Βιβλιο

Πώς γίνεται να λατρεύεις μια δολοφόνο

Η «Domina» (εκδ. Διόπτρα) της L.S. Hilton έχει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μας άρεσαν στο προηγούμενο βιβλίο: ωμό σεξ, κυνισμό, φιλοσοφικούς στοχασμούς, ζωγραφική και μια υπέροχη (αδίστακτη) ηρωίδα.

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 636
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στo «Domina» η υπάλληλος του οίκου δημοπρασιών και κονσοματρίς Τζούντιθ Ράσλι του «Μaestra» (πρώτο βιβλίο της τριλογίας, που εκτόξευσε την L.S. Hilton στο πάνθεον των ευπώλητων συγγραφέων παγκοσμίως) έχει πλέον μεταμορφωθεί σε Ελίζαμπεθ Τίρλινκ. Ως ιδιοκτήτρια της γκαλερί Τζεντιλέσκι –το επώνυμο της ζωγράφου του μπαρόκ, Αρτεμισίας, που υπήρξε «ίνδαλμα» για την Τζούντιθ/Ελίζαμπεθ– ζει σε ένα βενετσιάνικο παλάτσο και κινείται στους κύκλους των φιλότεχνων και μεγιστάνων του πλούτου. Η αποβίβαση στη Βενετία με ψεύτικη ταυτότητα ήταν μια απαραίτητη κίνηση προκειμένου να εξαφανίσει τα ίχνη της δολοφόνου Τζούντιθ. Οι οιωνοί δείχνουν ευνοϊκοί, με το προσωπείο της Ελίζαμπεθ να έχει γίνει εξαιρετικά πειστικό «κι η λάμψη του καθρέπτιζε μόνο αυτό που λαχταρούσε να δει ο καθένας». Όμως το παρελθόν θυμώνει, αν θέλεις να το διαγράψεις, κι έρχεται να δώσει το παρόν μέσω ενός εκβιαστή ρώσου μεγιστάνα.

Όπως στο «Μaestra» έτσι και στο «Domina» η Hilton δημιουργεί ένα εκρηκτικό κοκτέιλ μιξάροντας φθηνή πορνογραφία, λαϊφσταϊλίδικες λεπτομέρειες και επιδειξιομανείς σκηνές πλούτου. Αυτά είναι τα πρώτα υλικά που δυστυχώς εύκολα μπορούν να οδηγήσουν ένα βιαστικό αναγνώστη στο να κατατάξει την τριλογία της σε δείγμα φθηνής λογοτεχνίας – ειδικά αν είναι οπαδός του υπαινιγμού και όχι των ωμών περιγραφών. Αυτά τα υλικά είναι όμως μόνο η επιφάνεια. Γιατί πίσω από τον κυνισμό κρύβεται μία απόπειρα να δημιουργηθεί (με φεμινιστικούς όρους) μια αντι-ηρωίδα, η οποία θα μπορεί ισάξια να αναμετρηθεί με έναν Τομ Ρίπλεϊ. Επιπλέον χρησιμοποιείται και για να ξετυλιχτεί ένας φιλοσοφικός στοχασμός για την επιθυμία και τη ματαιότητα των ανθρώπινων στόχων («η εκπληρωμένη επιθυμία έγινε περιφρονημένη επιθυμία»), όπως και για τη διαμάχη μεταξύ του «είναι» και του «φαίνεσθαι».

Ειδικά για να «σχολιάσει» την τελευταία σχέση η Hilton επιστρατεύει, ως μεταφορά, πάλι τη ζωγραφική – η συγγραφέας αφού αποφοίτησε από την Οξφόρδη, σπούδασε Ιστορία της Τέχνης στο Παρίσι και τη Φλωρεντία. Σε αυτό το βιβλίο τη θέση της Αρτεμισίας Τζεντιλέσκι και του πίνακά της «Η Ιουδήθ αποκεφαλίζει τον Ολοφέρνη», που κρατούσαν κεντρικό ρόλο στο «Maestra», παίρνουν η ζωή και το έργο του Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζο. «... οι πίνακές του μας εξαπατούν ενώ την ίδια στιγμή μας πείθουν ότι βλέπουμε καθαρά. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο εκεί, επομένως πώς είναι δυνατόν να ξεγελιόμαστε; Κι όμως, είμαστε τόσο κολλημένοι σ’ αυτό που κοιτάζουμε, που τυφλωνόμαστε και δεν βλέπουμε τις ταυτόχρονες πραγματικότητες των σκηνών του Καραβάτζο. Η ζωγραφική είναι μια απάτη. Να προσέχεις αυτό που νομίζεις ότι βλέπεις». 

Όλο το σασπένς του «Domina» στηρίζεται ακριβώς σε αυτό τον πόλεμο, που μπορεί να ειδωθεί και ως πόλεμος μεταξύ του αυθεντικού και του ψεύτικου. Όχι μόνο μέσα από την προσπάθεια της Ελίζαμπεθ να «εξαφανίσει» την Τζούντιθ, αλλά και γιατί το (θριλερικό) σενάριο απαιτεί από την ηρωίδα, προκειμένου να σώσει τη ζωή της, να ανακαλύψει και να δώσει στον «κυνηγό» της ένα (πλαστό) σχέδιο του Καραβάτζο. Αυτό θα δώσει αφορμή και για έναν εκτενή σχολιασμό της αγοράς της τέχνης πίσω από την οποία κρύβονται από λαθρέμποροι όπλων και στείροι επενδυτές μέχρι (αυνανιστές) συλλέκτες· το πού στηρίζεται το χρηματιστήριό της («Υπάρχουν εκατοντάδες τρόποι να εξαπατήσεις την αγορά, επειδή στην τελική, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα εμπορεύματα, η αξία ενός πίνακα έγκειται στο τι πιστεύουν οι αγοραστές του ότι αξίζει»), αλλά και πώς κατασκευάζεται η σύγχρονη τέχνη.

Το μόνο που μένει να πούμε είναι ότι περιμένουμε με αδημονία το τρίτο και τελευταίο βιβλίο της σειράς.