Βιβλιο

Το Αλγέρι ήταν η μόνη του πατρίδα

Ο Αλμπέρ Καμύ με τον «Πρώτο Άνθρωπο» (εκδ. Καστανιώτη) επιστρέφει στην παιδική του ηλικία

Στέφανος Τσιτσόπουλος
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Όχι επινοημένο: Ο «Ζακ Κορμερί», που ταξιδεύει στη γενέθλια πόλη του, το Αλγέρι, αναζητώντας την ιστορία του πατέρα που ποτέ δεν γνώρισε, δεν είναι άλλος από τον Αλμπέρ Καμύ. Οι αναμνήσεις του ήρωα είναι πέρα για πέρα αληθινές – στην ουσία πρόκειται για την αυτοβιογραφία των παιδικών χρόνων του συγγραφέα. Γιατί το πρώτο πρόσωπο που χρησιμοποιεί ο «Κορμερί» στον «Πρώτο Άνθρωπο», προκειμένου να διηγηθεί και να μιλήσει για όλα εκείνα κι όλους εκείνους που αγάπησε, δεν είναι παρά η δανεική ταυτότητα την οποία χρησιμοποιεί ο Καμύ για να καταβυθιστεί στη μνήμη. Και να ανακαλέσει - επανασυνθέσει εκείνα τα χρόνια που τον καθόρισαν και διαμόρφωσαν την προσωπικότητα, τις ρίζες της σκέψης του, τις απαρχές της ιδεολογικής του στράτευσης: για τους ανθρώπους, τους τόπους και την ελευθερία. 

Το μυθιστόρημα ανασύρθηκε ημιτελές από τα συντρίμμια του σπορ αυτοκινήτου Facel Vega που καρφώθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα στον μοιραίο πλάτανο. Από τη θέση του συνοδηγού, όπου καθόταν, ο Αλμπέρ Καμύ ανασύρθηκε νεκρός. Κωμόπολη Βιλμπλεβέν, Βουργουνδία. Το χειρόγραφο βρέθηκε στην τσάντα του στις 4 Ιανουαρίου του 1960, αριθμούσε 144 σελίδες γραμμένες με πένα, ενίοτε δίχως τελείες, ούτε κόμματα, με έναν γραφικό χαρακτήρα βεβιασμένο, δυσκολοδιάβαστο. Σαν(;) να βιαζόταν, σαν(;) να ένιωθε πως ο χρόνος τελείωνε. Την πρώτη δακτυλογράφηση την επιμελήθηκε η Φρανσίν Καμύ, το 1994 πρωτοκυκλοφορεί στη Γαλλία διορθωμένο και με αποκατεστημένη τη στίξη, για την ορθή κατανόηση της αφήγησης. Ασθματικός, συναισθηματικός, κι έχοντας πλήρη επίγνωση του τι θέλει να κάνει, να μιλά εξ ονόματος όλων εκείνων στους οποίους απαγόρευαν τον λόγο, ο Καμύ μοιάζει να τελεί σε πλήρες παραλήρημα: η παιδική του ηλικία, η ζωή χωρίς τον πατέρα, η μάνα, η γιαγιά, οι θείοι, οι αλάνες όπου ποδοσφαιροβολοδέρνει με τη συμμορία-αληταριό, το σινεμά, ο δάσκαλος και τα πρώτα γράμματα, καταγράφονται χωρίς φιοριτούρες ή λογοτεχνικές εξτραβαγκάντζες.

 

Πυρετικός, νοσταλγικός, βαθιά εκθαμβωτικός, γεμάτος ακατάληπτους πόθους για γνώση και περιπέτεια, ο Καμύ στον «Πρώτο Άνθρωπο» θυμάται τα πάντα. Τη μυρωδιά των σχολείων, της μπουγάδας, των βιβλίων, των ζεστών μάλλινων του χειμώνα κοντράστ με την ξινίλα των καμπινέδων, τον ιδρώτα και τη σκόνη του αλγερίνικου καλοκαιριού. Αυτός, που μετά το Νόμπελ του 1957, γύρισε όλον τον κόσμο, έχτισε, δημιούργησε, φούντωσε την ελπίδα σε ανθρώπινα πλάσματα, ζώντας ασφυχτικά γεμάτος και πλήρης πλούτου, δόξας και αποδοχής, ξαφνικά συνειδητοποιεί «στα τρίσβαθα της ψυχής του ότι αυτό που ενσάρκωναν δεν σήμαιναν ποτέ τίποτα γι' αυτόν, και συλλογιόταν τους ρημαγμένους και πρασινισμένους τάφους που μόλις είχε αφήσει, αναγνωρίζοντας μια αλλόκοτη χαρά ότι ο θάνατος είναι αυτός που τον φέρνει πίσω στην αληθινή πατρίδα και, με την απέραντη λήθη του, σβήνει την ανάμνηση εκείνου του τερατώδους και [συνηθισμένου] άντρα ο οποίος είχε μεγαλώσει, είχε χτίσει χωρίς βοήθεια, χωρίς στήριγμα, μες στη φτώχεια, πάνω σε μια ευτυχισμένη όχθη και κάτω απ' το φως των πρωινών του κόσμου, κι ύστερα μόνος χωρίς μνήμες, χωρίς πίστη, εισήλθε στον κόσμο των ανθρώπων της εποχής του και στη φοβερή συναρπαστική ιστορία του». 

Μεθυστικά ηλιοκαμένο, καθώς ο αψύς ήλιος της Μεσογείου καίει σώματα και ψυχές, παλαντζάροντας σε δύο κόσμους, Αφρική και Ευρώπη, με αναμνήσεις, ονόματα, αχανείς εκτάσεις και αμμοθύελλες, ο Καμύ μιλά για τις ζωές των κοντινών ανθρώπων που τον καθόρισαν, πεισματικά αδαείς σε σύγκριση με τη φαντασμαγορία που έζησε αυτός, χρόνια μετά στη Δύση. Γενναιόδωρος μα και απελπισμένος, υμνώντας την τρέλα της ζωής, τους πόθους της καρδιάς και του κορμιού αλλά και τα τρομερά σκοτεινά συναισθήματα της φτώχειας ή των βουβών κραυγών, γράφοντας λυγμικά μα και ηδονοθηρικά ταυτόχρονα, ο Καμύ, εκεί στον τόπο των προγόνων και της φθοράς, καταφέρνει να παραδώσει ένα μεγαλειώδες μυθιστόρημα. Μια μαρτυρία για τα αίματα που βράζουν για φυγή σε μια χώρα ή έναν τόπο όπου κανένας δεν θα γεράσει ή θα πεθάνει ποτέ, σε μια γη όπου η ομορφιά θα παραμένει αιώνια άφθαρτη κι η ζωή άγρια και απαστράπτουσα. 

Ναι, ο «Πρώτος Άνθρωπος» είναι μια συγκλονιστική αφήγηση ενάντια στη συντριβή, ένας άκρατος χείμαρρος από λέξεις και εικόνες χιμαιρικές, όπως η νιότη. Συγκινητικό, συναρπαστικό, ανεπανάληπτο. Με σάρκα και διαύγεια. Αυτός δεν ήταν ο Καμύ; Σώμα και πνεύμα. Σπεύσατε στο βιβλιοπωλείο της γειτονιάς σας, άλλος αιώνας, αλλά ακόμα σπαρταράει το μυθιστόρημα ο «Πρώτος Άνθρωπος». 

Η μετάφραση είναι της Ρίτας Κολαΐτη.