Βιβλιο

Ο Χάρης Νικολακάκης διαβάζει βιβλία στην καραντίνα

«Ανάμεσα στην ανάγνωση χειρόγραφων έκανα και δύο «διαλείμματα» με βιβλία που είχαν ήδη εκδοθεί και δεν είχα προλάβει να διαβάσω»

Μάκης Προβατάς
ΤΕΥΧΟΣ 740
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο Χάρης Νικολακάκης, Υπεύθυνος του εκδοτικού προγράμματος της BELL/Harlenic, αποκαλύπτει ποια βιβλία διάβασε εν μέσω καραντίνας

Η περίοδος της καραντίνας ήταν μια καλή ευκαιρία για να διαβάσω πολλά υποψήφια προς έκδοση βιβλία, ξένων αλλά και Ελλήνων συγγραφέων. Ανάμεσα στην ανάγνωση χειρόγραφων έκανα και δύο «διαλείμματα» με βιβλία που είχαν ήδη εκδοθεί και δεν είχα προλάβει να διαβάσω.

Για την ακρίβεια, το πρώτο τέτοιο διάλειμμα ήταν με το δικό μας «Μια φορά κι ένα ποτάμι» της Diane Setterfield – ένα από τα βιβλία του οποίου η έκδοση τον Μάρτιο αναβλήθηκε, λόγω του lockdown, και κυκλοφόρησε τελικά στα βιβλιοπωλεία πριν από μερικές μέρες. Υπάρχει ένα ποσοστό βιβλίων που εκδίδουμε τα οποία δεν τα διαβάζω πριν μεταφραστούν. Αυτό συμβαίνει με έργα γνωστών συγγραφέων που «ακολουθούμε» χρόνια στις εκδόσεις Bell, όπως είναι για παράδειγμα ο Ken Follett, ο John le Carré, ο Jeffrey Archer κ.ά. Η Diane Setterfield είναι μια τέτοια συγγραφέας και το νέο της μυθιστόρημα, που τιμήθηκε με το βραβείο Gold Crown ως το καλύτερο ιστορικό μυθιστόρημα του 2019, είναι μια απολαυστική μαγική, λυρική ιστορία που θίγει με μοναδικό τρόπο θέματα όπως είναι η απώλεια, οι ανθρώπινες σχέσεις και ο γονικός ρόλος. Η πλοκή του μυθιστορήματος ξετυλίγεται τον 19ο αιώνα σε μια περιοχή γύρω από τον Τάμεση και ξεχειλίζει από στοιχεία λαϊκών θρύλων, παραδόσεων, δεισιδαιμονιών, αλλά και επιστημονικών ανακαλύψεων που έκαναν αίσθηση την εποχή εκείνη. Μια σκοτεινή νύχτα, λοιπόν, τη νύχτα του χειμερινού ηλιοστάσιου, ανοίγει η πόρτα ενός πανδοχείου και μπαίνει μέσα ένας άγνωστος μ’ ένα νεκρό κοριτσάκι στην αγκαλιά του. Μερικές ώρες αργότερα, ωστόσο, το παιδί αναδεύεται και ξαναζωντανεύει. Είναι θαύμα; Ή μήπως αποτέλεσμα μαγείας; Και σε ποιον ανήκει αυτό το μικρό κορίτσι; Στα ερωτήματα αυτά απαντάει η Setterfield μέσα από μια αριστοτεχνικά δομημένη αφήγηση, όπου ο κάθε χαρακτήρας έχει δημιουργηθεί πολύ προσεχτικά, αλλά και το κάθε περιστατικό, η κάθε λέξη, θα έλεγα, υπηρετούν συγκεκριμένο σκοπό, που δεν φανερώνεται στον αναγνώστη παρά μόνο με την ολοκλήρωση της ιστορίας. Τότε που όλα μπαίνουν στη θέση τους, με έναν μαγικά μοναδικό τρόπο.

Το δεύτερο βιβλίο είναι το «Ροκ Σταρ» του Στέφανου Τσιτσόπουλου (εκδ. Μεταίχμιο), το οποίο ήταν ένα διπλά απολαυστικό αναγνωστικό διάλειμμα: και από τα μυθιστορήματα που διάβασα για το εκδοτικό μας πρόγραμμα και γενικά από το είδος του μυθιστορήματος. Γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα κράμα αυτοβιογραφίας, προσωπικού ημερολογίου, κοινωνικοπολιτικών γεγονότων, ραδιοφώνου, τέχνης, μουσικής, αμερικάνικης κουλτούρας, αλλά και νοοτροπιών της ελληνικής περιφέρειας. Γραμμένο σε μια γλώσσα άμεση και ζωντανή, όπως αυτή που θα χρησιμοποιούσε ο συγγραφέας αν ήταν σε μια παρέα και εξιστορούσε διάφορα γεγονότα ή σε μία μεταμεσονύχτια εκπομπή, με πιο χαλαρούς ρυθμούς αλλά με πιο έντονα στοιχεία κατάθεσης ψυχής, το «Ροκ Σταρ» μπορεί να είναι εμπνευσμένο από τον «Φύλακα στη σίκαλη», αλλά ξεφεύγει πολύ πέρα απ’ αυτά τα όρια και σου γεννά και μια ανάγκη: Αν έχεις διαβάσει το θρυλικό έργο του J.D.Salinger, να το ξαναδιαβάσεις, κι αν δεν το γνώριζες να ψάξεις να το βρεις.