Βιβλιο

Για μια επέτειο

Ένα συλλογικό βιβλίο με κείμενα αφιερωμένα στα εβδομήντα χρόνια των εκδόσεων Ίκαρος

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 467
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ο εκδοτικός Ίκαρος πέταξε τον Δεκέμβρη του ’43 και ευτυχώς όχι μόνο συνεχίζει να πετά, αλλά κάνει και ωραία πτητικά κόλπα, αφού ένα χρόνο τώρα εκδίδει και μεταφρασμένα βιβλία. Εδώ έδωσε στους φίλους των εκδόσεων τη λέξη «Επέτειος» – γιορτάστε μια δικιά σας μαζί μας, τους είπε.


Έτσι, μετά το ποίημα του Ελύτη «Επέτειος» σε θέση καλωσορίσματος, μεταξύ άλλων οι Ευγένιος Αρανίτσης, Ε.Γ. Ασλανίδης, Απόστολος Δοξιάδης, Επίκουρος, Αχιλλέας Κυριακίδης, Αντώνης Κυριακούλης, Ντορίνα Παπαλιού, Άννα Ποταμιάνου, Σάκης Σερέφας, Γιάννης Υφαντής, Γιώργος Ψάλτης έδωσαν την εκδοχή τους. Άλλοι επέλεξαν η επέτειος να αφορά τις εκδόσεις, άλλοι πήραν αφορμή από γεγονότα και άλλοι κατέθεσαν κάτι προσωπικό. Θα μείνουμε στην «επέτειο» του Ανταίου Χρυσοστομίδη με τίτλο «Τα κίτρινα παπούτσια». Στην εξιστόρηση μιας περιπέτειας υγείας, που αν και τον ταλανίζει ακόμα, αυτός μας έβγαλε εδώ κεράσματα από χιούμορ και αισιοδοξία καμωμένα…

n

«…Μάλιστα. Να ξεχάσεις τι σου συμβαίνει, και να συνεχίσεις τη ζωή σου όπως πριν. Στο μεταξύ θέλεις δέκα λεπτά κάθε πρωί για να βάλεις τα παπούτσια σου, ενώ πριν ήθελες ούτε ένα, κι άλλα τόσα για να βάλεις το παντελόνι σου, το οποίο πριν έμπενε μόνο του ή σχεδόν, δίνει ποτέ κανένας σημασία στις κινήσεις που κάνει όταν βάζει το παντελόνι του; Όχι δεν δίνει. Κάθε πρωί που ξυπνάς η πρώτη σου σκέψη είναι ότι δεν μπορείς πια να περπατήσεις ως κανονικός άνθρωπος, κάθε πρωί η ίδια σκέψη, ότι πέρασες σε μια άλλη οικογένεια, την οικογένεια των ανθρώπων με κινητικά προβλήματα, και τότε σχεδόν δεν θέλεις να σηκωθείς, προτιμάς να μείνεις οριζοντιωμένος. Κι ύστερα, την ώρα που πασχίζεις να βάλεις τα παπούτσια σου, βλέπεις κάθε πρωί το ίδιο πράγμα, ένα κουτί παρατημένο εδώ κι ένα χρόνο κάτω από την καρέκλα του δωματίου σου, από ανακυκλωμένο χαρτόνι, το κουτί κλειστό, αλλά ξέρεις πολύ καλά τι περιέχει, είναι κάτι κίτρινα παπούτσια που είχες αγοράσει την καλή εποχή, τα είχες βρει σε τιμή ευκαιρίας, η αμερικάνικη εταιρεία άλλαζε αντιπρόσωπο στην Ελλάδα κι αυτός αποφάσισε να πουλήσει το στοκ που του είχε απομείνει στις αποθήκες, κι από διακόσια περίπου ευρώ που κόστιζαν τώρα τα πουλούσε σαράντα, πήρες λοιπόν τα κίτρινα παπούτσια, η Ρίτα που είναι θεόμουρλη και της αρέσουν τα έντονα χρώματα επέμενε, πάνε τα κίτρινα με το τζιν έλεγε, είναι πολύ γαμάτα, άλλωστε τι κοστίζουν, τζάμπα είναι, κι εσύ τα πήρες, έντονα κίτρινο το χρώμα τους κι όλο ανέβαλλες την ημέρα που θα τα έβαζες, κι ύστερα έγινε αυτό που έγινε και τώρα πώς να τα φορέσεις, θα σε κοιτάζουν στον δρόμο και θα λένε κοίτα παπούτσια ο σακάτης, δεν κοιτάζει που περπατάει με το μπαστούνι, τα κίτρινα παπούτσια του έλειπαν…»