- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Στον δρόμο για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας
Το βιβλίο του Δημοσθένη Ι. Ξιφιλίνου είναι μια καταπληκτική αναδρομή στην ιστορία του θεσμού
Συνέντευξη με τον Δημοσθένη Ξιφιλίνο, συγγραφέα του βιβλίου «Όσκαρ καλύτερης ταινίας», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις IANOS
Έλειπε, αφού όσο και να φαίνεται παράξενο, υπάρχει μια ολοκληρωτική έλλειψη σε σχετική ελληνική βιβλιογρaφία για τα Όσκαρ. Απίστευτο αλλά δεν εντοπίζει κανείς παρά ελάχιστα βιβλία για τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, όπως δηλώνει ο συγγραφέας. Ήταν από τα κίνητρα που τον ώθησαν να στρωθεί, να ξαναδεί και να επανεκτιμήσει τις ιστορίες πίσω από την ιστορία.
Παρά τις αντιρρήσεις για τα Όσκαρ, ή και για κάθε θεσμό βραβεύσεων που πίσω τους κρύβουν μηχανισμούς ιερατείων και κονκλάβια που δίνουν τη γραμμή, αναντίρρητα έχουμε να κάνουμε με το διασημότερο και πιο ποθητό σινέ έπαθλο διεθνώς. Από το μακρινό 1929 και το Wings, ως και τη Χώρα των Νομάδων του 2021, το βιβλίο του Δημοσθένη Ξιφιλίνου, «Όσκαρ (καλύτερης ταινίας)», είναι μια κριτική αναδρομή και στα 93 φιλμ που έγραψαν την ιστορία του έως τούδε.
Γιατί τώρα; Υποπτεύομαι πως έγραψες το βιβλίο θέλοντας να επιτομήσεις τη συνθήκη ενός θεσμού, που μπορεί οι ρίζες του να κρατούν από τον παλιό κόσμο (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό), αλλά καθώς όλα αλλάζουν παντού και τεκτονικά σε αυτό που αποκαλούμε θέαμα και τέχνη, ως και η Ακαδημία μοιάζει, ειδικά με τα τελευταία ανοίγματα-βραβεύσεις από φιλμ εκτός Αμερικής, να κάνει λίφτινγκ (να το πω;). Ή καλύτερα, να επαναορίζει τις αρχές της. Τόμος Α' ή και the story so far, και γεροί να είμαστε να βλέπουμε τις επόμενες απονομές, που πλέον κάπως αλλιώς θα διαμοιράζονται οι έπαινοι στο μέλλον;
Η αλήθεια είναι ότι το βιβλίο γεννήθηκε στο μυαλό μου όταν τα «Παράσιτα» πραγματοποίησαν το ακατόρθωτο: Μια παραγωγή μη αγγλόφωνη, και μάλιστα όχι σε κάποια ευρωπαϊκή γλώσσα, ανέτρεψε κάθε αρχικό προγνωστικό και απέσπασε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Υπήρχε ήδη μια εκπεφρασμένη τάση να μην προωθούνται πια κατ' ανάγκην οι δουλειές των μεγάλων στούντιο, αλλά να αναδεικνύονται περισσότερο, ως ποιοτικότερα, τα φιλμ μικρότερων ανεξάρτητων εταιρειών. Ήδη, δηλαδή, είχε χαραχθεί μια άλλη ρότα στις βραβεύσεις. Όμως, με τον νοτιοκορεατικό θρίαμβο, το σοκ για την παραδοσιακή βιομηχανία του θεάματος ήταν τεράστιο. Φυσικά, το γεγονός είναι ότι -πέρα από εξαιρετική ταινία- η δημιουργία του Μπονγκ Τζουν-Χο βοηθά και στη σχέση με την ανθούσα ασιατική κινηματογραφία, αλλά και με τα δισεκατομμύρια υποψήφιων θεατών εκεί. Η συνέχεια, με νικήτρια τη «Χώρα των νομάδων», παραγωγή ανεξάρτητη σε σκηνοθεσία της Κινέζας Κλοέ Ζάο, επιβεβαίωσε όλα τα παραπάνω. Αν δεν έχουμε κάποια έκπληξη φέτος, με επικράτηση της σπιλμπεργκικής εκδοχής του «West Side Story», φαντάζει ξεκάθαρη η νέα πορεία για την Ακαδημία, με όσα συνεπάγεται. Είτε πρόκειται για απόπειρα λίφτινγκ είτε επανακαθορισμού των προτεραιοτήτων της, όπως σωστά επισημαίνεις...
Τα ίδια βάσανα με την Ακαδημία τραβάει και το επάγγελμά σας: το ίντερνετ και η δωρεάν ανάγνωση και θέαση δεν κατακρήμνισαν μόνο τα εισιτήρια, αλλά έκαναν πέρα και την κριτική. Ζούμε σε μια εποχή όπου το like του καθενός έχει (στο μυαλό του μέσου χρήστη-ανθρώπου), την ίδια αξία με αυτό του επαγγελματία κριτικού, ειδικά στο fb, οι πάντες αναρτούν γνώμη και άποψη ως αυθεντίες. Πώς αντιπαρέρχεσαι εσύ και οι συνάδελφοί σου αυτήν την τάση; Πολλώ δε, όταν τα έντυπα, προνομιακός κάποτε χώρος μετάδοσης των γεγονότων, θνήσκουν και πενθούν...
Όσο ωραίο είναι το να έχει κανείς εύκολο ελεύθερο βήμα έκφρασης χάρη στο διαδίκτυο, άλλο τόσο επικίνδυνο έχει ήδη γίνει. Διότι, πέρα από την ανάδειξη ελάχιστων (δυστυχώς) αξιόλογων φωνών σε κάθε χώρο, το ίντερνετ δεν απαιτεί τίποτα απολύτως από αυτόν που γράφει. Τα ίδια ισχύουν και για την κριτική κινηματογράφου. Αν οι κλασικές εστίες δημοσιογραφίας, δηλαδή οι εφημερίδες, κατηγορήθηκαν δίκαια για δυσκαμψία στην προώθηση φρέσκων γραφιάδων, ωστόσο τώρα βιώνουμε μια «εποχή των αρεστών», μια που στόχος κάθε -ουσιαστικά ανώνυμου- συγγραφέα είναι όντως να συλλέγει τα like των αναγνωστών του ιδίου ή της ιστοσελίδας του. Τι άμυνες υπάρχουν γι' αυτό; Να μην εκπέσει η γραφή του επαγγελματία κριτικού, να ακολουθήσει τη μοναχική του διαδρομή, μακριά από τα like ή (γιατί όχι;) τα «αστεράκια». Ο θάνατος των περισσοτέρων εντύπων είναι ένα τραγικό γεγονός, όμως ας μην αφήσουμε το πένθος γι' αυτό να μας καταβάλει, όσο θεωρητικό κι αν ακούγεται τούτο. Ας μείνουμε πιστοί στο να εκθέτουμε την επιχειρηματολογία μας για όσα φιλμ κρίνουμε, ας μην καταλήγουμε κι εμείς χειροκροτητές της απλής καταγραφής πληροφοριών και της αναπαραγωγής έτοιμων δελτίων τύπου. Αν αυτό θα εκτιμηθεί... είναι μια άλλη ιστορία (όπως λέγεται και στο φινάλε του υπέροχου φιλμ «Η τροτέζα» του Μπίλι Γουάιλντερ)!
Τα κείμενά σου (σε παρακολουθώ χρόνια) έχουν πάντα μια πολύ εύστοχη προσέγγιση ως προς την «ποιότητα» και τη σχέση του είδους από το οποίο προσέρχεται: το σύνορο-διχασμός (για άλλους) ανάμεσα στο σινεμά του δημιουργού και την κουλτούρα του blockbuster, το χάσμα μεταξύ καλλιτεχνικού και εμπορικού ως προς τις προθέσεις, νομίζω πως δεν σε εμπόδισε ποτέ να εκτιμήσεις μια ταινία, από όπου κι αν προέρχεται. Βλέπω πως το ίδιο κάνεις και στο βιβλίο σου. Πώς αποφάσισες να πορευτείς έτσι ως γραφιάς; Το ρωτώ γιατί οι Έλληνες κριτικοί, ειδικά τον καιρό που ξεκίνησες, ήταν χωρισμένοι σε φατρίες!
Δεν θυμίζει αυτό τους καρεκλάδες και τους ροκάδες; Ή τους πάνκηδες και τους ροκαμπιλάδες; Για να σταθώ μόνο στα της μουσικής... Γιατί να εγκλωβιστεί ένα κριτικό κείμενο εκ προοιμίου; Παρότι όλοι έχουμε τις αδυναμίες μας, τις προτιμήσεις μας, όμως δεν είναι δυνατό να ξεκινάς να κρίνεις ένα φιλμ και να το έχεις «θάψει» προτού γράψεις την πρώτη αράδα! Πιθανότατα κάπου θα υπεισέλθει η προσωπική συμπάθεια ή αντιπάθεια προς το εκάστοτε κινηματογραφικό είδος, αναντίρρητα. Αλλά ας το συγκρατήσουμε όσο μπορούμε. Αν μιλήσουμε μάλιστα πιο συγκεκριμένα για το αμερικανικό σινεμά, αυτό πέρα από τα ιλουστρασιόν στοιχεία του, που σίγουρα του δίνουν πόντους στα μάτια του μέσου θεατή, έχει αυτή τη μαγική ικανότητα: Στις σημαντικότερες στιγμές του συνδυάζει άψογα το εμπορικό με το ποιοτικό, με ή χωρίς εισαγωγικά για αμφότερα. Δεν ήταν εμπορικός ο «Νονός» λ.χ.; Ή ο Κάμερον στον «Τιτανικό» δεν επεσήμανε σε ένα δεύτερο ή και τρίτο επίπεδο τι άλλο «παίχτηκε» στο τραγικό ναυάγιο και δεν τήρησε όλα τα αναγκαία ποιοτικά στοιχεία του καλού Χόλιγουντ, αυτού που κοντεύουμε να ξεχάσουμε εσχάτως;
Πόσο καιρό σου πήρε να γράψεις το βιβλίο; Και πόσο νέα ή παλιά είναι κάποια κείμενα; Υποθέτω πως αρκετά είναι από ταινίες που πανηγύρισες για το Όσκαρ τους ή είδες σε ζωντανό χρόνο. Αλλά και αυτά ακόμα, πόσο τα πείραξες ή δεν τα πείραξες για να τα συμμαζέψεις στο πνεύμα και τη νόρμα-πλαίσιο της έκδοσης;
Ο κύριος όγκος των κειμένων γράφτηκε την περίοδο της πρώτης καραντίνας, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου 2020. Δεν υπάρχει ούτε ένα παλιό κείμενο. Είδα (ξανά για τις πιο πολλές από αυτές) όλες τις ταινίες μία προς μία, τηρώντας απόλυτα τη χρονολογική τους σειρά. Ήθελα και να μπορώ να δω την εξέλιξη του θεσμού, κάτι που δεν θα ήταν δυνατό διαφορετικά, αλλά και να αποκτήσω κατ' αυτόν τον τρόπο «παρθένο βλέμμα» πάνω στα φιλμ. Θέλησα να σβήσω ακόμα και τη δική μου πρώτη εντύπωση, από τη θέασή τους κάποτε, σε ζωντανό χρόνο (όπως αναφέρεις). Αλλιώς το βιβλίο δεν θα είχε τη συνοχή που επιθυμούσα... ούτε θα εξέφραζε τη στάση ενός (Έλληνα) κριτικού κινηματογράφου το 2020-21 απέναντι στον θεσμό, αλλά θα ήταν ένα συνονθύλευμα. Μακριά από εμένα!
Υπάρχουν κάποιες βραβευμένες ταινίες σε αυτό το βιβλίο που μάλλον υπερεκτιμήθηκαν κάποτε και σήμερα αποδείχτηκαν πυροτέχνημα ή έστω χαμηλότερης αξίας;
Ναι, αρκετές. Κάποιες είναι απορίας άξιο πώς απέσπασαν το αγαλματίδιο, με πιο χαρακτηριστικό το απίθανο «Το όγδοον θαύμα». Ακόμα αναφέρω ως τουλάχιστον υπερεκτιμημένα φιλμ, το πολύ κατώτερο των μέσων μιούζικαλ «Ολιβερ», το χορταστικό σε γραφική απεικόνιση μαχών «Braveheart» ή το αγαπημένο προπολεμικό παραμυθάκι του «Οσα παίρνει ο άνεμος», το οποίο σηματοδοτεί την ενσωμάτωση του χρώματος στο σινεμά, αλλά η παρακολούθησή του τον εικοστό πρώτο αιώνα το καθιστά ακριβώς ένα φαντασμαγορικό πυροτέχνημα!
Δώσε μου το προσωπικό σου Top10 από την έκδοση. Φιλμ δηλαδή που από το 1929 έως και σήμερα έχουν ένα νακ και μια ένταση, που όχι απλώς συνεχίζει να σε δονεί αλλά και τις θεωρείς έργα αναφοράς για το... εικονοστάσι σου!
Οι δύο «Νονοί», «Η γέφυρα του ποταμού Κβάι» και «Ο Λώρενς της Αραβίας», το «Ουδέν νεώτερον από το Δυτικόν Μέτωπον», «Οι ασυγχώρητοι» και το «Million dollar baby», τα «Παράσιτα», «Η μορφή του νερού», η «Καζαμπλάνκα». Αυτά στις 25 Ιανουαρίου 2022, γιατί στις 23 μπορεί να είχα γράψει άλλα, αλλά και στις 27 επίσης άλλα... Πολύ δύσκολο από 93 φιλμ, εκ των οποίων τουλάχιστον τα μισά έχουν κάτι να πουν, να διαλέξεις μια δεκάδα. Πάντως, οι δύο «Νονοί» θα ήταν πάντα στις πρώτες επιλογές μου, για να θυμίζουν (μαζί με το «Αποκάλυψη τώρα») και το πόσo μεγάλος δημιουργός υπήρξε ο Φράνσις Φορντ Κόπολα (...Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ και ξερό ψωμί)!
Πάμε προγνώσεις. Το μέλλον του σινεμά, όπως το ψυχανεμίζεσαι, καθώς οι αίθουσες αργοσβήνουν και οι θεατές προτιμούν θέαση μέσα από τις πλατφόρμες, είναι...
Ολιγόλογα «It's the end of the world as we know it», όπου στη θέση του world μπαίνει το cinema.