Βιβλιο

Ευγενία Φακίνου: Ο καθένας από εμάς έχει τη Χιονάτη του

Τις γυναίκες - ηρωίδες μου τις αγαπώ, τις σέβομαι, τις πονάω, δεν τις ξεχνώ από βιβλίο σε βιβλίο, έχω έναν διαρκή διάλογο μαζί τους.

Γιούλη Τσακάλου
ΤΕΥΧΟΣ 742
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέντευξη με τη συγγραφέα Ευγενία Φακίνου για το βιβλίο της «Γράμματα στη Χιονάτη» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

Η Ευγενία Φακίνου, από τα πιο αγαπητά πρόσωπα της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, μόλις κυκλοφόρησε τα «Γράμματα στη Χιονάτη» (εκδ. Καστανιώτη). Η βραβευμένη συγγραφέας με τους φανατικούς αναγνώστες αποδεικνύει για άλλη μια φορά πως έχει επίγνωση της αλήθειας και της ομορφιάς της ζωής και εξακολουθεί από την ενηλικίωσή μας ως σήμερα να μας συντροφεύει μέσα από τις ιστορίες των γυναικών που αφηγείται με μαεστρία και τόλμη.

Κυρία Φακίνου, κάθε νέο σας βιβλίο και μια καινούρια θεματική. Αυτές οι αλλαγές είναι συνειδητές;
Δεν το κάνω συνειδητά. Σίγουρα έχω τις συγγραφικές μου εμμονές (μοναχικές γυναίκες, φεύγουσες, σε διαρκή αναζήτηση ρόλου, ανα-αυτοκαθορισμού ή ανακάλυψης μιας κρυμμένης αλήθειας) αλλά νομίζω ότι κάθε φορά προκύπτει κάτι άλλο, έστω κι αν η αφετηρία μοιάζει να είναι όμοια.

«Γράμματα στη Χιονάτη», το νέο σας βιβλίο, πώς γεννήθηκε; Στην πορεία της γραφής ανακαλύψετε κάτι που δεν είχατε υπολογίσει ξεκινώντας; Για παράδειγμα, ο τίτλος –για μένα μαγικός– και το τέλος παραμένουν όπως τα είχατε σκεφτεί στην αρχή;
Ο τίτλος είχε προκύψει από παλαιότερο σημείωμα και δεν άλλαξε. Ασφαλώς στην πορεία, κατά τη διάρκεια της συγγραφής, αναβλύζουν πρόσωπα, σκηνές, καταστάσεις που δεν είχα προαποφασίσει. Κι αυτή είναι η γοητεία του γραψίματος: Να αφεθείς στο απρόοπτο, σ’ αυτό που σχεδόν ασυνείδητα βγαίνει. Το τέλος αυτού του βιβλίου ήρθε μόνο του, σαν έτοιμο από καιρό. Απλώς το αποδέχθηκα. Σε προηγούμενα βιβλία μου το τέλος είχε παραμείνει το αρχικό. Κάθε φορά, όμως, το γράψιμο είναι περιπέτεια που δεν ξέρεις πού θα σε βγάλει, αφήνεις το ένστικτο και τη συγγραφική πείρα να σε καθοδηγήσουν.

Στην αφήγησή σας μπερδεύεται το πραγματικό με το φανταστικό…
Αγαπώ αυτό το μπλέξιμο του ρεαλισμού με το φανταστικό, επειδή πιστεύω ότι συνυπάρχουν και στη ζωή. Κάθε τι που δεν βλέπουμε, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει.

Η ηρωίδα σας διεκδικεί το μερίδιο ζωής που είχε· επιμένει να έρχεται, να ανακατεύει τις μνήμες, ζητά την προσοχή μας – μια συνεχής διαδρομή ζωής που πρέπει να διανυθεί (συνειδητά ή όχι). Όλα τα πρόσωπα έχουν το δικό τους κομμάτι σ’ αυτή την πορεία και οι ρόλοι ευσχήμως αλλάζουν. Τι προσπαθεί να ξεκλειδώσει μέσα της;
Όλοι, χάρτινοι ήρωες αλλά και πραγματικοί ζώντες άνθρωποι, τι άλλο αναζητούν παρά αυτό που τους λείπει; Το κομμάτι που λείπει αγωνιζόμαστε όλοι να βάλουμε στη θέση του και να πετύχουμε μια προσωρινή ολοκλήρωση. Προσωρινή, επειδή ακολούθως θα διαπιστώσουμε ότι κι απ’ αυτό το κομμάτι λείπει ένα τμήμα του, κι άντε πάλι απ’ την αρχή. Πιστεύω ότι η αναζήτηση δεν τελειώνει ποτέ.

Από την αρχή ξενίζει η παράξενη γυναικεία φιγούρα που φθάνει φθινόπωρο σε απομακρυσμένο χωριό και ψάχνει σπίτι να νοικιάσει. Με ξυρισμένο το κεφάλι και τα φρύδια, στα μαύρα ντυμένη. «Έχασα τα μαλλιά και τα φρύδια μου… από στενοχώρια», απαντάει στις ενοχλητικές ερωτήσεις των κατοίκων.
Και σε προηγούμενα βιβλία μου υπήρχαν γυναίκες που έκοβαν τα μαλλιά τους από απογοήτευση και στενοχώρια, ανάμνηση αρχαίας θυσίας αλλά συγχρόνως και μιας νέας αρχής. Αυτή η έκθεση του γυμνού κρανίου απαιτεί θάρρος αλλά και περιφρόνηση κατεστημένων συνθηκών. Κάτι σαν: «Δέξου με έτσι, χωρίς την ομορφιά των μαλλιών μου, έξω από τα συνηθισμένα». Απαιτεί δηλαδή την ειλικρίνεια και την αποδοχή των άλλων, όπως είναι. Συγχρόνως όμως είναι και μια άσκηση θάρρους από τη μεριά της ηρωίδας, έστω κι αν ξεκίνησε ως πράξη απελπισίας.

Τα γράμματα στη Χιονάτη πού απευθύνονται;
Ο καθένας από εμάς έχει τη Χιονάτη του. Αρκεί να ψάξει να τη βρει. Το αν θα της γράψει γράμματα ή θα της απευθυνθεί νοερώς, είναι προσωπική επιλογή.

Πώς βγήκατε μετά από τη συγγραφή του;
Κατάκοπη αλλά λυτρωμένη (για την ώρα…).

Θεωρείτε αυτό το βιβλίο το πιο ώριμο, το πιο «δικό» σας;
Συμφωνώ για το πιο «δικό μου». Άλλωστε είναι φανερό, δεν κρύβεται.

© Δημήτρης Κοιλαλούς

Όλα τα βιβλία σας αναλύουν «ιδιαίτερους» χαρακτήρες ηρώων. Ποια στοιχεία σας έλκουν σε ένα χαρακτήρα ώστε να τον καταστήσετε λογοτεχνικό και ποια θέματα σας ενδιαφέρουν περισσότερο;
Πολλές φορές ένας χαρακτήρας, φαινομενικά απλός, κρύβει ιδιαιτερότητες που προκαλούν το ενδιαφέρον μου. Το περιβάλλον, η κοινωνία στην οποία ζουν, διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους, γι’ αυτό στα βιβλία μου ο Τόπος έχει ιδιαίτερη θέση, θα τολμούσα να πω «ρόλο ήρωα». Από τα πρώτα κιόλας μου βιβλία αλλά κι ως το τελευταίο, νομίζω, ότι εξακολουθεί να μ’ ενδιαφέρει ο ανα-αυτοκαθορισμός. Δηλαδή, δεν μου αρκεί η συνειδητοποίηση της δραματικής ή δύσκολης κατάστασης στην οποία βρίσκεται η ηρωίδα, αλλά η έξοδός της απ’ αυτήν και η προοπτική μιας καλύτερης, νέας ζωής.

Στα βιβλία σας υπάρχει μια νομοτέλεια κρυφή. Γιατί;
Στη ζωή το μόνο βέβαιο είναι ο θάνατος. Στα βιβλία μου, νομίζω, ότι δεν υπάρχουν βεβαιότητες, βρίθουν ανατροπών, κι επιπλέον αγαπώ τα «ανοιχτά τέλη», αυτά που επιδέχονται πολλαπλών ερμηνειών και απαιτούν τη συμμετοχή του αναγνώστη.

Δημιουργείτε πάντα ιδιαίτερα σημαντικές ηρωίδες. Θεωρείτε ότι οι γυναίκες είναι πολυπλοκότερες, πιο ενδιαφέρουσες ή ότι συγκεντρώνουν επάνω τους τα πιο πολλά δεινά;
Το έχω ξεκαθαρίσει από το δεύτερο κιόλας βιβλίο μου «Το έβδομο ρούχο», όταν το Δέντρο δηλώνει: «Αγαπώ τις γυναίκες... Οι γυναίκες έχουν τα μεγάλα πάθη. Αυτές είναι που γράφουν την Ιστορία. Που σηκώνουν στους ώμους τους τις σημαδιακές στιγμές». Τις γυναίκες - ηρωίδες μου τις αγαπώ, τις σέβομαι, τις πονάω, δεν τις ξεχνώ από βιβλίο σε βιβλίο, έχω έναν διαρκή διάλογο μαζί τους.

Είστε εσωστρεφής; Και αν ναι, η εσωστρέφειά σας υπήρξε πλεονέκτημα ή κουσούρι στη ζωή σας;
Είμαι εσωστρεφής με κραυγαλέες στιγμές εξωστρέφειας… Ναι, είναι πλεονέκτημα, επειδή υποχρεώνομαι σε συνεχή ενδοσκόπηση, αλλά είναι και μπελάς, γιατί φθείρει και κουράζει.

Τι δυσκολίες είχε η ζωή σας; Μια περιπέτεια που είχατε με την υγεία σας πριν λίγο καιρό σας κινητοποίησε ώστε να τα δείτε όλα με διαφορετική οπτική;
Είχα πολλές περιπέτειες με την υγεία μου, άλλοτε μικρές και απλώς κουραστικές, κι άλλοτε επικίνδυνα σοβαρές. Η οπτική γωνία έχει αλλάξει από τον καιρό της εφηβείας μου, κι ευτυχώς, παρόλο το τίμημα.

Πώς στέκεστε απέναντι στους ανθρώπους που σας περιβάλλουν;
Είμαι εξαιρετικά δοτική, μ’ όλα τα καλά και τα δύσκολα που επιφέρει αυτό. Και το μίσος μπορεί να παρακινεί, και η ζήλεια και πολλά αρνητικά συναισθήματα, αλλά επιλέγω την αγάπη ως κινητήρια ζωοδότρα παρακίνηση.

Από τη συγγραφική σας πορεία τι κρατάτε;
Τα κρατάω όλα, επειδή κάθε τι που γράφτηκε είχε τον λόγο του.

© Δημήτρης Κοιλαλούς

Τι άποψη έχετε για τη σημερινή ελληνική λογοτεχνία; Υπάρχει ποιότητα στη γραφή ή εγκαταλείπονται σχεδόν όλα στον βωμό των πωλήσεων;
Κάθε τι καλό που γράφεται βρίσκει τον χώρο του. Τα άλλα ξεχνιούνται, τα παίρνει ο άνεμος. Υπάρχουν πολλοί και καλοί νέοι συγγραφείς, η ελπίδα της ελληνικής λογοτεχνίας, που δυστυχώς έχουν βρεθεί την τελευταία δεκαετία να γράφουν σε δύσκολο εκδοτικό περιβάλλον. Θα τα καταφέρουν, όμως, κι όλοι θα θυμούνται και θα συζητούν τα καλά βιβλία. Οι πωλήσεις είναι ένα άλλο θέμα, πάντα ήταν άλλωστε. Θα τα καταφέρουν/θα τα καταφέρουμε και με λιγότερες πωλήσεις. Καλά βιβλία να γράφονται, αυτό είναι το ζητούμενο.

Και τέλος... ο συγγραφέας, για να θυμάται, γράφει;
Πιστεύω ότι γράφουμε για να παρηγορήσουμε –προσοχή, να παρηγορήσουμε κι όχι να θεραπεύσουμε– το τραύμα που ο καθένας μας φέρει εντός του, και που συνήθως ανάγεται σ’ εκείνη τη σκοτεινή παιδική ηλικία.