Βιβλιο

Η Ίρις Κρητικού μοιράζεται 36 ιστορίες ξανακερδισμένης άνοιξης

Η Ιστορικός Τέχνης κι επιμελήτρια εκθέσεων στο «Hortus Conclusus» παραδίδει ένα αστικό ημερολόγιο που γράφτηκε την περίοδο της καραντίνας και φιλοτεχνήθηκε με έργα του ζωγράφου Νεκτάριου Αποσπόρη

Δημήτρης Αθανασιάδης
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη: Η Ίρις Κρητικού μιλάει για το βιβλίο της «Hortus Conclusus: Τριάντα έξι ιστορίες ξανακερδισμένης άνοιξης» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έλιξ

Υπάρχουν κάποιοι που δεν θέλουν να θυμούνται την Άνοιξη του 2020 αλλά και κάποιοι άλλοι που δεν θα την ξεχάσουν ποτέ. Διαστέλλοντας την αίσθηση του χρόνου, η περίοδος της καραντίνας κατά τη διάρκεια της πανδημίας έδωσε το έναυσμα στην Ίριδα Κρητικού να γράψει αυτή τη φορά για τον εαυτό της και όχι για τους άλλους. Η ιστορικός Τέχνης που έχει αφιερώσει τη ζωή και την ενέργειά της στα εικαστικά δρώμενα, η γυναίκα που περιπλανείται χρόνια σε διάφορα μήκη και πλάτη της Γης υπογράφοντας σημαντικές ατομικές και θεματικές εκθέσεις σε Μουσεία, Ιδρύματα και ιδιωτικούς χώρους τέχνης ως ανεξάρτητη επιμελήτρια, στο βιβλίο της «Hortus Conclusus: Τριάντα έξι ιστορίες ξανακερδισμένης άνοιξης», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Έλιξ, παραδίδει στους αναγνώστες ένα ιδιαίτερο ημερολόγιο που διαβάζεται και με τις πέντε αισθήσεις. Αφού φτάσαμε στην τελευταία σελίδα, θελήσαμε να μάθουμε περισσότερα.

Βιολέττες © Νεκτάριος Αποσπόρης

Στις σελίδες του βιβλίου ενεργοποιούνται και οι πέντε αισθήσεις, από τα έργα του εικαστικού Νεκτάριου Αποσπόρη που συνοδεύουν σχεδόν ισότιμα τις ιστορίες μέχρι τις περιγραφές των φυτών και τις ημερολογιακές καταγραφές. Πώς προέκυψε το «Hortus Conclusus: Τριάντα έξι ιστορίες ξανακερδισμένης Άνοιξης»;
Όπως γράφω και στην εισαγωγή του βιβλίου, ο εγκλεισμός εξελίχθηκε για εμένα σε αναγκαστικό ευεργετικό slow-down. Σε μια ανεπανάληπτη, ίσως, χρονική παύση «εσωτερικής συμφιλίωσης, ανασκόπησης και επιστροφής στα θεμέλια συστατικά της ατομικής και οικογενειακής μου ύπαρξης, σε μια περίοδο κυριολεκτικών και μεταφορικών ανακατατάξεων, εκκαθαρίσεων και επανεκκινήσεων, όπου τα δώρα της αγάπης και της απαντοχής, αλλά και ο αιφνιδιασμός της ομορφιάς των μικρών πραγμάτων, στα οποία εξακολούθησε να έχει πρόσβαση η εξαιρετικά περιορισμένη ακτίνα της καθημερινής δράσης μου, εμφανίστηκαν ψιθυριστικά και διασωστικά εκεί που λιγότερο τα περίμενα». Κι η αναψηλάφηση του περίκλειστου κήπου μου, εξελίχθηκε έτσι, απρόσμενα, σε μια απρογραμμάτιστη μπεργκμανική εκδρομή για «άγριες φράουλες…»

Ποια ήταν η πιο δύσκολη συγγραφικά από τις τριάντα έξι ιστορίες και γιατί;
Το γιασεμί. Είναι η ιστορία που γράφτηκε και διορθώθηκε πολλές φορές. Είναι μια κύκλια αληθινή αθηναϊκή ιστορία αγάπης και ανταλλαγής νέων όρκων, που δεν ήθελα καθόλου να είναι μελό…

Παρά το γεγονός πως το βιβλίο γράφτηκε την περίοδο του εγκλεισμού, οι λέξεις του ταξιδεύουν τους αναγνώστες σε πολλά γεωγραφικά μήκη και πλάτη. Ποιο είναι το πιο όμορφο μέρος που έχουν δει τα μάτια σου και τι στερήθηκες περισσότερο την περίοδο του lockdown;
Θα είναι για πάντα το Παρίσι. Ήταν και το τελευταίο μου ταξίδι προ εγκλεισμού, καθόλου τυχαία, τώρα που το σκέπτομαι… Αλλά και η Γαλλία και η Ιταλία ολόκληρες, που τις λατρεύω και που σκεπτόμουν εξακολουθητικά καθώς δοκιμάζονταν με τρόπο εφιαλτικό. Την Κωνσταντινούπολη που αποτελεί επίσης σάρκα από τη σάρκα μου, καθώς την έχω ζήσει πολύ και έχω κάνει αρκετά καλλιτεχνικά πράγματα εκεί, για έναν παράξενο λόγο δεν την σκεπτόμουν. Γενικά δεν είχα στο μυαλό μου ούτε τα εξωτικά μέρη όπου έχω ταξιδέψει, αλλά ούτε και τη Νέα Υόρκη που υπεραγαπώ. Την Ευρώπη σκεπτόμουν ολοένα. Την Ευρώπη ως κοιτίδα ανθρωπότητας, πολιτισμού, ομορφιάς και τέχνης. Ως πατρίδα δική μου. Την Ευρώπη για την οποία είμαι ευγνώμων που υπάρχει και με χωρά. Την ιστορία, τα Μουσεία, τις εκκλησίες, τα οικοδομήματα, τις κρυφές πλατείες, τη ζωγραφική, τις γεύσεις, τη λογοτεχνία και τη μουσική που κανένας κορωνοϊός δεν θα μπορούσε ποτέ να ξεριζώσει από τα ζωντανά μου κύτταρα… Κι ύστερα, την Αμοργό του περσινού μας καλοκαιριού, τα φαιά σπίτια της Ύδρας, τις πορτοκαλιές της Αργολίδας, τις πέτρες της Μάνης, τους ποταμούς της Ηπείρου, την πολυπόθητη Αίγινα… την απαγορευμένη Αθήνα έξω από την πόρτα μου που με εγκαλούσε κι αυτή και που όταν θέλει μπορεί να είναι τόσο όμορφη...  

Επιμελείσαι απαιτητικά κείμενα για δημιουργικούς ανθρώπους, όπως οι καλλιτέχνες. Πόσο απαιτητικό ήταν να κάνεις το ίδιο για τον εαυτό σου;
Εξαιρετικά απαιτητικό και τρομακτικό. Γράφτηκε σαν μια ανάσα, με άγρια χαρά και ταχύτητα. Κι ύστερα, τρόμαξα και δίστασα. Και εντέλει, προχώρησα: αυτομαστιγώθηκα με την αποπομπή ό,τι περιττού, με την εσωτερική ρυθμολογία των λέξεων, με την ανακατανομή του συμβολικού και ουσιαστικού ημερολογιακού χρόνου που δεν συνέπιπτε με τον χρόνο γραφής της κάθε ιστορίας, με τις ιστορικές αναφορές που ήθελα να είναι διακριτές τόσο-όσο, με τα αναγκαία credits στην ποίηση που επίσης πρωταγωνιστεί στο βιβλίο και που υπήρξε κι αυτή απόλυτη βακτηρία μου κατά την περίοδο του εγκλεισμού… Και οπλίστηκα επιπλέον με τα σπουδαία έργα του Νεκτάριου Αποσπόρη που εργάστηκε κι αυτός νυχθημερόν, ακολουθώντας κάθε καινούρια ιστορία και υπομένοντας αδιαμαρτύρητα τα παράξενα οράματά μου και τις όποιες διορθώσεις και παρεμβάσεις μου. Και με τον υπέροχο σχεδιασμό του Ανδρέα Γεωργιάδη που κατάλαβε όπως πάντα ακριβώς τι ήθελα. Και με τις σωστικές επιμελητικές παρατηρήσεις του Γιώργου Φλωράκη που ευγενικά προσπαθούσε να κάμψει τις σθεναρές αντιστάσεις μου στα επίμαχα σημεία. Και κάπως έτσι, ο «περίκλειστος κήπος», ολοκληρώθηκε και εκδόθηκε μέσα στο χρονικό πλαίσιο που η ίδια είχα ορίσει στον εαυτό μου και που αποδείχτηκε κομβικό. Έχουμε ήδη αρχίσει να ξεχνάμε πώς νιώθαμε. Ή μήπως όχι;

Για έναν μήνα και κάτι, έγραφα ξέφρενα τη νύχτα με τον σκύλο στα πόδια, μέσα σε απόλυτη σιωπή και χωρίς διορίες...

Ποιο είναι το αγαπημένο σου φυτό και γιατί;
Ας μην μιλήσω για τα φυτά, τα κηπευτικά και για τα βότανα που εμφανίζονται στο βιβλίο και που σίγουρα κάνουν τη ζωή μου καλύτερη. Ας μιλήσω για τα λουλούδια, που χωρίς τους δεν ζω. Κόβω, φυτεύω, αγοράζω, διεκδικώ ως δώρο -με ισχυρή έως εκνευριστική για τον δωρίζοντα άποψη και παρότρυνση επιλογής- και κλέβω λουλούδια από όπου μπορώ, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Οι βιολέτες κυριαρχούν εμφανώς στο βιβλίο... Σίγουρα είναι ένα από τα αγαπημένα μου λουλούδια για πολλούς διαφορετικούς λόγους. Αγαπώ να τις βλέπω, να τις μυρίζω, να τις γεύομαι. Δακρύζω μαζί τους κάθε φορά, κατά την περιφορά του Επιταφίου, ίσως γιατί κάπου εκεί, στην ψίχα της ομορφιάς τους αφουγκράζομαι τους νεκρούς μου κι εγώ… Όπως εξίσου αγαπώ και τα άγρια τριαντάφυλλα και τα εύθραυστα κυκλάμινα, ή τις αδέσποτες πασχαλιές της Αθήνας. Κι ακόμη, τους κέρινους λεμονανθούς και τα άνθη της νεραντζιάς ή το εκτυφλωτικά λευκό γιασεμί, που διαπερνούν με την όψη και την οσμή τους την πηχτή νύχτα και την άναρχη αστική ασχήμια. Μα και τις φούξια μεταξωτές βουκαμβίλιες που πολλά χρόνια πριν, μου χρησίμευσαν ως αυτοσχέδιο γαμήλιο μπουκέτο. Τα περισσότερα αγαπημένα χώρεσαν, νομίζω, στον κήπο του εγκλεισμού…

Βουκαμβίλιες © Νεκτάριος Αποσπόρης

Ποια είναι η σχέση σου με τον χρόνο;
Κακή, γιατί ποτέ ο καθημερινός χρόνος μου δεν χωρά όλα όσα επιχειρώ να κάνω και να χωρέσω! Καλή, γιατί είμαι απολύτως συμφιλιωμένη μαζί του, κρατώντας την κερδισμένη μνήμη, την κερδισμένη εμπειρία και τους κερδισμένους ανθρώπους ως ισχυρό και ευγνώμον αντίδοτο.

Πώς είναι να γράφεις με την οικογένειά σου γύρω σου; Σε διευκόλυνε ή σε δυσκόλεψε;
Με διευκόλυνε… Είχα ξαφνικά τα τρία μου παιδιά στην Αθήνα μετά από καιρό. Γαλήνεψα… Κουβεντιάζαμε… Μαγείρευα και πάλι μετά από μήνες και αυτή η φροντίδα έγινε μέρος και αφήγηση του βιβλίου. Για έναν μήνα και κάτι, έγραφα ξέφρενα τη νύχτα με τον σκύλο στα πόδια, μέσα σε απόλυτη σιωπή και χωρίς διορίες, απρόσμενα απαλλαγμένη από το συχνά αβάστακτο φορτίο της πνευματικής και ψυχικής φροντίδας δεκάδων άλλων και ένιωθα αίφνης πολύ ασφαλής που ήμασταν όλοι μαζί σε ένα δυσπρόσιτο νοητό νησί, πολύ ευτυχής, αισιόδοξη και αυτάρκης. 

Η ιστορικός Τέχνης, επιμελήτρια εκθέσεων και συγγραφέας Ίρις Κρητικού, στον κήπο της στην Αίγινα

Η Αίγινα είναι ένας τόπος που κυριαρχεί στο βιβλίο. Τι σε κέρδισε σε αυτό το νησί;
Αυτό το νησί δεν χρειάστηκε να με κερδίσει, γιατί ήταν πάντα για εμένα απλόχερα εκεί, οργανικό και αναπόσπαστο κομμάτι της ύπαρξής μου. Πατρίδα της μητέρα μου και εντέλει δική μου, η Αίγινα είναι η πνευματική και οπτική παρακαταθήκη μου, είναι ο ζωγράφοι και οι ποιητές της που υπήρξαν οικογενειακοί φίλοι, είναι οι καλοκαιρινοί έρωτες και οι πρώτες πληγές, είναι η Αφαία όπου έσκαβε ο αρχαιολόγος προπάππους μου, είναι η ερειπωμένη  μεσαιωνική Παληαχώρα όπου με νεανικό πείσμα παντρεύτηκα, είναι ο κήπος μου που κατά τη διάρκεια του εγκλεισμού δεν μου προσέφερε μόνο αλλεπάλληλες αναφορές αλλά και απολύτως απαραίτητα αναλώσιμα πολεμοφόδια ομορφιάς, γεύσης και απαντοχής. Τα λεμόνια του, τα σύκα του και οι ελιές του, τα δεντρολίβανα, τα καπαρόφυλλα και οι τριανταφυλλιές του, σήκωσαν το άχθος επάξια και τελικά έγιναν ιστορίες…

Καπαρόφυλλα © Νεκτάριος Αποσπόρης

Τι ελπίζεις να ανθίσει στον κόσμο μετά την πρωτοφανή περίοδο της πανδημίας;
Η επίγνωση της βραχύτητας και του μη προβλέψιμου. Η ανάγκη της επιβράδυνσης. Η επιθυμία της συμφιλίωσης. Το ξεκαθάρισμα των πιο σημαντικών -προσώπων, στόχων, πραγμάτων- για τον καθένα από εμάς. Ο θρίαμβος της ομορφιάς…

Το φετινό καλοκαίρι σκοπεύεις να…
Να περάσω λίγο περισσότερο χρόνο στον κήπο μου. Να φτιάξω αρκετή μαρμελάδα σύκο για τον χειμώνα. Να κρατήσω επιτέλους σημειώσεις για αυτό το άλλο βιβλίο, όσο αυτοί που κρατούν τα κλειδιά του είναι ακόμη εδώ…