Βιβλιο

Δημήτρης Καραναστάσης: 5 χρόνια Εκδόσεις Πνοή

«Ως ένας εκδοτικός που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης, είμαι ευχαριστημένος με την έως τώρα πορεία μας. Η Πνοή εξελίσσεται και θα συνεχίσει να εξελίσσεται»

Γιούλη Τσακάλου
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τον Δημήτρη Καραναστάση των εκδόσεων Πνοή με αφορμή τα 5 χρόνια του εκδοτικού οίκου

Ο συγγραφικός κόσμος και το αναγνωστικό κοινό αγκάλιασαν τις εκδόσεις Πνοή, μια προσπάθεια που ξεκίνησε το 2016 η συγγραφέας και εκδότρια Κάκια Ξύδη και ο γιος της, Δημήτρης Καραναστάσης. Τώρα ο εκδοτικός οίκος που ίδρυσαν πριν πέντε χρόνια πέρασε επίσημα στα χέρια της νέας γενιάς. Μιλήσαμε με τον Δημήτρη Καραναστάση για να μάθουμε περισσότερα.

Πέντε χρόνια πορείας για τις εκδόσεις Πνοή στον χώρο της λογοτεχνίας. Θα θέλατε να μας πείτε την ιστορία του εκδοτικού σας;
Η ιδέα ενός εκδοτικού οίκου κυκλοφορούσε στο σπίτι μας από το 2010, χρονιά στην οποία η μητέρα μου –και συνεκδότρια πλέον– Κάκια Ξύδη, εξέδωσε το πρώτο της βιβλίο. Ύστερα από έξι χρόνια ήμασταν έτοιμοι ψυχολογικά και τεχνικά για να ξεκινήσουμε το νέο αυτό εγχείρημα. Διαπιστώσαμε ότι υπήρχε ένα μεγάλο κενό στον εκδοτικό χώρο. Γνωρίζαμε ότι υπήρχαν μεγάλοι και γνωστοί εκδοτικοί οίκοι οι οποίοι έκαναν πολύ ποιοτικές εκδόσεις και στον αντίποδα, οίκοι με πολύ χαμηλό επίπεδο όσον αφορά στην αισθητική και στην επιμέλεια. Ωστόσο, δεν υπήρχε ένας οίκος μεσαίου βεληνεκούς με προσεγμένη αισθητική που παράλληλα να κάνει επιμέλεια στα βιβλία του. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Οι Εκδόσεις Πνοή, ύστερα από πέντε χρόνια, παραμένουν ο μοναδικός μεσαίου βεληνεκούς οίκος που φροντίζει ώστε σε όλα τα βιβλία του να έχει γίνει επιμέλεια και όχι μια απλή διόρθωση. Η επιμέλεια είναι μια σύνθετη διαδικασία την οποία ελάχιστοι επαγγελματίες του χώρου μπορούν να φέρουν εις πέρας επιτυχώς. Ως επαγγελματίας επιμελητής ο ίδιος, είχα τη δυνατότητα να επιλέξω και κατόπιν να εκπαιδεύσω τους συνεργάτες μου ώστε να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις υψηλές απαιτήσεις του οίκου.

Πέντε χρόνια μετά, φτάσαμε αισίως στα εκατόν τριάντα εννιά βιβλία και αυτή τη στιγμή οι τίτλοι που βρίσκονται προς έκδοση αγγίζουν τους πενήντα επτά. Η παρουσία μας στα μικρά και μεγάλα βιβλιοπωλεία όλης της χώρας και της Κύπρου είναι πλέον πολύ έντονη και οι παρουσιάσεις των βιβλίων μας ξεπερνούν τις πεντακόσιες.

Είστε απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής Αθηνών και του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, με κατεύθυνση Ψυχολογίας, της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά πόσο η εκπαίδευση αυτή σας οδήγησε σήμερα να αναλάβετε τη διεύθυνση του εκδοτικού οίκου Πνόη;
Τώρα με γυρίζετε πολλά χρόνια πίσω. Η Γερμανική Σχολή Αθηνών είναι ένα πολύ απαιτητικό σχολείο, με καταρτισμένους αλλά αρκετά αυστηρούς καθηγητές και πολύ ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αν στην εξίσωση προσθέσουμε κι έναν έφηβο με ελεύθερο πνεύμα, το μείγμα γίνεται εκρηκτικό. Η αλήθεια είναι ότι δεν ταίριαζα πολύ στο συντηρητικό περιβάλλον του σχολείου. Η βαθμοθηρία και η πειθαρχία δεν ήταν πρώτες στη λίστα των επιδιώξεών μου εκείνη την εποχή. Ωστόσο, με κάποιον τρόπο κατάφερα να βγω αλώβητος απ’ αυτή τη δοκιμασία και ακολούθησα τον κλάδο που με ενδιέφερε, αυτόν της Ψυχολογίας. Ήταν μια φυσική εξέλιξη των πνευματικών μου αναζητήσεων εκείνης της εποχής, αφού διάβαζα κυρίως υπαρξιακή φιλοσοφία, και η Ψυχολογία –ιδιαιτέρως η ψυχανάλυση– είναι η φυσική της συνέχεια. Μόνο όταν αποφοίτησα από τη Γερμανική Σχολή κατάλαβα ποια ήταν τα οφέλη της εκπαίδευσής μου εκεί. Προερχόμενος από ένα τόσο δύσκολο περιβάλλον, όλα μου φαίνονταν… εύκολα κι αυτή η αίσθηση με ακολουθεί ακόμα και σήμερα. Αυτό είναι το μόνο παράπλευρο όφελος που μπορώ να πιστώσω στο σχολείο μου και ίσως και την ευρωπαϊκή νοοτροπία που εμφυσούσε στους μαθητές.

Ωστόσο, αυτό που θεωρώ ότι με καθόρισε ήταν οι σπουδές Ψυχολογίας και η προσωπική μου μελέτη στον κλάδο αυτόν, ειδικά στην ψυχοδυναμική κατεύθυνση. Είναι αδύνατον να συνοψίσω τα οφέλη αυτής της διαδικασίας σε λίγες γραμμές. Η μελέτη της Ψυχολογίας δεν μπορεί να σου λύσει όλα τα προβλήματα ή να σε κάνει άλλον άνθρωπο, μπορεί ωστόσο να σε κάνει να κατανοήσεις τον εαυτό σου αλλά και τους άλλους. Η κατανόηση είναι η αρχή των πάντων. Χωρίς αυτή, απλώς πράττουμε τυφλά, στο έλεος των παρορμήσεών μας, ή απλώς κατηγορούμε τους άλλους και οργιζόμαστε. Με τον καιρό διαπίστωσα ότι όσο καλύτερα γνώριζα την ανθρώπινη φύση, τόσο περισσότερο επιεικής γινόμουν με τους ανθρώπους. Εν τέλει σκέφτομαι ότι η κατανόηση ίσως είναι η ύψιστη και μοναδική μορφή ανθρωπισμού.

Λέτε ότι προτεραιότητα των εκδόσεων Πνοή είναι πάντα η ποιότητα. Σήμερα που οι εποχές είναι πιο στριμωγμένες τι κάνετε σε σχέση με αυτό το θέμα;
Πράγματι, το πρώτο μέλημα του οίκου μας ήταν πάντα η ποιότητα, κάτι που συνετέλεσε στη ραγδαία ανάπτυξή του. Η ποιότητα, αν και είναι μια αφηρημένη έννοια και πολλές φορές χρησιμοποιείται καταχρηστικά, στις εκδόσεις έχει πολύ συγκεκριμένη σημασία: επιμέλεια, αισθητική, διανομή, προώθηση.

Το όνομα της Πνοής είναι συνυφασμένο με την υψηλή ποιότητα και χάρη σ’ αυτή ξεχωρίσαμε στο αχανές τοπίο των νέων εκδοτικών οίκων. Είναι το συγκριτικό μας πλεονέκτημα και πλέον είναι στο DNA του οίκου. Δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κάνουμε εκπτώσεις σ’ αυτό το κομμάτι γιατί θα ήταν σαν να γυρίζουμε την πλάτη στους αναγνώστες, στους συγγραφείς αλλά και στο ίδιο το στοιχείο που μας έφερε ως εδώ. Πολλές φορές αναρωτιόμαστε πόσοι από τους αναγνώστες και τους συγγραφείς αντιλαμβάνονται και εκτιμούν την προσπάθεια που καταβάλλουμε ώστε κάθε βιβλίο μας να είναι άρτιο. Ειδικά στην επιμέλεια, αναρωτηθήκαμε πόσοι από τους αναγνώστες θα καταλάβουν τη δουλειά μας. Ύστερα από χρόνια προβληματισμού, καταλήξαμε ότι ευτυχώς είναι αρκετοί, αλλά δυστυχώς όχι όλοι. Ωστόσο, εμείς οι επιμελητές συνηθίζουμε να λέμε ότι δουλεύουμε για τον έναν, τον ιδανικό αναγνώστη. Συνεπώς, ακόμη κι ένας να καταλάβει, εγώ θα είμαι ευχαριστημένος, ωστόσο δεν θα πάψω να προσπαθώ μέχρι να καταλάβουν όλοι.

Πειραματίζεστε με νέους και παλαιότερους συγγραφείς; Τι είναι αυτό που ζητάτε από έναν νέο δημιουργό;
Στο δυναμικό της Πνοής υπάρχουν νέοι αλλά και παλαιότεροι συγγραφείς. Τα βασικά κριτήρια για την επιλογή ενός συγγραφέα είναι η ποιότητα του έργου του αλλά και η προσωπικότητά του. Ενδιαφερόμαστε κυρίως για ευφυείς συγγραφείς που γνωρίζουν τι θέλουν από τον εαυτό τους και από τον εκδοτικό οίκο και έχουν ξεκάθαρο όραμα για το έργο τους.

Ένας νέος συγγραφέας έχει ελπίδες να εκδώσει το έργο του σήμερα; Πώς θα τον συμβουλεύατε να κινηθεί; Υπάρχει χώρος για νέους δημιουργούς ή τη μερίδα του λέοντος την παίρνουν οι πολυγραφότατοι «εμπορικοί» συγγραφείς;
Στην εποχή μας είναι πολύ εύκολο να εκδώσει κάποιος το έργο του. Στην πραγματικότητα, μπορεί να εκδώσει οποιοσδήποτε, οτιδήποτε, αλλά όχι οπουδήποτε. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Στην Ελλάδα υπάρχει μια πληθώρα εκδοτικών και επίσης μια πληθώρα συγγραφέων. Ανεξάρτητα από τον συγγραφέα ή την ποιότητα του έργου, είναι σχεδόν βέβαιο ότι κάποιος εκδοτικός οίκος θα αναλάβει να το εκδώσει. Οπότε όλα καλά, έτσι; Όχι ακριβώς. Είπαμε, να εκδοθείς είναι εύκολο, αλλά όχι σε έναν ποιοτικό εκδοτικό οίκο, ο οποίος επιλέγει αυστηρά τους τίτλους που θα εκδώσει. Γι’ αυτόν τον λόγο η πιθανότητα έκδοσης ενός πρωτοεμφανιζόμενου σε έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο είναι σχεδόν μηδαμινή. Ακόμα κι αν το έργο είναι υψηλής ποιότητας, οι μεγάλοι εκδοτικοί διστάζουν να βάλουν στις τάξεις τους έναν νέο συγγραφέα που δεν έχει αποδείξει την αξία του, κι αυτό είναι απολύτως λογικό αφού αποτελεί μεγάλο ρίσκο για την επιχείρηση.

Στους μεσαίου βεληνεκούς οίκους τα πράγματα είναι λίγο ευκολότερα, αφού η επιλογή έργων και συγγραφέων δεν είναι τόσο αυστηρή. Βέβαια, κι αυτό είναι σχετικό. Για παράδειγμα, στον δικό μας οίκο επικοινωνούμε με μόλις έναν στους είκοσι συγγραφείς που μας υποβάλλουν το έργο τους.

Τέλος, υπάρχουν και εκδοτικοί οίκοι, ανεξαρτήτως μεγέθους ή εμπορικής δραστηριότητας, οι οποίοι λειτουργούν περισσότερο ως τυπογραφεία και είναι πρόθυμοι να εκδώσουν σχεδόν το 100% των έργων που τους υποβάλλονται. Στα βιβλία που εκδίδουν πραγματοποιείται κάποιες φορές ένας στοιχειώδης γραμματικός έλεγχος ή κανένας έλεγχος απολύτως και τα αντίτυπα των βιβλίων είναι διαθέσιμα μόνο κατόπιν παραγγελίας, αφού δεν πραγματοποιείται τοποθέτηση στα βιβλιοπωλεία.

Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι πολλοί συγγραφείς –ευτυχώς όχι όλοι– πρωτοεμφανιζόμενοι αλλά και πιο έμπειροι, ενδιαφέρονται μόνο να δουν το όνομά τους τυπωμένο στο εξώφυλλο ενός βιβλίου. Όταν κάποιος έχει τη ματαιοδοξία ως οδηγό, είναι πολύ πιθανό να κάνει λανθασμένες επιλογές.

Θα συμβούλευα λοιπόν κάποιον, πριν αποφασίσει να επιδιώξει την έκδοση του βιβλίου του, να απαντήσει με ειλικρίνεια, τουλάχιστον στον εαυτό του, στην ερώτηση γιατί το κάνει αυτό, και στο εξής, ό,τι κι αν πράξει, ας το πράξει συνειδητά.

Τώρα, στο πρακτικό κομμάτι, θα έλεγα ότι θα πρέπει να κάνει μια έρευνα σχετικά με τους εκδοτικούς στους οποίους θέλει να απευθυνθεί, να δει την αισθητική τους, τα σημεία πώλησής τους, και να διαβάσει τουλάχιστον ένα βιβλίο από τον καθένα, ώστε να διαπιστώσει αν υπάρχει διαφορά ποιότητας μεταξύ τους.

Στις εκδόσεις σας βλέπουμε να δίνετε έμφαση εκτός του κειμένου και στην εικόνα. Πώς επιλέγετε τα εξώφυλλα που συνοδεύουν το κείμενο;
Πράγματι, η αισθητική παίζει σημαντικό ρόλο για μας. Η αισθητική που προτιμά ο οίκος είναι μινιμαλιστική, και στα είδη βιβλίων που μας το επιτρέπουν, όπως η ποίηση ή τα διηγήματα, ακολουθούμε αυτή τη γραμμή. Ωστόσο, σε κάποια είδη, δεν είναι αποτελεσματική αυτή η προσέγγιση. Ο λόγος είναι απλός. Το κοινό έχει μια συγκεκριμένη εικόνα στο μυαλό του όταν σκέφτεται ένα ιστορικό ή ένα αισθηματικό μυθιστόρημα, οπότε, αν επιλεγεί ένα καθαρά μινιμαλιστικό εξώφυλλο, υπάρχει κίνδυνος να μη γίνει κατανοητό το θέμα του βιβλίου. Συνεπώς, η μεγάλη πρόκληση είναι να φτιάξουμε υψηλής αισθητικής εξώφυλλα, αποφεύγοντας το κιτς και τις κοινοτοπίες, τα οποία παράλληλα να μη φαίνονται ξένα σε σχέση με το είδος βιβλίου που εκπροσωπούν. Για να το επιτύχουμε αυτό, συνεργαζόμαστε με κάποιους από τους καλύτερους γραφίστες, αλλά δεν αρκεί αυτό. Χρειάζονται ατελείωτες ώρες συζητήσεων και πολλές αλλαγές ώστε με τη δική μας παρέμβαση να έχουμε το αποτέλεσμα που βλέπετε.

Έχετε εκδώσει τίτλο γνωρίζοντας ότι δεν θα φέρει τις αναμενόμενες πωλήσεις, καθαρά επειδή θέλατε να το προσθέσετε στον κατάλογο της Πνοής;
Ναι, κάτι τέτοιο έχει συμβεί πολλές φορές. Ειδικότερα, σχεδόν όλα τα βιβλία ποίησης και διηγημάτων γνωρίζαμε εκ των προτέρων ότι δεν θα είχαν υψηλές πωλήσεις. Ωστόσο, πρόκειται για εξαιρετικά βιβλία, τα οποία επιλέξαμε με πολύ αυστηρά κριτήρια και τα εκδώσαμε χάρη στην ποιότητά τους. Νομίζω ότι ένας αναγνώστης που δεν είναι εξοικειωμένος μ’ αυτά τα είδη, αν τους δώσει μια ευκαιρία, θα εκπλαγεί από τις θεραπευτικές ιδιότητες της ποίησης και τα συμπυκνωμένα νοήματα μιας συλλογής διηγημάτων.

Οι απαιτήσεις των μικρών αναγνωστών μα και των γονέων τους ολοένα αυξάνονται. Πώς επηρεάζει αυτό τις νέες εκδόσεις; Ποια είναι η ευθύνη των εκδοτών για τα βιβλία που θα προσφέρουν στους νεαρούς αναγνώστες τους; 
Νομίζω ότι τα παιδιά ανέκαθεν ήταν οι πιο δύσκολοι αναγνώστες και οι πιο σκληροί κριτές. Αν δεν τους αρέσει ένα βιβλίο, δεν υπάρχει κανένας τρόπος να τα μεταπείσεις. Στις Εκδόσεις Πνοή φροντίζουμε ώστε όλα μας τα παραμύθια να έχουν, εκτός από ψυχαγωγικό, και εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Επίσης, δουλεύουμε πολύ στενά με τους εικονογράφους για να πετύχουμε ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα και να αιχμαλωτίσουμε την προσοχή των παιδιών. Και σ’ αυτό το πλαίσιο, βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας πω ότι αυτή τη στιγμή ετοιμάζουμε πέντε ακόμα παιδικά βιβλία που θα εκδοθούν σύντομα.

Η σύγχρονη εκδοτική πραγματικότητα (λόγω Covid-19) περιλαμβάνει από τη μία τη δυσκολία των μικρών εκδοτών να αντέξουν και να συνεχίσουν το έργο τους όπως έχουν φανταστεί, και από την άλλη τη μη διοργάνωση φεστιβάλ, γιορτών και συνεδρίων που προωθούν το βιβλίο. Πώς το αντιμετωπίζετε όλο αυτό και τι ενέργειες κάνετε ώστε να σας βοηθούν στο έργο σας;
Η αλήθεια είναι ότι η πανδημία ήταν και είναι καταστροφική για τον χώρο των εκδόσεων και, για να είμαι ειλικρινής, δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορεί να κάνει κάποιος αυτή τη στιγμή για να αντιμετωπίσει το κυριότερο επακόλουθο, δηλαδή τη δραματική πτώση των πωλήσεων. Στην πρώτη καραντίνα το 2020 ήμασταν από τους πρώτους που πραγματοποίησαν διαδικτυακές παρουσιάσεις, κι αυτό γιατί δυστυχώς είχαμε εκδώσει πρόσφατα κάποια βιβλία και έπρεπε να τα προωθήσουμε. Ωστόσο, από νωρίς φάνηκε ότι αυτό δεν είχε κανένα αποτέλεσμα.

Στη δεύτερη καραντίνα, με προσωπική μου απόφαση, εκδώσαμε μόνο τα βιβλία των συγγραφέων που για τους δικούς τους λόγους ήθελαν να εκδοθούν σ’ αυτή την περίοδο. Όλους τους υπόλοιπους τους συμβούλευσα να περιμένουν καλύτερες συνθήκες. Όσα βιβλία εκδόθηκαν στην περίοδο της πανδημίας είχαν κατά μέσο όρο 80% μειωμένες πωλήσεις σε σχέση με τον μέσο όρο πωλήσεων ενός αντίστοιχου είδους βιβλίου στην προ πανδημίας εποχή, κάτι που το θεωρώ λογικό εξαιτίας της αδυναμίας διεξαγωγής παρουσιάσεων αλλά και τη δυσκολία των αναγνωστών να τα προμηθευτούν, αφού τα βιβλιοπωλεία ήταν κλειστά. Επίσης, δεν είναι όλοι οι αναγνώστες εξοικειωμένοι με τις διαδικτυακές παραγγελίες.

Από σεβασμό στη δουλειά των συγγραφέων, στη δουλειά τη δικιά μας και στο βιβλίο το ίδιο, αποφάσισα, όσο περνούσε από το χέρι μου, να μην εκδοθεί κανένας τίτλος στην περίοδο της πανδημίας. Η έκδοση βιβλίων σ’ αυτή τη φάση θα ήταν απλώς μια κίνηση εντυπωσιασμού και προβολή μιας επίπλαστης κανονικότητας. Αλλά δεν έχουμε ανάγκη να κερδίσουμε τις εντυπώσεις.

Συνεπώς, με τρεις χαμένες σεζόν, ο αριθμός των βιβλίων προς έκδοση έχει φτάσει τα πενήντα επτά. Δεκαπέντε περίπου από αυτά, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα εκδοθούν στις αρχές του καλοκαιριού, και ελπίζουμε ότι από τον Σεπτέμβρη θα επιστρέψουμε σταδιακά σε μια κανονικότητα.

Ως νέος εκδότης στον χώρο, ποια είναι η επίγευση που σας έχει αφήσει η μέχρι τώρα πορεία σας και πώς οραματίζεστε το μέλλον της Πνοής;
Σε σχετικό πλαίσιο, ως ένας εκδοτικός που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης, είμαι ευχαριστημένος με την έως τώρα πορεία μας. Δυστυχώς, τώρα, μια άλλη κρίση, επιδημιολογική αυτή τη φορά, μας δημιουργεί επιπλέον εμπόδια στον ήδη δύσκολο δρόμο μας. Η Πνοή ωστόσο εξελίσσεται και θα συνεχίσει να εξελίσσεται.

Στόχος για τα επόμενα χρόνια είναι να κάνουμε την Πνοή ένα όνομα αναγνωρίσιμο από όλους τους αναγνώστες και να κοιτάξουμε στα μάτια τους μεγάλους εκδοτικούς. Για να το καταφέρουμε αυτό, σκοπεύουμε να ακολουθήσουμε τα εξής βήματα: Πρώτον, η επιλογή των τίτλων μας θα γίνει ακόμη πιο αυστηρή, δίνοντας έμφαση στα ποιοτικά μυθιστορήματα. Δεύτερον, δουλεύουμε πυρετωδώς ώστε να διευρύνουμε το ήδη μεγάλο δίκτυο διανομής μας. Και τρίτον, και ίσως σημαντικότερο, από το 2022 κι έπειτα θα ασχοληθούμε με την έκδοση μεταφρασμένων βιβλίων που έχουν κάνει μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό.