Βιβλιο

«Γιάλτα, το τίμημα της ειρήνης» στον μεταπολεμικό κόσμο

​Αν το 1991 δεν είχαν ανοίξει τα ρωσικά ιστορικά αρχεία, ο Αμερικανο-Ουκρανός ιστορικός Σέρχι Πλόχι δεν θα μπορούσε να γράψει αυτό το βιβλίο.

Σταύρος Παπαδήμας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Παρουσίαση του βιβλίου «Γιάλτα, το τίμημα της ειρήνης» του Σ. Πλόχι (εκδ. Πατάκη) για τη διάσκεψη Τσόρτσιλ, Ρούσβελτ και Στάλιν στη Γιάλτα το 1945

Το βιβλίο «Γιάλτα, το τίμημα της ειρήνης» αφηγείται μέρα με τη μέρα τα γεγονότα γύρω από τη διάσκεψη που σφράγισε την ειρήνη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αν και η Γιάλτα θεωρείται συχνά ως διαπραγμάτευση μεταξύ της Δύσης και της Σοβιετικής Ένωσης, ο Πλόχι τονίζει ότι υπήρχαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο δυτικών συμμάχων –των Ηνωμένων Πολιτειών και της Μεγάλης Βρετανίας– και ότι στην πραγματικότητα έπαιζαν τρεις ξεχωριστές ατζέντες: η συνεργασία μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ Φράνκλιν Ρούσβελτ και του Βρετανού πρωθυπουργού Γουίνστον Τσόρτσιλ ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Ο Ρούσβελτ δεν ήθελε να μοιραστεί κοινό πρόγραμμα με τους Βρετανούς επειδή ένιωθε ότι ως αποικιακή δύναμη το Ηνωμένο Βασίλειο είχε διαφορετικά συμφέροντα και ηθικά κριτήρια.

Στο πολυσέλιδο αυτό βιβλίο που διαβάζεται σαν μυθιστόρημα, ο Πλόχι εξετάζει τη Γιάλτα μέσω ενός πολιτιστικού παραδείγματος, όχι μόνο μέσω ενός γεωπολιτικού – το πώς δηλαδή η πολιτική κουλτούρα κάθε χώρας επηρέασε τις αντιλήψεις των ηγετών της για τους άλλους παίκτες και για το περιβάλλον τους. Η αντίληψη του Ιωσήφ Στάλιν για τη δημοκρατία ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη των άλλων δύο ηγετών και δεν αντιλαμβανόταν τους περιορισμούς που αντιμετώπιζαν από το Κογκρέσο και το Κοινοβούλιο αντιστοίχως. Από την πλευρά τους, οι δύο δυτικοί ηγέτες ήταν σαγηνευμένοι από τον Στάλιν και, όπως υποστηρίζει ο Πλόχι, είχαν την ψευδή εντύπωση ότι το Politburo ήταν που τον ανάγκαζε να υιοθετήσει σκληρές πολιτικές θέσεις. Με λίγα λόγια, έβλεπαν τη Σοβιετική Ένωση με τα μάτια της Δύσης, ενώ ο Στάλιν έκανε επίθεση γοητείας συγκαλύπτοντας την πεποίθησή του πως όλοι οι δυτικοί ηγέτες ήταν κλέφτες καπιταλιστές, και ως εκ τούτου η χρήση οποιουδήποτε μέσου εξαπάτησης εναντίον τους δικαιολογούνταν.

Ο Ρούσβελτ υπέθετε ότι ο Στάλιν ως αρχηγός της χώρας του τοποθετούσε πάνω απ’ όλα τη ζωή των συμπατριωτών του κι ότι θα δεχόταν δάνεια για να βελτιώσει την ποιότητα ζωής στη Σοβιετική Ένωση. Ο σοβιετικός πληθυσμός είχε καταστραφεί από τον πόλεμο, είχε περισσότερα θύματα από οποιαδήποτε άλλη δύναμη των Συμμάχων ή του Άξονα. Ωστόσο, ο Στάλιν δεν σκεφτόταν με αυτόν τον τρόπο και δεν δέχτηκε δάνεια που η Δύση θα αξιοποιούσε ως μέσο προσέγγισης. Πολιτιστικό χάσμα παρατηρήθηκε και στην ανταλλαγή αιχμαλώτων πολέμου μετά τη Διάσκεψη της Γιάλτας: οι ΗΠΑ σκέφτονταν ότι θα έκανε οποιαδήποτε αξιοπρεπής ηγεσία αλλά ο Στάλιν ήθελε να τιμωρήσει τους Σοβιετικούς αιχμαλώτους, όχι να τους σώσει.

Ο Πλόχι αναλύει μερικούς μύθους για τη Γιάλτα, ένας εκ των οποίων είναι η επίδραση της υγείας του Ρούσβελτ στη διάσκεψη. Στα ρωσικά έγγραφα δεν βρήκε καμία ένδειξη ότι η Σοβιετική Ένωση προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την ασθένεια του aμερικανού προέδρου – πράγμα λογικό μιας και η Διάσκεψη της Γιάλτας δεν ήταν διάσκεψη του Ψυχρού Πολέμου, αλλά διάσκεψη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, διάσκεψη «συμμάχων». Παρ’ όλ’ αυτά, όταν συνέβη, ο εχθρός δεν είχε ακόμη νικηθεί ολοκληρωτικά και την πιο δυνατή φωνή είχε ο Στάλιν.

Σήμερα, κανείς στη Δύση δεν είναι ικανοποιημένος με τα αποτελέσματα της διάσκεψης της Γιάλτας, με το «μοίρασμα του κόσμου»· πρέπει ωστόσο να μπορούμε να μπαίνουμε στη θέση των παικτών της εποχής. Ο Πλόχι εξηγεί πώς οι προσδοκίες των δυτικών από το τέλος του πολέμου δεν απαντήθηκαν και πώς η ΕΣΣΔ βγήκε τόσο ενισχυμένη: όταν η Δύση συνάπτει συμμαχίες με δικτάτορες με τους οποίους δεν μοιράζεται το αξιακό σύστημα, θα πληρώνει κάποιο τίμημα. Αυτό είναι και το συμπέρασμα του Πλόχι: εφόσον ο κόσμος είναι πολύ περίπλοκος για να συνάπτουμε συμμαχίες μόνο με φίλους, πρέπει να γνωρίζουμε καλά τόσο τους συμμάχους μας καθώς και τους εχθρούς μας – η διαφορά μεταξύ των δύο μπορεί να είναι ζήτημα χρόνου.


Ο Σέρχι Πλόχι (γενν. 1957) ειδικεύεται στην ιστορία της Ουκρανίας και της Ανατολικής Ευρώπης. Από το 2007 είναι καθηγητής ουκρανικής ιστορίας στο Χάρβαρντ. Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση Πέτρου Γεωργίου.