Βιβλιο

David Mitchell και Utopia Avenue: Σελίδες με δυνατές κιθάρες

Βρήκαμε τον νικητή της κατηγορίας «Ροκ βιβλίο της χρονιάς»!

Στέφανος Τσιτσόπουλος
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κριτική για το μυθιστόρημα Utopia Avenue του David Mitchell, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

One for the money, two for the show: Η Ελφ, φολκ τραγουδίστρια και πιανίστρια, κορίτσι αναθρέμενο με αρχές σε μεσοαστικό σπίτι με κατανόηση και κουλτούρα, συναντά τον Ντιν, έναν μπλουζ, αλητάκο, φτωχοδιάβολο μπασίστα από τα βόρεια που ψάχνει την τύχη του στο Λονδίνο των σίξτις.

Το Σόχο μυρίζει καμένο μπέικον και κλεψιά, η παραβατικότητα, τα ντραγκς, τα φτηνά καφέ, οι ύποπτες τζογαδερί, τα γκανγκστερόνια και τα ψυχεδελικά ή mod κλαμπάκια, συνυπάρχουν σηματοδοτώντας τη γειτονιά ως Μέκκα της ροκ αλτερνατίβας. Τη δεκαετία του '60 όλο το in crowd της βρετανικής αντικουλτούρας βρίσκεται να κατοικεί και να δημιουργεί εδώ, τα νοίκια είναι φθηνά, στο νεανικό Σόχο γεννιούνται τα πάντα.

Το μυθιστόρημα του Μίτσελ εκκινεί από εδώ, την καρδιά του Swinging London. Η Ελφ και ο Ντιν, βέβαια, συναντώνται τρόπος του λέγειν. Η γνωριμία τους δεν προκύπτει τυχαία, καθώς τους φέρνει σε επαφή αναμεταξύ τους ο Καναδός μάνατζερ Λέβον Φράκλαντ. Ξενιτεμένος από το Τορόντο, αρχικά στη Νέα Υόρκη και μετά στη Βρετανία, ο Λέβον το μεθοδεύει έτσι ώστε η γέννηση της μπάντας των Utopia Avenue να διαφέρει ως προς τον ιδρυτικό μύθο της από ανάλογους που σημαδεύουν τη γέννηση γνωστών, συνάδελφων συγκροτημάτων της εποχής.

Οι Stones γεννήθηκαν όταν ο Κιθ και ο Μικ συναντήθηκαν σε έναν σταθμό τρένου και ο ένας έριξε μια ματιά στους δίσκους του άλλου. Νιώθοντας μαγνητική έλξη και έχοντας κοινές αισθητικές μουσικές αναφορές, οι Stones το κούρδισαν και το έπαιξαν στη σωστή πόλη τη σωστή στιγμή, από μια φιλία και μια σπίθα αδελφοσύνης που άναψε και γεννήθηκε με την πρώτη ματιά.

Τα Σκαθάρια, πάλι, φτιάχτηκαν στο Λίβερπουλ, όταν ο Τζον κι ο Πολ αποφάσισαν να συμπράξουν. Η χαλασμένη ροκ εφηβεία του Λένον και τα ρομαντικά ποπ όνειρα του Πολ έδεσαν με τον Ρίνγκο και τον Τζορτζ, από τα γυμνασιακά τους χρόνια, ατσαλώνοντάς τους σαν γροθιά.

Ο ιδρυτικός μύθος της μπάντας, για το ροκ, είναι η αρχή του παντός, το άλφα και το ωμέγα. Όμως στην περίπτωση των Utopia Avenue, το γκρουπ που ονειρεύτηκε ο μάνατζερ Λέβον, ο ιδρυτικός μύθος πηγάζει κατευθείαν από την επιθυμία του Φάρκλαντ να αποκτήσει μια ιδανική οικογένεια. Μια οικογένεια που θα αντικαταστήσει την αληθινή, τη βιολογική του, εκείνη δηλαδή που δεν αποδέχτηκε ποτέ τη σεξουαλικότητα και την καλλιτεχνική του τρέλα. Οι Utopia Avenue ήταν παιδιά του σωλήνα! Μια κατασκευασμένη μουσική οικογένεια που μέσα από αυτή ο Λεβ επιδιώκει και να βγάλει λεφτά (ζούμε την εποχή που το ροκ εν ρολ και το χαρτζιλίκι των τινέιτζερ γεμίζουν θησαυροφυλάκια) αλλά και να καλύψει το κενό της συναισθηματικής μοναξιάς του.

Το κυνήγι του Λεβ προς άγρα των ιδανικών μουσικών μετά την Ελφ και τον Ντιν συνεχίζεται. Ο Γιάσπερ, ένας δαιμονισμένα ηλεκτρικός Ολλανδός κιθαρίστας με κρυφή τη διεγνωσμένη παιδιόθεν (άκακη προς τους τρίτους) σχιζοφρένεια, παίρνει τη θέση του κιθαρίστα. Ο Γιάσπερ ακούει φωνές μέσα στο κεφάλι του. Ο θόρυβος του ενισχυτή του, τα δεξιοτεχνιλίκια του με την ταστιέρα και τα πεντάλια, όπως και το δέσιμό του με τον τζαζ ντράμερ Γκριφ (έπαιζαν στην ίδια μπάντα μέχρι να τους κάνει μεταγραφή ο Λέβον), είναι το μαγικό φίλτρο που καθιστά τους Utopia Avenue ένα συγκρότημα όπου η διαφορετική μουσική ταυτότητα και ο πολύπλοκος χαρακτήρας των μελών του μυρίζει ή γκράντε σουξέ ή αποτυχία ολκής.

Καλώς ήρθατε στο στούντιο ή τα κλαμπ. Ο μισός κόσμος του μυθιστορήματος του Ντέιβιντ Μίτσελ περνά μέσα σε ανήλιαγα καταγώγια, καθώς παρακολουθούμε τις πρόβες, τις ηχογραφήσεις αλλά και τις λάιβ περιπέτειες των μουσικών, που όχι μόνο δένουν αμέσως αλλά και φτιάχνουν έναν ήχο, ένα ίματζ και μια παρουσία που κάνει τον μουσικό Τύπο και το κοινό να τους προσέξει. Με μερικές φυσικά κατάλληλες κινήσεις και μανατζεριλίκια που κάνει ο Φάρκλαντ και τους κουμπώνει με τα μίντια που ψάχνουν το next big thing.

Rocking all over the world!
Η επίσημη πρώτη του μυθιστορήματος έγινε στο Booze της Κολοκοτρώνη. Εκεί η μεταφράστρια Μαρία Ξυλούρη μαζί με τον επιμελητή, Χρήστο Κυθρεώτη, και το επιτελείο των εκδόσεων Μεταίχμιο, μας προϊδέασε για το τι θα διαβάσουμε:

«Το μυθιστόρημα καταγράφει τη διαδρομή των Utopia Avenue από τη δημιουργία τους μέχρι το πρόωρο τέλος τους, που ωστόσο δεν είναι ακριβώς η θεαματική πτώση που φαντάζονται ίσως οι περισσότεροι αναγνώστες. Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε τρία μέρη, που αντιστοιχούν στις τρεις συνολικά κυκλοφορίες των Utopia Avenue, εξού και το καθένα έχει την πρώτη και τη δεύτερη πλευρά του, σαν δίσκος, και κάθε κεφάλαιο αντιστοιχεί σε ένα τραγούδι.

»Η δομή αυτή μετατρέπει όλο το μυθιστόρημα σε καταγραφή της δισκογραφίας των Utopia Avenue και τα κεφάλαια σε μικρές "μελέτες" για το πώς γράφτηκαν τα τραγούδια τους – αποδίδοντας το συναισθηματικό, το βιωματικό κλίμα που οδήγησε σε αυτά, καταγράφοντας την ανάμνηση, την ατάκα που άκουσε κάποιος και σημείωσε για μελλοντική χρήση κ.λπ. Πρόκειται, νομίζω, για μια από τις μεγάλες επιτυχίες του βιβλίου – η διαυγής, προσεκτική και συμπονετική ματιά σε αυτό το παράξενο πράγμα που είναι η δημιουργική διαδικασία».

Λίγο μετά την επίσημη πρώτη του μυθιστορήματος στους ανθρώπους του Τύπου αλλά και της μουσικής, κατά τη διάρκεια του κοκτέιλ πάρτι, ρώτησα τον Αλέξη -Last Drive- Καλοφωλιά αν ψυχανεμίζεται πως θα διαβάσουμε κάτι παραπλήσιο με τις περιπέτειες των Sex Pistols ή των Velvet Underground. Δημιουργήματα των Μάλκομ ΜακΛάρεν και Άντι Γουόρχολ, οι δύο παραπάνω μπάντες ήταν επίσης κατασκευασμένες από δύο αναμφισβήτητα δαιμόνιους μάνατζερ. Ο Άλεξ είπε «θα δείξει», αλλά μου υπενθύμισε και το κόλπο με τους Monkees, μπάντα επίσης δημιουργημένη και συναρμολογημένη σαν ροκ παιχνίδι lego, καθώς οι Monkees φτιάχτηκαν για να υπηρετήσουν τηλεοπτικά συμφέροντα. Κάποιοι ήθελαν να απονευρώσουν το ροκ από την αλητεία και την παραβατικότητα, φυτεύοντας μέσα στο κλίμα της μαζικής κουλτούρας μια παρέα ακίνδυνων κλώνων: καλά παιδιά, μακριά από επικίνδυνους μακρυμάλληδες που ωθούσαν τη νεολαία σε ακολασίες. Λες; Χωρίσαμε και να 'μαι να βουτώ στο μυθιστόρημα το ίδιο κιόλας βράδυ, από την ανυπομονησία μου να δω πού θα κάτσει η μπίλια.

I love rock and roll!
Τζέιμς Ρόμπερτς Μπέικερ, Νικ Χόρνμπι, Γκαρθ Ρισκ Χάλμπεργκ: Τρεις μέρες μετά, μιας και μιλάμε για χορταστικό αφήγημα 700 σελίδων, που δεν με άφηνε να το πάω λάου-λάου και γι' αυτό το χτύπησα μονορούφι, πιάνω τον εαυτό μου να το συστήνει ανεπιφύλακτα σε κάθε φίλο αναγνώστη και ορκισμένο ρόκερ που διάβασε και ενθουσιάστηκε με τα «Όνειρα από Χρώμιο και Βινύλιο», «High Fidelity» και «Πόλη στις Φλόγες»!

Το μυθιστόρημα του Μίτσελ για την άνοδο και την πτώση των Utopia Avenue θα αποζημιώσει με τον ρυθμό αλλά και την ιστορία του καθέναν που αγάπησε τέτοιου είδους παράφορες μουσικές αφηγήσεις. Η μπάντα από τα καταγώγια του Σόχο τουράρει στην Ιταλία και το Άμστερνταμ, πετά και σαρώνει στην Αμερική. Τα όνειρα, τα ναρκωτικά, η σεξουαλικότητα, η τρέλα, ο πόνος, το παιχνίδι της δημοσιότητας προσδίδουν στο βιβλίο τον αρχετυπικό κορμό όπου πάνω του ο Μίτσελ αρθρώνει ένα πανοραματικά καμβά των σίξτις και όλων αυτών που θέλησαν να αλλάξουν τον κόσμο. Ξέρουμε τι τους συνέβη, αφού αποδείχτηκε πως το χίπικο ονείρο έλιωσε άδοξα. Ο κόσμος θα σε κάνει μια χαψιά, αν τολμήσεις να αμφισβητήσεις κάποιες σταθερές του συστήματος, και τα παιδιά των λουλουδιών τα πάτησε το τρένο της πρέζας και της εμπορευματοποίησης - τους ισοπέδωσαν ρουφώντας κάθε υποψίας ρομαντικού ιδεαλισμού για το χτίσιμο ενός άλλου κόσμου.

Οι Utopia Avenue διασχίζουν την εποχή τους, είναι κομμάτι μιας σκηνής και δεν μπορούν να διαβαστούν αποκομμένοι απ’ αυτήν: συναντιούνται με πολύ σημαντικούς μουσικούς της περιόδου, παίζουν στις ίδιες σκηνές, συναναστρέφονται μαζί τους στα κλαμπ, πέφτουν ο ένας πάνω στον άλλον στις σκάλες ή στους δρόμους, ακόμα και κάτω απ’ το τραπέζι σ’ ένα πάρτι! Από τις σελίδες του βιβλίου, πλάι στους επινοημένους χαρακτήρες, παρελαύνουν τα ονόματα των Λένον, Μπράιαν Τζόουνς, Τζάνις Τζόπλιν, Σιντ Μπάρετ, Τζίμι Χέντριξ, ο Λέοναρντ Κόεν, ο Κιθ Μουν, όπως και πρόσωπα που χωρίς να είναι μουσικοί σχετίζονται με τη μουσική ή με την ευρύτερη καλλιτεχνική σκηνή της εποχής, βλέπε ο ζωγράφος Φράνσις Μπέικον και ο τηλεοπτικός παρουσιαστής του Top of the Pops, Τζίμι Σάβιλ.

«Αν δεν το γράψεις, είναι σαν να μην συνέβη» συμβουλεύει η Ελφ τα «αδέλφια» της Γιάσπερ και Ντιν, καθώς αυτοί οι τρεις καταγράφουν με τους στίχους τους χωρισμούς και απογοητεύσεις, τα μυστηριακά ταξίδια με LSD παρέα με τους Gratefull Dead στο Σαν Φρανσίσκο ή εντυπώσεις από πάρτι στο Ξενοδοχείο Τσέλσι, άσχημα όνειρα, ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, ρίξιματα και καβγάδες-τσαμπουκάδες. Οι στίχοι τους προσδίδουν στη μουσική των Utopia Avenue διαστάσεις και λειτουργία εξομολογητήριου. Μόνο που στο ροκ δεν υπάρχουν παπάς και παραβάν. Τα τραγούδια και οι δίσκοι απευθύνονται στο κοινό, το κοινό γοητεύεται από τους Utopia Avenue, το βιβλίο ρολάρει όπως οι αναμνήσεις από μια γαμάτη συναυλία, τότε που μπάντα και κόσμος γίνονται ένα με το άπειρο του χρόνου, του σύμπαντος και της ζωής.

Και ο Μίτσελ οδηγεί το μυθιστόρημα να τρέχει γρήγορα όπως το Spitfire του Ντιν. Η πολιτική και κοινωνική ανατάραξη που προκαλούν το Βιετνάμ, ο Γαλλικός Μάης και οι διαδηλώσεις ενάντια στον πόλεμο που αναστατώνουν το Λονδίνο πορεύονται μαζί με την προσωπική ιστορία και την τύχη του κάθε μουσικού, που όσο η μπάντα τους ανεβαίνει στα τσαρτ και τα έσοδα του ταμείου εγγυώνται άνετη και χλιδάτη ζωή, τόσο και οι μουσικοί μπλέκονται σε αδιανόητες ιστορίες προσωπικής απόγνωσης.

Δεν κάνω σπόιλερ, αλλά τελικά ο μάνατζερ των Utopia Avenue δεν είναι ούτε μπαγαπόντης ούτε κλέφτης, όπως ο ΜακΛάρεν ή ο μεγαλέμπορας Άντι Γουόρχολ. Ο Λεβ μοιάζει περισσότερο με καλό Άγγελο. Και, επίσης όχι σπόιλερ: η δόξα και η φήμη δεν αλλοιώνουν τις σχέσεις των μελών του γκρουπ, αφού σε όλο το βιβλίο η σχέση τους καταγράφεται ως νοιαστική, συντροφική και απόλυτα αδελφική.

Ο David Mitchell, συγγραφέας του μυθιστορήματος «Utopia Avenue»

Ο δρόμος για την Ουτοπία είναι στρωμένος με τις καλύτερες προθέσεις!
Όχι ότι δεν υπάρχουν συγκρούσεις στο βιβλίο. Λογικό, αφού οι χαρακτήρες διαφέρουν μεταξύ τους. Διαφέρουν οι αντιλήψεις και οι στόχοι τους, τόσο στη μουσική όσο και στη ζωή. Διαφέρουν, επίσης, και στο τι σημαίνει επιτυχία και ευτυχία για τον καθένα τους, και οι προσωπικές τους επιλογές δεν βρίσκουν πάντα σύμφωνους τους υπόλοιπους. Αυτό όμως που διαφέρει εδώ είναι η ένταση των συγκρούσεων, η θέση τους στην αφήγηση –δεν αποτελούν την κινητήριο δύναμή της– κι ο τρόπος που επιλύονται. Το βιβλίο απομακρύνεται από τις ιδέες που έχουμε βασισμένοι σε ιστορίες καταστροφής και τέλους αληθινά γνωστών συγκροτημάτων, όπως οι Pistols και οι Velvet. Το Utopia Avenue δεν είναι μια ιστορία διάλυσης αλλά μια ιστορία ένωσης.

Οι Utopia Avenue μπορεί τυπικά να σχηματίζονται όταν τους «συναρμολογεί» ο Λέβον, αλλά στην πραγματικότητα όλο το βιβλίο είναι σαν μια ιστορία αγάπης: η ιστορία μιας μπάντας. Είναι όμως και η ιστορία μιας τετρακίνητα δυνατής φιλίας ή η ιστορία της δημιουργίας μιας οικογένειας, κατά κάποιον τρόπο. Στην ουσία του, το Utopia Avenue είναι επίσης η ιστορία μερικών ρόκερ που, παρά τα ελαττώματά τους, είναι καλοί· παρά τα προβλήματα και τους σταυρούς που κουβαλούν ή φορτώνονται στον δρόμο τους, προσπαθούν να γίνουν λίγο καλύτεροι και σοφότεροι.

Τα μέλη παραστέκονται το ένα στο άλλο, ενίοτε διορθώσουν και τα λάθη τους, παλεύοντας να δημιουργήσουν κάτι όμορφο. Και είναι ώρες ώρες αυτό το βιβλίο, ένα ερωτικό γράμμα στη ροκ μουσική και στον τρόπο που μας διαμορφώνει, μας καθορίζει, μας ταράζει, μας παρηγορεί αλλά και μας ενώνει σε μια παγκόσμια οικογένεια.

Όταν το τελείωσα, δήλωσα μαγεμένος, τρεις μέρες μετά καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, τελώ ακόμα υπό την επήρειά του. Όπως τελώ σαράντα χρόνια, από τότε που με ξεμυάλισαν ο Λου Ριντ και οι Ramones, υπό την επήρεια της συγκεκριμένης μουσικής: I love rock 'n' roll, come on take a chance and dance with me!

Το Utopia Avenue, όπως ακριβώς μας μπρίφαρε στο Booze η μεταφράστριά του Μαρία Ξυλούρη, δεν παριστάνει ότι μένει απρόσβλητο από μια κάποια νοσταλγία, γνωρίζουμε ότι η εποχή που περιγράφει, τα σίξτις, όχι μόνο έχει παρέλθει αλλά και οι περισσότερες από τις υποσχέσεις της έχουν διαψευστεί. Και ένα επίσης γοητευτικό του βιβλίου είναι ότι, ενώ τριγύρω μυρίζει επανάσταση, και στους δρόμους γίνονται μάχες, και έχει αρχίσει η εισβολή της ηρωίνης και της κοκαΐνης, όλα αυτά τα πράγματα συμβαίνουν γύρω από την μπάντα παρά στην μπάντα. Παρομοίως, πολλά από τα δραματικά βασικά στοιχεία από τις ιστορίες πραγματικών συγκροτημάτων απουσιάζουν εδώ: οι εσωτερικές συγκρούσεις, οι μουσικές διαφορές, οι καβγάδες για τα ποσοστά, οι εγωισμοί και πάει λέγοντας. Οι Utopia Avenue, από αυτή την άποψη, είναι ειδυλλιακοί. Παρά τα όσα φρικτά τους συμβαίνουν, διατηρούν ένα είδος ναΐφ αθωότητας, μια σχεδόν αφελή πίστη στον εαυτό τους και στην τέχνη τους: rock 'n' roll is gonna save our soul! Κανείς δεν κηλιδώνεται απ’ τον κυνισμό και την παραίτηση, όλοι για έναν και ένας για όλους.

Εστιακό βάθος ως προς τους χαρακτήρες και τον ψυχισμό τους, τρυφερότητα, γραμμική δράση ως προς την πορεία τους προς τη δόξα αλλά και κομβικά φλάσμπακ-διακτινισμοί στο ατομικό παρελθόν των ηρώων. Το Utopia Avenue διαβάζεται και ακούγεται σαν ένα σπαρακτικό παραμύθι για τη μουσική που μας μεγάλωσε και συνεχίζει να ενώνει χρόνους και βιώματα ανθρώπων παντού στη γη. Όταν το μπάκμπιτ ξεκινά να βαράει και πάνω του το τραγούδι εξελίσσεται κεντώντας μνήμες, επιθυμίες και προσδοκία ενός μέλλοντος όπου όλα τα όνειρα βγαίνουν αληθινά, τότε ξέρεις πως ο δίσκος τα αξίζει τα λεφτά του! Το ίδιο και το βιβλίο. Τολμήστε να μπείτε στον κόσμο του και απολαύστε μια ιστορία γραμμένη από έναν μάγο - αυτός δεν ήταν πάντα ο Μίτσελ;