- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Πέτρος Μάρκαρης: Περνάμε από τον σχετικισμό στην πραγματικότητα
Μου έχουν γίνει πολλές προτάσεις για να μπω στην πολιτική. Αρνήθηκα πάντα. Αυτό που επέλεξα στη ζωή μου είναι να κοιτάω την κοινωνία και να βλέπω τα φαινόμενα τα οποία αξίζει τον κόπο να σχολιάσω
Ο Πέτρος Μάρκαρης μιλάει στην ATHENS VOICE για τη ζωή του, τα βιβλία, τα σενάρια, την Αριστερά, την φιλία του με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο.
Ο πεζόδρομος της Αγίας Ζώνης στην Κυψέλη βρίσκεται στο μεταίχμιο του παλιού και του νέου. Επιζεί ένα κομμάτι μιας εποχής που ο χρόνος έχει αφήσει ανέπαφο. Ταυτόχρονα σφύζει από πολυπολιτισμική ζωή, κόσμος πηγαινοέρχεται, υπάρχει κίνηση, ένταση, οι γείτονες ξεκινούν συζητήσεις. Μια ατμόσφαιρα που δεν θυμίζει την σύγχρονη Αθήνα και αποτελεί γλυκιά ανάμνηση για ορισμένους. Στον τρίτο όροφο μιας παλιάς αστικής αθηναϊκής πολυκατοικίας μένει ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης. Με υποδέχεται, ευγενής, προσηνής, πολύ ζεστός άνθρωπος. Στα 85 του χρόνια παραμένει ιδιαίτερα παραγωγικός γράφοντας σε καθημερινή βάση τηρώντας το πρόγραμμά του.
Το φως του ηλίου πλημμυρίζει από τις μπαλκονόπορτες και φωτίζει το ευρύχωρο σαλόνι. Δύο αναπαυτικές πολυθρόνες όπου θα καθίσουμε για να μιλήσουμε. Περιοδικά και εφημερίδες στο τραπέζι. Δίσκοι και πολλά βιβλία γύρω μας. Παρκέ και ωραία χαλιά. Επικρατεί μια τάξη. Πίσω μας το γραφείο του. Το εργαστήρι του πολυγραφότατου και σπουδαίου συγγραφέα. Όσο στήνονται φώτα και κάμερες μιλάμε όρθιοι. «Κάναμε ένα λάθος. Θεωρήσαμε ότι πόλεμοι δεν θα γίνουν ποτέ και ότι εμείς στην Ευρώπη είμαστε εξασφαλισμένοι. Δεν είναι αλήθεια αυτό. Ζούμε σε μια εποχή μετάβασης από τον εφησυχασμό στην πραγματικότητα. Τόσον καιρό είμασταν ήσυχοι. Είναι όμως εκ των πραγμάτων αδύνατο να δημιουργήσεις μια κατάσταση όπου όλες οι χώρες συμφωνούν. Μη υπάρχοντος αυτού ο κίνδυνος σύγκρουσης είναι πάντα υπαρκτός. Χώρες που δεν είναι ενταγμένες κάπου, όπως η Ρωσία, θα ξυπνήσουν μια μέρα και θα ζητήσουν το δικό τους κομμάτι από την πίτα».
Ο Πέτρος Μάρκαρης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1937. Τα βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε 20 γλώσσες και έχει βραβευτεί πολλές φορές. Επίσης έχει μεταφράσει σπουδαία έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ανάμεσά τους Μπρεχτ και Γκαίτε. Το τελευταίο αστυνομικό μυθιστόρημα, «Το Κίνημα της Αυτοκτονίας», είναι το 15ο του και βρέθηκε από την πρώτη στιγμή στα ευπώλητα. Με όπλο την μυθοπλασία πραγματεύεται την σύγχρονη κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Ο αστυνόμος του, ο Κώστας Χαρίτος, καθώς και η οικογένειά του, έχουν κερδίσει μια θέση στην καρδιά του αναγνωστικού κοινού στην Ελλάδα και διεθνώς. Οι πωλήσεις του στο εξωτερικό είναι άλλωστε περισσότερες απ’ ό,τι στην Ελλάδα, όπως μου λέει.
Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με το έργο «Η ιστορία του Αλή Ρέτζο». Το 1971 ανέβηκε στο θέατρο. Την επόμενη χρονιά γνωρίστηκε με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο. Από εκεί ξεκίνησε μια μακρά φιλία και συνεργασία –στη συγγραφή των σεναρίων– που διεκόπη με τον θάνατο του μεγάλου σκηνοθέτη, που φέτος συμπληρώνει δέκα χρόνια.
Το 1995 εξεδόθη το πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα «Νυχτερινό Δελτίο» από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. «Μου άρεσε πολύ να διαβάζω αγγλικό και αμερικανικό αστυνομικό της δεκαετίας του ‘40 και του ‘50». Μεγάλωσε στη Χάλκη, σπούδασε οικονομικά στη Βιέννη και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1964. «Ξέρετε, χρειαζόμουν μια ώρα και είκοσι λεπτά για να πάω με το καράβι από τη Χάλκη στην Πόλη, όπου ήταν το σχολείο. Αυτό σήμαινε την δημιουργία μιας παρέας παιδιών που συναντιόνταν σταθερά κάθε μέρα για να πάει στο σχολείο και πάλι πίσω». Ξεκινώ λοιπόν τη συζήτησή μας.
-Σ’ εκείνο το καραβάκι ο μικρός Πέτρος έκανε συγγραφικές σκέψεις; Ονειρευόταν;
Το πάθος μου για γράψιμο ξεκίνησε ουσιαστικά από τα τέλη του Γυμνασίου. Έγραψα το πρώτο μου κείμενο όταν ήμουν Β’ Λυκείου. Υπήρχε τότε στην Πόλη ένα ελληνόφωνο λογοτεχνικό περιοδικό που λεγόταν «Πυρσός». Έγραψα λοιπόν ένα κείμενο πρόζας και το έστειλα. Έτσι από περιέργεια να δω τι θα πουν (γέλια). Από εκεί και μετά με τον εκδότη είμασταν πολύ φίλοι μέχρι που πέθανε. Η συνεργασία μας κράτησε περίπου μέχρι την εποχή που εγώ έφυγα για σπουδές στη Βιέννη. Και κατά καιρούς που επέστρεφα έδινα κάποια κείμενα. Το 1964 εγκαταστάθηκα στην Αθήνα και ήθελα να γίνω συγγραφέας. Τότε τα γερμανικά μου ήταν εξίσου καλά με τα ελληνικά μου. Ήταν αυτονόητο όμως ότι θα ερχόμουν να εγκατασταθώ στην Αθήνα γιατί ήθελα να γράφω στα ελληνικά. Έκανα άλλες γνωριμίες, όπως με τον Κώστα Νίτσο και το περιοδικό Θέατρο, με την Επιθεώρηση Τέχνης και με τους εκδότες. Εκεί δημιουργήθηκε ένας κύκλος που με ακολούθησε σ’ όλη μου τη ζωή.
-Η γραφή ήταν εύκολη για εσάς ή σας δυσκόλεψε;
Πέραν των πρώτων δοκιμών μου, αυτό που μου έδωσε ώθηση ήταν η μετάφραση. Ήταν λίγοι οι μεταφραστές από τα Γερμανικά, οπότε ανοιγόταν ένα μεγάλο πεδίο, υπήρχε ζήτηση. Έτσι μπήκα στον χώρο των γραμμάτων, να το πω έτσι.
-Πώς γίνεται τις καθημερινές να είστε υπεύθυνος εξαγωγών σε εταιρεία τσιμέντων και το Σαββατοκύριακο συγγραφέας;
Γιατί ήμουν συγγραφέας του σαββατοκύριακου, το είπατε μόνος σας. Το οποίο τότε δεν ήταν καθόλου σπάνιο. Οι περισσότεροι τότε έτσι είμασταν. Δηλαδή περίμενα Σάββατο απόγευμα - γιατί το πρωί δουλεύαμε - και όλη την Κυριακή για να γράψω.
-Φαίνεται να το είχατε μέσα σας…
Από τα νεανικά μου χρόνια, πάντα…
-Και τι είναι αυτό που σας σπρώχνει, το 1995, στα 58 σας χρόνια, στο γράψιμο αστυνομικής λογοτεχνίας;
Ξέρετε αυτό είναι μια ενδιαφέρουσα ιστορία… διότι το ενδιάμεσο ήταν μια τηλεοπτική σειρά της οποίας έγραφα τα σενάρια. Την «Ανατομία ενός Εγκλήματος», η οποία σημείωσε τεράστια επιτυχία και προβαλλόταν για τρία χρόνια στον ΑΝΤ1. Τον τρίτο χρόνο είχα κουραστεί να γράφω και ήθελα να σταματήσω. Πήγα λοιπόν τότε στον διευθυντή προγράμματος και του λέω «εγώ θα σταματήσω δεν μπορώ». Με κοίταξε σα να είμαι τρελός… «Είσαι με τα καλά σου; Αμείβεσαι πάρα πολύ καλά. Από διαφημίσεις είμαστε ενθουσιασμένοι, είναι μεγάλη επιτυχία και εσύ θα σταματήσεις;». Του απαντώ «έχω γράψει τόσα σενάρια, κουράστηκα». Μου προτείνει να συνεχίσουμε έως τον Γενάρη και μετά να το ξανασυζητήσουμε. Είναι αλήθεια. Τότε πλήρωναν πολύ καλά. Συνέχισα να γράφω λοιπόν. Και μια μέρα είδα μπροστά στο γραφείο μου μια τριμελή οικογένεια. Σαν να ήταν ζωντανοί. Άντρας, γυναίκα και παιδί. Το παιδί τότε δεν ήξερα ότι ήταν κορίτσι. Μια πολύ τυπική μικροαστική οικογένεια. «Έχω γράψει για αρκετούς μικροαστούς, φτάνει» λέω. Ο άντρας όμως εκεί. Κάθε μέρα. Με κοίταζε. Ήταν σα βασανιστήριο γιατί με εμπόδιζε να συγκεντρωθώ στα σενάρια. Μια μέρα λέω «αυτός για να με βασανίζει έτσι ή μπάτσος είναι ή οδοντίατρος» (γέλια). Εκεί επάνω κατάλαβα ότι αυτός ήταν αστυνομικός. Ήξερα αμέσως το όνομα του ίδιου, της γυναίκας, ήξερα ότι το παιδί ήταν κορίτσι και πως το λέγανε. Προφανώς καλλιεργούσα την ιδέα πολύ καιρό μέσα μου και δεν το είχα καταλάβει. Έτσι ξεκίνησε η σχέση μου με την οικογένεια κατ’ αρχάς. Και ακριβώς επειδή τότε δούλευα στην τηλεόραση το «Νυχτερινό Δελτίο», το πρώτο μου μυθιστόρημα, διαδραματίζεται μέσα σε τηλεοπτικό σταθμό. Δεν είναι τυχαίο που έγινε έτσι.
-Δεν το είχατε δοκιμάσει το αστυνομικό;
Όχι, ποτέ.
-Σταθερά έχετε μικρά κεφάλαια 5-6 σελίδων. Γιατί αυτή η επιλογή;
Να σας πω μια ιστορία… κάθε φορά που ο Θόδωρος Αγγελόπουλος τσαντιζόταν που δεν συμφωνούσαμε σε κάποια κομμάτι της ιστορίας μου έλεγε «Είμαστε τόσα χρόνια φίλοι. Έχουμε περάσει τόσα μαζί, έχουμε γράψει τόσα σενάρια. Εσύ από εμένα για το σινεμά δεν έμαθες τίποτα». Η τελευταία μας συνάντηση ήταν στη Βενετία στο τμήμα Νεοελληνικών σπουδών του πανεπιστημίου. Εγώ είπα το παράπονό του «ξέρετε δεν είναι αλήθεια, γιατί αν διαβάσετε τα μυθιστορήματά μου δεν είναι κεφάλαια με την λογοτεχνική έννοια του όρου αλλά πλάνα σεκάνς». Την τεχνική του πλάνου σεκάνς όμως την έμαθα από τον Αγγελόπουλο.
-Έχετε αναρωτηθεί ποτέ πώς θα ήταν η ζωή σας χωρίς αυτή τη γνωριμία;
Πιστεύω ότι η επιρροή του Αγγελόπουλου ήταν τεράστια επάνω μου. Είχε να κάνει όμως και με μια συνεργασία που ποτέ δεν επιχειρήσαμε να «χαϊδέψουμε» ο ένας τον άλλον. Η ειλικρίνεια και ο ανοικτός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζαμε τις διαφωνίες μας. Όταν έφτανα σε αδιέξοδο του έλεγα «είμαι σίγουρος ότι μπορείς να βρεις μια καλύτερη λύση. Θα περιμένω να τη βρεις και θα τα ξαναπούμε». Έκοβα την επαφή, δεν έπαιρνα τηλέφωνο. Και κάπου στις 5 με 7 ημέρες μετά, πρωί στις 7 χτυπούσε το τηλέφωνο. Τον άκουγα «εξακολουθώ να μην συμφωνώ με τις διαφωνίες σου αλλά έχω μια ιδέα». Αυτή η ικανότητα του Θόδωρου να ξεπερνάει κάθε αδιέξοδο με μια καινούρια ιδέα και όχι με μπαλώματα ήταν μοναδική. Άφηνε την ιδέα που ήταν το σημείο ρήξης και έφερνε μια καινούρια ιδέα στο τραπέζι. Αυτό εγώ το θαυμάζω.
-Θέλω να μου πείτε μια χαρακτηριστική στιγμή του Χαρίτου που τον περιγράφει απόλυτα και μέχρι σήμερα δεν έχει γραφτεί.
Είναι ένας μικροαστός οικογενειάρχης με καταγωγή από την επαρχία, την Ήπειρο, σαφέστατα δεξιών φρονημάτων ταυτόχρονα όμως και με την νοοτροπία του Έλληνα του ’50 και του ’60 που σου λέει «είμαι μαζί σου… αλλά διαφωνώ μαζί σου». Αυτός είναι ο Χαρίτος.
-Μέσα στο τελευταίο μυθιστόρημά σας, υπάρχει μια διάχυτη απελπισία. Είναι σύμπτωμα της εποχής μας αυτό;
Δεν είναι τόσο η έννοια της απελπισίας όσο μια σύγκρουση γενεών. Δηλαδή εγώ έζησα από κοντά και ευτυχώς έχω ακόμα φίλους της προηγούμενης γενιάς. Είναι τώρα 95 χρονών ας πούμε.
Ήθελα να αποτυπώσω τι σήμαινε γι’ αυτούς τους ανθρώπους ο αγώνας και αυτοθυσία. Δηλαδή αυτοί δεν θα δίσταζαν να θυσιάσουν και τη ζωή τους, αρκεί να κινητοποιήσουν τον κόσμο. Είναι αυτό που δεν βλέπω πουθενά σήμερα· ότι δηλαδή πρέπει οι άνθρωποι να αντιδράσουν. Το εξηγώ στην ακραία του μορφή, δηλαδή στην αυτοκτονία. Ταυτόχρονα βλέπεις τα παιδιά και τα εγγόνια αυτών των ανθρώπων να έχουν μια τελείως διαφορετική νοοτροπία, που ονομάζουν αγωνιστική. Ήθελα λοιπόν να περιγράψω μια σύγκρουση νοοτροπιών.
-Αυτό έχει σχέση και με την αριστερά;
Βεβαίως! Απόλυτα. Ζω σήμερα μια αριστερά που έχει γίνει συστημική αριστερά. Ενταγμένη στο σύστημα. Η αριστερά που γνώρισα εγώ ήταν μια αριστερά αγωνιστική, κατά του συστήματος.
-Άρα μέσω αυτού εκφράζετε και το παράπονό σας για την κατάσταση της σημερινής αριστεράς;
Σαφέστατα. Όχι παράπονο απλώς. Είναι η διαφωνία μου. Διότι εκείνο το οποίο βλέπω παντού είναι ότι οι αριστεροί δεν κατάλαβαν το εξής: όταν ενταχθείς στο σύστημα, εκείνο θα σου επιβάλλει τους κανόνες του. Είναι ισχυρό. Σημασία έχει ο αγώνας κατά του συστήματος. Το θέμα είναι να βοηθάς τους ανθρώπους να διεκδικούν. Χρειάζεται μια δύναμη μέσα στην εποχή να το κάνει. Στην δική μου την εποχή η δύναμη αυτή ήταν η αριστερά και το έκανε αποτελεσματικά. Και στην Ελλάδα και παντού.
-Τι είναι αυτό που κάνει κάποιους ανθρώπους να εναποθέτουν όλες τους τις ελπίδες σε μια ιδεολογία;
Σημαίνει ότι επιδιώκουν μια αλλαγή. Ξέρουν όμως ότι η αλλαγή δεν θα έρθει από το σύστημα αλλά από την αντίδραση και την κινητοποίηση του λαού.
-Και σήμερα αυτό δεν υπάρχει, έχει εκλείψει; Μήπως δεν υπάρχουν ιδεολογίες;
Τελείως. Οι ιδεολογίες έχουν καταρρεύσει. Παρατηρώ όμως και έναν κόσμο όπου οι κινητοποιήσεις, όπου υπάρχουν και όταν υπάρχουν, είναι κλειστού κυκλώματος. Εννοώ μια ομάδα για ένα συγκεκριμένο θέμα, όπως το Me Too ή τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις. Δεν είναι όμως κινητοποιήσεις που επιδιώκουν και στοχεύουν στην κινητοποίηση της κοινωνίας γενικότερα. Και αυτό είναι τεράστιο πρόβλημα. Τώρα αρχίζουν και το βλέπουν πια στην Ευρώπη. Και θα το διαπιστώσετε αν διαβάσετε άρθρα σε ξένες εφημερίδες που λένε ότι «αυτά τα κινήματα, εάν δεν απλωθούν στην κοινωνία και δεν ριζώσουν, δεν έχουν μέλλον».
-Άρα μια δεύτερη φορά αριστερά δεν θα έδινε λύση σε ορισμένα ζητήματα…
Σας είπα ότι το σύστημα επιβάλλει τους κανόνες του. Τι έγινε με την πρώτη φορά αριστερά; Το ζήσατε ο ίδιος, νέο παιδί είσαστε. Βγήκαν με το «αλλάζουμε την Ευρώπη, σκίζουμε τα μνημόνια» και τα αποδέχθηκαν όλα. Γιατί το σύστημα και εν προκειμένω το Ευρωπαϊκό, είναι πολύ ισχυρό. Μη γελιόμαστε, έτσι είναι. Η υποτίμηση της αξίας του συστήματος είναι το μεγαλύτερο λάθος που μπορούν να κάνουν όσοι το αντιπαλεύονται.
-Πώς θα συντελεστεί αυτή η απαιτούμενη κοινωνική αλλαγή όμως;
Για να συντελεστεί χρειάζεται χρόνο και συστηματική οργάνωση. Δεν γίνεται τυχαία ούτε με εξάρσεις.
-Μεγαλώσατε σε μια εποχή έντονης πολιτικοποίησης. Σήμερα οι περισσότεροι νέοι αδιαφορούν…
Το ξέρω. Στη δική μας εποχή η αριστερά κοίταζε πως θα κινητοποιήσει τους νέους, θα τους ξυπνήσει, θα τους βοηθήσει να βγουν και να διεκδικήσουν. Η σημερινή αριστερά - επειδή στοχεύει στη διεκδίκηση της εξουσίας - βλέπει αυτούς τους νέους μόνο ως ψηφοφόρους. Δεν είναι αρκετό προφανώς. Είμαι στην τελευταία γενιά που γνώρισε το προλεταριάτο, όπως το περιέγραψε ο Μαρξ. Δηλαδή αυτούς τους εργαζομένους που δεν μπορούσαν να γράψουν σχεδόν ούτε το όνομά τους. Σήμερα βλέπω να δημιουργείται προλεταριάτο με μάστερ. Πού θα καταλήξουν όλοι αυτοί οι νέοι με τόσες σπουδές; Γιατί δεν υπάρχει κανείς να τους κινητοποιήσει και να τους εξηγήσει τι σημαίνει κατανομή του πλούτου. Δεν το λέει ο Μαρξ αλλά ο Κέυνς. Η παραγωγή του πλούτου συνεπάγεται και τη διανομή του πλούτου.
-Πώς μπορεί να αλλάξει αυτό;
Μόνο με κινήματα. Δεν θα αλλάξει με συζητήσεις. Ποτέ δεν άλλαξε…
-Πώς κρίνετε την στράτευση των καλλιτεχνών στην πολιτική; Εσείς το σκεφτήκατε ποτέ; Σας έγινε πρόταση;
Μου έχουν γίνει πολλές προτάσεις για να μπω στην πολιτική. Αρνήθηκα πάντα. Αυτό που επέλεξα στη ζωή μου είναι να κοιτάω την κοινωνία και να βλέπω τα φαινόμενα τα οποία αξίζει τον κόπο να σχολιάσω και να καταγράψω. Δεν είναι η δουλειά μου να είμαι στο Κοινοβούλιο και να μιλάω…
-Άρα δεν υπάρχουν και αριστεροί και δεξιοί συγγραφείς;
Εμένα αυτό που με ενοχλεί πολύ στους νέους συγγραφείς είναι η αυταναφορικότητα. Περιορίζεται η γραφή σε προσωπικά βιώματα των ιδίων. Εγώ αντιλαμβάνομαι τη γραφή ως κάποιον που παρατηρεί την κοινωνία, βλέπει τι συμβαίνει και προσπαθεί να το αποτυπώσει και να το σχολιάσει. Όταν είναι αυτοαναφορικό δεν έχει σημασία αν οι απόψεις είναι αριστερές ή δεξιές …
-Κάθε φορά τα βιβλία σας γίνονται best seller…
Δείτε, δεν γίνονται πάντα... ούτε ξεκίνησαν όλα ως best seller. Απλώς ορισμένα απ’ αυτά έχουν τρομερή ζήτηση. Για παράδειγμα η «Τριλογία της κρίσης» ή μερικά τελευταία μυθιστόρημα που αφορούν την εποχή μετά την κρίση. Ειδικά σε χώρες που πέρασαν δύσκολα και έντονα την κρίση, όπως Ιταλία - Ισπανία ή έζησαν απανωτές κρίσεις όπως η Αργεντινή. Εκεί βεβαίως το ενδιαφέρον είναι μεγάλο. Όχι μόνο για να δουν το δικό τους πρόβλημα αλλά για να μάθουν πως μια άλλη χώρα πέρασε τα ίδια με αυτούς.
-Ανησυχείτε ποτέ μην και δεν γίνουν;
Όχι, δεν με απασχολεί και δεν πρέπει να με απασχολεί. Οποιαδήποτε δημιουργία στο χώρο της λογοτεχνίας ή της τέχνης έχει μια δική της πορεία. Κάποιες είναι επιτυχημένες, άλλες δεν είναι τόσο πολύ.
-Δεν παρακολουθείτε τις πωλήσεις των βιβλίων σας δηλαδή;
Όχι. Δεν μπαίνω ποτέ σε τέτοιες ψυχολογικές καταστάσεις. Εγώ έγραψα ένα βιβλίο, το διαβάζουν, χαίρομαι πολύ. Υπάρχει ένα κανόνας, πιστεύω. Δεν υπάρχει καθολική, ομόφωνη αποδοχή. Κάποιοι θα σου πουν «μα τι καταπληκτικό μυθιστόρημα που έγραψες» και άλλοι θα σου πουν «μα τι ανοησίες είναι αυτές που γράφεις;». Το είπαν για τον Σαίξπηρ, για τον Μπέκετ, για τον Ουγκώ. Για εμένα δεν θα το πουν; Λογικό είναι.
-Αυτό το δεχθήκατε από την αρχή της καριέρας σας;
Πάντα. Το ήξερα ότι έτσι είναι.
-Γράφει ο Observer ότι είστε ένας από τους δέκα καλύτερους σύγχρονους αστυνομικούς συγγραφείς της Ευρώπης. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτό;
Με ικανοποιεί πολύ… ας μην κρυβόμαστε. Είναι μια αναγνώριση η οποία με βάζει ψηλά. Για να έρθει όμως η ισορροπία σκέφτομαι πόσο άτυχος ήταν ο Γιάννης Μαρής. Στην εποχή του απαξιώθηκε. Θεωρήθηκε συγγραφέας παραφιλολογίας και παραλογοτεχνίας. Έγραφε και σε μια «μικρή» γλώσσα. Δεν κατάφερε να σπάσει το φράγμα και να μπει στην Ευρώπη. Εγώ ήμουν πιο τυχερός και το έσπασα. Αν ο Μαρής είχε πάει στην Ευρώπη σήμερα θα τον είχαμε δίπλα στον Σιμενόν. Δεν έχω καμιά αμφιβολία.
-Τι πιστεύετε ότι προσφέρατε;
Δεν θεωρώ ότι είναι θέμα προσφοράς. Πιστεύω έδωσα μια διαφορετική αντίληψη με τον αστυνόμο μου βάζοντας μέσα και την οικογένεια. Οι περισσότεροι αστυνομικοί είναι μικροαστοί και το όνειρό τους είναι να φτιάξουν μια οικογένεια. Θέλω να δω πώς υπάρχει και ως αστυνομικός και ως οικογενειάρχης. Αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο στο Νότο που έχουν την ίδια δομή οικογένειας. Όταν υπογράφω βιβλία στην Ισπανία ή στην Ιταλία μια αναγνώστρια έρχεται και μου λέει «Η Ανδριανή είναι ίδια η μάνα μου!». Και την πιστεύω. Στις χώρες του Νότου αλλά και στην Αργεντινή ή Χιλή έχω μεγάλη ανταπόκριση. Ο κόσμος έρχεται να με ακούσει, να μιλήσουμε. Με ρωτούν διάφορα πράγματα για το βιβλίο ή γενικά για την πολιτική, κάνουν πολλές ερωτήσεις ακόμα και προσωπικές.
-Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω… Όταν ξεκινάτε να γράφετε ξέρετε τον δολοφόνο; Ξεκινάτε από την αρχή ή από το τέλος;
Έχω ένα γενικό σκελετό της ιστορίας στο μυαλό μου, χτίζω και ανακαλύπτω την ιστορία από κεφάλαιο σε κεφάλαιο. Πολλές φορές - όπως και σε αυτό που γράφω κιόλας - δεν ξέρω ποιος είναι ο δολοφόνος. Θα τον βρω στην πορεία, το ξέρω. Και εγώ μαζί με τον Χαρίτο. Δεν θέλω να ξέρω όλη την ιστορία για έναν απλό λόγο. Γιατί ο αφηγητής δεν είμαι εγώ αλλά ο Χαρίτος. Και είναι σε ενεστώτα χρόνο και σε πρώτο πρόσωπο. Οπότε και εγώ πρέπει να δω και να φανταστώ ο Χαρίτος τι θα κάνει για να τον βρει.
-Η ζωή του συγγραφέα πόσο διαφέρει από ενός απλού εργαζόμενου;
Έχω ένα πολύ σταθερό ωράριο όταν δουλεύω. 10:00 με 14:00 και 16:30 με 19:30. Αυτό είναι το καθημερινό μου ωράριο και ισχύει και τα σαββατοκύριακα. Εκτός αν λείπω ταξίδι. Στην Αθήνα όμως το τηρώ αυστηρότητα. Όπως όταν θα πήγαινα να χτυπήσω κάρτα στην εταιρεία. Και το εξηγώ ως εξής και στους νέους συγγραφείς: Εάν είστε ηθοποιοί και δεν πάτε στην πρόβα, οι σκηνές που παίζετε δεν θα γίνουν και ο σκηνοθέτης θα εκνευριστεί. Το ίδιο και στο σινεμά. Τον συγγραφέα όμως κανείς δεν τον υποχρεώνει να καθίσει να γράψει. Γι’ αυτό χρειάζεται την αυτοπειθαρχία.
-Είστε μοναχικός άνθρωπος δηλαδή;
Το δεύτερο πράγμα που λέω στους νέους συγγραφείς είναι ότι «θέλετε να γίνετε συγγραφείς; Θα μάθετε να αγαπάτε τη μοναξιά σας. Ο συγγραφέας είναι μόνος. Τελείωσε». Παρέα συγγραφική δεν υπάρχει. Το βράδυ μπορείτε να πιείτε κρασιά, ό,τι θέλετε. Για αυτό κάθε φορά που, όταν με καλούσε ο Αγγελόπουλος, πήγαινα στα γυρίσματα, έφευγα γρήγορα γιατί δεν άντεχα τη φασαρία (γέλια).
-Οι φίλοι σας τι άνθρωποι είναι; Είναι του ίδιου χώρου;
Όχι όλοι. Έχω και φίλους καθηγητές πανεπιστημίου, έχω φίλους οι οποίοι είναι άνθρωποι του θεάτρου…
-Με αστυνομικούς κάνετε παρέα;
Έχω ορισμένους ναι, βέβαια. Όταν τους έχω ανάγκη να διαλευκάνω ορισμένα πράγματα θα τους πάρω στο τηλέφωνο!
-Έχετε εμπειρίες ή τραύματα που σας στιγμάτισαν; Αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης;
Νομίζω αυτά τα προσωπικά της ζωής κομματιαστά μπαίνουν στο μυθιστόρημα… αλλά ολόκληρα σπανίως μπαίνουν…
-Με τον καιρό αυτά τα αφήνουμε πίσω μας ή ριζώνουν βαθιά μέσα μας;
Πολλές φορές με αφήνουν. Υπάρχουν και στιγμές που δεν μας αφήνουν ποτέ…
-Ποια η αναγκαιότητα της τέχνης σήμερα; Κάποτε κινητοποιούσε, αφύπνιζε τον κόσμο. Σήμερα τι κάνει ή τι πρέπει να κάνει;
Δεν νομίζω ότι σήμερα είναι διαφορετικά. Η τέχνη είναι ένας δρόμος όπου όταν μπαίνει ο μέσος άνθρωπος βγαίνει εμπλουτισμένος και με ιδέες και με εμπειρίες και πολλές φορές με εικόνες οι οποίες είναι πολύ σημαντικές για τη ζωή του.
-Και γιατί να επιλέξει κάποιος σήμερα ένα βιβλίο όταν πραγματικά παραλύει από τις επιλογές και την προσφορά πληροφορίας και μέσων;
Δεν ξέρω! Αν δεν σας αρέσει δεν το διαβάζετε είναι η απάντησή μου. Πολύ απλά. Δεν ξέρω τι σπρώχνει τον καθένα να διαβάσει ένα βιβλίο. Δεν έχω καταλήξει και ούτε θέλω. Γιατί είναι τόσο διαφορετικά τα κίνητρα που δεν είναι δυνατόν να τα εκφράσω με μια φράση.
-Ένας συγγραφέας χάνει τη μαγεία της απόλαυσης όταν γίνεται επαγγελματίας; Διαβάζετε εύκολα;
Δεν την χάνω. Γιατί καθημερινά διαβάζω. Μόνο δεν διαβάζω λογοτεχνία την περίοδο που γράφω. Διαβάζω βιβλία άλλου είδους, δοκίμια για παράδειγμα…
-Αυτή την περίοδο τι διαβάζετε;
Ένα βιβλίο, πολύ ενδιαφέρον, για τον Σεφέρη. Κάθε βράδυ το διαβάζω. Μου αρέσει όμως την περίοδο που γράφω να έχω σχέση με την ανάγνωση, όχι με τη λογοτεχνία.
-Τα δικά σας βιβλία τα ξαναδιαβάζετε;
Ουδέποτε. Όταν παραδώσω το βιβλίο στον εκδότη και στην επιμελήτριά μου έχω τελειώσει. Δεν το ξανανοίγω με τίποτα. Γιατί θα τρώω τα σωθικά μου χωρίς λόγο… δεν χρειάζεται να γίνει αυτό.
-«Μη φοβάστε τόσο πολύ τον θάνατο, όσο μια ανεπαρκή ζωή» είπε ο Μπρεχτ. Εσείς το συμμερίζεστε αυτό;
Είναι σωστό. Πολλές φορές οι άνθρωποι ζουν με ανεπάρκεια… την οποία συχνά δεν την καταλαβαίνουν καν. Θεωρώ ότι αυτό είναι μια πολύ μεγάλη απώλεια. Όσον αφορά εμένα πιστεύω δεν μπορώ να το πω. Ήμουν τυχερός.
-Μα αν δεν το καταλάβουν ποτέ τότε τι πειράζει;
Τι να σας πω… καμιά φορά σου έρχεται στο τέλος η γνώση του τι έχασες και μετά είσαι δυστυχισμένος.
-Είχατε μια ισορροπημένη ζωή μέχρι εδώ;
Είχα τα σκαμπανεβάσματά μου και η τομή ήταν να φύγω από μια ασφαλή επαγγελματική σχέση και να μπω στην περιπέτεια του επαγγελματία συγγραφέα. Δεν ήταν εύκολο.
-Είναι ωραίο αυτό που λέτε…
Μα ο άνθρωπος δεν θέλει να ξεβολευτεί. Και γιατί να θέλει; Ο μέσος άνθρωπος κάνει οικογένεια, παιδιά και θέλει να τους προσφέρει ασφάλεια. Ακόμα και οι πιο αρμονικές οικογένειες είναι εξαρτημένες από την ασφάλεια.
-Ποια είναι η φιλοσοφία σας για την ζωή;
Θα σου πω ένα δίστιχο του Μπρεχτ.
Όλα αλλάζουν.
Να ξαναρχίσεις μπορείς και με την τελευταία σου πνοή.
-Σας ευχαριστώ πολύ.
Να είσαι καλά.
Η παραμονή στο σπίτι διήρκησε δύο ώρες και ήταν αρκετές για να πειστώ. Ο Πέτρος Μάρκαρης είναι ένας πολύ φιλικός και απλός άνθρωπος. Μιλά με άνεση για όλα τα θέματα, δεν χάνει την ενέργειά του, διαθέτει χιούμορ, έχει ταξιδέψει πολύ και θέλει να συνεχίσει. Μου υπογράφει δύο βιβλία και συζητάμε λίγη ώρα ακόμα. «Έχω πολύ ωραίες αναμνήσεις από εκείνες τις ζεστές καλοκαιρινές ημέρες στη Σέριφο, όταν τελείωνα το γυμνάσιο, και έπεσε στα χέρια μου το «Τίτλοι Τέλους». Ήταν το πρώτο βιβλίο σας που διάβασα». Ο Πέτρος Μάρκαρης χαμογελώντας αινιγματικά μου απαντά «Σας ευχαριστώ, χαίρομαι πολύ».