- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο Αρίστος Δοξιάδης στέλνει στην A.V. ένα απόσπασμα από το καινούργιο του βιβλίο «Το αόρατο ρήγμα - Θεσμοί και συμπεριφορές στην ελληνική οικονομία», που θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Ίκαρος.
Ο ιδιόμορφος ελληνικός καπιταλισμός, χωρίς μεγάλες επιχειρήσεις, έχει μια ιδιόμορφη μεσαία τάξη, χωρίς στελέχη επιχειρήσεων, ή πιο σωστά με συγκριτικά λίγα στελέχη. Στις αναπτυγμένες χώρες η μεσαία τάξη περιλαμβάνει, σχηματικά, τρεις μεγάλες επαγγελματικές κατηγορίες. Πρώτη, τα μεσαία στελέχη επιχειρήσεων και οργανισμών, όλη δηλαδή την ιεραρχία, ή την «τεχνοδομή», ανάμεσα στους χειρωνάκτες και τους υπαλλήλους στη βάση της πυραμίδας και στους ανώτερους διευθυντές και ιδιοκτήτες στην κορυφή της. Δεύτερη, τους μικροεπιχειρηματίες, τυπικά έμπορους, που καρπώνονται επιχειρηματικό κέρδος αλλά δεν συσσωρεύουν κεφάλαιο στην επιχείρησή τους. Τρίτη, τους μορφωμένους ελεύθερους επαγγελματίες, όπως γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς.
Παρόλο που οι τρεις κατηγορίες έχουν πολύ διαφορετικούς ρόλους στην οικονομία, έχουν περίπου όμοια κοινωνική θέση. Μένουν σε παρόμοιες γειτονιές, έχουν τις ίδιες παρέες, τα ίδια σχολεία, και καταναλώνουν περίπου με τον ίδιο τρόπο. Πολιτικά, σε όλες σχεδόν τις χώρες και εποχές, είναι η τάξη που στηρίζει την αστική δημοκρατία, ζητά σταθερούς θεσμούς, ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, και αποστρέφεται την αυθαιρεσία, τόσο των δικτατόρων όσο και των κινημάτων. Έχει αρκετά να χάσει από την ανομία και αρκετά να κερδίσει από την ανάπτυξη, ώστε να στηρίζει συνήθως μετριοπαθή κεντροδεξιά ή κεντροαριστερά κόμματα. Είναι τάξη των «συμφερόντων» και όχι των «παθών». Οικονομικά είναι οι καταναλωτές που δίνουν βάθος στην εσωτερική αγορά, αλλά και το «ανθρώπινο κεφάλαιο» για τις δραστηριότητες υψηλής παραγωγικότητας. Χωρίς μεγάλη μεσαία τάξη, υπάρχουν μόνο «μισθοί Βουλγαρίας», κατά την τρέχουσα ορολογία.
Η ελληνική δημοκρατία δεν θα ήταν δημοκρατία και η οικονομία δεν θα ήταν από τις πλούσιες στον κόσμο χωρίς μεσαία τάξη. Από τα κράτη που βγήκαν από τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το ελληνικό κράτος ήταν το πιο πετυχημένο, αυτό που πρώτο πλησίασε τα ευρωπαϊκά πρότυπα τόσο στους θεσμούς όσο και στην κατανάλωση. Από μια οπτική γωνία, η επιτυχία οφείλεται στο ότι βρέθηκε τρόπος από νωρίς να δημιουργηθεί και να παίξει ρόλο στα πράγματα μια μεσαία τάξη, που σταδιακά μεγάλωνε, και υπήρχε ως υπόδειγμα κοινωνικής ανόδου για τα κατώτερα, τα αγροτικά κυρίως, στρώματα. Δεν είναι σκοπός μου εδώ να περιγράψω αυτή τη διαδικασία· αναφέρω μόνο συνοπτικά τρεις κρίσιμους παράγοντες: τον ελληνισμό της διασποράς, τους τοπικούς προύχοντες και τους εκπαιδευτικούς θεσμούς.
Σημαντικό, όμως, είναι αυτό που λείπει από την ελληνική διαδικασία σχηματισμού της μεσαίας τάξης. Λείπουν οι εταιρείες, που απασχολούν στελέχη σε ιεραρχίες που όλο και βαθαίνουν, απαιτούν νέες δεξιότητες, γίνονται πιο παραγωγικές και δίνουν καλύτερες αμοιβές. Σε όλο τον αναπτυγμένο καπιταλισμό αυτά τα στελέχη ήταν η κατεξοχήν μεσαία τάξη, και όχι μόνον αριθμητικά. Ο τρόπος εργασίας και σταδιοδρομίας τους αποτελούσε το πρότυπο της τάξης. Εξαρτημένη εργασία, ανέλιξη σε αρμοδιότητες και αποδοχές, ωράριο, συμμόρφωση σε εταιρικούς θεσμούς, στάτους ανάλογο με τη βαθμίδα της ιεραρχίας – δηλαδή, ο τυπικός «άνδρας με το γκρι φανελένιο κοστούμι» που περιγράφει το διάσημο αμερικάνικο μυθιστόρημα της δεκαετίας του 1950. Στο σινεμά ήταν ο Τζακ Λέμον σ’ ένα γραφείο με άλλους είκοσι στη σειρά ή, αργότερα, στο κουβούκλιό του σ’ ένα μεγάλο διάδρομο που γυρνάει σπίτι το βράδυ κουρασμένος από τη μονοτονία και τον προϊστάμενο.
Αντίθετα, στην Ελλάδα το πρότυπο της τάξης ήταν ο δικηγόρος: ανεξάρτητος, σ’ ένα δικό του μικρό γραφείο, κυνηγά μόνος τον πελάτη, τη βγάζει το πρωί στα καφενεία των δικαστηρίων. Δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν, εκτός από το λογαριασμό του στην τράπεζα, που κυμαίνεται χρόνο με το χρόνο ανάλογα με τις δουλειές. Στο σινεμά, πότε είναι ο χουβαρδάς Λάμπρος Κωσταντάρας, πότε ο εκνευρισμένος Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.
Οι δυο αυτοί τύποι μεσοαστού λειτουργούν πολύ διαφορετικά μέσα στην οικονομία, κι επειδή η τάξη τους είναι τόσο κρίσιμη για τη λειτουργία του κράτους, για την επικρατούσα ιδεολογία και για το παραγωγικό μοντέλο, ωθούν και την κοινωνία σε διαφορετική τροχιά ανάπτυξης.
Διαφέρουν πρώτα-πρώτα στις εργασιακές τους συναλλαγές. Το στέλεχος συναλλάσσεται περισσότερο με τα άλλα στελέχη της ίδιας εταιρείας, συνεργατικά, για να προκύψει ένα συλλογικό αποτέλεσμα, το προϊόν δηλαδή της εταιρείας. Αν έχει επαφή με πελάτες ή προμηθευτές, την κάνει με την ιδιότητα του εκπροσώπου της εταιρείας. Ο ελεύθερος επαγγελματίας (όπως και ο μικροέμπορος) συναλλάσσεται ως ίδιο πρόσωπο, όχι ως εκπρόσωπος, με τους τρίτους.
Η εταιρεία όπου εντάσσεται το στέλεχος μπορεί να μεγαλώνει, να συσσωρεύει κεφάλαιο, να αλλάζει προϊόντα, να αντιδρά με πολλούς διαφορετικούς τρόπους στις εξελίξεις της τεχνολογίας, στον ανταγωνισμό, στις διακυμάνσεις της αγοράς. Μέσα σε αυτές τις αλλαγές της εταιρείας το στέλεχος μπορεί να συνεχίσει να κάνει περίπου την ίδια δουλειά, αν βέβαια δεν απολυθεί, ενόσω αλλάζει η σχέση της εταιρείας με το περιβάλλον. Ή, αν φύγει από μια εταιρεία, η οποία για παράδειγμα εισάγει καλλυντικά και πάει σε μια άλλη, που εξάγει κρασιά, μπορεί να δουλέψει χρησιμοποιώντας τις ίδιες δεξιότητες που είχε και πριν. Αντίθετα, ο επαγγελματίας έχει πολύ μικρότερα περιθώρια για να αλλάξει το προϊόν που προσφέρει. Το προϊόν του είναι σε μεγάλο βαθμό αυτός ο ίδιος. Κάθε σημαντική αλλαγή είναι αλλαγή ταυτότητας και τρόπου ζωής.
Γι’ αυτό και έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για τον επαγγελματία από όσο για το στέλεχος η ταυτότητα με την οποία θα πρωτοβγεί στην αγορά εργασίας, δηλαδή το πτυχίο που θα έχει. Για το στέλεχος, το πτυχίο είναι η αρχή για να ενταχθεί σ’ ένα εταιρικό σύνολο, που στη συνέχεια μπορεί να του δώσει πολλές δυνατότητες αν δουλέψει καλά, ή και αν κινηθεί έξυπνα μέσα στις ίντριγκες του γραφείου, και αργότερα ίσως να μετακινηθεί σε άλλη εταιρεία με διαφορετικό αντικείμενο. Ο επαγγελματίας θα έχει σε όλη του τη ζωή, εκτός απροόπτου, την αρχική του ιδιότητα, οδοντογιατρός, φαρμακοποιός ή συμβολαιογράφος.
Αυτό ίσως εξηγεί γιατί έχουμε αυτές τις περίεργες αναλογίες μεταξύ ειδικοτήτων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα και κατ’ επέκταση στην οικονομία. Ενώ είμαστε από τις λιγότερο πλούσιες χώρες του ΟΟΣΑ, έχουμε από τα ψηλότερα ποσοστά εισαγωγής στα πανεπιστήμια και τους λιγότερους σπουδαστές σε σχολές επαγγελματικής κατάρτισης. Έχουμε τους περισσότερους γιατρούς ανά 1.000 κατοίκους, ενώ αντίθετα έχουμε πολύ λίγους νοσηλευτές. Έχουμε πάρα πολλούς δικηγόρους, φαρμακοποιούς, πολιτικούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες...
Αν ισχύει ότι η οικονομική πολιτική και τα εργασιακά ήθη στις δημοκρατίες καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από τις προσδοκίες και τα συμφέροντα της μεσαίας τάξης, στην Ελλάδα βιώσαμε τι σημαίνει για μια κοινωνία να ορίζεται ο μεσοαστικός βίος από τον επαγγελματικό τίτλο του πτυχίου