- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Κριτική για τα Άπαντα τα πεζά του Πολωνού συγγραφέα Μπρούνο Σουλτς που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση Αλεξάνδρας Δ. Ιωαννίδου
Υπάρχουν τρόποι και τρόποι για να γράψει κανείς την αυτοβιογραφία του – ο Μπρούνο Σουλτς οδηγήθηκε από τη φύση του («ίδιον της ύπαρξής μου είναι να παρασιτώ στις μεταφορές» γράφει στο αφήγημά του «Μοναξιά») στην πιο ποιητική ανασύνθεση της εμπειρίας, «αναζητώντας τη μυθική αίσθηση, τον ουσιώδη πυρήνα της προσωπικής μου ιστορίας» – όπως έλεγε.
Δύο συλλογές διηγημάτων και λίγα ακόμα σκόρπια πεζά συγκροτούν ένα έργο ριζοσπαστικό και πρωτότυπο, που επιτέλους υπάρχει ολόκληρο στα ελληνικά, θαυμάσια μεταφρασμένο από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου. Δεν ήταν εντελώς άγνωστος στην Ελλάδα· οι συλλογές του «Τα μαγαζιά της κανέλας» και «Η νύχτα της μεγάλης εποχής» είχαν κυκλοφορήσει το 1988 και το 1996 αντίστοιχα από τις εκδόσεις Νεφέλη σε μετάφραση του Δημήτρη Χουλιαράκη. Όμως τώρα μας δίνεται η ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε στο σύνολό της την παραγωγή αυτού του πληθωρικού ταλέντου που έδυσε στα πενήντα του χρόνια τον Νοέμβριο του 1942, από τη σφαίρα ενός αξιωματικού της Γκεστάπο, την ώρα που γύριζε στο εβραϊκό γκέτο με μια φρατζόλα μαύρο ψωμί κάτω από τη μασχάλη. Σκοτώθηκε ενώ ετοιμαζόταν να δραπετεύσει από το Ντρόχομπιτς, την επαρχιακή πόλη της Γαλικίας απ’ όπου δεν έφυγε ποτέ. Είχε εκδώσει ψεύτικα χαρτιά, είχε εμπιστευτεί το αρχείο του, πίνακες, σχέδια, αλληλογραφία, σε φίλους έξω από το γκέτο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του αρχείου χάθηκε χωρίς να αφήσει ίχνη – μαζί και το χειρόγραφο του ημιτελούς του μυθιστορήματος με τίτλο «Ο Μεσσίας».
Λίγες φωτογραφίες του Μπρούνο Σουλτς επέζησαν ως σήμερα. Η εικόνα του σχηματίζεται καθαρότερα μέσα από τις αυτοπροσωπογραφίες του, που βρίσκονται άλλοτε στο επίκεντρο και άλλοτε στο περιθώριο των εξίσου ονειρικών με τα πεζά του, εικαστικών του συνθέσεων, έργων καμωμένων με κάρβουνο ή μολύβι, όπου συχνά το μικρό του σώμα με το μεγάλο κεφάλι σπαρταρά παραδομένο στην κυριαρχική γοητεία επιβλητικών, απρόσιτων γυναικών. Μοιάζει παιδί που γέρασε χωρίς να μεγαλώσει – κι ίσως γι’ αυτό διατήρησε την έκθαμβη ματιά του απέναντι στον κόσμο, «έτοιμη να παρεκκλίνει ανά πάσα στιγμή σε μια εξωπραγματική, συμπαντική αλήθεια που μόνο τα παιδιά μπορούν να συνδυάσουν με τις καθημερινές τους εμπειρίες», καθώς σημειώνει η Αλεξάνδρα Ιωαννίδου στο επίμετρο της ελληνικής έκδοσης. Κι όπως το παιδί φτιάχνει από τα πιο ευτελή αντικείμενα το βασίλειό του, έτσι κι ο συγγραφέας σ’ ένα κομμάτι σκούρο πανί βλέπει τη μυστικιστική απεραντοσύνη ενός ουρανού φωτισμένου από ένα βιολετί φεγγάρι, και στο παραγέμισμα ενός βαλσαμωμένου πουλιού που ξεφτάει, μια μεταφορά για τη φθορά και τη θνητότητα. «Συνήθως θεωρούμε τη λέξη σκιά της πραγματικότητας, σύμβολό της», έγραφε σ’ ένα σύντομο δοκίμιό του, με τίτλο «Μυθολογώντας την πραγματικότητα». «Το αντίθετο, ωστόσο, είναι πιο σωστό: η πραγματικότητα είναι η σκιά της λέξης».