- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Κώστας Λάκης και τα τρυφερά πλάσματα του αόρατου κήπου του
Ένα βιβλίο όπου οι λέξεις εναλλάσσονται με τη ζωγραφική και η τρυφερότητα με την περιπέτεια.
Κώστας Λάκης - Πλάσματα Αόρατου Κήπου: Συνέντευξη με τον συγγραφέα και εικαστικό για τη συλλογή διηγημάτων που κυκλοφορεί από την Iason Books.
Έντεκα διηγήματα με ισάριθμες εικόνες, που χαρίζουν σώμα, χρώμα και πρόσωπο στους ήρωες. Εικονοποιείται, όμως, και μπορεί να αποκτήσει περίγραμμα ένα συναίσθημα; Ο Κώστας Λάκης το κάνει! Ο ανορθόγραφος, Η ορκισμένη, Ο Πλούμας, Μια νεαρή Ρωσίδα που αυτοκτόνησε στο χιόνι κι ένας Οσμιστής Μασχάλης, ένας Πάσσαλος, Τα ροζ σύννεφα, Η μασέλα, Μια πέτρα, μια κάμπια, ένα χάος και στο βάθος Ένας ηλικιωμένος κλόουν, συγκατοικούν, παρεπιδημούν, ανταμώνουν και συνευρίσκονται μέσα σε έναν κήπο. Αυτά είναι τα έμψυχα και άψυχα πλάσματα που κατοικούν εδώ. Και αυτό είναι ένα βιβλίο όπου ο μαγικός ρεαλισμός, η τρυφερότητα, ο ρομαντισμός και ο λυρισμός των λέξεων πινελάρονται σε μια ζωγραφική όπου, επίσης, «μιλάει» και διηγείται, το ίδιο συναισθηματικά με τις λέξεις που την περιβάλλουν.
Τα Πλάσματα Αόρατου Κήπου θα μπορούσε, αντί για βιβλίο, να είναι ένας κατάλογος μιας έκθεσης, που ο ζωγράφος είναι ταυτόχρονα και ο συγγραφέας του επιμελητικού κειμένου για τα θέματα που αποτύπωσε στους καμβάδες του. Αμετανόητα πολυσχιδής, ο συγγραφέας και δημιουργός των Πλασμάτων Κώστας Λάκης είναι αδύνατον να περιγράφει υπό μία μόνο ταυτότητα. Ένας ζωγράφος, ένας creative director, που στις χρυσές μέρες της ελληνικής οπτικής επικοινωνίας υπέγραψε μερικές από τις πιο επιτυχημένες διαφημιστικές καμπάνιες, ένας ταξιδευτής που μια μέρα αποφάσισε να φύγει από την Αθήνα αποφασίζοντας να κυνηγήσει όνειρα, έρωτες και αναπνοές σε Βυσσινόκηπους της Καστοριάς, ένας εμπνευσμένος σκηνογράφος δεκάδων θεατρικών παραστάσεων: Πραγματικά τι από όλα, αν όχι όλα, είναι τούτος ο αναγεννησιακός άνθρωπος, που συμβαίνει να τον παρακολουθώ καλλιτεχνικά εδώ και πολλά χρόνια;
Το βιβλίο Πλάσματα Αόρατου Κήπου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Iason Books και ξεκινά με μια καθοδηγητική γραμμή ανάγνωσης, μια συμβουλή και ένα guideline που σε βάζουν κατευθείαν στο κλίμα και τις περιπέτειες που βιώνουν στον κήπο οι πρωταγωνιστές του: Δεν είναι τα λάθη που γεμίζουν τη ζωή μας, αλλά τα όνειρα. Εξηγήσεις και περιήγηση στον Κήπο και τα Πλάσματά του, εδώ και τώρα!
Γιατί ο Κήπος είναι αόρατος; Τι θα έβλεπα ως προς την ποιότητα των ανθών και των πλασμάτων που τον κατοικούν αν είχε αληθινές συντεταγμένες, εκτός από τις φαντασιακές και τις ψυχογεωγραφικές που του προσδίδεις;
Για το «Aόρατο του κήπου», ευθύνη έχει ο τρόπος που συνήθιζα να παίζω μικρός με τα παιχνίδια μου. Δημιουργούσα μέσα στο δωμάτιό μου κόσμους και καταστάσεις παράδοξες κάτω από μια πρόχειρη σκηνή που κατασκεύαζα με πολύχρωμα λουλουδάτα καλοκαιρινά σεντόνια. Έτσι ένιωθα πως ο μαγικός μου κόσμος ήταν αόρατος από τους άλλους ενώ έχτιζα έναν κόσμο από καουμπόηδες και ινδιάνους, ιππότες, τουβλάκια, κάστρα, ταλαιπωρημένες κούκλες της αδελφής μου, κομμάτια από υφάσματα, ξύλα, κουτιά και άλλα αντικείμενα που ανακάλυπτα στο σπίτι. Κι όλα αυτά φωτισμένα από έναν παλιό φακό του παππού μου, με τρία χρωματιστά γυαλιά που άλλαζαν την ατμόσφαιρα του μαγικού μου κόσμου με λευκό, πράσινο και κόκκινο φως. Ο Αόρατος Κήπος είναι γεμάτος από εκατόφυλλα κόκκινα τριαντάφυλλα, από βιολέτες, από ψηλά πεύκα και κυπαρίσσια, ενώ παντού βρίσκονται καρποφόρα δέντρα προσφέροντας τροφή στα πλάσματα που περπατούν στις δαιδαλώδης διαδρομές του. Πλάσματα που αψηφώντας τις παγίδες του αφήνονται στη λάμψη του χωρίς να φοβούνται, χωρίς να πολεμάνε τα προδιαγεγραμμένα της άγνωστης ζωής τους.
Ο κήπος υπάρχει, έχουμε περπατήσει -τριγυρίσει- σίγουρα όλοι μέσα του. Τον γνωρίζουμε, αν και πολλές φορές με μια παιδική συστολή το κρύβουμε και δεν το μαρτυράμε πουθενά. Δεν είναι δύσκολη η πρόσβαση στα μονοπάτια του, είναι όμως σίγουρα δύσκολη η παραδοχή των όσων ζήσαμε σε αυτό τον Αόρατο Κήπο. Ο κήπος βρίσκεται παντού, τον μεταφέρουμε και τον προσαρμόζουμε στη ζωή μας. Ταξιδεύει στις πόλεις που μεταφερόμαστε, στα σπίτια που ζούμε στα όνειρα που κάνουμε.
Ένα βιβλίο όπου λέξεις και εικόνες, συναισθήματα και δράση, δρόμοι και πρωταγωνιστές, συμβάντα και αιτίες, καταγράφουν...
Καταγράφουν το παράδοξο της ζωής μας, τα ίσως που ξεχάσαμε, τα γιατί, τα μήπως. Όλα αυτά που δεν παραδεχθήκαμε ποτέ καθώς κοιταζόμασταν στον καθρέφτη. Δεν προσπάθησα να αυτοβιογραφηθώ, προσπάθησα να απολαύσω τα όσα φοβάμαι, να περπατήσω ξυπόλυτος χωρίς να σκεφτώ τις πληγές που θα γεμίσουν τα πόδια μου από τις πέτρες, τα ξερά φύλλα, τα αγκάθια του κήπου. Άλλωστε πάντα θα υπάρχει μια πομάδα που θα μαλακώσει και θα επουλώσει τις όποιες πληγές από το σώμα, την ψυχή, τη μνήμη μας.
Όμως και η χαρά έχει θέση στις σελίδες του βιβλίου με τον δικό της τρόπο, με τη δική της πληθωρική και άτσαλη πολλές φορές παρουσία της. Βρίσκεται ανάμεσα στις λέξεις ή τις βιαστικές πινελιές και κερδίζει χρόνο, ελπίδες, ελευθερία.
Σε παρακολουθώ χρόνια: θεατρικά έργα και ζωγραφικές, σκηνογραφίες και ντιζάιν, συνεχής αναζήτηση, αλλά και κάτι πολύ συγκεκριμένο που θέλεις να πεις ή να εκφράσεις και κατοικεί σε κάθε πυρήνα αυτών που δημιουργείς. Από πού εκκινεί και τι σε κυνηγάει; Μπορείς να καλουπώσεις το «είναι» της τέχνης σου, άρα και του εαυτού σου;
Δεν μπορώ να καλουπώσω τίποτα. Αυτό το ξέρω και μπορώ να το πω με σιγουριά, μετά από τριάντα πέντε χρόνια ζωγραφικής και τουλάχιστον δέκα που γράφω συστηματικά. Η όποια δράση, δημιουργία, σκέψη που κάνω, είναι μια φυσική διεργασία χωρίς ζόρι και χωρίς ματαιόδοξους στόχους. Βαρύγδουπο ακούγεται αυτό, αλλά είναι τόσο απλό, σαν την ανάσα μας, κανείς δεν μας τη διδάσκει όμως αναπνέουμε από την πρώτη στιγμή που γεννιόμαστε. Κι έτσι ζούμε αρχίζοντας τη μάχη μας. Μια μάχη είναι, μια μάχη όλα αυτά που γεννάει το μυαλό, μια μάχη που έχει χαρά, πάθος και θάρρος. Δεν πολεμάω ούτε εμένα, ούτε κάποιον άλλο. Πολεμάω τη συνήθεια, την αδράνεια, την απραξία, ό,τι δεν έχει φως. Αν νίκησα ή αν έχασα, θα το ανακαλύψω μόνο όταν πεθάνω, και πάλι δεν θα το ξέρω εγώ, ίσως κάποιος το ανακαλύψει, αλλά και αυτό λίγο με ενδιαφέρει. Μου φτάνει που εγώ δεν φοβάμαι, που έζησα και ζω χωρίς να κλειδώνομαι.
Πώς εμπνεύστηκες τα Πλάσματα του Αόρατου Κήπου; Πού τα συνάντησες (αν) και πόσο είναι ψυχές και σώματα της φαντασίας σου ή αληθινοί άνθρωποι, που τους «πείραξες», τους «απελευθέρωσες» και τους «άγγιξες» λιγάκι;
Ζωγραφίζω και γράφω με ταχύτητα και χωρίς μέτρο. Είμαι πολύ παραγωγικός ως προς τον αριθμό τόσο των ζωγραφικών μου έργων όσο και των διηγημάτων και των θεατρικών έργων που γράφω. Είμαι ανθρωποκεντρικός στη θεματολογία των έργων μου. Αναζητώ τα συναισθήματα των ανθρώπων, τις αδυναμίες τους, τα λάθη και τις ηρωικές τους πράξεις. Λατρεύω τη δειλία που κατακλύζει το τέλος της ημέρας τους και το θάρρος που πλημυρίζει την επόμενη. Προσπαθώ να τους αντιμετωπίσω στην αρχή σαν εικόνες ακίνητες που ψιθυρίζουν λέξεις, μυστικά και που με τη σειρά τους αποκαλύπτουν αλήθειες πανικοβάλλοντας όσους ζούνε γύρω τους. Και έτσι από άνθρωποι, γίνονται πλάσματα. Φιγούρες που υπάρχουν γύρω μου και ανατρέπουν τη ζωή μου.
Το βιβλίο γεννήθηκε τόσο παράδοξα και γρήγορα όπως πολλές φορές εγώ ζωγραφίζω ένα πίνακα, αντίθετα με το κείμενο που λόγω της δυσλεξίας και της ανορθογραφίας μου με ταλαιπωρεί λίγο περισσότερο. Η εκδότρια μου Σεμπνέμ Αρσλάν, των εκδόσεων Iason Books, μου έστειλε τον Ιανουάριο του 2022 ένα μήνυμα στο instagram: «Θέλω να κάνουμε ένα βιβλίο που να περιέχει κείμενα και πίνακές σας. Μου αρέσει πολύ η δουλειά σας». Αυτό μου έγραψε χωρίς να γνωριζόμαστε και χωρίς να έχουμε επικοινωνήσει ποτέ. Γέλασα με τον σουρεαλισμό της, αλλά το βιβλίο βγήκε μέσα σε τρεις μήνες. Ευτυχώς βοήθησε πολύ εδώ και ο επιμελητής των κειμένων μου, ο συγγραφέας Δημήτρης Τανούδης, καθώς και ο φωτογράφος των έργων Στέλιος Τζέτζιας.
Τα διηγήματα που είχα ήταν πολλά. Ήταν μια δύσκολη επιλογή γιατί ήθελα να αισθανθώ πως το ένα διήγημα θα οδηγούσε τον αναγνώστη στο επόμενο, χωρίς όμως να έχουν συνέχεια, χωρίς να έχουν σύνδεση, ορατή τουλάχιστον.
Το ίδιο έγινε και με τους πίνακες που υπάρχουν στο βιβλίο. Τα έργα τα είχα ζωγραφίσει σε διαφορετικό χρόνο, παρ' όλα αυτά ήρθαν και κούμπωσαν με τα κείμενα που επέλεξα.
Θα ήταν προδοσία από μέρους μου να πω αν τα πρόσωπα τόσο των κειμένων όσο και των ζωγραφικών έργων είναι αληθινά ή φανταστικά, αν υπερέβαλα λίγο ή πολύ στην εικόνα τους και τα πεπραγμένα τους, αν βρέθηκαν στον δρόμο μου τυχαία ή εγώ εσκεμμένα ακολούθησα την πορεία τους. Αυτό που μπορώ να παραδεχτώ είναι πως από τη στιγμή που στάθηκαν πάνω στις σελίδες του βιβλίου σαν κείμενα, γράμματα, φράσεις, σαν εικόνες με χρώμα, ξέρω πως υπάρχουν και πως ίσως, αν δω κάποια από αυτά τα πρόσωπα μπροστά μου σε κάποιο δρόμο, σε ένα καφέ…, σίγουρα δεν θα ξαφνιαστώ. Εμείς προσκαλούμε στη ζωή τα πλάσματα των ονείρων μας και ονειρευόμαστε, αδημονούμε για εκείνη την απρόβλεπτη συνάντηση μαζί τους. Γιατί τότε είναι που θα τα αγγίξουμε, και τότε εκείνα ίσως μας μιλήσουν, μας αφιερώσουν λίγο από τον μετέωρο χρόνο τους, χαρίζοντάς μας τη λύτρωση.
Τι μουσική ακούγεται στον Κήπο και ποιοι χοροί συνοδεύουν τη ζωή των ηρώων σου; Ποιες ταινίες και ποια βιβλία «συνομιλούν» ευθέως με τα Πλάσματά σου;
Οι ήχοι -που μέσα από παλιά ηχεία ακούγονται στον κήπο- έχουν τους στίχους από τραγούδια του Αττίκ με τη φωνή της Δανάης, άριες της Μαρία Κάλλας, το σκοτάδι του Antony and the Johnsons, τη θλίψη της Μπίλι Χόλιντεϊ, της Νίνα Σιμόν, τις μελωδίες του Ερίκ Σατί. Έχουν ψίθυρους Θεσσαλονίκης από τους Your Hand is Mine, τη μαγεία του Χατζιδάκι με τις λέξεις από την Πορνογραφία, τον λυγμό της Φλέρυς Νταντωνάκη, τον πόνο από την άρια του Ναδίρ στους αλιείς μαργαριταριών του Μπιζέ, τρομπέτες και χάλκινα από την Καστοριά. Υπάρχουν ακόμη ήχοι από θάλασσα, κύματα, δάκρυα που γεμίζουν μεταλλικές λεκάνες, στάλες βροχής πάνω σε λευκά μάγουλα, φωνές θάρρους και σιωπές που μπλέκονται με τις ταινίες του Φελίνι, του Βισκόντι, του Αντονιόνι, που γελάνε ηχηρά στην Ευδοκία του Δαμιανού, που ψιθυρίζουν το σ’ αγαπώ στην Κάλπικη λίρα του Τζαβέλα και το σ' αγαπώ της κυρία Κοκοβίκου την ημέρα του γάμου της.
Χωμένοι εκεί με τις λέξεις τους βρίσκονται κι ο βλοσυρός Σαραμάγκου, ο Χριστιανόπουλος με τα μικρά στιχάκια του, ο Κουμανταρέας απόμακρος, σιωπηλός, ο Γιάννης Ξανθούλης παίζοντας με τη μνήμη, ο Όμηρος με όσα δε μας είπε, ο Τσέχωφ, ο Ντοστογιέφσκι, η Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, η φωνή του Σεφέρη να απαγγέλει τον «Στρατή Θαλασσινό ανάμεσα στους αγάπανθους»…
Και είμαι σίγουρος πως όλοι αυτοί, ημίγυμνοι, ν’ ακολουθούσαν τα χορευτικά βήματα της Ισιδώρα Ντάνκαν ένα απόγευμα πάνω στον βράχο της Ακρόπολης, ή θα χορεύαν σουίνγκ σε μια μικρή παραλία στη Σαλαμίνα μπροστά από το σπίτι του Σικελιανού. Και εκεί, καθώς θα βραδιάζει, η Αρλέτα να τραγουδάει ψιθυριστά για το «μπαρ το ναυάγιο», ενώ θα χορεύουν λερώνοντας τα ξυπόλυτα πόδια τους με την άμμο που κάποτε έθαψε τους πνιγμένους Πέρσες.
Ρομαντισμός εναντίον ρεαλισμού, σόσιαλ μίντια αντί για αληθινές συνευρέσεις, πόλεμος αντί ειρήνης και υπολογισμός κάθε πράξης ως προς το κόστος της και το «ταμείο» που θα γράψει. Καιρό τώρα οι σχέσεις των ανθρώπων και ο κόσμος απομαγεύτηκαν, σε αντίθεση με το βιβλίο σου, που μοιάζει και προσπαθεί να επαναφορτίσει και να επαναφέρει πίσω έναν χαμένο παράδεισο. Λαθεύω αν πω πως εσύ χρόνια τώρα κατοικείς συνειδητά αλλού, προκειμένου να μη σε χαλάσει η αλήθεια της πραγματικότητας; Την οποία και ξορκίζεις με...
Την ξορκίζω με μία μόνο φράση: «Έτσι… για χαρά». Είναι ο μόνος λόγος, τρόπος, θέση που έχω στη ζωή μου χρόνια τώρα και που μπλέκεται μέσα στα λάθη μου, στα όνειρά μου, στην κάθε προσπάθεια και την κάθε αστοχία ή επιτυχία της ζωής μου. «Έτσι… για χαρά», αυτό λέω και όλα γίνονται Αόρατα και εγώ μεταμορφώνομαι σ’ ένα Πλάσμα που περπατάει ήρεμος στον Κήπο του.