Βιβλιο

Διαβάστε το Ουλάν Μπατόρ του Ρένου Αποστολίδη

Αυτοβιογραφικό αντι-μυθιστόρημα το ονομάζει ο Ρένος.

Άρης Σφακιανάκης
ΤΕΥΧΟΣ 748
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Άρης Σφακιανάκης γράφει κριτική για το μυθιστόρημα του Ρένου Αποστολίδη «Ουλάν Μπατόρ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Τα Νέα Ελληνικά

Διαβάστε το, διαβάστε το, διαβάστε το, διαβάστε το, διαβάστε το… Θα μπορούσα να συνεχίζω έτσι ως το τέλος, όμως κάτι μου λέει πως θα επενέβαινε η σύνταξη και θα έκοβε στο τυπογραφείο τούτο το λετριστικό μου παραλήρημα. 

Μα πώς θα μπορούσα να αναφερθώ στο μυθιστόρημα «Ουλάν Μπατόρ» του Ρένου Αποστολίδη χωρίς παραφορά αφού είναι τόσο φλογισμένο το ίδιο; «Πώς το ανακάλυψες;» με ρώτησε η φίλη μου η Μιλένα Αποστολάκη που αγαπάει κι εκείνη εξίσου τα βιβλία. «Ένα πρωινό που πάλευα να κορέσω την αναγνωστική μου πείνα σε συνοικιακό βιβλιοπωλείο είδα μπροστά μου το συγκεκριμένο εξώφυλλο με τον αλλόκοτο τίτλο κι όπως έκανα να το ανοίξω για να διαβάσω μια δυο σελίδες, διαπίστωσα έκπληκτος πως χρειαζόμουν σελιδοκόφτη. Το 2020! Με γύρισε πολλά χρόνια πίσω αυτό το περιστατικό, τότε που ο σελιδοκόφτης ήταν απαραίτητο εξάρτημα κάθε γραφείου. Έτσι, από νοσταλγία μα κι επειδή  μου άρεσε ο τίτλος –ποιος βάζει τίτλο την πρωτεύουσα της Μογγολίας;­­– αγόρασα το βιβλίο». «Και για τι πράγμα μιλάει;» ρώτησε η φιλομαθής Μιλένα.

Μιλάει για τον έρωτα ενός τριαντάρη φιλόλογου προς την δεκαπεντάχρονη μαθήτριά του, έναν έρωτα που πυρπόλησε την καρδιά του φιλολόγου, τον εκτροχίασε πλήρως, τον εκτόξευσε σε άλλα σύμπαντα, τον έκανε να σχεδιάζει καθημερινές απαγωγές για να βλέπει την αγαπημένη του, τον οδήγησε να αγοράσει αυτοκίνητο για να τρέχει ολοταχώς στις συναντήσεις τους, τον έκανε να τρέμει σαν εθισμένος όταν κάποια αναποδιά τον εμπόδιζε να την δει, του έφερε την απόλυση από το ιδιωτικό γυμνάσιο που εργαζόταν (κατανοητό, δεν γίνεται να βάζουμε τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα), και τέλος, για να μην την χάσει καθώς οι γονείς της μικράς οργάνωναν να την εξαποστείλουν στην Ινγκλετέρα για να τη γλιτώσουν από τον ερωτοκατάληπτο φιλόλογο (που ήταν, δυστυχώς, και ωραίο παλληκάρι), στο τέλος την κλέβει και την παντρεύεται παράνομα πριν πάρουν τον Μπλάκι –την κούρσα του­– και φύγουν σφαίρα για τα Μπάλκαν.

Ουλάν Μπατόρ είναι το χαϊδευτικό της αγαπημένης του ήρωα.

Όμως αυτή η ερωτική ιστορία –που όμοιά της δεν έχω διαβάσει­– είναι μονάχα ο ήλιος αυτού του πλανητικού συστήματος που συνιστά το βιβλίο. Γύρω από τον έρωτα αυτόν περιδινίζονται κι άλλες ιστορίες από τη ζωή του ήρωα (αυτοβιογραφικό αντι-μυθιστόρημα το ονομάζει ο Ρένος), κομμάτια ολόκληρα της ελληνικής ζωής από τον εμφύλιο και μετά, με απολαυστικές στιγμές από την εποχή της χούντας όπου ο ήρωας καλείται από τον δικτάτορα για πνευματική καθοδήγηση ως τη σύληση οικίας άρτι αποβιωσάσης θείας εκ Ρωσίας. Κι έπειτα είναι κι οι στιγμές στο μυθιστόρημα όπου ο ήρωας ανακαλύπτει τυχαία ότι μια γραία κληρονόμος εκποιεί αριστουργήματα από τη βιβλιοθήκη του Δημήτρη Βερναρδάκη (ποιος είναι πάλι ετούτος, θα μου πείτε. Εμ, κάποιος σπουδαίος ήταν, οπότε γιατί να τον ξέρουμε εμείς;) Και πηγαίνει ο ήρωας στην παλαιά κατοικία και ψαύει λατρευτικά τους τόμους της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, κι αγοράζει όσους μπορεί κι είναι πια αυτός ο θησαυρός του – μετά την Ουλάn Μπατόρ πάντα.

Λυπάμαι που οι συγκυρίες, η τύρβη της καθημερινότητας, μια οκνηρία πες δική μου, δεν μου επέτρεψαν να γνωρίσω από κοντά τον Ρένο Αποστολίδη. Όμως για το βιβλίο του αυτό θα πω: διαβάστε το, διαβάστε το, διαβάστε το, διαβάστε το…