη σειρά τους έχουν εμπνεύσει εμένα. Η γνώση είναι εκεί έξω και περιμένει – όποιος θέλει, μπορεί να την αναζητήσει. Όπως έχει πει ο Robin Sharma, “η καλύτερη γνώση εξασφαλίζει καλύτερες επιλογές και οι καλύτερες επιλογές εξασφαλίζουν καλύτερα αποτελέσματα”. Όσο για το δωρεάν υλικό, δεν το αντιμετωπίζω καθόλου έτσι. Τον Νοέμβριο του 2018, ένας τυφλός άνδρας, ο Βασίλης, με βρήκε και μου είπε ότι άνθρωποι σαν εκείνον δεν μπορούσαν να διαβάσουν το “Δώρο”. Ηχογράφησα το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου ως audiobook και το ανέβασα ελεύθερο στο YouTube. Μέσα σε δύο ώρες, χώρεσαν 50 ιστορίες – μέχρι σήμερα, έχει πάνω από ένα εκατομμύριο views. Αν κανιβάλισαν τις πωλήσεις; Μάλλον το αντίθετο. Αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα. Ναι, από αυτό που κάνω βιοπορίζομαι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα κρατάμε τα πάντα κλειδωμένα – τι νόημα θα είχε; Όπως είχε γράψει ο John Maxwell, “ο κόσμος δεν νοιάζεται για το πόσα έχεις μάθει, μέχρι που μαθαίνουν πόσο νοιάζεσαι”. Γι αυτό και ποτέ στις ομιλίες δεν μιλάω αποκλειστικά για τα βιβλία μου – με αφορμή αυτά, πραγματεύομαι κάτι διαφορετικό. Αν κάποιος θέλει να αγοράσει το βιβλίο, έχει καλώς, αν όχι, πάλι ευπρόσδεκτος είναι, να μοιραστούμε μαζί τις δονήσεις μας. Και ο κόσμος εκτιμά, νομίζω, ότι δεν προσπαθώ να πουλήσω κάτι».
Δεν είναι, εντούτοις, οξύμωρο που, στην εποχή μας, το trend του self help δεν έχει προηγούμενο, αλλά οι άνθρωποι μοιάζουν πιο αποσυντονισμένοι από ποτέ;
«Δεν είναι ακριβώς έτσι», ενίσταται. «Είναι καθαρά ζήτημα οπτικής. Εγώ ξέρω ότι ζούμε σε μία εποχή που όλα είναι καλύτερα. Ας πάρουμε τη χώρα μας για παράδειγμα: βλέπω μία κοινωνία όπου οι άνθρωποι πλέον σέβονται περισσότερο νόμους, όπως πχ τον αντικαπνιστικό. Είκοσι χρόνια πριν οι περισσότεροι κάπνιζαν οπουδήποτε. Βλέπω μία κοινωνία που στο σούπερ μάρκετ τηρεί τις ουρές. Βλέπω μία κοινωνία που δεν χρειάζεται πλέον να σχηματίζει ουρές σε τράπεζες και δημόσιες υπηρεσίες, γιατί έχει εξελιχθεί η ηλεκτρονική εξυπηρέτηση. Βλέπω πλέον σεβασμό στα parking ΑΜΕΑ, ακόμα και όταν όλες οι γύρω θέσεις είναι γεμάτες. Ακούω λιγότερα κορναρίσματα στους δρόμους. Καταλαβαίνω ότι περιστοιχίζομαι από συνειδητούς, πολιτισμένους πολίτες. Βλέπω όλο και περισσότερους ανθρώπους αποφασισμένους να δουλέψουν με τον εαυτό τους. Τους δείκτες εγκληματικότητας να πέφτουν. Με χιλιάδες ανθρώπους πρόθυμους να δίνουν το κάτι παραπάνω καθημερινά, χωρίς να περιμένουν άμεσα κάποιο αντάλλαγμα. Γιατί δεν ασχολούμαστε με όλα αυτά και σε πολύ περισσότερα καλά που συμβαίνουν γύρω μας και μονίμως κολλάμε στα αρνητικά; Γιατί αυτά προτάσσει ο αλγόριθμος των social media, αυτά προβάλουν τα δελτία ειδήσεων και αυτά, ενίοτε, μας βολεύουν. Γιατί έχουμε συνηθίσει να είμαστε μύωπες απέναντι στο καλό και να μην θεωρούμε άξια επιβράβευσης τα αυτονόητα. Μα γιατί όλα τα μικρά καλά, όλες οι μικρές κατακτήσεις να θεωρούνται αυτονόητα;
Όταν έχω μάθει να εστιάζω στα αρνητικά, η ζωή παύει να είναι αυτό που συμβαίνει και γίνεται αυτό που αντιλαμβάνομαι ότι συμβαίνει. Και γι αυτό συχνά επικαλούμαστε τις πιο ισχυρές δικαιολογίες, αυτές που έχουν και ένα έρεισμα, για να μην ξεκουνηθούμε. Ακούμε συχνά “μα πού να βρω τη θετική διάθεση, δεν βλέπεις τι συμβαίνει εκεί έξω;”
Ναι, βλέπω, γι αυτό ακριβώς αισιοδοξώ. Αλλά βλέπω αυτά που συμβαίνουν όντως, όχι αυτά που αντιλαμβάνομαι ότι συμβαίνουν μέσα από περιοριστικά φίλτρα. Μία είναι, τελικά, η σημαντικότερη επιλογή στη ζωή μας: θέλεις να είσαι μέρος του προβλήματος ή της λύσης;»
Στο σημείο αυτό μας πλησιάζει η σερβιτόρα. Ζητάει συγγνώμη για τη διακοπή και ρωτάει τον Στέφανο αν είναι «ο συγγραφέας Στέφανος Ξενάκης». Μόλις της απαντά καταφατικά χαμογελώντας, η νεαρή κοπέλα ενθουσιάζεται. «Αχ, θα βάλω τα κλάματα που σας γνωρίζω», ομολογεί και τη βλέπω πως είναι όντως έτοιμη να το κάνει. «Έχω όλα τα βιβλία σας εκτός από το τελευταίο. Έχω πρόγραμμα να το πάρω και αυτό».
«Να μη βάλεις τα κλάματα, και να μην το πάρεις, έχω μαζί μου ένα αντίτυπο, θα στο χαρίσω εγώ», της λέει αυθόρμητα.«Γιατί είσαι η ηρωίδα μου. Γιατί σε βλέπω εδώ και μιαμιση ώρα που είμαστε εδώ πως τακτοποιείς τα πάντα, πως καθαρίζεις εξονυχιστικά όλα τα τραπέζια, πόσο γρήγορα κινείσαι, με νεύρο. Γιατί κάνεις άψογα αυτό που κάνεις». «Σταματήστε, θα βάλω τα κλάματα, σας είπα», απαντά βουρκωμένη. Συστήνονται επίσημα, η Σπυριδούλα, όπως είναι το όνομά της, παίρνει το αντίτυπό της και περιχαρής φεύγει σχεδόν πετώντας από το τραπέζι μας.
Γυρίζω και κοιτάω τον Ξενάκη. Χαμογελάει ακόμα περισσότερο από πριν. Όχι, ασφαλώς, επειδή τον αναγνώρισαν (αυτό πρέπει να συμβαίνει, πλέον, πολύ συχνά), αλλά γιατί έκανε αυτό που είχε περιγράψει νωρίτερα: αντάλλαξε δονήσεις. Και συνεχίζει: «Αυτό που με ενδιαφέρει πάνω από όλα, είναι να εκτιμήσουμε όλοι το δώρο της ζωής. Και ότι κρατάει πολύ λίγο. Το τέλος το δικό μου μπορεί να έρθει όχι αύριο, αλλά σε μισή ώρα, εδώ στη γωνία, μόλις σε αποχαιρετήσω. Ζούμε σε ένα από τα 200 δισεκατομμύρια αστέρια ενός από τους 3,3 τρισεκατομμυρία γαλαξίες που για την ώρα γνωρίζουμε. Αν αύριο ο πλανήτης μας ολόκληρος εξαφανιστεί, για το σύμπαν δεν τρέχει τίποτα. Οφείλουμε λοιπόν να εξασφαλίζουμε για τον εαυτό μας μία ζωή όχι λιγότερη από αυτή που δικαιούμαστε. Να καταλάβουμε ότι οι συνθήκες μπορεί να μας επηρεάζουν αλλά δεν μας καθορίζουν. Να γίνουμε, όπως είπε η Marianne Williamson στο “Return To Love”, η καλύτερη και η πιο αληθινή εκδοχή του εαυτού μας. Και να μην ξαναπούμε ποτέ “αυτό δεν γίνεται»”. Ναι λέμε απλά “ναι”. Και σήμερα, όχι αύριο. Η ζωή είναι μικρή – το λέμε συχνά. Το καταλαβαίνουμε όμως;».