Βιβλιο

Άπαντα τα πεζά του Μπρούνο Σουλτς. Μια σπουδαία έκδοση.

Μυθολογώντας την πραγματικότητα

Κατερίνα Σχινά
ΤΕΥΧΟΣ 721
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Κριτική για τα Άπαντα τα πεζά του Πολωνού συγγραφέα Μπρούνο Σουλτς που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Καστανιώτη σε μετάφραση Αλεξάνδρας Δ. Ιωαννίδου

Υπάρχουν τρόποι και τρόποι για να γράψει κανείς την αυτοβιογραφία του – ο Μπρούνο Σουλτς οδηγήθηκε από τη φύση του («ίδιον της ύπαρξής μου είναι να παρασιτώ στις μεταφορές» γράφει στο αφήγημά του «Μοναξιά») στην πιο ποιητική ανασύνθεση της εμπειρίας, «αναζητώντας τη μυθική αίσθηση, τον ουσιώδη πυρήνα της προσωπικής μου ιστορίας» – όπως έλεγε.

Δύο συλλογές διηγημάτων και λίγα ακόμα σκόρπια πεζά συγκροτούν ένα έργο ριζοσπαστικό και πρωτότυπο, που επιτέλους υπάρχει ολόκληρο στα ελληνικά, θαυμάσια μεταφρασμένο από την Αλεξάνδρα Ιωαννίδου. Δεν ήταν εντελώς άγνωστος στην Ελλάδα· οι συλλογές του «Τα μαγαζιά της κανέλας» και «Η νύχτα της μεγάλης εποχής» είχαν κυκλοφορήσει το 1988 και το 1996 αντίστοιχα από τις εκδόσεις Νεφέλη σε μετάφραση του Δημήτρη Χουλιαράκη. Όμως τώρα μας δίνεται η ευκαιρία να επανεκτιμήσουμε στο σύνολό της την παραγωγή αυτού του πληθωρικού ταλέντου που έδυσε στα πενήντα του χρόνια τον Νοέμβριο του 1942, από τη σφαίρα ενός αξιωματικού της Γκεστάπο, την ώρα που γύριζε στο εβραϊκό γκέτο με μια φρατζόλα μαύρο ψωμί κάτω από τη μασχάλη. Σκοτώθηκε ενώ ετοιμαζόταν να δραπετεύσει από το Ντρόχομπιτς, την επαρχιακή πόλη της Γαλικίας απ’ όπου δεν έφυγε ποτέ. Είχε εκδώσει ψεύτικα χαρτιά, είχε εμπιστευτεί το αρχείο του, πίνακες, σχέδια, αλληλογραφία, σε φίλους έξω από το γκέτο. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του αρχείου χάθηκε χωρίς να αφήσει ίχνη – μαζί και το χειρόγραφο του ημιτελούς του μυθιστορήματος με τίτλο «Ο Μεσσίας».

Λίγες φωτογραφίες του Μπρούνο Σουλτς επέζησαν ως σήμερα. Η εικόνα του σχηματίζεται καθαρότερα μέσα από τις αυτοπροσωπογραφίες του, που βρίσκονται άλλοτε στο επίκεντρο και άλλοτε στο περιθώριο των εξίσου ονειρικών με τα πεζά του, εικαστικών του συνθέσεων, έργων καμωμένων με κάρβουνο ή μολύβι, όπου συχνά το μικρό του σώμα με το μεγάλο κεφάλι σπαρταρά παραδομένο στην κυριαρχική γοητεία επιβλητικών, απρόσιτων γυναικών. Μοιάζει παιδί που γέρασε χωρίς να μεγαλώσει – κι ίσως γι’ αυτό διατήρησε την έκθαμβη ματιά του απέναντι στον κόσμο, «έτοιμη να παρεκκλίνει ανά πάσα στιγμή σε μια εξωπραγματική, συμπαντική αλήθεια που μόνο τα παιδιά μπορούν να συνδυάσουν με τις καθημερινές τους εμπειρίες», καθώς σημειώνει η Αλεξάνδρα Ιωαννίδου στο επίμετρο της ελληνικής έκδοσης. Κι όπως το παιδί φτιάχνει από τα πιο ευτελή αντικείμενα το βασίλειό του, έτσι κι ο συγγραφέας σ’ ένα κομμάτι σκούρο πανί βλέπει τη μυστικιστική απεραντοσύνη ενός ουρανού φωτισμένου από ένα βιολετί φεγγάρι, και στο παραγέμισμα ενός βαλσαμωμένου πουλιού που ξεφτάει, μια μεταφορά για τη φθορά και τη θνητότητα. «Συνήθως θεωρούμε τη λέξη σκιά της πραγματικότητας, σύμβολό της», έγραφε σ’ ένα σύντομο δοκίμιό του, με τίτλο «Μυθολογώντας την πραγματικότητα». «Το αντίθετο, ωστόσο, είναι πιο σωστό: η πραγματικότητα είναι η σκιά της λέξης».

Μεγάλος μάστορας μιας άκρως αισθησιακής γλώσσας, ο Μπρούνο Σουλτς είναι ένας θηρευτής της ομορφιάς του καθημερινού, ένας ασάλευτος ταξιδιώτης στο ανοίκειο. Τον σύγκριναν με τον Προυστ και τον Κάφκα, για την πληθωριστική ανασύσταση της παιδικής ηλικίας και την εκστατική ροή της παρομοίωσης, για την εμμονή του με τον πατέρα και τη δύναμη της μεταμορφωτικής του φαντασίας. Όμως, καθώς έγραψε ο νομπελίστας Ι.Μπ. Σίνγκερ, γεννημένος κι αυτός στην Πολωνία και μεγαλωμένος εκεί, ανάμεσα στους δυο μεγάλους πολέμους, ο Σουλτς «κατάφερε να φτάσει σε βάθη που κανείς από τους δυο δεν είχε πλησιάσει». Οι σελίδες του είναι εκτυφλωτικά λαμπρές, όπως οι «μεγάλες, φωτεινές και ευρύχωρες» μέρες της άνοιξης, ο τόνος του μαυλιστικός, όπως τα μεσημέρια, όταν ξαπλώνεις ανάμεσα στα χόρτα ενός απεριποίητου, μυστικού κήπου στην καλοκαιρινή λιακάδα. Όμως κάτι απειλητικό παραμονεύει, έτοιμο να σπάσει το περίβλημα αυτής της αισθησιακής μαγείας, κάτι αλλόκοτο που κρύβεται ακόμη και στα πιο λυρικά, τα πιο όμορφα αποσπάσματα των διηγημάτων του. Είναι «η σκληρότητα του μύθου», όπως έγραψε ο Τζον Απντάικ στην εισαγωγή του στην αγγλική έκδοση της συλλογής «Το σανατόριο κάτω από την κλεψύδρα» του Σουλτς (στη σειρά «Συγγραφείς από την άλλη Ευρώπη» των εκδόσεων Penguin, την επιμέλεια της οποίας είχε ο Φίλιπ Ροθ), η τρομερή ένταση μιας ιερής αφήγησης που νοηματοδοτεί τον κόσμο.