- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το «24» του Γιάννη Γορανίτη είναι βιβλίο που και διαβάζεται, και ακούγεται
Μικρό αγόρι, πάλι γράφεις μόνο;
Κάποτε σκεφτόμουν πολύ συχνά τι συμβαίνει σε διάφορα μήκη και πλάτη της Γης, εκείνην ακριβώς τη στιγμή που σταματούσα για λίγο τον χρόνο στο μυαλό μου.
Δεν χρειάζεται όμως να ταξιδέψεις πολύ μακριά από εκεί που βρίσκεσαι, για να υπάρχει ο παράλληλος χρόνος. Μια πληθώρα κειμένων αλλά και ταινιών που αφηγούνται θραυσματικές ιστορίες, έδινε ανέκαθεν απάντηση στην αναζήτηση του χρονικού (α)συνεχούς, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές αλλά και ιστορίες που ζωντανεύουν μέσα από κεντρόφυγες δυνάμεις.
Αλλά και οι δεύτεροι χαρακτήρες παίζουν ρόλο συνεκτικό, κάποτε μάλιστα κρατώντας σταθερό τον ρυθμό με μια φράση: «Δεν ζητιανεύω, κυρίες μου κύριοι, να ζήσω τίμια την οικογένεια θέλω. Ένα μολύβι με γομολάστιχα δέκα λεπτά. Τέσσερα μολύβια με γομολάστιχα τριάντα λεπτά».
Ο ρυθμός ξεφεύγει συχνά, ο μετρονόμος δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να είναι σταθερός, ξαφνικά σκάει στον νου σου το Train Long-Suffering του Nick Cave με τους Bad Seeds, αλλά μέσα στο τρένο ακούγεται το Μικρό Αγόρι των Στέρεο Νόβα. Το «τελευταίο χτύπημα» έρχεται ξανά και ξανά, το οριστικό χτύπημα αναβάλλεται από σταθμό σε σταθμό.
24 στιγμιότυπα, 24 καρέ, 24 στάσεις, όσες και τα φωτογραφικά καρέ, εναλλάσσονται μέσα κι έξω από τα βαγόνια. Οι επιβάτες είναι εκπρόσωποι της μεσαίας τάξης, νεόπτωχοι, γιατροί, μετανάστες, καλλιτέχνες, άνεργοι, αλλά και περαστικοί από τους συρμούς και τα δρομολόγια.
Η πόλη, το μεγάλο χωνευτήρι, ρουφάει πρόσωπα και ιστορίες έτσι που τίποτα δεν βγαίνει ούτε μισό βήμα μπροστά. «Όσο κι αν δεν σ' αρέσει εδώ, θα συνηθίσεις, αλλού δεν υπάρχει».
24 στιγμιότυπα, 24 καρέ, 24 στάσεις, 24 τραγούδια διαλεγμένα από τον ίδιο τον συγγραφέα για την Athens voice, αποτελούν το σάουντρακ του βιβλίου.
01. Στέρεο Νόβα - Μικρό αγόρι
Κηφισιά [περί ουσίας Ι]
Κάναμε πολλή παρέα με τον Σταυράκη μετά την κλινική. Όλη την ώρα διάβαζε, ακόμα και στη χαρμάνα. Μου ’δινε κι εμένα βιβλία, αλλά βαριόμουνα. Ένα μόνο μ’ άρεσε, εκείνο με τη σίκαλη, που λέει για τους κάλπηδες. «Κράτα το ρε, αφού σ’ άρεσε» είπε ο Σταυράκης. Το κράτησα. Την άλλη μέρα του πήγα έναν δίσκο των Στέρεο Νόβα. Βινύλιο. Είχα γυρίσει τότε στο πατρικό και δεν είχα πικάπ. Το ’χα σκοτώσει στο Μοναστηράκι για ένα φιξάκι. Τι να τον κάνω τον δίσκο; Σαν χτες το θυμάμαι. Δεν θυμάμαι τίποτα και τα θυμάμαι όλα. Μικρό Αγόρι, πάλι τρέχεις μόνο, πιο γρήγορα απ’ το μυαλό, πιο γρήγορα απ’ τον νόμο.
02. Florence + The Machine - Drumming Song
ΚΑΤ [ringtone]
Στ’ αυτιά σου το τύμπανο, τα πλήκτρα, το ringtone, το τραγούδι που παίζει όταν σε καλούν, το τύμπανο, τα πλήκτρα, There’sadrummingnoiseinsidemyhead, δεν το σήκωσες, ούτε με την πρώτη, ούτε με τη δεύτερη, ήταν νωρίς, αξημέρωτα, ποιος να ’ναι τέτοια ώρα; σκέφτηκες. (…) Δεν μιλάς, σκέφτεσαι πώς να διατυπώσεις την ερώτηση. Πώς κι έτσι; Πώς και με θυμήθηκες; Τι θες τέτοια ώρα; Είναι νωρίς, σκέφτεσαι. Σκέφτεσαι κι άλλα, αλλά δεν λες τίποτα, σε βγάζει εκείνη από τη δύσκολη θέση και σε βάζει σε δυσκολότερη. «Ο Θάνος», παύση, «ο Θάνος. Έπεσε με τη μηχανή» λέει, «χτύπησε;» ρωτάς, δεν απαντά, ρουφάει τη μύτη της.
03. Johnny Cash - The First Time Ever I Saw Your Face
Μαρούσι [ο ύψιστος φροντίζει]
Τράβηξε από την εσωτερική θήκη μια ταυτότητα και την έφερε μπροστά από τη μύτη της. Είδε το τελευταίο πράγμα που περίμενε να δει. Τη φωτογραφία της. Μια νεανική της φωτογραφία. Ο ψηλός τη γύρισε ανάποδα.
Όνομα: Στυλιανή
Επίθετο: Μπ
Ο αντίχειράς του έκρυβε το υπόλοιπο.
Τι πιο απλό; Μια άγνωστη, μια Στέλλα Μπι έχει πλαστογραφήσει την ταυτότητά μου, σκέφτηκε. Σιγά το δύσκολο, βρήκε μια φωτογραφία μου. «Σιγά» τραύλισε. Όχι και σιγά. Δεν θυμόταν το όνομά της. Δεν θυμόταν τίποτα.
Ημερομηνία γέννησης: 03/07/1958
Τόπος γέννησης: Χιλιομόδι Κορινθίας
Ύψος: 1.64
Σήκωσε το σεντόνι και κοίταξε μέχρι τα πόδια της. Ψηλή. Ένα εξήντα τέσσερα. Όνειρο βλέπω, σκέφτηκε. Πίεσε το νύχι του αντίχειρα στον πήχη του χεριού. Πόνεσε. Πονάμε στα όνειρα; Ο ύψιστος δεν φροντίζει, σκέφτηκε. Πονάω. Είμαι ξύπνια.
04. The Clash - Train in Vain
Νερατζιώτισσα [τα σκουτελικά για ψυχικό]
«Στις πρώτες μειώσεις, ο Σουρέας είπε, βάλτε πλάτη. Βάλαμε. Στις δεύτερες μειώσεις, ξαναβάλτε πλάτη. Ξαναβάλαμε. Σε λίγο θα μας πει να στήσουμε και κώλο». Τον κερατά τον Άλκη, πώς τα λέει. Το μεσημέρι μας μάζεψε όλους ο Σουρέας στο γραφείο του. Όπως τα φοβόμουνα. «Δεν υποχρεούστε να υπογράψετε» είπε. Υποχρεούστε και κάτι τέτοια, για να δείξει ότι είναι γραμματιζούμενος. «Αλλά μετά ουδείς μπορεί να σας εγγυηθεί το οτιδήποτε» είπε. Ουδείς. Πού να τα πάρει στον τάφο του.
05. Dead Kennedys - Kill the poor
Ειρήνη [ντομάτες-δυναμίτες]
Ο Γιώργος φόρεσε τα λευκά BeatsAudio ακουστικά του με το προηγμένο σύστημα ακύρωσης θορύβου, και βυθίστηκε στη μουσική των DeadKennedys. Το τρένο κόντευε να φτάσει στη Νέα Ιωνία, όταν στο μυαλό του ξανάκουσε τη φωνή του Πιοτρ. «Δεξιά τα δυναμιτάκια, αριστερά η προκήρυξη». Αριστερά όπως βλέπεις ή όπως βλέπω, αναρωτήθηκε στιγμιαία. Στ’ ακουστικά επιτάχυναν τα ντραμς του «Killthepoor». Μαζί τους επιτάχυνε και ο συρμός.
06. Cat Power – Maybe Not
Ηράκλειο [υπόέκδοσηΙ]
Πίνει άλλη μια γουλιά καφέ. Δεν θυμάται αν απαγορεύεται να πίνει καφέ στο τρένο. Σπάνια μπαίνει στο τρένο. Καφέ πίνει κάθε μέρα. Νες, χειμώνα καλοκαίρι. Σκέτο, χωρίς να τον ανακατέψει. «Καραβίσιο» που έλεγε κι ο Μηνάς. Της λείπει ο Μηνάς. Της λείπει έτσι σκέτα, χωρίς αστερίσκους και ερμηνείες. Όπως σου λείπει ο γύψος αφότου σ’ τον αφαιρέσουν. Κάτι που υπήρχε εκεί. Για καιρό. Σαν τον Μηνά. Πάνω μου, δίπλα μου, μέσα μου, σκέφτεται η Έλλη. Και τώρα δεν υπάρχει. Σαν τον Μηνά. Γύψος. Δεν θες να τον ξαναβάλεις, ποιος θέλει να ξαναβάλει γύψο; Δεν παύει όμως να σου λείπει.
07. Portishead - Roads
Νέα Ιωνία [δεν είναι της παρούσης]
Είχε μπει αντίθετα στον μονόδρομο και μάρσαρε στην ανηφόρα. Για τα επόμενα δεκατέσσερα λεπτά οδηγούσε με την εικόνα του άντρα σφηνωμένη στο μυαλό του. Κεφάλι ακίνητο, γερμένο στον λουτήρα, δέρμα κατάλευκο, χείλη μπλαβί. Άφησε όπως όπως τη μηχανή έξω από τα επείγοντα, εκεί που είχε παρκάρει και τότ–, δεν είναι όμως της παρούσης.
08. The National - About Today
Πευκάκια [τοάσχημο παγόνι Ι]
Επτά στάσεις ακόμη.
Η γυναίκα σταματάει να κουνάει τη βεντάλια. Όπως τεντώνονται οι χάρτινες πτυχές της, προβάλλει ένα παγόνι με πλουμιστά φτερά. Τόσο άσχημο, σκέφτεται η Κορίνα και στηρίζει την πλάτη της στο κάθισμα. Κάθε πρωί που μπαίνει στο μικρό δωμάτιο του τέταρτου ορόφου για να αλλάξει, κλειδώνει την πόρτα και στηρίζει την πλάτη στον τοίχο. Κλαίει. Ήσυχα, κατευναστικά. Όσο περνάει ο καιρός, κλαίει και λιγότερο.
09. Μωρά στη Φωτιά | Third Uncle (Brian Eno)
Περισσός [πνεύμα αντιλογίας Ι]
Το πνεύμα αντιλογίας έπνιξε την απάντηση μέσα του. «Σε αφήνω, ήρθε το τρένο» είπε μόνο. Και την άφησε. Έβαλε το κινητό στην τσέπη και πήρε την πιο βαθιά ανάσα που θα μπορούσε να πάρει κανείς σε ένα γεμάτο βαγόνι του ΗΣΑΠ μια τόσο ζεστή μέρα.
10. Nine Inch Nails - The Perfect Drug
ΆνωΠατήσια [περίουσίας ΙΙ]
Ρωτάω, αλλά δεν απαντάει. Κόλλημα. Όλα τα ζάκια τρώνε κολλήματα. Τον θυμάμαι από την κλινική. Δεν θυμάμαι τίποτα και τα θυμάμαι όλα. Με πήγε η μάνα με το Φορντ. Ο γιατρός μας έδειξε ένα σκίτσο με τα εγκεφαλικά κύτταρα που καίγονται μετά από την κάθε δόση. Τόσα χρόνια δεν θα μου ’χει μείνει ούτε ένα, σκεφτόμουνα. Πλάκα είχε. Η μάνα είχε βουρκώσει, κοίταγε από την άλλη.
11. Τρύπες - Πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
Άγιος Ελευθέριος [Λέκα, από το Αλέξανδρος]
Αλλά για κάτσε, κυρ-Δημήτρη, αυτοί παράνομοι δεν είναι; Πώς θα κάνουνε μήνυση; Τι; Τι είναι αυτεπάγγελμα; Δεν τα ξέρω αυτά. Να πείτε στην αστυνομία έχω είκοσι χρόνια στη γειτονιά. Δουλεύω, πληρώνω φόρους, τα παιδιά μου εδώ μεγαλώσανε. Έλληνες κανονικοί. Έπαιζε στο ποδόσφαιρο Ελλάδα-Αλβανία, φόραγε ο μικρός τη φανέλα με τον σταυρό και μου λέει: “Μπαμπά, μη στεναχωρεθείς, αλλά εγώ θέλω η Ελλάδα να κερδίσει”. Πατρίδα μου η Αλβανία, αλλά έφαγα ψωμί εδώ και το τιμάω. Και το όνομά μου ελληνικό είναι. Λέκα, απ’ το Αλέξανδρος.
12. LCD Soundsystem - All My Friends
Κάτω Πατήσια [τη γάτα μου τη λένε Μαντώ Ι]
Όλα τα άλλα τα θυμάμαι θαμπά. Τα μπουκαλάκια με τα σαμπουάν, τις κρέμες, όλα θαμπά, αλλά θυμάμαι, θυμάμαι πως ακούμπησα με προσοχή το κεφάλι της στην άκρη της μπανιέρας, πόσο λαμπερό έδειχνε το αίμα πάνω στη λευκή πορσελάνη. Λευκή η πορσελάνη, λευκή κι εκείνη. Πόσο λευκή, κάτασπρη. Πανέμορφη.
13. Tramp & Tom Waits / Jesus' Blood Never Failed Me Yet by Gavin Bryars
Άγιος Νικόλαος [ένοχος αιωνίου καταδίκης]
Ο Πέτρος ξανάνοιξε την Καινή Διαθήκη. Το βλέμμα του σταμάτησε σε μια μουντζουρωμένη σελίδα. Μια πρόταση υπογραμμισμένη με μαύρο μολύβι: «Δεν έχει συγχώρησιν εις τον αιώνα, αλλ’ είναι ένοχος αιωνίου καταδίκης». Από κάτω μια δυσνόητη σημείωση με το ίδιο μολύβι. Όσο κι αν προσπάθησε, δεν έβγαλε τα γράμματα. Δεν θα μάθει ποτέ τι έγραφε. Ούτε πώς έμαθε να γράφει. Ούτε πώς έμαθε να πιστεύει.
14. Arcade Fire - The Suburbs
Αττική [ολική ρήξη συνδέσμων]
«Δεν περίμενα κάτι καλύτερο από σένα» του φώναξε και σήκωσε το αριστερό του χέρι. Αριστερόχειρας. Αν ήθελε να τον χτυπήσει, με αυτό το χέρι θα το έκανε. Ο Προκόπης ευχήθηκε να το κατεβάσει στη μούρη του. Να του ανοίξει τη μύτη, να του σκίσει τα χείλη, να του σπάσει ει δυνατόν ένα δυο δόντια. Αλλά το χέρι του πατέρα έμεινε μετέωρο. «Πάω στο συνεργείο. Όταν γυρίσω, μη σε βρω εδώ» είπε με σταθερή φωνή και του έδειξε την εξώπορτα.
The Boy - Κόψε Το Χέρι
15. The Boy - Κόψε Το Χέρι
Βικτώρια [το πόδι της χήνας]
Το πρόσωπό της εκπέμπει την ψευδαίσθηση του άφθαρτου. Στα διαυγή της μάτια διαβάζει τη βεβαιότητα ότι την περιμένει μια ζωή γεμάτη ευκαιρίες. Ούτε που θα καταλάβεις πότε και πώς θα τις σπαταλήσεις, σκέφτεται. Ούτε που θα καταλάβεις για πότε θα συνωστίζεσαι σε γεμάτα βαγόνια, για πότε θα μετακινείσαι άσκοπα σε μια πόλη που δεν σ’ έχει ανάγκη.
16. Mogwai - Take Me Somewhere Nice
Ομόνοια [υπό έκδοση ΙΙ]
Η Έλλη κοιτάει δεξιά, αριστερά, η μαμά της πουθενά. Γυρνάει προς τα πίσω. Οι περαστικοί περνούν βιαστικά δίπλα της, δεν της δίνουν σημασία. Σφίγγει τα κορδόνια της σακούλας, η κούκλα τής χαμογελά, τα δόντια αστράφτουν όπως πέφτει πάνω τους το κίτρινο φως του σταθμού, η Έλλη κλαίει, κλαίει και τρέχει πέρα δώθε, ο σταθμός αχανής, κλαίει και τρέχει, μέχρι που μια ψηλή ξανθιά τη σταματά. «Πώς σε λένε;» τη ρώτησε, αλλά η Έλλη είχε σφαλίσει το στόμα της. «Πώς σε λένε, κοριτσάκι;», ήξερε πώς τη λένε, ήθελε να μιλήσει, αλλά δεν μπορούσε.
17. Irene Skylakaki - In the light
Μοναστηράκι [ανάδυση στο λευκό Ι]
Τον ίδιο ουρανό κοιτάει και τώρα στα υπέργεια διαλείμματα μεταξύ των τούνελ· το τρένο μπαινοβγαίνει στο σκοτάδι σαν κολυμβητής που κάνει πρόσθιο: εισπνοή· βουτιά στο μαύρο· σκοτάδι· η ίριδα μεγαλώνει· προσαρμόζεται· η Άστριντ προσαρμόζεται· πάντα προσαρμόζεται· εκπνοή· ανάδυση στο λευκό· αγενές λευκό που σε αναγκάζει να κλείσεις τα μάτια· φως· η ίριδα μικραίνει· το λευκό του ουρανού νερώνει με γαλάζιο· σκουραίνει· σκουραίνει κι άλλο· μένει ένα μπλε πυκνό, σαν ψεύτικο, λες κι ένα παιδί άπλωσε στον ορίζοντα λιωμένη κηρομπογιά.
18. Magnetic Fields - Absolutely Cuckoo
Θησείο [περί ουσίας ΙΙΙ]
«Εξαφανίστε τα αιχμηρά αντικείμενα, τα εύθραυστα, τα γυαλιά, ό,τι κόβει, ό,τι σπάει» έλεγε μια άλλη Ψυ στο τηλέφωνο – ούτε το δικό της όνομα θυμάμαι. Δεν θυμάμαι τίποτα. Ψέματα. Τα θυμάμαι όλα. Με έκοψε όταν ξανακύλησα. Το ιατρείο σε μια παλιά πολυκατοικία, πίσω απ’ το γήπεδο της Πανάθας. Στον πέμπτο. Ήταν χαλασμένο το ασανσέρ και ανεβαίναμε απ’ τα σκαλιά, μου βγήκε η γλώσσα. Οδός Έλενας Βενιζέλου. Βενιζέλου μέναμε κι εμείς. Μένουμε, γαμώ τον αόριστο. Μένω, γαμώ τον πληθυντικό. Αλλά αλλουνού Βενιζέλου, Ελευθέριου.
19. The Flaming Lips - Space Oddity
Πετράλωνα [τοάσχημο παγόνι ΙΙ]
Τροχαίο. Θέλει και ρώτημα; Φορούσε ακόμη το κράνος, αλλόκοτο θέαμα, όπως όταν εισβάλλει ο ληστής στην τράπεζα, βίαια και αναπάντεχα, μόνο που αυτός μπήκε οριζόντια, ανίκανος να απειλήσει, ανοιγόκλεισε η πόρτα του σαλούν, ο Ευγένιος σήκωσε τη ζελατίνα του κράνους, η Κορίνα είδε τα μισόκλειστα μάτια «ηρέμησε» του ψιθύρισε, ο ερεθισμός πιο έντονος, η υγρασία απλώνεται, «όλα θα πάνε καλά», ο νοσοκόμος την κοίταξε, έσφιξε τα χείλη, ήξερε ότι δεν θα πάνε όλα καλά. Η Κορίνα σάλιωσε τα χείλη της.
20. Nick Cave & PJ Harvey - Henry Lee
Ταύρος – Ελ. Βενιζέλος [τη γάτα μου τη λένε Μαντώ ΙΙ]
Γέλασε ειρωνικά. Ούτε αυτό μου άρεσε. Η Μαντώ δεν γελούσε ειρωνικά. Αλλά Μαντές δεν φυτρώνουν κάθε μέρα. Έχει πληθυντικό η Μαντώ; Δεν έχει. Δυσεύρετες. Σπάνιες. Μαρίες, Κωνσταντίνες, Δήμητρες, βρομάει ο τόπος.
21. C.W. Stoneking - The Love Me Or Die
Καλλιθέα [ανάδυση στο λευκό ΙΙ]
Δεν τρώει μπέικον· από εκείνη τη μέρα· δεν έχει ξαναφάει μπέικον από εκείνη την κοντή Πέμπτη· στα μέσα Δεκέμβρη όλες οι μέρες είναι κοντές· σκοτάδι· χιόνι· εκείνος γύρισε αργά από το εργοστάσιο· έριξε αμίλητος το μπέικον στο καυτό τηγάνι· το λίπος τσιτσίρισε όπως καιγόταν· έξω χιόνιζε· ο μυς τεντώθηκε· εκείνος άνοιξε μια κονσέρβα με μπιζέλια· κάθισε δίπλα της· σκοτάδι· βουτιά· έμεινε άυπνη να κοιτάει το φως στον τοίχο· φως νυκτός· από τότε δεν έσβησε ξανά.
22. The Afghan Whigs – Debonair
Μοσχάτο [πνεύμα αντιλογίας ΙΙ]
Ο Μάνος βρίσκεται πια τόσο κοντά της που στα ρουθούνια του φτάνει η μυρωδιά της. Αφρόλουτρο και γάλα. Θέλω να σε ζωγραφίσω, είπε από μέσα του. Το πνεύμα αντιλογίας διαφωνεί: Θέλω να μου ποζάρεις. Ούτε. Γεια, είμαι ο Μανόλης. Καλύτερο. Έλληνας ζωγράφος. Το Έλληνας δεν χρειάζεται, υποδεικνύει το πνεύμα αντιλογίας. Ζωγράφος, σκέτο. Δηλαδή, δεν είμαι πια. Ήμουν. Αλλά η ξανθιά του Ρενουάρ δεν το ξέρει. Δεν γίνεσαι και ξεγίνεσαι. Μια φορά ζωγράφος, πάντα ζωγράφος, δικαιολογήθηκε στο πνεύμα αντιλογίας.
23. Stereolab& Nurse With Wound - Simple headphone mind
Φάληρο [μια ιστορία που ποτέ δεν θα διαβαστεί]
Το τελευταίο που θέλαμε ήταν μια αυτοκτονία στη δική μας διαδρομή – φευ, στην προτελευταία στάση. Το τελευταίο που θέλαμε ήταν να επιτρέψουμε σε μια αυτοκτονία να παρεισφρήσει στις ιστορίες μας – ένα τόσο εύκολο, τόσο προβλέψιμο εύρημα. Το τελευταίο που θέλαμε ήταν να ακούσουμε από τα χείλη του εκδότη μας πόσο εύκολο, πόσο προβλέψιμο ήταν το εύρημα της αυτοκτονίας. Το τελευταίο που θέλαμε ήταν να ακουστεί η δικαιολογία: δεν πρόκειται για εύρημα, αυτό συνέβη πράγματι, ίσως το μοναδικό πραγματικό γεγονός.
24. MGMT - Kids
Πειραιάς [ο άγνωστος στρατιώτης]
Μετά η θεία Ελένη έφερε οικογενειακό παγωτό, και εγώ ρώτησα γιατί το λένε οικογενειακό, και είπε γιατί χορταίνει μια οικογένεια, και είπα τότε να πούμε στον μπαμπά να έρθει, και η μαμά είπε οικογένεια είμαστε εμείς οι δύο, γιατί είμαστε δεμένοι, οικογένεια, κι εγώ είπα εντάξει αλλά να αφήσουμε παγωτό για τον μπαμπά, και η θεία είπε ξέχνα τον μπαμπά και φάε, και εγώ τον ξέχασα, ψέματα, και έφαγα γιατί είχε φράουλα, το καλύτερο παγωτό επί πεντακόσια χίλια.
Ο Γιάννης Γορανίτης γεννήθηκε το 1976 στην Αθήνα και εργάζεται σαν δημοσιογράφος και μεταφραστής. Διηγήματά του —κάποια από τα οποία έχουν βραβευτεί σε διαγωνισμούς— έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά και ιστοσελίδες, ενώ άλλα έχουν συμπεριληφθεί σε συλλογικούς τόμους. Το «24» είναι το πρώτο του βιβλίο και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.