- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
No man’s land
Το διήγημα που κέρδισε την 4η διάκριση στο Διαγωνισμό Διηγήματος στην 36η Γιορτή Βιβλίου
Της Αλίνας Τριανταφύλλου
«Θα πάμε σήμερα στη θάλασσα;», ρώτησε η Μαρία.
«Φυσικά. Φτιάξε την τσάντα και φύγαμε! Και μην ξεχάσεις τα καπέλα γιατί ο ήλιος είναι δυνατός», είπε ο Κωνσταντίνος ενώ πότιζε την τελευταία γλάστρα στο μπαλκόνι.
«Αχ τι ωραία, χρειαζόμαστε λίγη χαλάρωση. Αυτή η ζέστη δεν αντέχεται πια», σκεφτόταν η Μαρία, ενώ μάζευε όλα τα αξεσουάρ του μπάνιου.
Η κρίση τούς είχε χτυπήσει την πόρτα για τα καλά και πλέον τα οικονομικά ήταν περιορισμένα για να πάνε διακοπές. Από το περασμένο καλοκαίρι είχαν αναγκαστεί να αφήσουν το σπίτι τους στα προάστια και να μετακομίσουν στο κέντρο της Αθήνας για να μειώσουν τα έξοδα τους.
Ήταν ήδη Αύγουστος και η Αθήνα είχε αδειάσει. Ο κόσμος είχε ξεχυθεί στα νησιά και στα χωριά σε αναζήτηση λίγης ξενοιασιάς. Είχαν μείνει λίγοι στην πρωτεύουσα και αυτό μπορούσες να το καταλάβεις από την ελάχιστη κίνηση στους δρόμους και από τα λίγα περίπτερα που είχαν μείνει ανοιχτά. Όσοι δεν είχαν φύγει, γέμιζαν είτε τις παραλίες της Αττικής, είτε τις πλατείες και τα διάφορα στέκια. Τα καφέ και τα παγκάκια της Πλατείας Μαβίλη ήταν γεμάτα από ανθρώπους που αναζητούσαν λίγη δροσιά γύρω από το σιντριβάνι. Οικογένειες με παιδιά αλλά και παρέες πιτσιρικάδων μαζεύονταν στο Πάρκο Ελευθερίας και στον κήπο του Μεγάρου Μουσικής για να κάνουν βόλτα ή πικ - νικ ή απλώς ν’ «αράξουν».
Και οι δυο είχαν δυσκολευτεί να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση. Η Μαρία, όμως, σιγά σιγά ανακάλυπτε ότι υπήρχε ένας καινούριος κόσμος που τον αγνοούσε μέχρι τότε. Μπορούσε πιο εύκολα να πάει σε μουσεία και εκθέσεις που της άρεσαν. Θυμόταν ότι όταν ήταν φοιτήτρια, δεν πολυπάταγε στη Νομική γιατί χρειαζόταν πάνω από δυο ώρες με τη συγκοινωνία. Κάθε φορά που κανόνιζε να πάει στο Κολωνάκι ή στα Εξάρχεια, έπρεπε να το έχει οργανώσει ειδικά, ώστε να υπάρχει μεταφορικό μέσο. Διάβαζε για τις εναλλακτικές θεατρικές παραστάσεις σε παλιά εργοστάσια και βιομηχανικούς χώρους και σκεφτόταν, με λαχτάρα, πόσο θα ήθελε να συμμετέχει στην καλλιτεχνική ζωή. Τώρα, λοιπόν, γράφτηκε επιτέλους στο θεατρικό εργαστήρι μιας μικρής ομάδας στο Γκάζι. Πήγαινε πιο συχνά σινεμά και της άρεσε πολύ που υπήρχαν θερινοί κινηματογράφοι ανάμεσα στις πολυκατοικίες. Αναμειγνυόταν στο ανομοιόμορφο πλήθος που προσπαθούσε να επιβιώσει σ’ αυτή την σκληρή αλλά και γοητευτική πόλη. Έβλεπε τις οικογένειες των ασιατών να κάθονται τα καλοκαιρινά απογεύματα στα μικρά μπαλκονάκια των ισογείων ακούγοντας μουσική και γελώντας με πράγματα που εκείνη δεν καταλάβαινε. Αλλά το ζεστό χαμόγελο που της χάριζαν την γέμιζε ζεστασιά και την έκανε να νιώθει ότι δεν είναι μόνη. Για λίγο απόρησε με αυτή τη σκέψη. Μα, αφού δεν ήταν μόνη, ζούσε με τον σύντροφό της, δεν υπήρχε λόγος να αισθάνεται έτσι. Με τον Κωνσταντίνο ήταν μαζί πάνω από τρία χρόνια. Τον είχε ερωτευτεί αμέσως και εκείνος την είχε πολιορκήσει από την πρώτη στιγμή.
Της άρεσαν τα πάντα πάνω του, ο τρόπος που μίλαγε, ο τρόπος που κοίταγε, το βάδισμα του, τα χέρια του. Μπορούσε απλά να ακούει την ανάσα του και να είναι ευτυχισμένη. Στους έξι μήνες αποφάσισαν να συζήσουν και, παρόλο που δούλευαν πολύ, έβρισκαν χρόνο για δραστηριότητες και εκδρομές. Βέβαια εκείνος δεν συμμεριζόταν τόσο πολύ τις καλλιτεχνικές της ανησυχίες αλλά πού και πού την συνόδευε στα «κουλτουριάρικα» έργα που της άρεσαν. Έτσι κι αλλιώς, οι συνθήκες της ζωής τους τότε, δεν επέτρεπαν και πολλές εξορμήσεις στο κέντρο. Έμεναν στα προάστια και γύριζαν και οι δυο πολύ κουρασμένοι, αφού τα γραφεία τους ήταν στην περιοχή του Χίλτον.
Από τότε που μετακόμισαν στο κέντρο, ο Κωνσταντίνος αναπολούσε σχεδόν καθημερινά τις ανέσεις που πίστευε ότι είχαν στο προηγούμενο τους σπίτι και έβρισκε συνεχώς αφορμές για να συγκρίνει το παρελθόν με το παρόν. Έβγαιναν έξω όλο και λιγότερο, με τη δικαιολογία ότι η οικονομική τους κατάσταση δεν το επέτρεπε. Παραπονιόταν συνέχεια για τους ασιάτες ενοίκους ενός διαμερίσματος του ισογείου και είχε προσπαθήσει να πείσει τον διαχειριστή να τους κάνει παρατήρηση για την έντονη μυρωδιά που κυρίευε την είσοδο και το κλιμακοστάσιο όταν μαγείρευαν. Πράγματι, η πολυκατοικία ήταν παλιά, δεν είχε καλή μόνωση και κάποιες στιγμές η ατμόσφαιρα γινόταν αποπνικτική. Μάταια προσπαθούσε η Μαρία να του εξηγήσει ότι, όπως όλοι οι άνθρωποι, είχαν κι αυτοί την ανάγκη να κρατήσουν ζωντανή την ανάμνηση της πατρίδας τους.
«Είσαι έτοιμη για να φύγουμε;», διέκοψε τις σκέψεις της ο Κωνσταντίνος.
«Ναι βέβαια. Πάρε να κατεβάσεις τα πράγματα στο αυτοκίνητο. Θέλω να κλείσω το σπίτι», του απάντησε.
Εκείνος κατέβηκε με το ασανσέρ. Όταν έφτασε στο ισόγειο, πήγε ν’ ανοίξει την πόρτα αλλά αυτή βρήκε εμπόδιο σε μια ομάδα ασιατών επισκεπτών των ενοίκων του επίμαχου διαμερίσματος. Μόλις είχαν φτάσει, κρατώντας μπολ γεμάτα φαγητά που η μυρωδιά τους τον είχε πιάσει από τη μύτη. Με την τσάντα θαλάσσης στον ώμο και τις καρέκλες για την παραλία στα χέρια, προσπάθησε να βγει από το ασανσέρ και να περάσει μέσα από το ασιατικό αυτό μπουλούκι, για να φτάσει στην πόρτα της εισόδου. Μιλούσαν, όμως, όλοι μαζί και δεν αντιλήφθηκαν αμέσως τον Κωνσταντίνο που αγκομαχούσε κρατώντας τα μπανιερά.
«Μπορώ να περάσω παρακαλώ;», ρώτησε δυνατά καθώς έσπρωχνε την πόρτα.
Εκείνοι τον είδαν και, στην προσπάθεια τους να του κάνουν χώρο, συνωστίστηκαν περισσότερο στο στενό διάδρομο. Αφού σπρώχτηκαν μεταξύ τους, κάποιοι μπήκαν μέσα στο διαμέρισμα και άλλοι οπισθοχώρησαν στο χωλ της εισόδου. Τελικά η πόρτα άνοιξε και ο Κωνσταντίνος βγήκε με φόρα από το ασανσέρ αλλά κατάφερε να μην του πέσουν τα πράγματα από τα χέρια.
«Αμάν πια», μονολόγησε τότε φωναχτά. «Δεν φτάνει που ανεχόμαστε τους ενοίκους. Τρώμε στη μάπα και τους φίλους τους», βλαστήμησε μες απ’ τα δόντια του.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή έφτασε και η Μαρία, που είχε κατέβει από τις σκάλες.
«Τι συμβαίνει;», τον ρώτησε καθώς τον είδε φανερά εκνευρισμένο.
«Να πάνε σπίτι τους», κραύγασε εκείνος.
«Σε παρακαλώ. Ντροπή. Ηρέμησε», του είπε εκείνη κοκκινίζοντας.
«Τι να ηρεμήσω; Βαρέθηκα να τους ανέχομαι. Βαρέθηκα και τη γαμογειτονιά. Στο παλιό μας σπίτι το ασανσέρ έβγαζε κατευθείαν στο παρκινγκ. Δεν τραβούσες τόση ταλαιπωρία», της απάντησε και το πρόσωπο του συσπάστηκε από τον θυμό.
«Καλά Κωνσταντίνε, δεν θα το συζητήσουμε αυτό τώρα», του είπε ενοχλημένη.
«Εσύ φταις όμως, πιο πολύ και από την κρίση! Φτηνότερες γειτονιές υπήρχαν κι άλλες αλλά εσύ ήθελες κέντρο. Να τους φας λοιπόν εσύ στη μάπα!», ξέσπασε ξαφνικά εκείνος, με τέτοια ένταση που η Μαρία δεν κατάλαβε πώς μπορούσε και την κρατούσε μέσα του τόσον καιρό.
Της πέταξε ό,τι κρατούσε στα χέρια του, βγήκε από την πολυκατοικία, μπήκε στο αυτοκίνητο και έβαλε μπρος. Το σπινιάρισμα από τις ρόδες ακούστηκε μέχρι το ασανσέρ.
Η Μαρία έμεινε αποσβολωμένη, με μια τσάντα θαλάσσης και δυο καρέκλες μπάνιου στα πόδια της καθώς και μια ντουζίνα ασιάτες να την κοιτάνε. Ένιωθε μουδιασμένη και άδεια. Τα πόδια της είχαν καρφωθεί στο πάτωμα και προσπαθούσε να σκεφτεί τι να κάνει. Δεν ήξερε καν τι ήθελε να κάνει. Ποιος ήταν αυτός ο άντρας που μόλις έφυγε; Αυτός ήταν κάποιος άλλος. Εκείνη ήθελε πίσω τον Κωνσταντίνο της, που θα πήγαιναν μαζί για μπάνιο στην αγαπημένη τους παραλία.
Προτού προλάβει να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς είχε συμβεί και τι θα συνέβαινε πιθανά στο μέλλον, ο γηραιότερος από την ασιατική ομήγυρη την πλησίασε. Της έδειξε την πόρτα του διαμερίσματος, κάνοντάς της ταυτόχρονα νόημα να μπει μέσα.
Εκείνη προχώρησε χωρίς δεύτερη σκέψη.
Διαγωνισμός Διηγήματος στην 36η Γιορτή Βιβλίου
Το Διαγωνισμό Διηγήματος μέσω Αυτοματικής Γραφής με θέμα «Η καλοκαιρινή Αθήνα προσπέρασε» διοργάνωσε το Μικρό Πολυτεχνείο. Μετά το σεμινάριο του Θράσου Καμινάκη (Μικρό Πολυτεχνείο), η Κριτική Επιτροπή κατέληξε στους 12 διακριθέντες. Και τα 12 κείμενα θα τα διαβάσετε στο site της ATHENS VOICE (Χορηγός επικοινωνίας).
Οι νικητές:
1. ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΒΡΕΤΤΟΥ Διαβάστε εδώ το διήγημα
2. MANOSNEF ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ Διαβάστε εδώ το διήγημα
3. ΈΛΕΝΑ ΓΙΟΒΑΝΑΚΗ Διαβάστε εδώ το διήγημα
4. ΑΛΙΝΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ Διαβάστε εδώ το διήγημα
5. ΝΑΣΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Διαβάστε εδώ το διήγημα
6. ΕΥΤΥΧΙΑ ΚΟΣΜΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Διαβάστε εδώ το διήγημα
7. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΧΑΛΟΦΤΗ
8. ΕΥΓΕΝΙΑ ΔΟΥΒΑΡΑ
9. ΙΩΑΝΝΑ ΒΡΑΚΑ
10. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΒΑΓΓΑΛΗ
11. ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
12. ΝΑΤΑΣΑ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ