Βιβλιο

Μπορούμε να λέμε gay τον Καβάφη;

Ο Δημήτρης Παπανικολάου μιλάει για το βιβλίο του «Σαν κ' εμένα καμωμένοι»

4741-35213.jpg
Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 484
7’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
69009-206008.jpg

Ο Δημήτρης Παπανικολάου σε μια συνέντευξη για το βιβλίο του «Σαν κ’ εμένα καμωμένοι» (εκδ. Πατάκη).

Ο Δημήτρης Παπανικολάου* με το βιβλίο του «Σαν κ’ εμένα καμωμένοι» (εκδ. Πατάκη) θέλει να ξεκαθαρίσει τα πράγματα: Ο Καβάφης δεν είναι ούτε «μονομανής» ούτε καν «ερωτικός», είναι γκέι. Αλλά και να αποδείξει τη σημασία που έχει η ποίησή του για την ομοφυλόφιλη ταυτότητα τον 20ό και τον 21ο αιώνα.

Προϊόν ξεκάθαρης πολιτικής επιλογής μου ήταν το πρώτο βιβλίο που θα έγραφα στα ελληνικά για τον Καβάφη να είναι το συγκεκριμένο, εξαιτίας και των ελληνικών αγκυλώσεων που υπάρχουν σε σχέση με την ομοφυλοφιλία του και το γεγονός πως απορρίπτουν το πόσο κεντρικό ζήτημα είναι για τον ποιητή. Στο εξωτερικό ο Καβάφης είναι πιο γνωστός ως ο ομοφυλόφιλος Καβάφης – στην Ελλάδα αυτή η θέση αντιμετωπίζεται σκωπτικά, «εντάξει, μωρέ, αυτό το λένε μόνο μερικοί γκέι», άρα πρόκειται για ένα είδος συνωμοσίας. Το αντιστρέφω αυτό και λέω πως μάλλον είναι ελληνικό πρόβλημα το να μην μπορούμε να αποδεχτούμε τη δυναμική αυτής της θέσης. Οι αγκυλώσεις έχουν πολλές ρίζες. Μπορεί να πηγάζουν από ομοφοβία• μπορεί να σχετίζονται με την αδυναμία να αντιμετωπιστεί ένας «εθνικός» ποιητής που είναι ομοφυλόφιλος, ή να συνδέονται με την άποψη που ενδεχομένως έχουν για την εθνική κουλτούρα – γι’ αυτούς είναι άφυλη, χωρίς χρώμα, τάξη κ.λπ.

«…Από τη μια ο Μαρωνίτης εδώ αγχώνεται, κεφαλαιογράμματα, για το γεγονός ότι η ενδεχόμενη συζήτηση για έναν GAY Καβάφη θα μπορούσε να υπονομεύσει το ποιητικό αποτέλεσμα…» (από το βιβλίο)

n

Ο Δημήτρης Παπανικολάου

Υπήρχε θυμός γράφοντας και δεν τον έκρυψα. Μερικά κεφάλαια είναι γραμμένα με μια ακαδημαϊκή ηρεμία και άλλα δείχνουν την οργή. Τρεις είναι οι λόγοι που με θυμώνουν. Ο πρώτος έχει να κάνει με την υπάρχουσα σιωπή σε σχέση με το θέμα. Δεν το συζητάμε στα σχολεία ή στα πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα να μην αναμορφώνονται οι επιστημονικές και κριτικές αναλύσεις ώστε να δούμε και άλλους συγγραφείς μέσα από το πρίσμα της σεξουαλικής ταυτότητας. Ταυτόχρονα συμβαίνει και το εξής. Υπάρχει μια είδους «προστατευτική» σχέση όσον αφορά τους γκέι δημιουργούς – δες Ιωάννου, Τσαρούχη κ.λπ. Δεν γίνεται καμία συζήτηση για τη σεξουαλικότητά τους, μια συζήτηση αναλυτική που να μπορεί να ανοίξει νέα θέματα…

Ο δεύτερος λόγος έχει να κάνει με το ότι ο κριτικός, ο φιλόλογος και ο ιστορικός εδώ στην Ελλάδα θεωρείται πως δεν πρέπει να έχουν σώμα, ταυτότητα, φύλο. Πρέπει να είσαι η ασώματος κεφαλή. Αν κάνεις δε πολιτισμικές σπουδές πρέπει να ασχολείσαι μόνο με θέματα που θεωρούνται «σοβαρά» – δεν μπορείς να γράφεις για τη Γιουροβίζιον, την ποπ, για τις υποκουλτούρες…Και βέβαια να γράφεις για τις ταυτότητες στις οποίες ο ίδιος συμμετέχεις...

Ο τρίτος λόγος έχει να κάνει με την άποψη που λέει ότι επειδή είσαι γκέι έχεις στην ανάγνωση μια κρυφή ατζέντα. Αρνούνται έτσι να συνειδητοποιήσουν πως οι ανθρωπιστικές σπουδές ασχολούνται ακριβώς με αυτό: με το να δουν γιατί οι άνθρωποι επιλέγουν να μιλήσουν (γράψουν) ή να ακούσουν (διαβάσουν) κάτι μ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο, γιατί συγκεκριμένες ταυτότητες συγκροτούνται μέσα από συγκεκριμένες αναγνώσεις και πολιτισμικές εμπειρίες. Η κριτική που δεχόμουν πως επειδή είμαι γκέι τριγυρίζω γύρω από τον Καβάφη μού δημιουργούσε τη μεγαλύτερη οργή. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτή μου τη θεώρηση στο έργο του θέλουν να την υποτιμήσουν, από τη στιγμή που βρίσκεται στο κέντρο των ανθρωπιστικών σπουδών. Δεν διαβάζω μόνο αυτό, αλλά προφανώς επηρεάζομαι από αυτό που είμαι. Όπως σε ένα συνέδριο συγκριτικής λογοτεχνίας μπορώ να μιλήσω για έναν Έλληνα, τον Καρυωτάκη ή τον Σολωμό για παράδειγμα, που έχει να κάνει με τα βιώματά μου…

n

Tην ενασχόληση με το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας του Καβάφη μπορεί κάποιοι να τρέξουν να τη χαρακτηρίσουν εμμονική – πως ασχολούμαι με κάτι ξεπερασμένο. Όμως ο τρόπος που τον οποίο τέθηκε το θέμα στο παρελθόν ήταν μέσα από ένα πρίσμα είτε ομοφοβικό είτε κουτσομπολίστικο. Ο Μαλάνος και οι άλλοι κριτικοί της εποχής του μίλησαν για τη σεξουαλικότητα του Καβάφη κοιτώντας την ως πρόβλημα, και προσπαθώντας να την υποβιβάσουν. Επιστρέφω σε αυτή τη συζήτηση αναθεωρώντας την καθώς χρησιμοποιώ νέους όρους…

«…Αυτός που ακουμπάει και πλαγιάζει στις κρυφές κάμαρες είναι κάποιος που μας λέει ότι γνωρίζει πώς να περπατά, πώς να μιλά, πώς να ορίζει και να αναπροσδιορίζει εαυτό, να χαίρεται, να γράφει και να πράττει…» (από το βιβλίο)

Ένα μέρος της κριτικής επιμένει να βλέπει τον ποιητή ως έναν άνθρωπο μονήρη, κλεισμένο στο σπίτι του να αναπολεί το παρελθόν. Δεν είναι έτσι. Ο Καβάφης μιλάει για ένα σώμα που μονίμως κάνει κάτι, ακόμα κι όταν θυμάται. Είναι μια ριζοσπαστική θέση όταν συνδέει την επιθυμία του παρελθόντος με την επιθυμία στο παρόν – κάτι που το θεωρώ πολύ ενεργητικό. Θέλει να κατακτήσει χώρους έκφρασης. Το έργο του τον φέρνει σε σύνδεση με άλλους ανθρώπους. Αναφέρεται μονίμως σε δυνητικές κοινότητες ανθρώπων ή τουλάχιστον σε συνδέσεις ανθρώπων που μεταφέρονται σε κοινότητες… Η παλιότερη κριτική παράδοση δεν διαχώριζε τον δημιουργό από τον άνθρωπο, επιμένοντας σ’ αυτό που λέμε βιογραφισμό. Σήμερα υπάρχει μια επιστροφή στην ιδέα του βίου, αλλά όχι με τους παλιούς όρους του βιογραφισμού. Δεν προσπαθούμε δηλαδή να βρούμε τις λεπτομέρειες της ζωής που έκαναν κάποιον να δημιουργήσει ένα συγκεκριμένο έργο. Αντίθετα, μας ενδιαφέρει η συμπλοκή του έργου με βίους ανθρώπων, και κατά την παραγωγή αλλά και κατά την πολλαπλή πρόσληψή του. Ασχολούμαστε με τον συγγραφέα αλλά και με τον αναγνώστη. Γιατί θέλω τώρα να διαβάσω τον Καβάφη έτσι; Ποιοι τον πρωτοδιάβασαν; Πώς συνδέθηκαν μαζί του. Αλλά και γιατί ο Καβάφης έγραψε τότε με αυτό τον τρόπο; Δεν προσπαθούμε να αποκωδικοποιήσουμε κρυμμένες λεπτομέρειες ζωής αλλά να μιλήσουμε για την ανάληψη της ηθικής ευθύνης. Τόσο εκ μέρους του δημιουργού όσο και από τον αναγνώστη. Ανοίγουμε διάλογο για τον τρόπο που τα έργα εισέρχονται μέσα στην κοινωνία. «Ήθελα να δώσω φως και συγκίνηση σε όσους είναι σαν και εμένα καμωμένοι», γράφει και ξαναγράφει ο Καβάφης στις σημειώσεις του…

«… Σ’ αυτά τα τελευταία δέκα χρόνια [–] πόσα Γαλλικά βιβλία, /–/ και καλά και κακά – γράφτηκαν τα οποία εξετάζουν και παίρνουν γενναία υπ’ όψιν την νέα φάσι του έρωτος. Νέα δεν είναι· μόνο για αιώνες παραμελήθηκε, με την πρόληψι πως ήταν τρέλλα (η επιστήμη λέγει όχι) ή έγκλημα (η λογική λέγει όχι)…» (Σημείωμα του Καβάφη)

Νομίζω πως αυτό που θα καταλάβουμε μελετώντας το αρχείο του είναι και πως το δημιούργησε ως αρχείο παραδειγματικό. Για παράδειγμα ο Καβάφης έχει κρατήσει ένα σώμα φύλλων με δημοσιεύματα για ένα ομοφυλόφιλο σκάνδαλο της εποχής. Σε μια εποχή που έβριθε παρόμοιων σκανδάλων αυτός επιμένει μόνο σε ένα – δεν έχει κρατήσει π.χ., τίποτα για το θέμα του Ουάιλντ. Έσπασα το κεφάλι μου γιατί υπήρχαν μόνο αυτά τα αποκόμματα και όχι άλλα. Στην αρχή θεώρησα ότι ίσως είχε κάποια προσωπική εμπλοκή. Εμμένεις τόσο πολύ σε κάτι αν σε απασχολεί προσωπικά. Είσαι ανακατεμένος στο σκάνδαλο εσύ, κάποιος της οικογένειάς σου ή ένας γνωστός σου. Δεν νομίζω ότι ισχύει όμως αυτό στη συγκεκριμένη περίπτωση. Απλώς ο Καβάφης άφησε πίσω του αποκόμματα από ένα μόνο σκάνδαλο που τον είχε απασχολήσει, ως ένα δείγμα του ενδιαφέροντός του, και της επιρροής που είχαν αυτού του τύπου τα σκάνδαλα στον τρόπο της ζωής του. Η μικρή εμπειρία μου με το Αρχείο Καβάφη πάντως δεν έχει περάσει στο βιβλίο, γιατί το έγραψα πριν το δω – προσθέτοντας εκ των υστέρων μόνο κάποιες υποσημειώσεις...

Ήξερα αυτή τη πληροφορία που θα αναφέρω αλλά ενθουσιάστηκα όταν την είδα και μπροστά μου, στο υλικό του Αρχείου. Σε πολλά σημεία όπου ο Καβάφης αναφέρεται μέσα σε ένα ποίημα σε μια συγκεκριμένη ημερομηνία, προηγούμενες γραφές του ίδιου ποιήματος έχουν άλλες, εναλλακτικές ημερομηνίες. Δηλαδή, το ποίημα «Μέρες του 1904» ξεκινά τη ζωή του ως «Μάρτης του 1907». Αργότερα η χρονολογία αυτή σβήνεται και ο ποιητής αποφασίζει να καταλήξει στο «1904». Αυτό δεν συμβαίνει γιατί θυμήθηκε καλύτερα πότε του είχε συμβεί κάτι συγκεκριμένο, αλλά γιατί θεωρεί ότι η μια χρονολογία ταιριάζει στο κείμενο καλύτερα. Δεν πρόκειται δηλαδή για μια αναζήτηση της ειλικρίνειας, αλλά για μια ανάλυση της δομής μιας εμπειρίας, που μπορεί να συμβαίνει το 1904 ή το 1907, ή πολλές φορές στη ζωή ενός ανθρώπου. Παλαιότεροι κριτικοί τα αυτοβιογραφικά του ποιήματα τα έβλεπαν ως παθογένεια, θεωρώντας δηλαδή τον Καβάφη ως έναν άνθρωπο που επειδή ήταν ομοφυλόφιλος, καθώς γερνούσε άρχισε να μην μπορεί να συγκρατήσει τη διάθεσή του να εξομολογηθεί ("Γέρασε η αδελφή και έλεγε τα εσώψυχά της"). Κι όμως, αυτό που ο Καβάφης θέλει να περιγράψει είναι μια συλλογική εμπειρία, κάτι που θα μπορούσε να συμβεί σε ανθρώπους “καμωμένους σαν κι αυτόν” την μια ή την άλλη χρονιά.  

Στην Ελλάδα δεν έχουμε συζητήσει πολύ το ζήτημα της διαπλοκής της εθνικής ταυτότητας με το κοινωνικό φύλο. Το πόσο ο «ματσισμός» καταλήγει ένα εθνικό χαρακτηριστικό, το πώς δηλαδή θεωρούμε τον Έλληνα έναν λεβέντη άνδρα και όλες τις υπόλοιπες εκφορές του κοινωνικού φύλου υποσημειώσεις ή παραμορφώσεις του. Το ζήτημα της σχέσης φασισμού και κοινωνικού φύλου αρχίζει να τίθεται τώρα και ξαφνικά. Ένα άλλο παράδειγμα: Το AIDS σε όλο το δυτικό τουλάχιστον κόσμο έγινε αιτία να ανοίξουν πολλές συζητήσεις, ακόμα και σε ό,τι αφορά το ιατρικό σύστημα ή τα συστήματα αποκλεισμού σε κοινωνικές ομάδες. Εδώ το κρύψαμε κάτω από το κρεβάτι. Γενικά, ο «έμφυλος λόγος» και η queer κριτική ήρθαν στην Ελλάδα όχι από τους φιλόλογους, όπως είχε γίνει σε άλλες χώρες, αλλά από αρχιτέκτονες, κοινωνιολόγους, ιστορικούς και ανθρωπολόγους. Τώρα αρχίζουν να τίθενται κάποια ζητήματα, και μάλιστα με ιδιαίτερη δημιουργικότητα, αν και είναι εμφανές ότι όλο αυτό έγινε κάπως άτσαλα και ξαφνικά: έχουμε, για παράδειγμα περάσει στις τελευταίες queer θεωρίες, χωρίς να έχουμε παρακολουθήσει βήμα-βήμα όλα τα ρεύματα της επιστημονικής ανάλυσης της σεξουαλικότητας...

Δεν είναι τυχαία η παγκόσμια δημοφιλία του Καβάφη, γιατί το έργο συνδιαλέγεται με κεντρικά ερωτήματα του μοντέρνου, τα οποία απασχολούν τον μακρο-εικοστό αιώνα. Επίμονα συνδέει την επιθυμία και τον έρωτα με τη σεξουαλικότητα ως κοινωνικό ζήτημα. Την ίδια στιγμή συνδέει όλο αυτό το πλέγμα κοινωνίας/επιθυμίας και με την ποιητική, δηλαδή με τον τρόπο που κάποιος εκφράζεται, με το σχέδιο βάσει του οποίου κάποιος γράφει. Η αναφορά στον ομοφυλόφιλο έρωτα συνεχώς συνδέεται με μια συζήτηση περί αποκλεισμού και κοινωνικής καταπίεσης. Την ίδια στιγμή ποίημα το ποίημα, αυτού του τύπου η αναφορά στην ομοφυλόφιλη επιθυμία εντός κοινωνίας, επίσης συνδέεται με μια αναζήτηση του ρεαλισμού, νέων τρόπων έκφρασης και μια εντελώς πρωτότυπη άποψη για τη λογοτεχνία και την ηθική λειτουργία της.

Ας ξαναδούμε λοιπόν τον Καβάφη μέσα από την «καινούργια» θεωρία του κοινωνικού φύλου και της έμφυλης γραφής, της επονομαζόμενης queer θεωρίας. Αυτή η συζήτηση απασχολεί στο εξωτερικό και ιδιαίτερα τις νέες γενιές και το να κλείνουμε τα αυτιά και τα μάτια δεν οδηγεί πουθενά. Αξίζει να επισημάνω πως μιλώντας με καθηγητές που καθώς δεν γνωρίζουν ελληνικά, δεν ξέρουν τι έχει εκδοθεί στην Ελλάδα, συνειδητοποιώ ότι εκπλήσσονται όταν μαθαίνουν πως δεν έχει γραφτεί εδώ κανένα βιβλίο που να συνδυάζει τις νέες θεωρίες της σεξουαλικότητας με τον Καβάφη. Γιατί στο μεταξύ συγγραφείς όπως ο Προυστ, ο Λόρκα, η Στάιν χρόνια τώρα έχουν αντιμετωπιστεί από όλα τα κύματα της έμφυλης κριτικής. Θα μου ήταν πολύ πιο εύκολο να γράψω το βιβλίο στα αγγλικά, γιατί οι όροι που χρησιμοποιώ είναι πολύ πιο διαδεδομένοι εκεί, όμως προτίμησα να το γράψω ελληνικά ακριβώς επειδή θεωρούσα ότι υπήρχε μια συζήτηση που έπρεπε να γίνει στα ελληνικά. Δεν έχουν δίκιο όσοι θεωρούν ότι στην Ελλάδα αποφεύγουμε τη συζήτηση για τη σεξουαλικότητα επειδή κάτι μας λείπει. Δεν έχουν δίκιο δηλαδή όσοι υιοθετούν μια στάση τύπου «οι καημένοι Έλληνες, πόσο στάσιμοι και καθόλου προοδευτικοί…». Για μένα δεν είναι θέμα προόδου όλο αυτό, αλλά κάτι πιο πολύπλοκο και άμεσα συνδεδεμένο με τον τρόπο που ορίζουμε τη σεξουαλικότητα εντός της εθνικής κουλτούρας...

* Ο Δ.Π. είναι αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών και εταίρος του Κολλεγίου St Cross στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου διδάσκει από το 2004.

Φωτό: Γιώργος Κορακιανίτης

ΕΓΓΡΑΦΕΙΤΕ ΣΤΟ NEWSLETTER ΜΑΣ

Tα καλύτερα άρθρα της ημέρας έρχονται στο mail σου

ΠΡΟΣΦΑΤΑ

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΙ ΠΑΝΤΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο κόσμος όπως τον ξέραμε
Ο κόσμος όπως τον ξέραμε

Διαβάστε ένα κεφάλαιο που υπογράφει ο Omar El Akkad από το βιβλίο «Ο κόσμος όπως τον ξέραμε: Αναφορές από ένα κλίμα που αλλάζει», σε επιμέλεια των Amy Brady και Tajja Isen

Έχετε δει 20 από 200 άρθρα.