- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Υπάρχει ελληνική πολιτιστική πολιτική;
Η Μυρσίνη Ζορμπά επιχειρεί να απαντήσει στο καινούριο της βιβλίο
O Κωνσταντίνος Τζήκας διαβάζει το βιβλίο της Μυρσίνης Ζορμπά «Πολιτική του Πολιτισμού».
Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα που ευνοεί μία σχεδόν μαζική, τον τελευταίο καιρό, αλλά όχι απαραίτητα ωφέλιμη ενασχόληση με την πολιτική, αλλά απαξιώνει, αγνοεί και υποβαθμίζει συστηματικά τον πολιτισμό, πόσο χώρο μπορεί να καταλαμβάνει η πολιτική του πολιτισμού;
Η Ζορμπά αντιλαμβάνεται πως η ελληνική πολιτισμική πολιτική δεν μπορεί παρά να εξεταστεί καταρχάς σε συνάρτηση με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, προκειμένου να μπορέσει να αντιληφθεί κανείς σε ποια σημεία και γιατί διαφοροποιείται η δική μας πολιτική έναντι αυτής των (δυτικο)ευρωπαίων. Γιατί, δηλαδή, η πολιτισμική πολιτική της Ελλάδας και κατ’ επέκταση όλη η κουλτούρα μας έχει κωδικοποιηθεί μέσα από μεγαλοϊδεατισμό, πεσιμισμό, αγκυλώσεις σε εθνικοϊστορικές αφηγήσεις του παρελθόντος. Η συγγραφέας εντοπίζει αυτή την αρτηριοσκληρωτική οπτική ακόμα και στην ελληνική γλώσσα, στην προβληματική ταύτιση των λέξεων «civilization» και «Kultur», όροι που επιτελούν διαφορετικό ρόλο στη διεθνή βιβλιογραφία.
Για να απαντηθούν όλα αυτά τα ερωτήματα (και ακόμα περισσότερο να προταθούν υγιείς λύσεις για το μέλλον), η ιστορική αναδρομή είναι αναπόφευκτη. Μελετώντας την ιστορικότητα της πολιτισμικής πολιτικής, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα πως η κουλτούρα δεν είναι μια ευθύγραμμη διαδικασία, αποκομμένη από το κοινωνικοπολιτικό περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται, το εθνικό αλλά και το παγκόσμιο. Πρέπει κανείς να καταλάβει πώς ξεκίνησε το σταδιακό αίτημα πολιτικοποίησης της κουλτούρας, με τη Γαλλική Επανάσταση, και γενικεύτηκε την εποχή του εκβιομηχανισμού του 19ου αιώνα και κατόπιν στον 20ό με το αίτημα για εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης. Το τραύμα όμως του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, του οποίου αρκετά εγκλήματα νομιμοποιήθηκαν σε μια απατηλή βάση πολιτισμού, έκανε ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη μιας ρητής πλέον θεσμοποίησης της κουλτούρας.
Και εδώ έγκειται η μεγάλη αξία της μελέτης της Ζορμπά: στο πώς εξετάζει τα διαδοχικά μοντέλα πολιτισμικής πολιτικής σε διαφορετικές περιόδους, την εμπλοκή τους με μείζονες θεωρητικούς, τη συνομιλία τους με ποικίλες ιδεολογίες. Μόνον εξετάζοντας φαινομενικά ασύνδετα στοιχεία, όπως π.χ. τα μοντέλα πολιτικής των σκανδιναβικών χωρών, τις θεωρίες του Κέινς, το μαρξισμό, το σχέδιο Μάρσαλ, μπορούμε να ενώσουμε τις τελείες μεταξύ τους που τελικά συνθέτουν μια ολοκληρωμένη εικόνα. Μακριά και ταυτόχρονα κοντά στα δικά μας προβλήματα, μπορούμε να πάρουμε την κατάλληλη απόσταση τόσο για να κατανοήσουμε γιατί η πολιτισμική πολιτική στην Ελλάδα διαμορφώθηκε όπως διαμορφώθηκε, όσο και για το πώς η δημόσια κουλτούρα μπορεί να καταστεί πιο λειτουργική αντλώντας από τα παραδείγματα του παρελθόντος και παρόντος.
Το βασικό πρόβλημα στην Ελλάδα είναι, όπως επισημαίνει η Ζορμπά, πως το μοντέλο πολιτισμικής πολιτικής της χώρας υπηρέτησε, παραδοσιακά και απαρέγκλιτα, τις μεγάλες εθνικές αφηγήσεις του παρελθόντος, παραμελώντας αναδυόμενους φορείς και δυνάμεις, αμήχανο μπροστά στις νέες προκλήσεις και ευκαιρίες. Αυτή βέβαια η προβληματική κατάσταση, που ξεκινά με την ουσιαστική θεσμοθέτηση πολιτισμικής πολιτικής με τη Μεταπολίτευση, αντανακλά ευθέως την εξίσου τρικυμιώδη εξέλιξη της δημοκρατίας στο σύγχρονο ελληνικό κράτος. Σε αντίθεση με τη Δυτική Ευρώπη, η έλλειψη κουλτούρας διαλόγου, συνεργασιμότητας, διαπραγμάτευσης δεν μετριάστηκαν στην Ελλάδα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο. Αντίθετα, παρέμεναν ανέπαφα και ισχυρά μέχρι τη Μεταπολίτευση, αλλά και κατόπιν.
Από τα πέτρινα χρόνια του ’50 μέχρι το σύντομο διάλειμμα πολιτιστικής άνθισης τη δεκαετία του ’60, τη διάλυση των προϋπάρχοντων πολιτισμικών θεσμών από τη χούντα, τη Μεταπολίτευση, τα χρόνια της «σοσιαλιστικής αλλαγής» του ’80, ακόμα και τη χαμένη ευκαιρία του Γ΄ ΚΠΣ, η Ζορμπά καταλήγει με μια νότα αισιοδοξίας και ψυχραιμίας που όλοι χρειαζόμαστε: ίσως –και είναι ένα μεγάλο ίσως– η παρούσα συγκυρία της κρίσης είναι η αφορμή για να αξιοποιήσουμε, επιτέλους, το πολιτισμικό κεφάλαιό μας με έναν ουσιαστικό εκδημοκρατισμό που θα την καταστήσει την «καλύτερη συμβολική επένδυση για να βγούμε από την κρίση»