Βιβλιο

Προδημοσίευση: Το νέο best seller του Ken Follett

Διαβάστε πρώτοι απόσπασμα από το μυθιστόρημα «Ένας Στύλος Φωτιάς»

A.V. Team
ΤΕΥΧΟΣ 639
6’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Και σε αυτό το βιβλίο ‒συνδυασμός ιστορικού μυθιστορήματος και επικής περιπέτειας‒ ο Ken Follett επιστρέφει στην Ευρώπη του 16ου αιώνα, όπου ένας νεαρός κατάσκοπος θα αγωνιστεί να προστατέψει τη βασίλισσά του. Το βιβλίο έγινε #1 New York Times Bestseller και μπήκε στην 1η θέση των πωλήσεων σε ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία κ.ά. Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο συγγραφέας περιγράφει την πρώτη νύχτα γάμου Μαρίας Στιούαρτ - Φραγκίσκου Β’. (μτφ. Ρηγούλα Γεωργιάδου)

Απόσπασμα

Η Άλισον μίλησε στην ίδια άμεση γλώσσα που είχε χρησιμοποι­ήσει και η βασίλισσα Αικατερίνη. «Αν δε σε πηδήξει ο Φραγκίσκος, ο γάμος δεν θα έχει ολοκληρωθεί κι αυτό σημαίνει ότι μπορεί και να ακυρωθεί».

Η Μαρία κατάλαβε. «Και αν συμβεί αυτό, δε θα γίνω βασίλισσα της Γαλλίας».

«Ακριβώς».

«Μα δεν ξέρω αν θα τα καταφέρει ο Φραγκίσκος!» είπε η Μαρία με ταραχή.

«Κανείς δεν το ξέρει. Γι’ αυτό, ό,τι κι αν συμβεί απόψε, θα προ­σποιηθείς ότι τα κατάφερε».

Η Μαρία κούνησε το κεφάλι και το πρόσωπό της πήρε μια απο­φασιστική έκφραση – εκείνη η αποφασιστικότητα ήταν ένας από τους λόγους που έκαναν την Άλισον να την αγαπάει τόσο πολύ. «Εντάξει, αλλά οι άλλοι θα με πιστέψουν;»

«Ναι, αν ακολουθήσεις τις συμβουλές της βασίλισσας Αικατε­ρίνης».

«Γι’ αυτόν το λόγο σε φώναξε χτες;»

«Ναι. Λέει πως θα πρέπει να βάλεις οπωσδήποτε το Φραγκίσκο να ξαπλώσει πάνω σου και τουλάχιστον να προσποιηθεί ότι σε πηδάει».

«Αυτό μπορώ να το κάνω, αλλά ίσως δε θα είναι αρκετό για να πείσει τους μάρτυρες».

Η Άλισον έβαλε το χέρι της στην πτυχή του φορέματός της και έβγαλε το αντικείμενο που είχε κρυμμένο εκεί. «Η βασίλισσα μου έδωσε αυτό για σένα», είπε. «Υπάρχει και μια τσέπη στο νυχτικό σου».

«Τι έχει μέσα;»

«Αίμα».

«Τίνος;»

«Δεν ξέρω», είπε η Άλισον, αν και είχε μια υποψία. «Δεν έχει ση­μασία από πού προέρχεται, σημασία έχει πού πηγαίνει: στα σεντόνια της νυφικής παστάδας». Έδειξε στη Μαρία την άκρη του νήματος που έκλεινε το λαιμό. «Αν την τραβήξεις, θα λυθεί ο κόμπος».

«Κι έτσι όλοι θα νομίσουν ότι έχασα την παρθενιά μου».

«Αλλά κανείς δεν πρέπει να δει το φλασκί – γι’ αυτό κρύψ’ το αμέ­σως μέσα σου, και άφησέ το εκεί μέχρι την κατάλληλη στιγμή».

Η Μαρία την κοίταξε με φρίκη και αηδία, αλλά μόνο για μια στιγ­μή – αμέσως μετά επικράτησε το γενναίο πνεύμα της. «Εντάξει», είπε, και της Άλισον της ήρθε να βάλει τα κλάματα.

Ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα και μια γυναικεία φωνή. «Ο πρίγκιπας Φραγκίσκος σας περιμένει, μεγαλειοτάτη».

«Και κάτι ακόμα», είπε η Άλισον χαμηλόφωνα. «Αν αποτύχει ο Φραγκίσκος, δεν πρέπει να πεις ποτέ σε κανέναν την αλήθεια, ούτε στη μητέρα σου, ούτε στον εξομολογητή σου, ούτε καν σ’ εμένα. Πάντα θα χαμογελάς ντροπαλά και θα λες ότι ο Φραγκίσκος έκανε ό,τι πρέπει να κάνει ένας γαμπρός, και το έκανε τέλεια».

Η Μαρία κούνησε το κεφάλι της αργά αργά. «Ναι», είπε σκεφτικά. «Έχεις δίκιο. Ο μόνος σίγουρος τρόπος για να κρατηθεί ένα μυστικό είναι αιώνια σιωπή».

Η Άλισον την αγκάλιασε. «Μην ανησυχείς. Ο Φραγκίσκος θα κά­νει ό,τι του πεις. Σε λατρεύει».

Η Μαρία μάζεψε το κουράγιο της. «Ας πηγαίνουμε».

Πλαισιωμένη από τις κυρίες των τιμών, η Μαρία κατέβηκε αργά τη σκάλα για τον κύριο όροφο. Αναγκαστικά έπρεπε να περάσει μέσα από τη μεγάλη αίθουσα-φυλάκιο των Ελβετών μισθοφόρων της φρου­ράς και τον προθάλαμο του βασιλιά, κάτω από τα βλέμματα όλων, μέχρι να φτάσει στο υπνοδωμάτιο.

Στη μέση του δωματίου ήταν ένα κρεβάτι με ουρανό, στρωμένο μόνο με λεπτά λευκά σεντόνια. Σε κάθε γωνία κρέμονταν μπροκάρ παραπετάσματα και δαντελένιες κουρτίνες, δεμένα πίσω στις κολό­νες. Ο Φραγκίσκος περίμενε φορώντας μια υπέροχη ρόμπα πάνω από ένα βατιστένιο νυχτικό. Το σκουφί, που ήταν πάρα πολύ μεγάλο για το κεφάλι του, τον έκανε να μοιάζει ακόμα πιο μικρός.

Όρθιοι και καθιστοί γύρω από το κρεβάτι, ήταν δεκαπέντε περίπου άντρες και μερικές γυναίκες. Οι θείοι της Μαρίας, ο δούκας Φραγκί­σκος και ο καρδινάλιος Κάρολος, ήταν εκεί, μαζί με το βασιλιά και τη βασίλισσα και μια επίλεκτη ομάδα σημαντικών αυλικών και υψηλό­βαθμων κληρικών.

Η Άλισον δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι θα ήταν τόσοι πολλοί.

Μιλούσαν χαμηλόφωνα, αλλά σώπασαν όταν είδαν τη Μαρία.

«Θα κλείσουν τις κουρτίνες;» ρώτησε.

Η Άλισον κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. «Μόνο τις δαντελέ­νιες», απάντησε. «Η πράξη πρέπει να φανεί».

Η Μαρία ξεροκατάπιε και μετά προχώρησε θαρρετά. Έπιασε το χέρι του Φραγκίσκου και χαμογέλασε ενθαρρυντικά. Φαινόταν έντρομος.

Έβγαλε τις παντόφλες της και άφησε την μπέρτα της να πέσει στο πάτωμα. Έτσι όπως στεκόταν μπροστά σε όλους εκείνους τους κανο­νικά ντυμένους ανθρώπους φορώντας μόνο το νυχτικό της, φάνηκε στην Άλισον σαν να ετοιμαζόταν για θυσία.

Ο Φραγκίσκος φαινόταν σαν να είχε παραλύσει. Η Μαρία τον βο­ήθησε να βγάλει τη ρόμπα του και τον οδήγησε στο κρεβάτι. Οι δύο νέοι ξάπλωσαν στο ψηλό στρώμα και σκεπάστηκαν με το σεντόνι.

Η Άλισον έκλεισε τις δαντελένιες κουρτίνες γύρω τους. Το παρα­πέτασμα δεν τους προστάτευε ούτε στοιχειωδώς από τα αδιάκριτα βλέμματα. Τα κεφάλια τους ήταν ορατά και τα σχήματα των σωμάτων τους διαγράφονταν καθαρά κάτω από το σεντόνι.

Η Άλισον ένιωσε την ανάσα της να κόβεται όταν είδε τη Μαρία να κουρνιάζει κοντά στο Φραγκίσκο, να μουρμουρίζει κάτι στο αυτί του, λέξεις που κανένας άλλος δεν μπορούσε να ακούσει· ίσως του εξηγούσε τι έπρεπε να κάνει ή να προσποιηθεί ότι έκανε. Φιλήθη­καν. Το σεντόνι άλλαξε σχήμα, αλλά δεν ήταν δυνατό να δει κανείς τι ακριβώς συνέβαινε. Η Άλισον ένιωσε ανείπωτη λύπη για τη Μαρία. Προσπάθησε να φανταστεί τον εαυτό της να κάνει έρωτα για πρώτη φορά μπροστά σε είκοσι μάρτυρες. Στάθηκε αδύνατο. Αλλά η Μα­ρία δε δίστασε ούτε στιγμή. Η Άλισον δεν μπορούσε να διακρίνει τις εκφράσεις στα πρόσωπα των νεόνυμφων, αλλά ήταν σίγουρη πως η Μαρία προσπαθούσε να καθησυχάσει το Φραγκίσκο και να τον κάνει να ηρεμήσει.

Και τότε η Μαρία ξάπλωσε ανάσκελα και ο Φραγκίσκος έγειρε από πάνω της.

Η Άλισον ένιωσε την ένταση να γίνεται σχεδόν αφόρητη. Θα συ­νέβαινε; Και, αν όχι, θα κατάφερνε η Μαρία να προσποιηθεί ότι είχε συμβεί; Θα μπορούσε να ξεγελάσει τόσους ανθρώπους, μεγαλύτερους από κείνη;

Στο δωμάτιο επικρατούσε νεκρική σιγή. Το μόνο που ακουγόταν ήταν η ψιθυριστή φωνή της Μαρίας, τόσο σιγανή ώστε κανείς δεν καταλάβαινε τι έλεγε στο Φραγκίσκο. Θα μπορούσε να ήταν λόγια αγάπης και τρυφερότητας ή, εξίσου πιθανό, λεπτομερείς οδηγίες.

Τα δύο σώματα μετακινήθηκαν αδέξια. Από τη θέση των χεριών της Μαρίας, φαινόταν σαν να οδηγούσε το Φραγκίσκο μέσα της ή να προσποιούνταν ότι τον οδηγούσε.

Έβγαλε μια κοφτή, στριγκή κραυγή πόνου. Η Άλισον δεν μπορού­σε να καταλάβει αν ήταν γνήσια, αλλά το ακροατήριο μουρμούρισε επιδοκιμαστικά. Ο Φραγκίσκος σάστισε και σταμάτησε να κινείται, αλλά η Μαρία τον αγκάλιασε παρηγορητικά κάτω από το σεντόνι και τον τράβηξε πάλι κοντά της.

Έπειτα το ζευγάρι άρχισε να κινείται ρυθμικά μαζί. Η Άλισον ποτέ δεν είχε ξαναδεί τέτοιο θέαμα, κι έτσι δεν είχε ιδέα αν φαινόταν πει­στικό ή όχι. Έριξε μια ματιά στα πρόσωπα των αντρών και των γυναι­κών γύρω της. Φαίνονταν νευρικοί, γοητευμένοι και αμήχανοι, αλλά όχι δύσπιστοι. Ήταν ολοφάνερο ότι πίστευαν πως παρακολουθούσαν πραγματική συνουσία, όχι παντομίμα.

Δεν ήξερε πόση ώρα θα έπρεπε να διαρκέσει. Δεν είχε σκεφτεί να κάνει αυτή την ερώτηση. Ούτε η Μαρία. Το ένστικτό της της είπε ότι η πρώτη φορά μάλλον θα ήταν σύντομη.

Μετά από ένα δυο λεπτά είδε μια απότομη κίνηση, σαν το σώμα του Φραγκίσκου να είχε σπασμούς – ή ίσως η Μαρία τίναζε το σώμα της επίτηδες για να φανεί έτσι. Έπειτα χαλάρωσαν και η κίνηση στα­μάτησε.

Το κοινό εξακολουθούσε να παρακολουθεί σιωπηλά.

Η Άλισον σταμάτησε να αναπνέει. Τα είχαν καταφέρει; Αν όχι, θα θυμόταν η Μαρία το μικρό φλασκί;

Μετά από μια μικρή παύση, η Μαρία έσπρωξε το Φραγκίσκο από πάνω της και ανακάθισε. Κάτι έκανε κάτω από το σεντόνι –προφανώς κατέβαζε το νυχτικό της– και ο Φραγκίσκος έκανε κάτι παρόμοιο.

«Ανοίξτε τις δαντελένιες κουρτίνες!» πρόσταξε κοφτά η Μαρία.

Μερικές κυρίες έσπευσαν να εκτελέσουν τη διαταγή της.

Όταν οι κουρτίνες δέθηκαν στις κολόνες, η Μαρία πέταξε με μια θεατρική κίνηση το σεντόνι από πάνω της.

Στο κατωσέντονο υπήρχε μια μικρή κόκκινη κηλίδα αίματος.

Οι αυλικοί ξέσπασαν σε χειροκροτήματα. Η πράξη είχε γίνει. Ο γάμος είχε ολοκληρωθεί και όλα ήταν εντάξει.

Η Άλισον αισθάνθηκε λιγοθυμιά από την ανακούφιση. Άρχισε να χειροκροτεί και να επευφημεί μαζί με τους άλλους, ενώ αναρωτιόταν τι είχε συμβεί πραγματικά.

Ποτέ δε θα μάθαινε.

Ken Follet

Περίληψη του βιβλίου

Χριστούγεννα του 1558. Ο νεαρός Νεντ Γουίλαρντ επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Κίνγκσμπριτζ, για να ανακαλύψει ότι ο κόσμος του δεν είναι πια όπως τον είχε αφήσει. Οι αρχαίοι λίθοι του καθεδρικού ναού ρίχνουν τη σκιά τους σε μια πόλη που σπαράσσεται από θρησκευτικό μίσος. Η Αγγλία βρίσκεται σε αναταραχή, ενώ οι αιματηρές συγκρούσεις θέτουν σε δοκιμασία αξίες, φιλίες και έρωτες. Και σύντομα ο Νεντ βρίσκεται στο αντίπαλο στρατόπεδο από τη Μάρτζερι Φιτζέραλντ –το κορίτσι που λαχταρά να παντρευτεί.

Τότε η Ελισάβετ Τυδώρ ανεβαίνει στο θρόνο και όλη η Ευρώπη στρέφεται κατά της Αγγλίας. Η ευφυέστατη νεαρή βασίλισσα στήνει το πρώτο δίκτυο μυστικών υπηρεσιών της χώρας έτσι ώστε να ενημερώνεται αμέσως για κάθε δολοπλοκία, σχέδιο δολοφονίας, εξέγερση ή σχεδιαζόμενη εισβολή. Η Ελισάβετ ξέρει ότι η σαγηνευτική, πεισματάρα βασίλισσα Μαρία της Σκωτίας βρίσκεται στο Παρίσι και τηρεί στάση αναμονής. Μέλος μιας αδίστακτα φιλόδοξης γαλλικής οικογένειας, η Μαρία έχει ανακηρυχθεί νόμιμη ηγεμόνας της Αγγλίας και οι υποστηρικτές της συνωμοτούν για να απαλλαγούν από τη νέα βασίλισσα.

Ο έρωτας του Νεντ και της Μάρτζερι φαίνεται καταδικασμένος, καθώς επί μισό αιώνα ακραία στοιχεία πυροδοτούν τη βία από το Εδιμβούργο ως τη Γενεύη. Και ενώ η Ελισάβετ κρατά με νύχια και δόντια το θρόνο της και τις αρχές της, προστατευμένη από μια μικρή, αφοσιωμένη ομάδα πολυμήχανων κατασκόπων και θαρραλέων μυστικών πρακτόρων, πολύ σύντομα γίνεται φανερό ότι οι πραγματικοί εχθροί –τότε όπως και τώρα– δεν είναι οι αντίπαλες θρησκείες. Η αληθινή μάχη μαίνεται ανάμεσα σ’ εκείνους που πιστεύουν στην ανοχή και το συμβιβασμό και στους τυράννους που επιδιώκουν να επιβάλουν τις ιδέες τους σε όλους τους άλλους – με κάθε κόστος.