- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το θέατρο του φασισμού στήνει ο «νεογοτθικός» Πάτρικ ΜακΓκραθ
«Το φάντασμα του βεστιαρίου» είναι μια ιστορία για τη μυθολογία του θεάτρου και τις μεταμφιέσεις που κάποτε κρύβουν μια τερατώδη ηθική παραμόρφωση (Μεταίχμιο)
Λονδίνο, 1947. Μισογκρεμισμένα κτίρια, κρατήρες από βόμβες, αρουραίοι, αιθαλομίχλη, τρόφιμα με το δελτίο. Σπίτια παγωμένα, δάχτυλα ξυλιασμένα, ένα αραιό φλιτζάνι τσάι με λίγο τζιν για παρηγοριά, λαχανόσουπα, καμιά ξεχασμένη στο ντουλάπι κονσέρβα. Ο πόλεμος έχει τελειώσει, μα η νικήτρια Βρετανία είναι οικονομικά κατεστραμμένη. Όμως οι παμπ προσκαλούν τους καταρρακωμένους Λονδρέζους με το κιτρινωπό τους φως και τα θέατρα γεμίζουν ασφυκτικά. Κι ας έχει μόλις πεθάνει ο μέγας ηθοποιός Τσάρλι Γκράις. Κι ας τον πενθεί, απαρηγόρητη, η «αγαλματένια» χήρα του Τζόαν, υπεύθυνη βεστιαρίου στο θέατρό του.
Αυτό είναι το σκηνικό μέσα στο οποίο στήνει ο «νεογοτθικός» Πάτρικ ΜακΓκραθ το τελευταίο του μυθιστόρημα, κινώντας τους ήρωές του μεταξύ των υγρών δωματίων τους και του δυσώδους χάους των θεατρικών παρασκηνίων. Είναι μια ιστορία για το πένθος και την αναπλήρωσή του, για τα μυστικά και τη διαβρωτική τους ισχύ, για την προδοσία και την αποκαρδίωση, για τον φασισμό και τα αειθαλή του πλοκάμια. Και κυρίως μια ιστορία για τη μυθολογία του θεάτρου, για τους ρόλους, για τους σκιώδεις εαυτούς των ηθοποιών, τους «ζαρωμένους πίσω από την περσόνα που προβάλλουν». Για τα κοστούμια, τις μάσκες, τις μεταμφιέσεις που κάποτε κρύβουν μια τερατώδη ηθική παραμόρφωση.
«Νεογοτθικός» είναι ο ΜακΓκραθ γιατί σ’ όλο το έργο του –δέκα μυθιστορήματα και συλλογές διηγημάτων ως τώρα– διερευνά το ασταθές όριο ανάμεσα στην πνευματική υγεία και την τρέλα, την παραβατικότητα και την αυτοκαταστροφή. Στο «Φάντασμα του Βεστιαρίου» όλα αυτά τα στοιχεία είναι παρόντα και κάποτε συνηχούν εκκωφαντικά, ενώ οι διάσπαρτες αναφορές σε διάσημα θεατρικά έργα, σκηνικούς ψιθύρους, ατάκες, χειρονομίες παροξύνουν την ένταση. Ένας γυναικείος χορός σχολιάζει τη δράση, πιο κοντά στις μάγισσες του Μάκβεθ και λιγότερο στην ελληνική τραγωδία. Μόνο που το υπερφυσικό (τόσο οικείο στον συγγραφέα) είναι εδώ περιορισμένο: βρίσκεται πίσω από τα φύλλα μιας αχνοπράσινης ντουλάπας με σπασμένο αέτωμα και «σκαλιστά κλήματα» στις γωνιές, όπου κρέμονται τα ρούχα του Τσάρλι Γκράις. Είναι αυτά που η χήρα του αγκαλιάζει, μυρίζει και φορά μέσα στο σπαρακτικό της πένθος, αλλά αργότερα –από οίκτο; από ρεαλισμό; από συγκίνηση;– αρχίζει να τα χαρίζει ένα-ένα στο νεαρό ηθοποιό που αντικαθιστά τον Γκράις στο ρόλο του Μαλβόλιο από τη «Δωδεκάτη Νύχτα». Είναι αυτά που θα αποκαλύψουν και το φρικτό μυστικό του Γκράισι, που φάντασμα, τώρα πια, στοιχειώνει την απελπισμένη γυναίκα του, την ηθοποιό κόρη του, τον αντικαταστάτη του, αλλά και τη χώρα ολόκληρη, σαν ένα πνεύμα αφανισμού, ένας homo violens που τις νύχτες απεκδύεται το προσωπείο της καλόγνωμης διασημότητας και ντυμένος στα μαύρα εξαπολύει τον τρόμο στις εβραϊκές γειτονιές, κορυφαίο στέλεχος της Βρετανικής Ένωσης Φασιστών του Όσβαλντ Μόσλι, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’30.