- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κατεδαφιστικές κριτικές κλασικών μυθιστορημάτων στο Goodreads
Μία κατηγορία αναγνωστών απολαμβάνει να «κατεδαφίζει» βιβλία εγνωσμένης αξίας και γενικής αποδοχής
Κακές κριτικές στο Goodreads: κάναμε το πείραμα με τον «Μόμπι-Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ – ένα μεγαλειώδες μυθιστόρημα (εκδ. Gutenberg)
Μολονότι απευθύνονται στους αναγνώστες, δεν υπάρχει συγγραφέας που να μην κοιτά τις κριτικές για τα δικά του βιβλία στο Goodreads. Θέλεις δεν θέλεις, κάποια στιγμή θα πας και θα τις δεις. Και θα τις δεις, μολονότι —το ξαναλέμε, γιατί έχει σημασία— οι κριτικές αυτές, οι απόψεις των αναγνωστών, απευθύνονται αποκλειστικά και μόνο σε άλλους αναγνώστες. Όμως η πρόκληση είναι πολύ δυνατή για να το αποφύγεις. Τελικά, θα πας και θα τις δεις.
Και θα πηγαίνεις συχνά: θέλεις να βλέπεις τι καλό γράφτηκε για σένα από έναν εντελώς άγνωστό σου αναγνώστη (πράγμα σπουδαίο), ή από έναν ακόμη φίλο σου (πράγμα όχι με πολύ μεγάλη σημασία), ενώ ηδονίζεσαι να διαβάζεις τα σχόλια όσων μίσησαν το βιβλίο σου και θεώρησαν υποχρεωτικό να το γράψουν δημόσια: νιώθεις μιαν άγρια χαρά, ένα ρίγος κατρακυλάει από την πλάτη σου, οι μύες σου γεμίζουν αδρεναλίνη, ακόμη και αν είσαι απολύτως βέβαιος πως το σχόλιο αυτό γράφτηκε από έναν «εχθρό» σου, έναν ανέντιμα ψευδώνυμο λογαριασμό, ή και από έναν τύπο που έχει δέκα τέτοιους ψευδώνυμους λογαριασμούς και είναι επαγγελματίας λιβελογράφος.
Έχουμε νέα για όλους τους νεαρούς συγγραφείς που, παρά την ηδονή που μόλις περιγράψαμε, εντέλει νιώθουν άβολα όταν διαβάζουν τέτοιες ισοπεδωτικές κριτικές: μπορεί να μη γίνετε ποτέ μεγάλοι και σπουδαίοι (οι μεγάλοι και σπουδαίοι είναι τρομερά σπάνιοι), αλλά ΑΚΟΜΗ και οι μεγάλοι και σπουδαίοι έχουν δεχτεί τέτοιες ισοπεδωτικές κριτικές στον καιρό τους. Όλοι!
Μάλιστα, επίσης όλοι οι μεγάλοι και σπουδαίοι, αν και οι περισσότεροι μας έχουν αφήσει εδώ και πολλές-πολλές δεκαετίες, ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ να δέχονται φρικτές κριτικές από σημερινούς αναγνώστες-τρολ που τρέχουν στο Goodreads για να πουν πόσο φρικτό και απαίσιο μυθιστόρημα είναι, φέρ’ ειπείν, το «Έγκλημα και τιμωρία», πόσο μεγάλο φληνάφημα που δεν αξίζει να χάσεις τον χρόνο σου μαζί του είναι τα «Εκατό χρόνια μοναξιά», ή πόσο αδιανόητα υπερεκτιμημένα είναι τα «Ανεμοδαρμένα ύψη» ή ΟΛΑ τα μυθιστορήματα του Ντίκενς.
Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό — και μάλιστα δεν έχει και εξαιρέσεις. Καμία! Κάντε το τεστ μόνοι σας: σκεφτείτε στην τύχη ένα πραγματικά σπουδαίο βιβλίο, πηγαίνετε στο Goodreads και διαβάστε τις «κριτικές» με ένα αστεράκι που του έβαλαν κάποιοι. Θα πάθετε ένα μικρό σοκ αρχικά, αλλά εντέλει θα γελάσετε κιόλας. Γιατί, είπαμε, είναι αναγνώστες (και… κριτικοί) τρολ.
Σε σχέση βέβαια με όσους πιστεύουν ακράδαντα σ’ αυτά τα βιβλία —τα μεγάλα βιβλία— και τα αγαπούν ή/και τα σέβονται χωρίς δεύτερες σκέψεις, είτε τα έχουν διαβάσει είτε τα έχουν απλώς στη βιβλιοθήκη τους σαν κοσμήματα, όσοι δεν αντέχουν να τα διαβάζουν, όσοι δεν τα θεωρούν υπεράνω κριτικής, συνιστούν την απόλυτη μειοψηφία. Όμως, και πάλι, δεν μπορείς να πεις πως αριθμητικά είναι λίγοι εκείνοι που ΣΥΝΟΛΙΚΑ θεωρούν αυτά τα συγκλονιστικά βιβλία άσχημα, κακά, δυσνόητα, απροσπέλαστα, βαρετά και ανούσια — ακόμη και, μην το γελάτε, κακογραμμένα. Και όχι μόνο: κόντρα σε κάθε κοινή λογική, ακόμη και σε αυτή που λέει, «Μην το αγγίζεις, κατά πάσα βεβαιότητα κάνεις πελώριο λάθος, θα εκτεθείς», δεν διστάζουν —σαν άλλοι Τραμπ— να εκθέσουν δημόσια την άποψή τους, παίρνοντας ένα ειρωνικό, σαρκαστικό, βιτριολικό μαχαίρι και μπήγοντάς το κατάσαρκα στο ψαχνό των πιο επιφανών μυθιστορημάτων — εκείνων που δικαίως (πιο δίκαια δεν γίνεται!) βρίσκονται στην καρδιά του λογοτεχνικού Κανόνα.
Θάρρος; Θράσος; Αδικαιολόγητη έπαρση; Άγνοια κινδύνου; Πολιτικοί λόγοι; (Ω, ναι!) Επιδερμική σχέση με τη λογοτεχνία; Όλα αυτά μαζί, πιθανότατα, σε μικρότερες ή μεγαλύτερες δόσεις το καθένα.
Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη εδώ, και μας καλεί να το προσέξουμε — όχι στην ίδια την αρνητική κρίση για ένα σπουδαίο βιβλίο, αλλά στην ανάγκη δημοσιοποίησης αυτής της κρίσης: αυτή την ωραία, νεανική, δημοκρατική αίσθηση «απελευθέρωσης από το κατεστημένο», ακόμη και όταν αυτό το κατεστημένο είναι καλό καγαθό.
Το δικαιολογούμε; Όχι! Αλλά δεν παύει τα πράγματα να είναι (και) έτσι. Τα social media και οι σχετικές πλατφόρμες προσφέρουν ένα ανοιχτό βήμα στον καθένα — και, πράγματι, αυτό το βήμα συχνά το εκμεταλλεύεται ο καθένας. Κι εμείς, με τη σειρά μας, μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τη δραστηριότητα αυτών των ξεχωριστών αναγνωστών, είτε για να δούμε τι βρίσκεται στη σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού της φιλαναγνωσίας, είτε απλώς για να διασκεδάσουμε.
Αλλά και για δύο ακόμη λόγους: για να θυμόμαστε πως κανείς δεν είναι αυτόχρημα υπεράνω κριτικής, πράγμα βασικό, και —κυρίως: κυρίως αυτό— για να έχουμε υπόψιν πως, όταν δεν έρχεται από έναν επαγγελματία, η αρνητική κριτική στα ΣΗΜΕΡΙΝΑ βιβλία δεν χρειάζεται να έχει τη βαρύτητα που καμιά φορά της δίνουν εκδότες, συγγραφείς αλλά και αναγνώστες. Ή, αν θέλετε, δεν χρειάζεται να έχει καμία βαρύτητα. Εκείνο που περιμένουμε όλοι από μία δημόσια τοποθέτηση είναι μια καλή κουβέντα — είναι ένας λόγος, μία προτροπή για να διαβάσουμε αυτό ή εκείνο το βιβλίο που έτυχε να αρέσει σε κάποιον άλλον. Η ζωή —στην περίπτωσή μας: η αναγνωστική ζωή— είναι πολύ μικρή για να ξοδευόμαστε σε οτιδήποτε άλλο πέρα από αυτό.
Αν με μια άσχημη κριτική μας τοποθέτηση σώσουμε κάποιον από δύο ημέρες ανούσιου διαβάσματος, κάνουμε (το λέμε για την οικονομία της κουβέντας) κάτι καλό. Αν όμως με μια παραίνεσή μας χαρίσουμε σε κάποιον δυο μέρες ευτυχίας, τότε μπορεί να του αλλάξουμε τη ζωή. Ή να τη γλυκάνουμε κάπως.
Κι αυτό είναι πολύ-πολύ καλύτερο.
Κάναμε το πείραμα με τον «Μόμπι-Ντικ» του Χέρμαν Μέλβιλ – ένα μεγαλειώδες μυθιστόρημα (στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg, σε μετάφραση Α.Κ. Χριστοδούλου). Και ιδού ένα ελάχιστο δείγμα από όσα είδαμε στο Goodreads (τα μεταφέρουμε σχεδόν αυτούσια, και βέβαια μεταφρασμένα από τα αγγλικά) και που μας έκαναν να χαμογελάσουμε:
- Το έχει σιχαθεί η ψυχή μου αυτό το βιβλίο.
- Ο Μέλβιλ είναι σαν εκείνους τους τύπους που σε στριμώχνουν σε ένα πάρτι και αρχίζουν να σου μιλάνε για το ίδιο θέμα, ένα θέμα που δεν σε ενδιαφέρει καθόλου, για τις φάλαινες ας πούμε, επί ώρες, χωρίς να σε αφήνουν να πάρεις ανάσα. Σου λένε τα πάντα για τις φάλαινες, κι ας μη σε νοιάζουν καθόλου οι φάλαινες. Καθόλου όμως. Σου μιλάνε για τη φαλαινοθηρία, για τα φαλαινοθηρικά, για την ετυμολογία της λέξης, για το διαιτολόγιο της φάλαινας, για τον σκελετό της, για το κεφάλι της — για τα πάντα. Κι όχι μόνο αυτό. Όταν εσύ πας να ξεγλιστρήσεις γιατί λες, «Αχ, με συγχωρείτε, κάτι που έφαγα με πείραξε», σε ακολουθούν και στο μπάνιο. Στο μπάνιο!
- Αρρώστησα για να το διαβάσω. Λες και με χτυπούσαν με κλοτσιές στο κεφάλι και στην κοιλιά. Δεν έχω ξαναπάθει τέτοιο μεγάλο κακό στη ζωή μου. Ούτε έχω ξαναμισήσει τόσο πολύ βιβλίο όσο μίσησα αυτό. Θεέ μου, πόσο το μισώ!
- Το μονότονο και βαρετό μέχρι θανάτου γράψιμο, ανεβαίνει επίπεδο σ’ αυτό το βιβλίο. Ή μάλλον όχι επίπεδο — επίπεδα!
- Αχ πόσο το διασκεδάσαμε! #not
- Κι εκεί λοιπόν που κάτι πάει να συμβεί, κάτι λίγο, κάτι σχεδόν ασήμαντο, μα που εσύ το βλέπεις σαν μάννα εξ ουρανού, νά σου πάλι πενήντα σελίδες για τον σκελετό της φάλαινας. Δεν πάμε καλά, πώς εκδόθηκε αυτό το βιβλίο;
- Μίσησα τόσο πολύ αυτό το (ο Θεός να το κάνει) μυθιστόρημα, που όποτε διάβαζα τη λέξη «φάλαινα» άρχισα να τσιρίζω. Μ’ αυτά και μ’ αυτά, τσίριζα συνέχεια.
- Εμένα πάλι μού έκανε εντύπωση που και καλά η φαλαινοθηρία θεωρείται «ευγενές» επάγγελμα. Σοβαρά τώρα; Από πότε η δολοφονία έχει οτιδήποτε «ευγενές» επάνω της; Είμαστε με τα καλά μας;
- Κάτι πέθανε μέσα μου διαβάζοντας αυτό το βιβλίο. Δεν πρόκειται να ξαναδιαβάσω ούτε μία σελίδα αυτού του ανθρώπου σε όλη μου τη ζωή. Ποτέ των ποτών.
- Υπάρχει κανένας ευγενικός τρόπος να πούμε, «Μακάρι να καίγεσαι στην Κόλαση, Χέρμαν Μέλβιλ»; Εάν όχι, να τον επινοήσει κάποιος, παρακαλώ.
- Άι στο διάολο, ρε Μέλβιλ.
- Έκατσα και το διάβασα μόνο και μόνο για να δω πόσο άθλια είναι η λεγόμενη κλασική λογοτεχνία.
- Ένα βιβλίο που απευθύνεται σε τρελούς και σε άσχετους.
- Δεν κατάλαβα Χριστό.
- Έτσι και ο Μέλβιλ πήγαινε σήμερα να το εκδώσει, θα τον πετάγανε με τις κλοτσιές από τον εκδοτικό. Θα φώναζαν την ασφάλεια του κτιρίου.
- Όλο και κάτι θα ’θελε να μας πει ο Μέλβιλ, δεν λέω. Σόρι όμως, δεν τα κατάφερε. Το βιβλίο δεν βγάζει νόημα.
- Ανάθεμα κι αν καταλαβαίνω γιατί θεωρείται κλασικό έργο της αμερικανικής λογοτεχνίας αυτό το μυθιστόρημα. Εκτός και αν πρόκειται για σχέδιο τίποτα εχθρών μας, που το προτείνουν για να μας κάνουν να φαινόμαστε ηλίθιοι.
- Κλαίω. Το πλοίο βυθίζεται, και ο άλλος κάθεται και βγάζει λόγο σαν κάτι τρελούς στο πάρκο. Δεν πάτε καλά ορισμένοι.
- Με τέτοια βλακεία βιβλίο, το καταχάρηκα που την πάτησε τελικά ο καπετάνιος.
- Το μίσησα μέχρι το βάθος της ψυχής μου.
- Δεν προτείνω αυτό το βιβλίο για τίποτε άλλο πέρα από βασανιστήρια στη φυλακή.
- Φίλε, χρειάζεσαι έναν καλό επιμελητή. Το μισό βιβλίο είναι για πέταμα, και το άλλο μισό θέλει ξαναγράψιμο.
- Η πιο απογοητευτική εμπειρία της ζωής μου.
- Το ξεκίνησα τον Φεβρουάριο του 2016. Και το τελείωσα τον Μάρτιο. Του 2018.
- Αν το κατάλαβα; Φυσικά και το κατάλαβα, δεν είμαι χαζός. Παίρνει για παράδειγμα την παράλογη αποστολή που αναλαμβάνει μόνος του ο Αχαάβ, για να μας δείξει ότι είμαστε ανίκανοι να δώσουμε απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα της ζωής, ότι δεν μπορούμε να αποκωδικοποιήσουμε τα κρυμμένα της μυστικά. Τι λες, σοβαρά; Κι έπρεπε να μας ζαλίσεις επί είκοσι σελίδες για το πώς ακονίζουν το καμάκι; Θα σας ειδοποιήσουμε.
- Αυτό που κάποια άτομα θεωρούν κλασικό αυτό το βιβλίο, με ξεπερνά.
- Αν τα παιδιά μου γίνουν κακοί άνθρωποι όταν μεγαλώσουν, θα τα βάλω να διαβάσουν αυτό το βιβλίο. Αλλά όταν λέω κακοί άνθρωποι, εννοώ πραγματικά κακοί. Ας πούμε, αν κάνουν φόνο.
- Πόσο μαζοχιστής είμαι. Οι περισσότεροι φυσιολογικοί άνθρωποι το παρατάνε πριν τη σελίδα 100 – και πολύ λέω.
- Οι πρώτες 50 σελίδες δεν είναι κακές. Ούτε οι τελευταίες 50. Το πρόβλημα είναι με όλες τις υπόλοιπες.
- Αν μισείτε πραγματικά κάποιον, προτείνετέ του αυτό το βιβλίο.
- Έφαγα δυο μήνες από τη ζωή μου διαβάζοντας αυτή τη βλακεία, και τώρα θέλω να δείρω άνθρωπο.