Βιβλιο

«Super-Cannes» του J. G. Ballard: Αμόκ στην Κυανή Ακτή

Tο καλύτερο βιβλίο του Μπάλαρντ που έχω διαβάσει

Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 784
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Αναγνώστης με αιτία: Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει για το βιβλίο «Super-Cannes» του J. G. Ballard, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.

Πριν δυο μέρες, κι ενώ η χώρα κάνει τις τελευταίες ετοιμασίες της να υποδεχτεί τους φετινούς τουρίστες, μπήκα σ’ ένα βιβλιοπωλείο του κέντρου να δω τι καινούργιο είχε κυκλοφορήσει. Τα βιβλιοπωλεία είναι για μένα ένα είδος τουριστικού γραφείου. Διαλέγω εκεί τα ταξίδια μου. Άλλο θα με οδηγήσει στη Χιλή, άλλο θα με βάλει στον Υπερσιβηρικό, ένα τρίτο θα με πάει ως το Καράκας. Οι συγγραφείς είναι ιδανικοί ξεναγοί – ιδίως τέτοιες εποχές που δύσκολα αποφασίζει κανείς να πάρει το δισάκι του και να ξεχυθεί στις εσχατιές του πλανήτη. Κατευθύνθηκα στον πάγκο με τις νέες εκδόσεις κι άφησα το βλέμμα να περιπλανηθεί στα καινούργια εξώφυλλα. Πότε πότε έπαιρνα ένα βιβλίο στα χέρια, το χάιδευα σεμνά, το άνοιγα να διαβάσω την πρώτη σελίδα ή να δω τη φάτσα του συγγραφέα. Ομιλώ πάντα για ξένη πεζογραφία. Κι ενώ ήμουν παραδομένος στην αναζήτηση του νέου μου ταξιδιωτικού εγχειρήματος –αναφέρομαι πάντα στο μυθιστόρημα–, ακούω δίπλα μου μια φωνή να μου απευθύνει τον λόγο.

«Σας προτείνω αυτό», είπε, αφήνοντας στα χέρια μου έναν παχυλό τόμο. «Μόλις κυκλοφόρησε κι είναι το καλύτερο βιβλίο του Μπάλαρντ που έχω διαβάσει».

Η φωνή ανήκε σε μια χαριτόβρυτη νεάνιδα που ήταν ντυμένη στα μαύρα. Είχε έναν χαλκά στη μύτη – κάτι που μ’ έκανε να αποστρέψω το βλέμμα, απεχθάνομαι τους χαλκάδες στο ανθρώπινο σώμα, ιδίως στη μύτη. Για μια στιγμή σκέφτηκα να της πω να ανεβάσει πάνω τη μάσκα της.

«Είναι ο συγγραφέας του Crash, σωστά;» ρώτησα. «Έχω δει την ταινία».
«Ναι, είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας», είπε η νεαρά. «Ελπίζω να γράψετε γι’ αυτό το βιβλίο στην Athens Voice».
Την κοίταξα κατάπληκτος. «Μα, πώς…;» ψέλλισα. (Εγώ δεν είχα κατεβάσει τη μάσκα.)
«Εσείς δεν είστε ο …; Σας γνώρισα από τα μάτια». Σκέφτηκα ότι μπορεί να είχα πέσει σε καμιά περίπτωση Misery κι έκανα ένα βήμα πίσω.
«Μάλιστα, εγώ είμαι», είπα. «Δυστυχώς, όμως, δεν μπορώ να σας κάνω τη χάρη να γράψω για το συγκεκριμένο βιβλίο».
«Γιατί; Επειδή το έχετε μεταφράσει;» Μου έδειξε το ονοματάκι μου στο εξώφυλλο, δίπλα στη λέξη Μετάφραση.
«Δεν το μετέφρασα μόνος», είπα.
«Ναι, με την Ηρώ Σκάρου», μου λέει. «Έχω διαβάσει τα τελευταία της διηγήματα»
«Με καταπλήσσετε»,
είπα. «Τόσο νέα και τόσο δεινή αναγνώστρια!»
Ανασήκωσε τους ώμους. «Είναι ένα πάθος», είπε. «Αλλά δεν μου απαντήσατε. Θα γράψετε στην Athens Voice για το βιβλίο του Μπάλαρντ; Θέλω να δω τι θα πείτε».
«Μα, δεν είναι ηθικό»,
είπα. «Να προτείνω ένα βιβλίο που έχω μεταφράσει».
«Μα, γιατί, δεν καταλαβαίνω. Δεν σας άρεσε το μυθιστόρημα;»

«Είναι, όπως λέτε κι εσείς, το καλύτερό του», είπα. «Αλλά, η ηθική…»
«Δεν έχει σπουδαία πλοκή; Δεν είναι συγκινητικό αυτό το ζευγάρι Άγγλων που πάει στην Κυανή Ακτή για να δουλέψει η γυναίκα ως γιατρός σε μια μπουτίκ κλινική ενώ ο άντρας της, πρώην πιλότος και νυν εκδότης, σέρνει τα βήματά του πίσω από τα χνάρια ενός δολοφόνου που κανείς δεν ξέρει γιατί έκανε τόσους φόνους; Δεν σας έλκει η ατμόσφαιρα των Καννών και της Αντίμπ, όπου έζησε ο Καζαντζάκης τα τελευταία χρόνια της ζωής του; Σας λέω, είναι ένα ξεχωριστό βιβλίο του Μπάλαρντ. Πρέπει να γράψετε γι’ αυτό».

Της υποσχέθηκα ότι θα το κάνω – κι είμαι ένας άντρας που κρατά τις υποσχέσεις του.