Βιβλιο

Οι αρχαιολόγοι Ιωάννα και Ηλίας Ανδρέου είναι οι Ιντιάνα Τζόουνς της Ίμβρου

Ένα μικρό νησί με μεγάλη ιστορία ή και γιατί το έργο της ζωής τους είναι αυτό

Στέφανος Τσιτσόπουλος
17’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ίμβρος: Ένα μικρό νησί με μεγάλη ιστορία - Οι αρχαιολόγοι και συγγραφείς του δίτομου έργου Ιωάννα και Ηλίας Ανδρέου μιλούν στην ATHENS VOICE.

Ένα δίτομο έργο 830 σελίδων, με πυκνό περιεχόμενο, έργο ζωής των αρχαιολόγων μελετητών Ιωάννας και Ηλία Ανδρέου. Έπεσε στα χέρια μου το περασμένο καλοκαίρι και μαγεύτηκα. Πρώτα από όλα από την ευγένεια του ενός από τους δύο συγγραφείς του. Ο κύριος Ηλίας Ανδρέου μου το έφερε στο γραφείο για να μου το επιδώσει προσωπικά: «Εκτιμώ πάρα πολύ και διαβάζω φανατικά την εφημερίδα σας». Βούτηξα στις σελίδες του «Ίμβρος- ένα μικρό νησί με μεγάλη ιστορία» (Πατάκης) όπως κάποια παλιότερα παιδικά καλοκαίρια έκανα και με τον Ιούλιο Βερν. «Η Μυστηριώδης Νήσος» του ζεύγους Ανδρέου με συνεπήρε!

Το φθινόπωρο, που ανταμώσαμε ξανά στην Αθήνα, μας λες και γείτονες, εμείς Χαριλάου Τρικούπη και αυτοί στη Ζωοδόχου Πηγής, ο κ. Ανδρέου με ρώτησε πώς μου φάνηκε. Του είπα την πάσα αλήθεια: «Αυτό είναι ένα έργο ζωής και θα ήθελα μαζί με την κυρία Ιωάννα να κάνουμε μια μεγάλη συνέντευξη. Με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, αλλά και μεγάλη σε λέξεις. Αναλυτική». Έγνεψε καταφατικά και με χαρά. 

Αυτή η ακάματη νον στοπ εικοσιπενταετής προσπάθεια όπου οι δυο τους περπάτησαν, ξεψάχνισαν, εντόπισαν, κατέγραψαν και περιέσωσαν ως εικόνα, λόγο και μνήμη, τα πάντα γύρω από την ιστορία της Ίμβρου, πρέπει να εκτιμηθεί, να διαβαστεί και να φανεί ως κάτι περισσότερο από μια απλή παρουσίαση. Ο Ηλίας Ανδρέου κατάγεται από εκεί, ξενιτεύτηκε από το νησί του, όμως δεν έπαψε ποτέ να το αγαπά και να το έχει στο μυαλό του. Όσο μακριά κι αν έφευγε, επέστρεφε πάντα σ' αυτό. Όχι μόνο σαν ανάμνηση ή ολιγοήμερη επιστροφή για διακοπές στη γενέθλια γη αλλά και εμπράκτως: το δίτομο αυτό έργο είναι υπόθεση ζωής. Στοίχημα ζωής, όπου με συνοδοιπόρο, σύντροφο και συνάδελφο την Ιωάννα Ανδρέου, Πελοποννήσια στην καταγωγή, κατάφεραν να το φέρουν σε πέρας.

Απέχοντας μόνο δέκα ναυτικά μίλια από την είσοδο του Ελλήσποντου, η Ίμβρος κατείχε σημαίνουσα θέση στην ελληνική μυθολογία, την επική ποίηση και την ιστορία, όπως μαρτυρούν τα πολυάριθμα μνημεία της. Οι εντυπωσιακές βραχογραφίες της εντός σπηλαίων της Παλαιολιθικής και Νεολιθικής εποχής, η Αρχαία Ελλάδα, οι βυζαντινοί και οι χριστιανικοί χρόνοι της, οι επιγραφικές μαρτυρίες σε στήλες, κτίσματα, σαρκοφάγους και λαξεύματα, κατατίθενται, περιγράφονται και απεικονίζονται στις έξοχα εποπτικές και δομημένες ενότητες των δυο τόμων. Ένα πανόραμα, μια εξαντλητική παράθεση του «βίου» του νησιού ανά τους αιώνες. Οι δυο τόμοι με τίτλο «Ίμβρος - Ένα μικρό νησί με μεγάλη ιστορία» (Πατάκης) περιλαμβάνουν κάθε κάθε βιογραφική πηγή αλλά και ζώσα μνήμη, αφού το ζεύγος Ανδρέου λειτουργώντας και ως ρεπόρτερ κατάφεραν να συλλέξουν και μαρτυρίες από τους εναπομείναντες κατοίκους, οι οποίες και προσδίδουν στο έργο τους τεράστια σημασία.

Οι δραματικά μειούμενες μαρτυρίες για την Ίμβρο, ειδικά μετά το 1960, οι λιγοστοί πλέον Έλληνες κάτοικοι σε δυσμενείς συνθήκες, η σιωπή που σκέπει κάθε τι σχετικό με το νησί, το οποίο αν και εθνικό ζήτημα προτεραιότητας, ωστόσο δεν μονοπωλεί το ενδιαφέρον των μέσων, κάνουν το δίτομο έργο της Ιωάννας και του Ηλία Ανδρέου να μοιάζει με Κιβωτό. Περιέσωσαν, κωδικοποίησαν και ανέλυσαν τα πάντα για τον τόπο με έναν τρόπο αξιοθαύμαστα ολιστικό. Διεξοδικό, κατατοπιστικό, τυπωμένο υπέροχα, καθώς η τυπογραφία των κειμένων αλλά και των εικόνων πετυχαίνουν την τέλεια αντιστοίχηση «εκθεμάτων» και περιγραφής, διευκολύνει την ανάγνωση, την κάνει να μοιάζει σαν αληθινή περιήγηση(!). Έργο αναφοράς. Πώς τα κατάφεραν; Πώς το έφεραν σε πέρας; Όλα, στη συνέντευξη που ακολουθεί: παρασκήνια, προσκήνιο, αναμνήσεις και... Ίμβρος τώρα! 

Έργο ζωής. Και αναρωτιέμαι: τι είναι αυτό που για εικοσιπέντε χρόνια σας τροφοδοτεί με τέτοια ενέργεια, σθένος αλλά και πείσμα να οργώσετε την Ίμβρο, προκειμένου να μας το παραδώσετε; Προφανώς κάτι περισσότερο από τη θέλησή σας να παραδώσετε ένα ολοκληρωμένο και εφ' όλης περί της καταγωγής και της πλεύσης της Ίμβρου δια μέσου των χιλιάδων χρόνων ιστορίας της. Κάνω λάθος;
Η 25χρονη απασχόληση με την έρευνα και την τεκμηρίωση της ιστορίας της Ίμβρου δεν ξεκίνησε συνειδητά και προγραμματισμένα, απλώς προέκυψε μετά την πρώτη καταγραφή πληθώρας θέσεων με επιφανειακές αρχαιολογικές ενδείξεις, τις οποίες εντοπίσαμε κατά τα πρώτα χρόνια των περιηγήσεων στο νησί. Στη συνέχεια, επιβεβαιώνοντας καθημερινά τον πλούτο των καταλοίπων και τη διαχρονική συνέχεια της ανθρώπινης κατοίκησης, επεκταθήκαμε σε περιοχές δύσκολα προσβάσιμες, κρατώντας σημειώσεις, τεκμηριώνοντας με φωτογραφίες και σκίτσα το υλικό και εντάσσοντας τις θέσεις των μνημείων στον δορυφορικό χάρτη. Όταν πλέον συνειδητοποιήσαμε ότι η αρχή της κατοίκησης στην Ίμβρο «χανόταν» στα βάθη της προϊστορίας, ότι η μοναδική στον ελλαδικό χώρο μέχρι τώρα ζωγραφισμένη βραχογραφία των τελευταίων παλαιολιθικών χρόνων βρίσκεται στην Ίμβρο, ότι ο αριθμός των ευδιάκριτων τειχισμένων οικισμών της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού ξεπερνούσε ότι ήταν μέχρι τώρα γνωστό όχι μόνο στον χώρο του Αιγαίου αλλά και σε όλη την Ελλάδα, ότι δεκάδες ήταν οι διάσπαρτες σε όλο το νησί θέσεις κατοίκησης κατά τους αρχαίους χρόνους, ότι τα χρησιμοποιημένα σε σημερινές εκκλησίες μαρμάρινα αρχιτεκτονικά προέρχονταν από μνημειακής μορφής παλαιοχριστιανικές βασιλικές, ότι έχουν διατηρηθεί κατάλοιπα βυζαντινών κάστρων και ναών συχνά ιδρυμένων πάνω σε αρχαία θεμέλια και, τέλος, ότι οι λιθόκτιστοι πανέμορφοι οικισμοί των νεότερων χρόνων κατοικήθηκαν από ανθρώπους που διατήρησαν μέχρι σήμερα τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμά τους παρά τους έξι αιώνες τουρκοκρατίας και των διωγμών του 20ού αιώνα, αποφασίσαμε ότι το πολύτιμο από κάθε άποψη υλικό δεν πρέπει να παραμείνει στα συρτάρια αλλά ότι είμαστε υποχρεωμένοι να το επεξεργαστούμε και να το δημοσιεύσουμε. Την απόφασή μας ενίσχυσε και η διαπίστωση ότι πολλά από τα κατάλοιπα θα «διατηρηθούν» κατά κάποιο τρόπο μέσω της καταγραφής τους στο βιβλίο, δεδομένου ότι η απότομη τουριστική «αξιοποίηση» οδήγησε ήδη σε αρκετές καταστροφές. Η μετάβαση από το χαρακτηρισμένο ως στρατιωτική ζώνη νησί (που απαιτούσε ειδική κρατική άδεια εισόδου μέχρι το 1994) στον σημερινό παραθεριστικό προορισμό, πρώτο σε επιλογή των Τούρκων από όλη την έκταση της χώρας, προκάλεσε σημαντικές αλλοιώσεις στο περιβάλλον,κυρίως στην πρωτεύουσα και τις παράκτιες περιοχές, ενώ ήδη οι παραθεριστές κατά την δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα υπολογίζονται σε εκατοντάδες χιλιάδες.

Θα μπορούσατε να το φέρετε εις πέρας αν, εκτός από την εθνική αξία της, η Ίμβρος δεν ήταν και ένας τόπος όπου μέσα στη μακρο-ιστορία της δεν εμπλεκόταν και η προσωπική σας εμπλοκή μέσω καταγωγής και προσωπικής μνήμης;
Οπωσδήποτε, η ανάγκη της καταγραφής του μνημειακού πλούτου της πατρίδας δεν σχετίζεται μόνο με την επαγγελματική και ερευνητική ιδιότητα του ενός συγγραφέα αλλά στηρίζεται και σε όσα του έχει προσφέρει η ζωή του στο νησί, έστω και αν αφορά σχεδόν αποκλειστικά την παιδική ηλικία. Αποκτάς τις πρώτες γνώσεις σου στην Ίμβρο, όταν στα μέσα του 20ού αιώνα η «νιμπριώτισσα» γιαγιά, αντί για παιδικό παραμύθι, σου διηγείται τις περιπέτειες του Οδυσσέα και την ιστορία της προ-προγιαγιάς που αντιμετώπισε τους πειρατές, ενώ συμμετέχεις και στην ανησυχία της για την καθυστέρηση του γράμματος από τα ξενιτεμένα στην Αίγυπτο και την Αμερική μέλη της οικογένειας. Έχεις απορίες όταν πηγαίνεις σε τουρκικό δημοτικό σχολείο ενώ τρέχεις κρυφά να μάθεις ελληνική γραφή και ανάγνωση, κρύβοντας τα βιβλία και προσέχοντας να μην εκθέσεις τον έλληνα δάσκαλο. Μιλάς μόνο ελληνικά με τη μητέρα και τη γιαγιά σου ενώ παίζεις με παιδιά της ηλικίας σου συνεννοούμενος σε δύο γλώσσες, ακούς στο ραδιόφωνο ειδήσεις από την Ελλάδα, συμμετέχεις στις καθημερινές ανησυχίες για τις καλλιέργειες, το λιομάζωμα, τον τρύγο, το αλώνισμα. Επειδή έχει απαγορευτεί η λειτουργία στο νησί ελληνικού ημιγυμνασίου, αναγκάζεσαι μετά το δημοτικό να φύγεις για την Πόλη και να ζήσεις για πρώτη φορά σε άγνωστη οικογένεια, έχεις όμως την τύχη να μαθητεύσεις σε εξαίρετους καθηγητές στη Μεγάλη Σχολή και τη χαρά να επιστρέφεις κάθε καλοκαίρι στην Ίμβρο μετά από διήμερο θαλάσσιο ταξίδι. Δεν ξεχνάς τη θλίψη που ένιωσες όταν βρήκες λεηλατημένο το σπίτι της οικογένειας που σε φιλοξενούσε και κατεστραμμένα τα βιβλία σου κατά την επιστροφή στην Πόλη τον Σεπτέμβριο του 1955, αποκτώντας άμεση και τραυματική εμπειρία για τα προβλήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Δεν ξεχνάς την πρώτη ημέρα στην Ελλάδα, όταν έφθασες για τις πανεπιστημιακές σπουδές, ούτε όμως και ότι περίμενες πάνω από τριάντα χρόνια για να αποκτήσεις την ελληνική υπηκοότητα, ενώ ήδη σου είχαν αφαιρέσει την τουρκική και ενώ ήδη στο νησί είχε εφαρμοστεί ειδικό πρόγραμμα αφελληνισμού που ανάγκασε σε γενική σχεδόν φυγή τις ελληνικές οικογένειες μεταξύ 1964 και 1974.
Όταν το 1990 ο ίμβριος εκ των συγγραφέων απέκτησε τη δυνατότητα να επισκεφθεί την πατρίδα του μετά από 29 χρόνια, μαζί με μέλη της οικογένειας και συναδέλφους, η επανασύνδεση υπήρξε επίσης τραυματική. Διαπίστωσε τη μεγάλη ανατροπή στη σύνθεση του πληθυσμού, την αλλοίωση του οικιστικού ιστού, την πλήρη εγκατάλειψη των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, τη συνειδητή καταστροφή πολλών αγροτικών οικισμών, την πυκνότητα των στρατιωτικών εγκαταστάσεων. Η συν-συγγραφέας δεν κατάγεται από το νησί, είχε όμως ακούσει πολλές διηγήσεις για πρόσωπα, πράγματα και τον εκεί τρόπο ζωής κατά τα μέσα του 20ού αιώνα, επομένως είχε μεγάλο ενδιαφέρον να το γνωρίσει. Οι πρώτες περιοδείες μας είχαν σκοπό την επαφή με τη φύση, εξαιρετικά ποικιλόμορφη λόγω της ηφαιστειακής προέλευσης της Ίμβρου, η οποία άλλωστε υπήρξε και ηφαίστειο, και με συνεχείς εναλλαγές λόφων, ποταμών, κοιλάδων, παραλιών και γυμνών από βλάστηση βουνών. Η διάνοιξη νέων δρόμων μας έδινε τη δυνατότητα να πλησιάζουμε σε απομακρυσμένες από τα χωριά περιοχές, στις οποίες παλιότερα υπήρχαν κατοικημένοι αγροτικοί οικισμοί προσιτοί μόνο με χρήση ζώων, τώρα όμως έρημοι και χωρίς ζωή. Η επαφή με τη φύση, έστω και ανάμεσα σε εγκαταλελειμμένες ξωμεριές, όπως ονομάζουν οι ντόπιοι τους αγροτικούς οικισμούς, μας έφερνε πιο κοντά στην πραγματική Ίμβρο, εκείνη που θα θέλαμε να υπάρχει ακόμα, και μας έκανε να ξεχνάμε για λίγο τα δυσάρεστα.
Η ανακάλυψη των πρώτων επιφανειακών αρχαιολογικών ενδείξεων, ιδιαιτέρως των οχυρωμένων οικισμών της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού, ήταν επόμενο να προκαλέσει το κοινό ενδιαφέρον δύο αρχαιολόγων και, χωρίς άλλη συζήτηση, να μας οδηγήσει σε καθημερινές πλέον αναζητήσεις και εξορμήσεις βάσει προγράμματος. Η σύνθεση των αρχαιολογικών ενδείξεων που διασώθηκαν ορατές στην έκταση της Ίμβρου, εξαιρετικά σημαντικές είτε πρόκειται για απλά κομμάτια ταπεινών πήλινων αγγείων, είτε για λόφους με προϊστορικούς οικισμούς, είτε για βυζαντινά κάστρα και εκκλησίες, είτε για οικισμούς, ξωκλήσια και βρύσες των νεότερων χρόνων, είχε ως αποτέλεσμα συγγραφή και την έκδοση του βιβλίου.



Δύο χρόνια μετά την κυκλοφορία της κατά πόσο πιστεύετε πως η Ίμβρος σας βρήκε το κοινό της; Και ποιο είναι αυτό; Δεδομένου πως μιλάμε για ένα επιστημονικό και ιστορικό πόνημα που συνήθως στοχεύει σε εθνικές βιβλιοθήκες - αρχεία όπου «κατοικούν» επιστήμονες - μελετητές, ερευνητές. Άρα η κτήση-ανάγνωση της Ίμβρου σας δεν προσφέρεται για ατομικές βιβλιοθήκες, όπου το κυριάρχο από πλευράς κτήτορα είναι και μια «ψυχαγωγική» διάσταση της συλλογής.
Η αλήθεια είναι ότι και μόνο η όψη ενός ογκώδους δίτομου βιβλίου μπορεί να αποθαρρύνει τον απλό αναγνώστη, όπως και η τιμή του, ενώ το εξειδικευμένο γεωγραφικά θέμα του περιορίζει και το εύρος των πιθανών αγοραστών σε ειδικούς επιστήμονες και Ιμβρίους. Ακριβώς όμως, επειδή το κείμενο αναφέρεται σε αρχαιολογικά ευρήματα εξαιρετικά σημαντικά αλλά καθόλου εντυπωσιακά στην πλειονότητά τους, τεκμηριωμένα πάντοτε με επιστημονικά δεδομένα, προσπαθήσαμε να παρουσιάσουμε με τον κατά το δυνατόν απλούστερο και κατανοητό τρόπο την εξέλιξη της ιστορίας του νησιού, μέσω των έργων των εκάστοτε κατοίκων του. Η ιστορία της Ίμβρου είναι τεκμηριωμένη όχι μόνο από αρχαιολογικά ευρήματα αλλά και με ότι έχει δημοσιευτεί μέχρι σήμερα (αρχαία γραμματεία, επιγραφές, περιγραφές και χάρτες γεωγράφων και περιηγητών, οδοιπορικά ξένων αρχαιολόγων του 19ου αι., αναφορές και μελετήματα λογίων του νησιού κατά τον 20ό αιώνα). Επιπλέον, η περιγραφή της καθημερινής ζωής και των εθίμων που διατηρούνταν μέχρι και το τέλος του 20ού αιώνα στηρίζεται και σε διηγήσεις ηλικιωμένων Ιμβρίων που δεν μετακινήθηκαν από τον τόπο τους, είναι άλλωστε εύλογο να διαβάζεται ευκολότερα το περιεχόμενο του δεύτερου τόμου, το οποίο αναφέρεται στους χριστιανικούς χρόνους, επειδή συνδέεται με πιο κοντινά και γνωστότερα θέματα. Σκεφθήκαμε ότι έχει σημασία η επαφή με το βιβλίο ακόμα και μέσω των ιμβριακών συλλόγων ή και των βιβλιοθηκών, οπότε φροντίσαμε για τη δωρεάν αποστολή αντιτύπων στα ενεργά σωματεία Ιμβρίων σε όλο τον κόσμο, σε όλους τους καθηγητές και δασκάλους των σχολείων της Ίμβρου, στις βιβλιοθήκες των ελληνικών και των εδώ ξένων επιστημονικών ιδρυμάτων και στα αρχαιολογικά τμήματα των Φιλοσοφικών Σχολών των ελληνικών Πανεπιστημίων.

Αναμφισβήτητα οι επί γης Ίμβριοι έχουν για πρώτη φορά, αν δεν κάνω λάθος, ευκαιρία να καταδυθούν στα ενδότερα της γης τους. Πώς ήταν οι αντιδράσεις και σχόλιά τους, πώς το υποδέχτηκαν;
Οι Ίμβριοι δέχτηκαν με μεγάλη χαρά το βιβλίο, έχοντας ακριβώς την ευκαιρία να «καταδυθούν», όπως λέτε, στην ιστορία που γράφεται από τα ορατά κατάλοιπα, τα οποία ουσιαστικά οι πιο ηλικιωμένοι τα είχαν ζήσει και συμπεριλάβει στην καθημερινότητά τους. Συχνά στα χωράφια τους υπήρχαν τμήματα τοίχων που τα μετακινούσαν επειδή εμπόδιζαν την καλλιέργεια ή τα χρησιμοποιούσαν ως περιβόλους για τα κοπάδια των ζώων τους. Ονόμαζαν Σεντούκια τους λαξευμένους πάνω στο φυσικό βράχο τάφους, τους οποίους μετέτρεπανσε πατητήρια σταφυλιών, Μνημουρίτσα τον χώρο που το υνί αποκάλυπτε τάφους, Καστριά (ή Β’νιά και Β’νάρια) τους οχυρωμένους οικισμούς στις κορυφές των λόφων, Παλιοχώρι τις θέσεις με θεμέλια αρχαίων κτισμάτων, Λίθαρο και Κάψαλο τα τμήματα των απολιθωμένων δέντρων, Καμάρες τις βραχοσκεπές με τις βραχογραφίες, Πετρογούρνι τα κατάλοιπα ενός αρχαίου φράγματος για τη συγκέντρωση νερού από πηγές, Ψηφί τα σπαράγματα ψηφιδωτών δαπέδων, Εφτακαμαριώτη το εκκλησάκι που κρύβει κάτω από τη στέγη του τις καμάρες ενός σταυροειδούς βυζαντινού ναού. Όσοι Ίμβριοι μένουν ακόμα στο νησί παρακολουθούσαν την έρευνά μας ή μας οδηγούσαν οι ίδιοι στις θέσεις που υπήρχαν κατάλοιπα που τους κέντριζαν το ενδιαφέρον, ενώ οι υπόλοιποι μας είπαν μετά την έκδοση του βιβλίου «ααα, έτσι εξηγείται γιατί σας βλέπαμε ελάχιστα στο χωριό». Για όλα τα παραπάνω, καταλαβαίνετε γιατί χαιρόμαστε περισσότερο όταν μας ευχαριστούν οι Ίμβριοι για τον τρόπο παρουσίασης της πολιτιστικής κληρονομιάς του νησιού τους παρά όταν μας συγχαίρουν και μας επαινούν διακεκριμένοι συνάδελφοι και ακαδημαϊκοί.

Ποια είναι η κατάσταση στην Ίμβρο αυτή τη στιγμή; Για λόγους που δεν μπορώ να εξηγήσω, νιώθω πως κάτι τρέχει. Στην Ελλάδα δεν μετέχουμε της ανησυχίας με την ίδια ένταση που πιθανόν τη βιώνουν μόνο όσοι έχουν ρίζα, είτε μένοντας εκεί είτε ζώντας μακριά της, αλλά δεν παύουν να την πονούν.
Στην Ίμβρο, το κλίμα αυτή την εποχή είναι πολύ πιο ενθαρρυντικό από τότε που ξεκινήσαμε την έρευνά μας στο νησί. Τότε οι στρατιώτες ήταν πολλαπλάσιοι των 250 ηλικιωμένων στην πλειονότητά τους Ιμβρίων ενώ δεν ακουγόταν παιδική ελληνική φωνή, οι έποικοι από την Ανατολία είχαν φθάσει τις 8.000 και παρέμεναν ισχυρές οι μνήμες για βιαιοπραγίες, καταλήψεις και καταστροφές εκκλησιών και σπιτιών, επεισόδια ή και δολοφονίες από τούρκους βαρυποινίτες που μέχρι πριν λίγο κυκλοφορούσαν ελεύθεροι, επειδή οι αρχές είχαν εγκαταστήσει ανοιχτές φυλακές. Σήμερα, ο αριθμός των μόνιμων ελλήνων κατοίκων έχει αυξηθεί με την επιστροφή και επανεγκατάσταση συνταξιούχων αλλά και νέων ιμβρίων με τις οικογένειές τους, ενώ το καλοκαίρι ο αριθμός σχεδόν διπλασιάζεται. Η επαναλειτουργία μειονοτικών ελληνικών σχολείων στο νησί είναι η σπουδαιότερη ουσιαστική αλλαγή, δεδομένου ότι η ελληνική εκπαίδευση είχε βιαίως απαγορευτεί και διακοπεί από το 1964, γεγονός που υποχρέωσε όλες τις οικογένειες με παιδιά να εγκαταλείψουν την Ίμβρο για την Πόλη και, κυρίως, για την Ελλάδα. Πενήντα σχεδόν χρόνια αργότερα, τα ιμβριακά σωματεία της Ελλάδας με συντονισμένες ενέργειες και με τη γενναία στήριξη του ιμβρίου Οικουμενικού Πατριάρχη και ένθερμου πατριώτη Βαρθολομαίου, κατόρθωσαν να δοθεί άδεια λειτουργίας δημοτικού σχολείου και στη συνέχεια γυμνασίου, λυκείου και νηπιαγωγείου. Επιδιορθώθηκαν τα κατεστραμμένα και λεηλατημένα παλιά σχολικά κτίρια και το έτος 2013 χτύπησε το πρώτο κουδούνι, ενώ κατά το τρέχον σχολικό έτος (2019-2020) στα μειονοτικά σχολεία φοιτούν πενήντα παιδιά, αριθμός απίστευτος πριν λίγα χρόνια.
Για τους Ιμβρίους, η επανεγκατάσταση οικογενειών με παιδιά και η επαναλειτουργία των σχολείων αποτελεί το σημαντικότερο γεγονός από την εποχή της γενικής φυγής κατά την ταραγμένη δεκαετία 1964-1974. Όλοι εύχονται και ελπίζουν να μην υπάρξουν νέοι αποσταθεροποιητικοί παράγοντες και να προχωρήσει η ζωή στο νησί υπό ομαλές συνθήκες, όπως πιστεύει και ο Οικουμενικός Πατριάρχης λέγοντας ότι «η ΄Ιμβρος έχει και μέλλον, δεν έσβησε από τον χάρτη της Ρωμιοσύνης. Έτσι πιστεύουμε όλοι, έτσι θέλουμε να πιστεύουμε, και το μέλλον και η ιστορία δεν θα μας διαψεύσει».
Έχετε δίκιο για τους Έλληνες της κυρίως Ελλάδας, ειδικά για τους νεότερους που δεν έζησαν τα γεγονότα 1964-1974 (αλλά ούτε και έμαθαν έστω χονδρικά τι συνέβη) η Ίμβρος είναι κάπου ένα νησί, μερικοί μάλιστα νομίζουν ότι ανήκει στην Ελλάδα. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι, μαζί με την Τένεδο, από το 1470 μέχρι σήμερα, το μοναδικό διάστημα που ανήκαν στην Ελλάδα υπήρξε η ενδεκαετία 1912-1923, δηλαδή από την απελευθέρωσή τους από τον ναύαρχο Κουντουριώτη στις 18 Οκτωβρίου 1912 και την ενσωμάτωσή τους σο ελληνικό κράτος με πρώτο διοικητή τον Παντελή Χορν, πατέρα του γνωστού ηθοποιό, μέχρι την παράδοσή τους στην Τουρκία στις 4 Οκτωβρίου 1923 σε εφαρμογή της συνθήκης της Λωζάννης. Ακόμα λιγότεροι έχουν ακούσει για τις μεθόδους που χρησιμοποίησε συστηματικά το κεμαλικό κράτος και η συνέχειά του από το 1923 μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα, κατά παράβαση όλων των όρων της συνθήκης της Λωζάννης, προκειμένου να εξαναγκαστούν οι Ίμβριοι να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους, ακριβώς επειδή διατηρούσαν αυτούσια την ελληνικότητά τους παρά τους πέντε αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας.

Θεωρώ πως το έργο σας είναι παγκόσμιας κλάσης και σημασίας. Γιατί η Ίμβρος ήταν τόσο «εξαφανισμένη» από το αρχαιολογικό πεδίο-βιβλιογραφία μέχρι να καλύψετε εσείς αυτό το κενό;
Ευχαριστούμε για την υπερ-θετική γνώμη σας για το βιβλίο, υπερβολική μάλλον ως προς τον προσδιορισμό «παγκόσμιας σημασίας», πράγματι όμως, κατά τη γνώμη πολλών αρχαιολόγων και ιστορικών, είναι το μοναδικό στο είδος του για τον ελλαδικό χώρο, ενώ κανονικά θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. Πολλοί από τους συναδέλφους εξεπλάγησαν από την πυκνότητα των ευρημάτων, το ιστορικό βάθος, τη διαχρονική συνέχεια αλλά και από τη διατήρηση τόσο πολλών ενδείξεων ορατών στη σημερινή επιφάνεια του εδάφους. Η διάσωση οφείλεται στο γεγονός ότι η Ίμβρος διατήρησε τον παραδοσιακό αγροτικό χαρακτήρα της μέχρι σχεδόν το τέλος του 20ού αιώνα, ενώ από τις αρχές του 21ου άρχισαν οι αποχωματώσεις και οι εκσκαφές με μηχανήματα σε μεγάλη έκταση και βάθος.
Η Ίμβρος δεν περιλαμβάνεται στην αρχαιολογική βιβλιογραφία του 20ού αιώνα, ακριβώς επειδή ανήκει στο τουρκικό κράτος, ενώ αντιθέτως υπάρχουν σημαντικές δημοσιεύσεις ξένων αρχαιολόγων και άλλων ερευνητών που περιηγήθηκαν το νησί κατά τον 19ο αιώνα, τον τελευταίο της οθωμανικής κυριαρχίας. Ελάχιστοι γεωγράφοι και περιηγητές πέρασαν από το νησί από τον 15ο μέχρι και τον 18ο αιώνα εξαιτίας της θέσης του εκτός των θαλάσσιων διαδρομών προς Κωνσταντινούπολη, οι περιγραφές τους όμως περιορίζονταν στο Κάστρο, το οποίο καλύπτει την αρχαία πόλη Ίμβρο και πρωτεύουσα του νησιού. Στο τέλος του 18ου δημοσιεύτηκαν τα πρώτα αρχαία νομίσματα και το 1850 εκδόθηκε το πρώτο έργο με αναφορές σε αρχαιότητες των χωριών της Ίμβρου, καταγεγραμμένες από τον ίμβριο ιερομόναχο Βαρθολομαίο Κουτλουμουσιανό, σπουδαίο λόγιο, καθηγητή και συγγραφέα. Λίγο αργότερα πραγματοποιήθηκε και η πρώτη επίσκεψη αρχαιολόγου, του γερμανού Alexander Conze, ανασκαφέα της Σαμοθράκης, ο οποίος περιηγήθηκε ολόκληρο το νησί, κατέγραψε συστηματικά και δημοσίευσε τον τότε ορατό μνημειακό πλούτο της Ίμβρου καθώς και πολλές επιγραφές που είχε συγκεντρώσει και δημοσιεύσει ο φιλάρχαιος μητροπολίτης Νικηφόρος Γλυκάς. Ακολούθησαν στις αρχές του 20ού αιώνα μερικοί ακόμα ξένοι αρχαιολόγοι που δημοσίευσαν τις παρατηρήσεις τους, ενώ τελευταίος υπήρξε ο έλληνας Ν. Κυπαρίσσης, ο οποίος επισκέφθηκε την Ίμβρο το 2013, αμέσως μετά την απελευθέρωσή της, και κατέγραψε όσες από τις ήδη δημοσιευμένες αρχαιότητες διασώζονταν στο νησί.
Με εξαίρεση την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα, το τουρκικό κράτος όχι μόνο δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες της Ίμβρου αλλά και επέτρεψε τη συνεχή φθορά τους, θεωρώντας προφανώς ότι όλες ήταν αρχαίες ελληνικές και βυζαντινές, άρα δεν υπήρχε λόγος να διασωθούν και να προβάλλονται. Ευτυχώς, δεν συμβαίνει το ίδιο για τα προϊστορικά ευρήματα, δεδομένου ότι η δημοσίευση το 1991 στο περιοδικό Αρχαιολογία των δικών μας εντυπώσεων από την πρώτη επίσκεψη στο νησί, ειδικά για έναν προϊστορικό οικισμό δίπλα στο αεροδρόμιο του νησιού, ήταν η αφορμή για να ξεκινήσουν ανασκαφές και να αποκαλυφθεί σημαντικός οικισμός της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. Ακόμα πιο ενδιαφέροντα είναι τα ευρήματα που φέρνουν στο φως τα τελευταία χρόνια οι ανασκαφές στο άλλο άκρο του νησιού, αποκαλύπτοντας τα κατάλοιπα οικισμού με χρήση από την Πρώιμη Νεολιθική Εποχή μέχρι και τη Μέση Εποχή του Χαλκού (6500-1600 π.Χ.). Τα αποτελέσματα των δύο ανασκαφών έχουν κοινοποιηθεί με αρκετά άρθρα και περιλαμβάνονται στη διεθνή βιβλιογραφία, ενώ λίγο αργότερα από την έκδοση του δικού μας βιβλίου κυκλοφόρησε και μία μονογραφία στα γερμανικά για την εποχή της κληρουχίας στην Ίμβρο (Imbros, ArchaologieeinernordostagaischenInsel).

Αναλογίζεστε τι θα συνέβαινε αν ο Πατριάρχης δεν κάλυπτε τα έξοδα της έκδοσης, μιας και κυριολεκτικά, πέρα από το πολύτιμο περιεχόμενο, ο όγκος του έργου αλλά και η ποιότητα του χαρτιού - εκτύπωσης το καθιστούν κυριολεκτικά... πολυτελείας;
Δεν αναλογιζόμαστε, είμαστε βέβαιοι ότι εξαιρετικά δύσκολα θα βρισκόταν χορηγός για τόσο προσεγμένη έκδοση, όπως και είμαστε ευγνώμονες στον Πατριάρχη, γνήσιο τέκνο της Ίμβρου, ο οποίος μάλιστα στην προσωπική του αλληλογραφία υπογράφει ως «Ο Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίος ο Ίμβριος». Προσφέρθηκε για τη χορηγία αμέσως μόλις πληροφορήθηκε ότι το κείμενο του βιβλίου είναι έτοιμο για σελιδοποίηση και παρακολούθησε τις εργασίες σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, ενώ με υπερηφάνεια προσφέρει τους δύο τόμους σε επισκέπτες του.



Για τον αναγνώστη της ATHENS VOICE που σήμερα, αυτή τη στιγμή, για πρώτη φορά μαθαίνει  για το έργο σας. Πώς, και γιατί, αν μου επιτρέπετε, θα τον παροτρύνατε να το αναζητήσει;
Θα παροτρύναμε κάποιον να αναζητήσει και να διαβάσει το βιβλίο, έχοντας υπόψη ότι η ιστορία ενός μικρού νησιού, όπως η Ίμβρος, είναι η εξέλιξη ενός φαινομενικά κλειστού μικρόκοσμου, ουσιαστικά όμως ανοιχτού σε ποικίλες επιρροές και επιδράσεις. Πολλοί νομίζουν ότι η θάλασσα χωρίζει, αντιθέτως η ναυσιπλοΐα άνοιξε δρόμους και συνέβαλε στην ανάπτυξη και διάδοση πολιτισμών ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, όπως συνέβη και με την Ίμβρο. Αντίστοιχοι μικρόκοσμοι λειτούργησαν σε όλα τα νησιά και σε κάθε γωνιά της ελληνικής γης με μικρές ή μεγαλύτερες ιδιαιτερότητες και διαφοροποιήσεις, επομένως ο αναγνώστης του βιβλίου θα παρακολουθήσει το λεγόμενο «ιστορικό γίγνεσθαι» ενός τόπου που θα μπορούσε να είναι ο δικός του, μαθαίνοντας συγχρόνως την πολυπλοκότητα της εξέλιξης των νησιών του Αιγαίου. Το πλούσιο φωτογραφικό υλικό που συνοδεύει το κείμενο καλύπτει το σύνολο σχεδόν των αναφορών και διευκολύνει την κατανόηση της ειδικής επιστημονικής ορολογίας, ενώ οι πληροφορίες για τον τρόπο ζωής θα φέρουν πιθανώς στη μνήμη του αναγνώστη στιγμές που έχει ζήσει, εικόνες που έχει δει ή ιστορίες που είχε ακούσει. Ένας ακόμα σημαντικός λόγος για να διαβάσει κάποιος το βιβλίο, σχετίζεται με τις ιστορικές και διπλωματικές εξελίξεις κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, οι οποίες οφείλονται στη γεωπολιτική σημασία της θέσης του νησιού και οδήγησαν στην πλήρη ανατροπή των πληθυσμιακών δεδομένων.



Υπάρχει συνέχεια για την «Ίμβρο» σας; Ή νιώθετε πως εξαντλήσατε την «ύλη»; Κι αν όχι από εσάς -που σας το εύχομαι- ποια πιστεύετε πως πρέπει να είναι η συνέχεια αυτής της συγγραφικής διαδικασίας ιστορίας και τεκμηρίωσης;
Είμαστε βέβαιοι ότι θα υπάρξει συνέχεια, όχι βεβαίως από μας αλλά από νεότερους ερευνητές, και ότι θα είναι εντυπωσιακή εφόσον συνεχιστούν οι συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες στο νησί και δεν περιοριστούν μόνο σε προϊστορικές θέσεις. Οι πληροφορίες που συγκεντρώσαμε αποκλειστικά και μόνο από τα επιφανειακά κατάλοιπα μας προϊδεάζουν για τα ευρήματα των συστηματικών και ανασκαφικών ερευνών, άλλωστε υπάρχουν ακόμα περιοχές που δεν κατορθώσαμε να προσπελάσουμε για συγκεκριμένους λόγους και θα ήταν χρήσιμο να «εξερευνηθούν». Οι Ίμβριοι μελετητές, βασιζόμενοι στις δικές μας παρατηρήσεις, μπορούν να μελετήσουν και να δημοσιεύσουν επιμέρους σύνολα διαφόρων εποχών, κυρίως όσα δεν απαιτούν ανασκαφική έρευνα. Ήδη προχωρούν οι εργασίες ομάδας βυζαντινολόγων για τη δημοσίευση των εικόνων των εκκλησιών της Ίμβρου, ενώ εξαιρετικά σημαντική θα ήταν η έρευνα και η δημοσίευση των αρχείων της Μητρόπολης Ίμβρου και Τενέδου, δεδομένου ότι η Εκκλησία υπήρξε επί αιώνες το κέντρο όχι μόνο της εκκλησιαστικής αλλά και της καθημερινής ζωής των κατοίκων του νησιού.

Κάτι πολύ προσωπικό: Πώς είναι να δουλεύεις αλλά και να ζεις μαζί με τον άνθρωπό σου; Ζευγάρι αρχαιολόγων! Τι συμβαίνει αν υπάρχει διάσταση απόψεων επί ενός επιστημονικού προβλήματος; Κατά πόσο παρεισφρέει το πρόβλημα και στη σχέση μετά τη δουλειά;
Δεν ξέρω αν θα σας φανεί παράξενο, αλλά υπήρξαν και πιθανώς υπάρχουν ακόμα αρκετά ζευγάρια αρχαιολόγων, τουλάχιστον στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, αλλά και στις Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές. Η διαφορά μας, ωστόσο, με τα αντίστοιχα ζευγάρια άλλων ειδικοτήτων είναι ότι δεν επρόκειτο για συνεχή συνεργασία μέσα σε ένα γραφείο αλλά για μερική, δεδομένου ότι συνήθως εργαζόμαστε εκτός γραφείου σε διαφορετικές περιοχές, κυρίως όταν υπηρετούσαμε σε περιφερειακές Εφορείες Αρχαιοτήτων, οι οποίες κάλυπταν την προστασία μνημείων και τη διενέργεια ανασκαφών σε τέσσερις ή πέντε,κάποτε και σε επτά νομούς. Ακόμα όμως και σε αυτήν την περίπτωση, οι συζητήσεις για τα θέματα και τα ποικίλα προβλήματα της δουλειάς μεταφέρονταν στο σπίτι και τα υπέμενε όλη η οικογένεια. Συχνά υπάρχουν διαφωνίες σχετικά με την αντιμετώπιση πολλών και διαφόρων καταστάσεων αλλά και διαφορετικές απόψεις για επιστημονικά θέματα, πράγμα το οποίο είναι απλό όταν απλώς τις συζητάς, γίνεται όμως μεγάλο πρόβλημα όταν πρόκειται να μεταφερθεί σε ένα κοινό άρθρο ή βιβλίο. Σχετικά με το συγκεκριμένο βιβλίο, η συγγραφή του οποίου άρχισε στο τέλος του 2010 αλλά έπρεπε στη συνέχεια να προσθέτουμε τις νέες θέσεις που εντοπίζαμε μέχρι και το 2016 ενώ παραλλήλως συνεχίζαμεκαι τη βιβλιογραφική έρευνα με τα νεότερα δεδομένα, είναι προφανές ότι ήμασταν υποχρεωμένοι συνεχώς να συζητάμε, να συγκρίνουμε, να συμφωνούμε ή να διαφωνούμε, να προσθέτουμε ή να απορρίπτουμε, ακόμα και να φιλονικούμε έντονα για τον τρόπο ερμηνείας και παρουσίασης των θεμάτων ή για την επιλογή των φωτογραφιών μέσα σε χιλιάδες λήψεις και τον τρόπο ένταξής τους στη σελιδοποίηση. Ο πιο υπομονετικός κατόρθωνε τελικά να συγκεράσει τις απόψεις και να προχωρούμε, ενώ η ικανοποίηση και η χαρά για το αποτέλεσμα διέγραψε όλες τις δυσάρεστες στιγμές.



Πίσω πάλι στην Ίμβρο, αλλά όχι στους δυο τόμους, στο νησί νησί. Πόσον καιρό έχετε να την επισκεφτείτε; Και πώς νιώθετε κάθε φορά που επιστρέφετε εκεί; Τι απέμεινε από τις αναμνήσεις σας σε μέρη και ανθρώπους αλλά και πώς είναι η ζωή για τους τουρίστες που θα την επισκεφτούν, πέρα από τους ξεριζωμένους της;
Από το καλοκαίρι του 2017, κατά τη διάρκεια του οποίου παραμείναμε υποχρεωτικά στην Αθήνα επειδή τυπωνόταν το βιβλίο, δεν ξαναβρεθήκαμε στην Ίμβρο. Η έλλειψή του είναι παραπάνω από έντονη, ελπίζουμε πάντως ότι σύντομα θα μπορούμε να επιστρέψουμε και, όπως πάντα, να νιώθουμε ότι είμαστε συνεχώς εκεί και να απολαμβάνουμε όσα ακόμα μπορούν να μας χαροποιούν. Οι αναμνήσεις μάς συνοδεύουν συνεχώς και μάλιστα με κάθε λεπτομέρεια, επειδή κάθε χώρος και κάθε ημέρα που βρισκόμασταν στο νησίσυνδέονται με εικόνες, συζητήσεις, εκπλήξεις και ανακαλύψεις. Έχουμε επίσης τη δυνατότητα να συναντάμε στην Αθήνα και να μιλάμε με αγαπητούς Ιμβρίουςπου γνωρίζαμε ήδη ή γνωρίσαμε στο νησί, οι οποίοι κάθε άνοιξη και φθινόπωρο επαναλαμβάνουν τους δρόμους των αποδημητικών πουλιών.
Οι «τουρίστες» που θα επισκεφθούν το νησί για ελάχιστες ημέρες (υπάρχουν ελληνικά τουριστικά πρακτορεία που εντάσσουν σε προγράμματα εκδρομών στη Δυτική Μικρά Ασία ακόμα και μονοήμερη εξόρμηση στην Ίμβρο), ελάχιστα πράγματα μπορούν να προσλάβουν και ακόμα λιγότερα να καταλάβουν για την ταυτότητα της Ίμβρου, βλέποντας μόνο τους κατοικημένους ή και τους ερημωμένους οικισμούς και μερικές παραλίες. Οι δεκάδες χιλιάδες τούρκοι παραθεριστές που κατακλύζουν κάθε καλοκαίρι το νησί ενδιαφέρονται μόνο για τις ομπρέλες και τις ξαπλώστρες στις ακτές, ενώ οι πιο αθλητικοί από αυτούς, μαζί με μερικούς αντίστοιχους από τα κεντρικά Βαλκάνια, ασχολούνται μόνο με τα θαλάσσια σπορ και, σπανιότερα, με την θέαση της δύσης από το ερειπωμένο και εντελώς εγκαταλελειμμένο αρχαίο και βυζαντινό Κάστρο.

© Θανάσης Καρατζάς