Βιβλιο

Ο Ποιητής: Η νέα ποιητική συλλογή της Μαρίας Σαββάκη

«Μπορείς να πιστέψεις/ λέει, πόσα χρόνια τώρα η Ποίηση/ Είναι διάλογος μεταξύ Ποιητών;»

Ηλίας Ευθυμιόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρουσίαση της νέας ποιητικής συλλογής της Μαρίας Σαββάκη με τίτλο «Ο Ποιητής», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μελάνι

Ο ΠΟΙΗΤΗΣ (εκδ. Μελάνι, 2021)
Εξορύσσει ένα κομμάτι από παλαιό
πόνο και το σμιλεύει. Λειαίνει τις γωνίες,
αποποιείται μερικές προεξοχές, το απομακρύνει
για να το βλέπει καλύτερα,
συνεχίζει με τη σμίλη ορθολογίζοντας
τις ασυμμετρίες και καταφέρνει ένα
σχεδόν τέλειο βότσαλο, σχεδόν αλαβάστρινο,
το οποίο προικίζει με την
εξαίρετη ιδιότητα να απορροφάει,
αλλά και να εκπέμπει ένα ασαφές φως,
του οποίου η ένταση μετράται σε
λυχνίες επούλωσης ή εξιλέωσης.
[Από την έκδοση]

«Γράφουμε για να υπερασπιστούμε τη μοναξιά μέσα στην οποία κατοικούμε» έγραφε το 2000 η Μαρία Θαμπράνο, φιλόσοφος, ποιήτρια και συγγραφέας, κι αυτή της χαμένης γενιάς και της χαμένης Ισπανίας. Βέβαια, να προσθέσω σ’ αυτό ότι η δράση του γράφειν δεν προκύπτει από μια μοναξιά αυθεντική, αλλά από μια απομόνωση «κοινοποιήσιμη» στο μέτρο που, ή ακριβώς εξαιτίας της απομάκρυνσης των συγκεκριμένων πραγμάτων από την εστία τους κατά το πέρασμα του χρόνου, η αποκάλυψη των σχέσεών τους καθίσταται αναπόφευκτη, εφικτή και ευκταία.

Πρόκειται όμως για μια μοναξιά την οποία πρέπει να προστατεύσουμε και γι' αυτόν τον λόγο απαιτείται μια δικαιολόγηση, όχι νομιμοποίηση, ο όρος μου φαίνεται βαρύς. Ο συγγραφέας υπερασπίζεται λοιπόν τη μοναξιά του δείχνοντας αυτό που υπάρχει μέσα της και μόνον αυτό.

Αλλά γιατί γράφουμε αφού υπάρχει ο λόγος; Η απάντηση είναι γιατί ο λόγος απαντά στο άμεσο, αυτό που ξεπηδάει από μέσα μας ως αυθορμητισμός και είναι μέρος των πραγμάτων τα οποία δεν έχουμε πλήρως αφομοιώσει, δεν προκύπτουν απ' το σύνολο του είναι μας. Είναι μια αντίδραση με διαρκώς επείγοντα χαρακτήρα, γιατί κάτι μας πιέζει, κι αυτό συνήθως έρχεται απ' έξω και ο λόγος μας απελευθερώνει απ' αυτή την πίεση. Ο λόγος είναι μια νίκη πάνω στην ανάγκη της στιγμής, αλλά και ταυτόχρονα η αρχή μιας ήττας γιατί μπορεί να γεννήσει μιαν απάντηση, κι αυτό να προκαλέσει τη δική μας διάθεση να ανταποκριθούμε με τον ίδιο (αν όχι με καλύτερο) τρόπο κ.ο.κ.

Αντίθετα, στο γράψιμο, η λειτουργία είναι διαφορετική. Οι λέξεις δεν είναι πια στην υπηρεσία της στιγμής που μας πιέζει, δεν χρησιμεύουν για να προβάλουμε απλώς μια αντίδραση στο στιγμιαίο αλλά, επειδή βγαίνουν από το κέντρο της ύπαρξής μας, έχουν ως προορισμό να υπερασπιστούν το σύνολο των στιγμών, απέναντι στην ολότητα των περιστάσεων, απέναντι σ’ ολόκληρη τη ζωή. 

Στα παραπάνω που είναι σκέψεις του γράφοντος, η Μαρία Σαββάκη, έρχεται να προσθέσει ποιητικώς μια νέα διάσταση: «Μπορείς να πιστέψεις/ λέει, πόσα χρόνια τώρα η Ποίηση/ Είναι διάλογος μεταξύ Ποιητών;» που βέβαια, προσθέτω, για να διεξαχθεί, δεν χρειάζεται κάποιος ειδικός κώδικας, η ποίηση είναι για όλους, και για τους θνητούς, και για τους φιλοσόφους, και για τους κριτικούς και για τους ποιητές. Απλώς οι τελευταίοι είναι προνομιούχοι γιατί μπορούν να εισπράττουν, εκτός από το κοινό αίσθημα, και τον συμβολισμό, και το υπόρρητο, και το αφηρημένο (αυτό που έχει αφαιρεθεί) επειδή η ποίηση είναι μεταξύ άλλων και η τέχνη του να αφαιρείς το περιττό, αφού οι υπόλοιπες λέξεις μπορεί και να το εμπεριέχουν ή να το υπαινίσσονται.

Η ποιήτρια Μαρία Σαββάκη

Με την έννοια αυτή, ο Ποιητής γίνεται ένα ιδιαίτερο είδος, ένας πληθυσμός, τα άτομα του οποίου επικοινωνούν κατ’ αρχήν μεταξύ τους, όπως γίνεται με τα κοτσύφια, τα κυκλάμινα ή τις σταγόνες της βροχής, γιατί έχουν συνηθίσει να ακούν το μεταξύ τους, αυτό που από τους άλλους διαφεύγει, έχουν ρυθμίσει τα αυτιά τους, τα μάτια τους, τα σωθικά τους ώστε να συλλαμβάνουν πιο εύκολα τις εκπομπές των ομοίων τους...

Γι' αυτό και «Τα μάτια του Ποιητή παραμένουν/ ανοιχτά τη νύχτα,/ γιατί τα χρειάζεται για να παρατηρεί καλά/ το φλύαρο σκοτάδι της οροφής του/ ή του στερεώματος όταν αυτό τον ευλογεί/ με την παρουσία του τους θερμούς μήνες του χρόνου./ ... Αν δηλαδή συναντήσετε στο δρόμο ένα ποιητή/ που έχει απροσδιόριστο βλέμμα, μην/ ταραχτείτε, θεωρήστε δεδομένο ότι/ φωτίζεται απ το σκοτάδι του, ή ανάποδα».

Και γιατί να διαβάζουμε ποίηση, αφού οι ποιητές γράφουν για να τα λένε μεταξύ τους; Γιατί, για να ξανάρθω στην Θαμπράνο με την οποία άρχισα, η Ποίηση έχει κι άλλες ιδιότητες χρήσιμες για όλους: «είναι ζωοποιός, όπως μια συμφιλίωση ή η επανανακάλυψη μιας χαμένης φιλίας, είναι πάνω απ’ όλα όμως η επαλήθευση του ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί μετά από μια καταστροφή της οποίας ο άνθρωπος ήταν το θύμα». 

Αν θεωρήσουμε λοιπόν ότι ζούμε σε μια ακραία εποχή, λίγη ποίηση θα μας κάνει καλό. Με λίγη καλή ποίηση, τα πράγματα θα γίνουν ακόμη καλύτερα.