- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ιστορίες από τα «Συρτάρταρα» του Αχιλλέα Νασιάδη
Όταν η μουσική ξεκινήσει να παίζει τον προκαθορισμένο ρυθμό, όλοι τους, έστω και με κόπο, θα φορέσουν τα χαμόγελά τους
Το βιβλίο «Συρτάρταρα» του Αχιλλέα Νασιάδη θα διαβάσετε μία από τις ιστορίες σουρεαλιστικής τρυφερότητας και άγριου χιούμορ που χαρακτηρίζουν τον συγγραφέα.
Το παρακάτω κείμενο είναι μία από τις ιστορίες σουρεαλιστικής τρυφερότητας και άγριου χιούμορ του Αχιλλέα Νασιάδη, εκδοχές των οποίων αποτέλεσαν κομμάτι της ραδιοφωνικής εκπομπής «Deja Voodoo» στο tripradio.gr. Το βιβλίο «Συρτάρταρα» κυκλοφόρησε σε 300 αντίτυπα, σε «αλλόκοτο» κοπτικό σχήμα και με εικονογράφηση του εικαστικού rooster, από την πλατφόρμα Create An Accident (στρατηγικές μικρών μετατοπίσεων), το περασμένο καλοκαίρι. Τα «Συρτάρταρα» διατίθενται δωρεάν στο createanaccident.gr, μπορείτε όμως αν θέλετε να στηρίξετε την έκδοση του βιβλίου χορηγώντας ένα μικρό ποσό μέσω pay-pal στο site.
«Η Ανθή, η γυναίκα-πουλί, καθισμένη πάνω στην κούνια του κλουβιού της, κοιτάζει μελαγχολική τον κόσμο πίσω από τα κάγκελα και παρατηρεί τα πόδια της να κρέμονται στο κενό.
Ο Γραβιέρης, το παιδί-κεφαλοτύρι, τρέμει κουλουριασμένος πάνω στο εφημεριδένιο κρεβάτι του, σε μια γωνιά του ειδικά διαμορφωμένου δωματίου του και με μάτια καρφωμένα σε μια τρύπα στον τοίχο φοβάται ότι κάποιο ποντίκι θα προβάλει τη λαίμαργη μουσούδα του από εκεί.
Ο Οράσιος, ο άνθρωπος με τα τρία μάτια στο πρόσωπο, προσπαθεί να θυμηθεί από ποιο από αυτά ξεκίνησε το δάκρυ, που, αφού κύλησε στο πρόσωπό του, σταμάτησε και σχημάτισε μια αλμυρή, μικροσκοπική λίμνη στο πηγούνι του.
Η Μπαρμπαρόζα, η γυναίκα με τα γένια, χτενίζει αδιάκοπα με αργές κινήσεις και με μια σταθερή έκφραση αδιαφορίας το τριχωτό της πρόσωπο με μια χτένα από ταρταρούγα, που έχει πάνω της σκαλισμένη μια φάλαινα να καταβροχθίζει μια ψαρόβαρκα.
Ο Κάιν, ο ψηλότερος άνθρωπος του κόσμου, σκέφτεται τον τρόπο που θα εξομολογηθεί τον έρωτά του στην Πέγκυ τη Μικροσκοπική Γυναίκα, και στριφογυρίζει στα τεράστια χέρια του ένα πλαστικό στρουμφάκι που κάποιο παιδί που δεν ξανασυνάντησε του είχε χαρίσει πριν από χρόνια.
Ο Ψαρατούστρα, από τη μέση και πάνω ψάρι και από τη μέση και κάτω άνθρωπος, υποφέρει μεγαλώνοντας από ρευματικά και βλέπει συνέχεια στον ύπνο του ανάποδες γοργόνες να βγάζουν τα ψαρίσια τους κεφάλια έξω από το νερό και να ανοιγοκλείνουν τα στόματά τους σαν να ρωτούν κάτι. Εκείνος απαντά κάθε φορά ότι “Ζει και βασιλεύει”, αλλά σε εκείνο το σημείο πάντα ξυπνά και μέχρι το ξημέρωμα βασανίζεται για το ποια μπορεί να είναι η ερώτηση.
Η Πεινάνναμπελ, με τα 240 της κιλά, ξαπλωμένη στο ειδικό κρεβάτι της από τιτάνιο, κοιτάζει το μικρό δαχτυλάκι του δεξιού της ποδιού και το βρίσκει τόσο χαριτωμένο που αρχίζει να του μιλά για παπούτσια και παντόφλες για να του κεντρίσει το ενδιαφέρον. Όταν καταλαβαίνει ότι δεν συγκινείται από τις προσπάθειές της, απογοητευμένη πνίγει τη θλίψη της καταπίνοντας λαγάνες, τις οποίες αποκαλεί “crackers”.
Όταν η μουσική ξεκινήσει να παίζει τον προκαθορισμένο ρυθμό, όλοι τους, έστω και με κόπο, θα φορέσουν τα χαμόγελά τους και θα πάρουν θέση για να επιδείξουν τους εαυτούς τους, έτσι όπως οι επισκέπτες θέλουν να τους δουν. Θα στριμώξουν τα αισθήματα, τις σκέψεις και τα όνειρά τους σε μικρά κουτιά, θα καθήσουν πάνω τους για να μπορέσουν αυτά να κλείσουν και με το τράβηγμα της κουρτίνας θα εμφανίσουν τα αλλόκοτα κορμιά τους μπροστά στο πλήθος των περίεργων. Κάτω από σαπισμένα φώτα θα νιώσουν πάνω τους τα βλέμματα των ανθρώπων σαν χτυπήματα από μαστίγιο, μέχρι τα μάτια αυτών που πλήρωσαν εισιτήριο να χορτάσουν και ο καθένας τους να αισθανθεί κανονικότερος, καλύτερος από αυτούς που ο Δημιουργός ξεκίνησε να φτιάχνει και από ιδιοτροπία, βαρεμάρα ή για πλάκα δεν θέλησε να ολοκληρώσει. Αργότερα, όταν η αυλαία θα πέσει, τα πλάσματα θα γλιστρήσουν πίσω από αυτήν, ανακουφισμένα. Μέχρι την επόμενη πόλη και την επόμενη παράσταση. Οι άλλοι, οι φυσιολογικοί άνθρωποι, θα επιστρέψουν στις φυσιολογικές ζωές τους, πίσω στους γονείς, στα παιδιά τους που προσπαθούν να αποφύγουν, στις δουλειές τους που σιχαίνονται και εκτελούν μηχανικά, στα τσιμεντένια δωμάτια των τσιμεντένιων τους σπιτιών και στους άνετούς τους καναπέδες-μαύρες τρύπες».