Βιβλιο

Τελικά ήξεραν για την «τελική λύση»;

Η Μπρούνχιλντε Πόμζελ, γραμματέας του Γιόζεφ Γκέμπελς τρία χρόνια, αποκαλύπτει

Ζωή Καραμήτρου
ΤΕΥΧΟΣ 647
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Ναι, είμαι δειλή, δεν θα μπορούσα να προβάλω την παραμικρή αντίσταση. Δεν θα τολμούσα. Θα έλεγα: Όχι, δεν μπορώ να το κάνω. Ανήκω στη συνομοταξία των δειλών».

Πώς μπορεί να κρίνει, ακόμη περισσότερο να κατακρίνει κανείς, αυτόν που αποδέχεται τη δειλία του, την αδύναμη φύση του, την ελλειμματική του ψυχή; Ή μήπως αυτή η εύκολη παραδοχή της δειλίας αποτελεί τον πλέον υποκριτικό μανδύα μιας ενοχής που στιγματίζει ολόκληρη τη ζωή; Η Μπρούνχιλντε Πόμζελ, η οποία πέθανε στις 27 Ιανουαρίου, ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος, υπήρξε γραμματέας του Γιόζεφ Γκέμπελς τρία χρόνια, 1942-1945. Και ισχυρίζεται δημόσια για πρώτη φορά το 2013 ότι δεν ήξερε τίποτα για την εσωτερική λειτουργία του ναζιστικού μηχανισμού εξουσίας που υπηρετούσε, για τις διώξεις των Εβραίων, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για την «τελική λύση». Είναι πια 102 χρονών, δεν έχει πει ποτέ τίποτα για τη ζωή της και όψιμα αποφασίζει να μιλήσει μπροστά στην κάμερα για να ακολουθήσει η καταγραφή σε βιβλίο.

Η Πόμζελ δεν γνωρίζει γιατί δεν θέλει να γνωρίζει. Προέρχεται από τη μετριοπαθή αστική τάξη, αισθάνεται άνετα ως μέρος της ναζιστικής ελίτ, απολαμβάνει προνόμια σε καιρό πολέμου, αδιαφορεί για την πολιτική, δηλώνει ενοχή μόνον «από την άποψη της βλακείας». Είναι ρηχή. Η προσωπική της επιτυχία, όπως εννοεί η ίδια το γεγονός ότι ξέφυγε από την οικογενειακή μετριότητα, είναι σημαντική, η πιο σημαντική παράμετρος της στάσης της. Και εξηγεί την απόλυτη αφοσίωση στη δουλειά της, την άρνησή της να κοιτάξει φακέλους που της είχαν εμπιστευτεί και απαγορεύσει να δει, το αίσθημα καθήκοντος τυφλό και καταστροφικό. Η διήγηση της Πόμζελ προσπαθεί πράγματι να είναι ειλικρινής, απενοχοποιημένη, παραστατική των συνθηκών, των δύσκολων χρόνων, της πίεσης που ένιωθε, της αποστασιοποίησης που είχε επιλέξει. Σοκάρει, αλλά δεν πείθει. Ξεφεύγει από μέσα της η αντίφαση της υποψιασμένης γυναίκας που κινείται στα πιο σκοτεινά γρανάζια του ναζισμού, με τη νεαρή κοπέλα που ισχυρίζεται ότι ήταν ανίδεη, αφελής, ανεύθυνη.

Κι όμως η Πόμζελ έχασε τον αγαπημένο της και την καλύτερή της φίλη, Εβραίοι και οι δύο. Έζησε τη νύχτα των Κρυστάλλων. Οδηγήθηκε σε μια τραυματική για την ίδια ομιλία-παράσταση του Γκέμπελς, που την τρόμαξε αλλά δεν την έκανε να στραφεί προς τους άλλους. Παρέμεινε εγωιστική, μικρόνους, ανελεύθερη. Τούτη η εξομολόγηση μετά από εβδομήντα χρόνια σιωπής έρχεται να ανακουφίσει το βάρος, να καθησυχάσει τη συνείδηση, να ξεδιπλώσει την ήττα της. Ο αναγνώστης που θα διαβάσει και ανάμεσα στις γραμμές, που θα ανατάξει συναισθήματα και στάσεις, θα καταγάγει λαμπρή νίκη: θα ορίσει ο ίδιος το ανάστημα που οφείλει να έχει.

Ο Hansen, πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας, προλογίζει το βιβλίο και κάνει μια ιστορική αναγωγή των γεγονότων και της στάσης της Πόμζελ στο σήμερα. Η λειτουργία του συλλογικού μηχανισμού του κακού μάς αφορά και είναι επίκαιρη, ο λαϊκισμός επικρατεί, η αλληλεγγύη εξασθενεί και οι γιγαντωμένοι εγωισμοί αδυνατούν να υπερασπίσουν τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του άλλου.

Η ιστορία της Πόμζελ είναι καίρια, ουσιώδης, διαχρονική και τερατώδης. Μας δείχνει ότι η αδιαφορία και η πολιτική νωθρότητα δεν μπορούν να προβληθούν ως στάση πολίτη, η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη και στο απυρόβλητο, η αλαζονεία και η περιχαράκωση εκδικούνται. Δημιουργούν πρόσφυγες, εγκαθιστούν δικτατορίες, ακυρώνουν τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη. Ο καθένας όμως μπορεί να σταθμίσει τη θέση του και να αποφύγει να βρεθεί στη θέση της Πόμζελ: «Πιθανόν στη ζωή μου να έχω συνεργαστεί με περισσότερους εγκληματίες απ’ όσους γνωρίζω. Είναι αδύνατον να το ξέρεις εκ των προτέρων».