- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Αναγνώστης με αιτία: Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Το πέρασμα του μακελάρη» του Τζον Γουίλιαμς, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg.
Ποιος δεν έχει διαβάσει το μυθιστόρημα «Ο Στόουνερ»; Πριν δυο χρόνια ήταν στο κομοδίνο κάθε συνεπή αναγνώστη κι αποτέλεσε σημείο αναφοράς κάθε έγκριτης Λέσχης Ανάγνωσης που σέβεται τον εαυτό της. Η κριτική το εκθείασε κι όλοι σπεύσαμε να μάθουμε ποιος ήταν αυτός ο Τζον Γουίλιαμς, ο συγγραφέας του. Το ίδιο το μυθιστόρημα αφορούσε την πανεπιστημιακή κοινότητα και τα έργα και τις ημέρες ενός καθηγητή που βιώνει τα πάθη και τις ανομολόγητες επιθυμίες ενός μικρόκοσμου που συνήθως χαρακτηρίζεται από κάθε φοιτητή ως τα καλύτερά του χρόνια.
Διάβασα πρόσφατα, κι ενώ έκανα τη δεύτερη δόση του AstraZeneca (πράγμα που με κατατάσσει σε ισοϋψή θέση με έναν βετεράνο του Βιετνάμ), το τελευταίο βιβλίο του Τζον Γουίλιαμς, «Το πέρασμα του μακελάρη», σε υπέροχη μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου. (Παρεμπιπτόντως, θα ήθελα να τιμήσω εδώ τον εκδότη για τις επιλογές του.)
Ο συγγραφέας, που εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο πριν τριάντα περίπου χρόνια, μας μεταφέρει στις εσχατιές της Άγριας Δύσης. Εκεί, ένα παλικάρι μεγαλωμένο στο αστικό περιβάλλον της Βοστώνης, επιθυμεί να δοκιμάσει τις δικές του εσχατιές, να δει ως πού μπορεί να φτάσουν οι αντοχές του, να ψάξει, κοντολογίς, τις κρυμμένες του δυνατότητες. Είναι ένα μοτίβο που επανέρχεται στα βιβλία του Γουίλιαμς (τα οποία δεν είναι και πολλά, τέσσερα στο σύνολό τους): η αναζήτηση του έσω εαυτού –με την προϋπόθεση πάντα ότι μπορεί κανείς να τον αναγνωρίσει.
Το μυθιστόρημα είναι καθηλωτικό από την πρώτη κιόλας στιγμή και παραμένει έτσι μέχρι το τέλος. Ο νεαρός μας ήρωας φτάνει στο Πέρασμα του μακελάρη, ένα χωριουδάκι στο πουθενά, αποδιώχνει μια πρόταση για δουλειά γραφείου και ρίχνεται στην περιπέτεια μαζί με τρεις άλλους άντρες. Παίρνουν τα βουνά και τα ρουμάνια σε αναζήτηση ενός άλλου Ελντοράντο, όχι του χρυσού σε μορφή ψηγμάτων, αλλά του χρήματος σε ειδή τομαριών βουβάλου. Ο αρχηγός της ευαγούς τούτης κομπανίας είναι ένας παλιός κυνηγός που γνωρίζει –έτσι ισχυρίζεται τουλάχιστον– κάποιο απόκρυφο βοσκοτόπι σε μέρος μακρινό και σχεδόν απροσπέλαστο. Οι υπόλοιποι τον εμπιστεύονται και ξεκινάνε το ταξίδι προς τη χώρα των βουβαλιών.
Στον δρόμο κινδυνεύουν να πεθάνουν από τη δίψα – κι οι σκηνές αυτές αφήνουν άναυδο τον αναγνώστη που σηκώνεται πάραυτα από τον καναπέ του να πιεί ένα ποτήρι νερό. Η πεζογραφία εδώ –αν και περιγράφει τη στέγνια– βρίσκεται στις πιο ζουμερές στιγμές της. Τέτοιες στιγμές ακολουθούν κι άλλες, για την ακρίβεια, μόνο τέτοιες σπουδαίες στιγμές βρίσκει ο αναγνώστης στο βιβλίο.
Κάποτε οι συνοδοιπόροι φτάνουν στις ουράνιες βοσκές –που θα ’λεγε κι ο Στάινμπεκ– κι αρχίζει το μακέλεμα των βουβαλιών. Απίστευτες περιγραφές που παραπέμπουν μόνο σε κορυφαίες ώρες της λογοτεχνίας, όπως το μακέλεμα της φάλαινας στο Μόμπι Ντικ.
Δεν θα μιλήσω περισσότερο για την πλοκή επειδή η αγωνία συνεχίζεται μέχρι την τελευταία σελίδα του βιβλίου. Είναι βάλσαμο για τον αναγνώστη τέτοια μυθιστορήματα. Και καθώς η θεραπεία συνεχίζεται (δεν υπάρχει γιατρειά από την αγάπη προς το βιβλίο) έσπευσα να αγοράσω και το τρίτο του μυθιστόρημα που κυκλοφορεί, με τίτλο «Αύγουστος. (Δεν θα πω ακόμα, καλό καλοκαίρι).