Βιβλιο

Βερνόν Σουμπουτέξ: Το χρωματιστό Παρίσι που θυμάσαι γκρίζαρε

Το μυθιστόρημα που συζητούν όλοι είναι αποχαιρετισμός σε μια Γαλλία που χάθηκε στα αστέρια

Στέφανος Τσιτσόπουλος
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Βιβλιοκριτική για το μυθιστόρημα «Βερνόν Σουμπουτέξ» της Βιρζινί Ντεπάντ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Στερέωμα.

Τι βασανίζει τον Βερνόν Σουμπουτέξ; Πολλά και διάφορα, αν και όλα ξεκινούν από το εξής ένα: Τρέχα, Βερνόν, τρέχα. Στα πενήντα του και με το δισκάδικό του, το Revolver, κλειστό λόγω αναδουλειάς (στο Παρίσι αλλά και παντού πλέον στον κόσμο κανένας δεν αγοράζει μουσική), ο Σουμπουτέξ είναι πολύ μεγάλος για να επιμορφωθεί στα νέα κόλπα προκειμένου να ενταχθεί στη νόρμα.

«Στο αντίγραφο που είχε συντάξει η κυρία Μποντάρ για να αιτιολογήσει την απόρριψή του, αναφέρονταν τα διάφορα που της είχε πει στη χαλαρή τους κουβέντα, για παράδειγμα, ότι ξόδεψε ένα μικροποσό για να δει τους Stooges στη Μαν, ή ότι έχασε εκατό ευρώ στο πόκερ. Καθώς ξεφύλλιζε τον φάκελό του, αντί να ανησυχήσει για το επίδομα αλληλεγύης που θα του έκοβαν, ένιωθε αμήχανος απέναντί της. Η σύμβουλος ήταν γύρω στα τριάντα. Κέρδιζε - ποιος ξέρει πόσα κερδίζει μια τύπισσα; Δυο χιλιάρικα μεικτά; Όμως οι άνθρωποι αυτής της γενιάς ανατράφηκαν με τον ρυθμό της Φωνής στο σπίτι του Big Brother: ένας κόσμος όπου το τηλέφωνο μπορούσε να χτυπήσει οποιαδήποτε ώρα της μέρας για να σου δώσει εντολή να απολύσεις τους μισούς συναδέλφους σου. Η εξόντωση του διπλανού σου είναι ο χρυσός κανόνας των παιχνιδιών με τα οποία τους έχουν μπουκώσει από μωρά. Πώς λοιπόν εσύ περιμένεις, σήμερα, να το θεωρούν νοσηρό; Μόλις έλαβε την επιστολή από τον οργανισμό επιδομάτων, ο Βερνόν σκέφτηκε ότι ίσως αυτό τον παρακινούσε να βρει “κάτι”. Θαρρείς κι η επιδείνωση της κατάστασής του μπορούσε να επιδράσει θετικά στην ικανότητά του να βγει απ' το τέλμα μέσα στο οποίο βούλιαζε».

Καλωσόρισες στον κόσμο του! Η Βιρτζινί Ντεπάντ, συγγραφέας και κινηματογραφίστρια, προικίζει τον ήρωά της με το καλημέρα των πρώτων σελίδων με τις συνήθεις «αρετές» των ηρώων της: παραβατικοί, αυτοκαταστροφικοί, απελπισμένοι, αποσυνάγωγοι, στα όρια του άσεμνου και του διαστροφικού, μοιάζει να λειτουργούν σαν αντίβαρο με το κλίμα της πολιτικής ορθότητας που σαρώνει την ποπ κουλτούρα.

Δώστε βάση! Ο Βερνόν Σουμπουτέξ χρωστά το όνομά του σε δύο λήμματα, το Βερνόν παραπέμπει στο όνομα του αμερικανού συγγραφέα-ήρωα που επινόησε ο Μπορίς Βιάν, ενώ Subutex είναι η εμπορική ονομασία του υποκατάστατου της ηρωίνης για τους τοξικοεξαρτημένους. Αυτά νομίζω πως σας βάζουν αμέσως στο κλίμα του βιβλίου.

Ο Ρομάν Ντιρί ως Βερνόν Σουμπουτέξ στην ομώνυμη σειρά.

Έχουμε ένα ροκενρόλ μυθιστόρημα όπου στο απάνθρωπο Παρίσι του τώρα ο Βερνόν θα προσπαθήσει να επιβιώσει, τρέχοντας λαχανιασμένος και ασθματικός όπως ο Ρέντον του Ίρβιν Γουέλς στο «Trainspotting». Περισσότερες αναφορές: Παγιδευμένος από μια διαρκή αίσθηση επικείμενης καταδίκης, όπως ο κυνικός τυχοδιώκτης του Χάντερ Τόμσον στο ανερμάτιστο Πουέρτο Ρίκο του «Μεθυσμένο Ημερολόγιο», ο Βερνόν Σουμπουτέξ προσπαθεί να μη βουλιάξει στα σκατά μιας απάνθρωπης και (δήθεν) ηδονιστικής πόλης, καθώς τα ροκενρόλ όνειρα της ρέμπελης νιότης τους έγιναν ο εφιάλτης της ενήλικης ζωής. Φευ. Από τα «παιδιά» που κάποτε έκανε παρέα κοουτσάροντάς τους μάλιστα στο δισκάδικό του, το Revolver, (ο Βερνόν ήταν μεγάλος γκουρού!), τα μισά έφυγαν από την ηρωίνη ενώ τα άλλα μισά τα πήρε ο Χάρος της καριέρας σε όλη τη μικροαστική και μεγαλοαστική κλίμακα της ζωής: Καθηγητές πανεπιστημίου εξπέρ στην ερμηνεία των θεωριών του Ρολάν Μπαρτ, που σήμερα όμως αδυνατούν να ερμηνεύσουν τη συμπεριφορά της κόρης τους να φορέσει μουσουλμανική μαντίλα, ή λεσβίες butch πρώην μπασίστριες σε πανκ συγκροτήματα που τη βγάζουν πλέον κάνοντας θελήματα σε πρεζάκουλες χρηματιστές που παίζουν με τις μετοχές. Ανεξάντλητη γκάμα, περισσότερα προφίλ: Μεγαλοσιτεμένα πλουσιοκόριτσα που μετά τις κραιπάλες των 90s το γύρισαν σε μανούλες του Ίντερνετ, του μπότοξ και του σόπινγκ, παραγωγοί σκηνοθέτες που αδυνατούν να καταλάβουν τι τρέχει με τον αλγόριθμο και στο YouTube κάνουν καριέρα εικοσάχρονοι tutorialists αντί γι' αυτούς που κάποτε ήταν εξπέρ στον Γκοντάρ και το new wave!

Όλοι αυτοί κι άλλοι τόσοι «περιφερειακοί» ήρωες δέχονται να φιλοξενήσουν τον Βερνόν εις ανάμνηση των παλιών καλών ημερών. Αναμφίβολα, οι πρώτες μέρες στον πάτο του πηγαδιού δίνουν χρόνο στον Σουμπουτέξ για να εκτιμήσει τη νέα του «κατάσταση», μέχρι να πάρει πάλι τα πάνω του. Η Βιρζινί Ντεπάντ προικίζει τους περισσότερους από τους παλιούς φίλους του Βερνόν με ουελμπεκικά χαρακτηριστικά: μισάνθρωποι, καταθλιπτικοί, εγωμανείς, συφοριασμένοι, κωλοπαιδαράδες και σκατόμουνα: προσοχή, στο βιβλίο δίνει και παίρνει η αθυροστομία. Συν ολίγη δηλαδή και από μπουκοφσκικό περιβάλλον στις σελίδες. 

Μπίρα, ντρόγκα και κοπάνα μετά το σεξ: ο Βερνόν Σουμπουτέξ σκοράρει συνεχώς, η «πελατεία» του εκτός από τις μαραμένες πρώην γκόμενες συμπεριλαμβάνει κι ένα κάστ φυντανιών νέας, ας την αποκαλέσουμε, εσοδείας. Τσουλάκια δημοσιογράφους ροκ γκρούπις του Ίντερνετ ή Βραζιλιάνες ερμαφρόδιτες - ο Σουμπουτέξ δεν κάνει καμία διάκριση προκειμένου να μείνει για μερικές μέρες κάπου όπου ο ουρανός δεν ρίχνει καρέκλες και το ψυγείο είναι γεμάτο φαγητό. Μπίνγκο!

Εντέχνως η Βιρζινί Ντεπάντ τον προικίζει με ιδιότητες που αντλούν περισσότερο από τον ρομαντικό δισκοπώλη Ρομπ του «High Fidelity», σε αντίθεση με τον εσμό των φίλων, που δεν τους χαρίζεται. Οι περισσότεροι «φίλοι» είναι κυνικοκαταθλιπτικοί, σουλούπι και κοψιά από την πινακοθήκη του Μισέλ Ουελμπέκ.

Καλά ως εδώ; Τέλεια! Μόνο που παρά τους τόνους μουσικής (οι δίσκοι του Revolver είναι ο συνδετικός κρίκος των κάποτε αναμεταξύ τους συναναστροφών) και το σπιντάτο γράψιμο, δεν αρκούν στην Ντεπάντ· δεν θέλει προφανώς να γράψει ένα σκέτο ροκ μυθιστόρημα, κάθε άλλο. Ο σκοπός της είναι να περιγράψει το τέλος κάθε ασφάλειας που πρόσφερε το παλιό καλό κοινωνικό κράτος ακτινογραφώντας τη γενικευμένη νέα βαρβαρότητα στην οποία περιήλθε η Γαλλία. Το Παρίσι είναι εχθρικό, αφιλόξενο, γεμάτο αστέγους και οργή των πάντων για τους πάντες. Φασίστες εναντίον μουσουλμάνων και Αράβων, Μωάμεθ κιντς εναντίον καταναλωτικών αντίχριστων(!), επαγγελματίες τρολ που έμμισθα μπαίνουν στο δίκτυο και καταρρακώνουν σπιλώνοντας με σχόλια πολιτικούς και καλλιτέχνες, έναντι ευτελούς αμοιβής, (η ηρωίδα Ύαινα), γυναίκες πορνοστάρ με εξωτικά ονόματα όπως Βότκα Σατανά και Ντέμπι Καντ συν την/τον Ντάνιελ, που από κορίτσι των πορνοπλατό πέρασε απέναντι με ορμόνες και εγχείρηση που της φόρεσαν ανδρική ταυτότητα.

Η Ντεπάντ, παρ' όλα αυτά, δεν γράφει ούτε στρατευμένα ούτε μισάνθρωπα, απεναντίας φροντίζει εκτός από το να εκθέτει τους λόγους που κάνουν τους ήρωές της να αντιδρούν έτσι, να τους μπολιάζει και μια ιδιαίτερη τρυφερότητα. Αντιδρούν όπως αντιδρούν, όμως η ενσυναίσθηση της γραφής της δίνει σε όλους τους χαρακτήρες το τεκμήριο της αθωότητας, μέχρι να καταδικαστούν, αν τυχόν. Εδώ δεν υπάρχει άσυλο, ούτε όμως και κάποιου είδους δικαστήριο: ο Σουμπουτέξ δεν κρίνει ίνα μην κριθεί. Κι εδώ κάπου είναι στιγμές που ο Βερνόν μου θυμίζει τον Άγγελο, βλέπε Ζίγκε Ζόιλε-Βιμ Βέντερς-Βερολίνο, των Φτερών του Έρωτα. Αλλάζει σπίτια, παρατηρεί, κόβει λάσπη κι εξαφανίζεται χωρίς να ξέρει πως στο κατόπι του έχει ξαμοληθεί το μισό Παρίσι για να του αρπάξει μια πολύτιμη κασέτα που διαθέτει - το σκηνικό που στήνει η Ντεπάντ σαν να παραπέμπει λίγο και στην «Ντίβα» του Μπενέξ, ε; 

Είπαμε! Το έπος του Σουμπουτέξ είναι ένα μυθιστόρημα που βρίθει από πολλαπλές αρχετυπικές αναφορές, ένα βιβλίο ποταμός που τέμνει την παρελθούσα γαλλική αλλά και παγκόσμια ποπ - πολιτική κουλτούρα, προκειμένου να πιστοποιήσει τον θάνατο κάθε μιας από τις βεβαιότητες του χθες. Όλοι μιλούν για τον Βερνόν λες και είναι αστικός μύθος, ένας πεπτωκώς άγγελος που δεν παύει να εξαφανίζεται αλλά και να επανεμφανίζεται, ο τελευταίος μάρτυρας ενός αλλοτινά ένδοξου Παρισιού που καταρρέει, ο τελευταίος ήρωας στην κωμωδία της γαλλικής μητρόπολης, ένα κοινό φάντασμα που σε όλους ξυπνά αρχέγονα ένστικτα αμηχανίας, μίσους, εκμετάλλευσης και απανθρωπιάς.

Μια απολαυστική αφήγηση που είναι αδύνατον να την αφήσεις από το χέρι σου, κυνηγητά, σεξ, πάρτι, ροκενρόλ, απελπισμένα ανταμώματα, σερί από «αντίο, φίλε» κι ένας αποχαιρετισμός σε όλη αυτή τη γενιά που πίστεψε πως θα κάνει τη διαφορά από τη γενιά του '68, ρίχνοντας τη Γαλλία στη μεγαλύτερη κατάθλιψη όλων των εποχών. Αν οι εβδομηνταφεύγα «Μάηδες» ήταν χαζοουτοπιστές, οι τωρινοί πενηντάρηδες μαγκίτες πρώην χίπιπανκ, σαν να μας λέει η Ντεπάντ, ήταν από την αρχή καθαρματάκια, τζάμπα μάγκες που απλώς περίμεναν τη σωστή στιγμή για να καβαλήσουν το κύμα και να βγάλουν βόλτα τον σκύλο στα προάστια, να τα ισοπεδώσουν όλα παραδίνοντας τη σκυτάλη στα εικοσάχρονα φυντάνια τους, που λογικό δεν ήταν να βγουν περισσότερο λαλημένα και κόμπλεξ φουλ από τους γονείς τους;

Στιγμές ξεκαρδιστικό, στιγμές βαθιά μελαγχολικό, το μυθιστόρημα «Βερνόν Σουμπουτέξ» δεν πέρασε απαρατήρητο: συμπεριλήφθηκε στη βραχεία λίστα του Man Booker Internatinal και ευτύχησε να μεταφραστεί στα ελληνικά από τη Ρίτα Κολαΐτη (βαθιά υπόκλιση). Αριστεροί και δεξιοί, πιστοί και αλλόθρησκοι, καπιταλιστές και αντιοπαδοί υπό τον Μελανσόν και τη Λεπέν, πρώην ελευθεριακοί και νυν βολεμένοι μικροαστοί, έχουν βάλει τον Βερνόν στο μάτι. Κι αυτός; Περιφέρεται στους δρόμους, στην πόλη, αλλάζει πίστες λες και πρωταγωνιστεί σε ηλεκτρονικό παιχνίδι γεμάτο παγίδες θανάτου. Από τα σκοτωμένα ιδανικά ως και τους αληθινούς φόνους, η ζωή στο Παρίσι της Βιρζινί Ντεπάντ δεν μυρίζει καθόλου κλισέ περί κρουασάν, Muji, γκαλερί Λαφαγιέτ και γραφικούς ανεμόμυλους έξω από το Μουλέν Ρουζ, μα πιότερο σήψη, παρακμή και τον θάνατο ένα βήμα στο κατόπι του Σουμπουτέξ.

Διαβάστε το! Στιγμές μου θύμιζε και τα «Όνειρα από Χρώμιο και Βινύλιο» (εμβληματικό μυθιστόρημα του Τζέιμς Ρόμπερτ Μπέικερ), άλλες πάλι το «Glamorama» έτσι όπως η Ντεπάντ αποδομεί το Παρίσι του σήμερα με τον ίδιο χειρουργικά λογοτεχνικό τρόπο που το έκανε ο Μπρετ Ίστον Έλις για τη Νέα Υόρκη των τελών του '90 ή ο Γκαρθ Ρισκ Χάλμπεργκ στην «Πόλη στις Φλόγες». Μεγάλη προσφορά μας έκαναν οι εκδόσεις Στερέωμα με τούτο το «τεμάχιο».

Στ' αλήθεια μιλάμε για ένα αριστοτεχνικό βιβλίο που πιάνει τα πάντα γύρω από τη μετάλλαξη της πόλης και της χώρας σε κάτι άλλο έξω από αυτά που μας συνήθισαν τα τραγούδια του Τζόνι Χαλιντέι και της Φρανσουάζ Αρντί, των Noir Desir και των Daft Punk: (no) Vive La France, anymore, συντρίμμια όλα, μελαγχολία μόνο.

Αυτός κατά την Ντεπάντ ήταν ο πρώτος τόμος από τις περιπέτειες του Βερνόν Σουμπουτέξ και ήδη ονειρεύομαι γρήγορα να έρθουν και οι επόμενοι δύο. Ο Σουμπουτέξ είναι εθιστικός και ήρθε τη σωστή στιγμή. Η Βιρζινί Ντεπάντ από το Baise Moi (το έγραψε και το σκηνοθέτησε) δείχνει πως ξέρει στ' αλήθεια τι συμβαίνει εκεί στο Παρίσι εκτός της επικράτειας του νέου δίσκου με νιαουρίσματα της γατούλας Κάρλα Μπρούνι. Τα σκυλιά ίσως είναι τα μόνα που μπορούν να γλείψουν την καρδιά του Σουμπουτέξ πιο τρυφερά από τους περισσότερους που του πουλούν «αγάπη» και «χείρα βοηθείας»...

Υ.Γ. Το βιβλίο «Βερνόν Σουμπουτέξ» έχει γίνει σειρά σενάριο της Βιρτζίν Ντεπάντ, της Κάθι Βέρνι και του Βενγιαμίν Ντιπά, και σκηνοθεσία της Κάθι Βέρνι. Δείτε το τρέιλερ.