- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ιστορίες λογοκρισίας
Μια συζήτηση με την Πηνελόπη Πετσίνη και τον Δημήτρη Χριστόπουλο, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «Η λογοκρισία στην Ελλάδα»
Έως το 1974 στην Ελλάδα υπήρχε θεσμοποιημένη προληπτική λογοκρισία: ήταν η «Επιτροπή Λογοκρισίας» που έλεγχε στίχους, σενάρια κ.λπ. Το τότε και το τώρα της λογοκρισίας παρουσιάζεται στον συλλογικό τόμο «Η λογοκρισία στην Ελλάδα», από το παράρτημα Ελλάδας του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, που, μάλιστα, διατίθεται δωρεάν (διαδικτυακά εδώ, για αντίτυπα στο 2103617769).
Το βιβλίο θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 10 Μαρτίου, στις 19.30 στο Booze (Κολοκοτρώνη 57), όπου θα μιλήσουν γι’ αυτό ο ιστορικός Αντώνης Λιάκος, ο σκιτσογράφος Ανδρέας Πετρουλάκης και ο τέως υπουργός Παιδείας Νίκος Φίλης. Γράφουν οι: Χάρης Αθανασιάδης, Γιώργος Ανδρίτσος, Κωνσταντίνος Μ. Βαφειάδης, Ιουλιανή Βρούτση, Γιάννης Γκλαβίνας, Ευδοκία Δεληπέτρου, Δημήτρης Δημούλης, Λεωνίδας Εμπειρίκος, Μαρία Ζουμπούλη, Αλεξάνδρα Ιωαννίδου, Κωστής Καρπόζηλος, Ορσαλία-Ελένη Κασσαβέτη, Κώστας Κατσάπης, Γιώργος Κοκκώνης, Άννα Μοσχονά-Καλαμάρα, Θανάσης Μουτσόπουλος, Λάμπρος Μπαλτσιώτης, Στρατής Μπουρνάζος, Δημοσθένης Παπαδάτος-Αναγνωστόπουλος, Γεράσιμος-Σοφοκλής Παπαδόπουλος, Πηνελόπη Πετσίνη, Νίκος Ποταμιάνος, Μαρία Ρεπούση, Δέσποινα Σκούρτη, Ειρήνη Στάθη, Μάνος Στεφανίδης, Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, Θεόφιλος Τραμπούλης, Τάσος Τυφλόπουλος, Μαρία Χάλκου, Δημήτρης Χριστόπουλος, Χριστίνα Χρονοπούλου
Την επιμέλεια της έκδοσης έχουν η διδάκτωρ Τεχνών και Ανθρωπιστικών Επιστημών Πηνελόπη Πετσίνη και ο καθηγητής στο Πάντειο και πρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Δημήτρης Χριστόπουλος, οι οποίοι μας μιλούν για τις μορφές λογοκρισίας με παραδείγματα.
Τι είναι η λογοκρισία και ποια ήταν η αφορμή της έκδοσης αυτού του βιβλίου;
Δημήτρης Χριστόπουλος: Από το 2007 κάνω στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου ένα μάθημα με τίτλο «Τέχνη, ελευθερία και λογοκρισία». Στο μάθημα αυτό προσκαλώ ανθρώπους από διαφορετικούς χώρους, από τον τύπο, την τέχνη και λοιπά, οι οποίοι είτε έχουν υποστεί λογοκρισία είτε την έχουν μελετήσει. Νομίζω ότι κάπου στην αρχή της πρωτοβουλίας είναι αυτό το σεμινάριο το οποίο είναι μάλιστα ανοιχτό στο κοινό και από του χρόνου θα το διοργανώνουμε μαζί με την Πηνελόπη. Στην εισαγωγική ενότητα αυτού του μαθήματος λέω πως «λογοκρισία είναι o περιορισμός του ελεύθερου λόγου –καλλιτεχνικού ή όχι– που θεωρείται επικίνδυνος για την εξουσία. Ανάλογα με το πότε και από ποιον ασκείται η λογοκρισία κάνουμε λόγο για κατασταλτική, για προληπτική λογοκρισία και τέλος για αυτολογοκρισία».
Πηνελόπη Πετσίνη: Τα περισσότερα από τα κείμενα αυτού του βιβλίου πρωτοπαρουσιάστηκαν το Δεκέμβριο του 2015 στο συνέδριο «Λογοκρισίες στην Ελλάδα», που διοργάνωσε το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου και το γραφείο Αθηνών του Ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ, με τη συνδρομή του Δήμου Αθηναίων που μας παραχώρησε το συμβολικό χώρο του ΕΑΤ-ΕΣΑ στο Πάρκο Ελευθερίας. Το συνέδριο ήταν μια προσπάθεια να συστηματοποιήσουμε και να καταγράψουμε εμπειρίες και αναλύσεις, προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα: Να συγκεντρώσουμε τεκμήρια, πειστήρια και πρωτότυπες αναλύσεις σχετικές με το φαινόμενο της λογοκρισίας σε όλες τις πιθανές εκδοχές με τις οποίες έχει εμφανιστεί στην ελληνική κοινωνία και συνεχίζει να εμφανίζεται. Φυσικά, ένα συνέδριο δεν καταγράφει εξαντλητικά ένα φαινόμενο αλλά αντανακλά τη διαθέσιμη έρευνα που υπάρχει πάνω σε αυτό.
Δημήτρης Χριστόπουλος: Ήταν πάντως ένα πολύ σημαντικό συνέδριο, μεγάλο από πλευράς συμμετοχών και προσέλευσης, αλλά κυρίως πρωτοπόρο, καθώς ουσιαστικά ήταν η πρώτη φορά που έγινε μια τόσο συστηματική συζήτηση για τη λογοκρισία στην Ελλάδα.
Πηνελόπη Πετσίνη: Ναι! Αν και στο βιβλίο προστέθηκαν και επιπλέον κείμενα/αναλύσεις που θεωρούσαμε ότι προσθέτουν στην προβληματική του, είναι εμφανές ότι απουσιάζουν αναλύσεις ορισμένων εμβληματικών περιπτώσεων λογοκρισίας ή υποεκπροσωπούνται πεδία που αδιαμφισβήτητα έχουν υποστεί σημαντική λογοκρισία, όπως για παράδειγμα το τραγούδι. Ταυτόχρονα, βέβαια, ένα τέτοιο σχέδιο όπως το βιβλίο μας μπορεί να τονώσει ή και να προκαλέσει το ενδιαφέρον προς την έρευνα ενός φαινομένου. Ευελπιστούμε πως αυτό θα συμβεί στην περίπτωσή μας: τόσο το συγκεκριμένο βιβλίο «Η λογοκρισία στην Ελλάδα» που παρουσιάζεται την Παρασκευή 10 Μαρτίου στην Αθήνα, όσο και οι μελλοντικές εκδόσεις που σχεδιάζουμε μπορούν να αποτελέσουν πόλο συσπείρωσης και διαλόγου ερευνητών, καλλιτεχνών και γενικά ανθρώπων που τους αφορά το ζήτημα της ελευθερίας της έκφρασης.
Ποια είναι τα όρια ανάμεσα στη λογοκρισία και την κριτική;
Πηνελόπη Πετσίνη: Φυσικά η «λογοκρισία» έχει μετατραπεί σε ένα πολύ βολικό επιχείρημα εξαιτίας της ρητορικής αξίας του όρου: αφενός τραβάει την προσοχή του κοινού κι αφετέρου αποκρύπτει την ποιότητα αυτού που υποτίθεται πως λογοκρίνεται – ας σκεφτούμε πόσο διαδεδομένη είναι η αντίληψη πως ό,τι λογοκρίνεται είναι πάντα σημαντικό. Χονδρικά, πάντως, θα λέγαμε ότι τόσο η λογοκρισία όσο και η κριτική βασίζονται πάνω σε κανόνες – αυτοί παρέχουν τα κριτήρια βάσει των οποίων κρίνεται και αξιολογείται κάτι. Αλλά δεν είναι το ίδιο ένας συγγραφέας του οποίου το έργο απαγορεύεται από ένα (απολυταρχικό ή φιλελεύθερο) καθεστώς, με τον ακαδημαϊκό που η έρευνά του απορρίπτεται από ένα επιστημονικό περιοδικό ή ένα ερευνητικό κέντρο. Η κριτική κρίνει, αξιολογεί αυτό που λες. Η λογοκρισία δε συζητά, σου απαγορεύει να το λες.
Δημήτρης Χριστόπουλος: Να το πω απλά, όπως θέλω να το λέω στο πανεπιστήμιο. Έχω κάθε λόγο να ασκώ δριμεία κριτική σε ένα κινηματογραφικό έργο που πήγα και δεν μου άρεσε ή δεν πήγα επειδή δεν θα μου αρέσει. Μπορώ να πω ό,τι θέλω για εκείνο. Να μην το αντέχω και να το βρίζω. Μου έχει συμβεί πολλές φορές! Η κριτική, ακόμη και η αγενής ή κακοπροαίρετη, είναι μέσα στο παιχνίδι. Αν πω όμως ότι το έργο αυτό πρέπει να απαγορευθεί και στραφώ προς τις αρχές της χώρας ώστε να το απαγορέψουν, τότε από την κριτική περνάμε στη λογοκρισία. Λογοκρισία για να υπάρχει πρέπει να υπάρχουν σχέσεις εξουσίας: μόνο αυτές επιτρέπουν σε κάποιον να καταφέρνει να σταματάει το λόγο κάποιου άλλου. Είναι, νομίζω, εμφανές. Από την άλλη, διάφοροι δημιουργοί που θέλουν να θυματοποιούνται όταν τους ασκείται κριτική θεωρούν πως τους ασκείται λογοκρισία.
Σήμερα ασκείται λογοκρισία από το κράτος;
Δημήτρης Χριστόπουλος: Ναι, αλλά όχι μόνο! Φυσικά σε μια παραδοσιακή αντίληψη μόνο το κράτος έχει τη δυνατότητα να λογοκρίνει. Αυτό έχει νόμους, έχει δικαστές, έχει αστυνομία. Επομένως, κατά μείζονα λόγο, η λογοκρισία ασκείται από το κράτος και διά του κράτους. Από την άλλη, ζούμε σήμερα σε ένα κόσμο όπου η εξουσία δεν είναι εγκιβωτισμένη μόνο στα κράτη, αλλά διαχέεται σπάζοντας τις κατεστημένες αντιλήψεις περί διάκρισης δημοσίου και ιδιωτικού. Μπορούμε όμως να διακρίνουμε μηχανισμούς λογοκρισίας σε όλα τα επίπεδα όπου ασκείται εξουσία: στην οικογένεια, το σχολείο, την εργασία, την αγορά, και πάει λέγοντας. Όσο πιο αυτοματοποιημένες και πάγιες είναι οι σχέσεις εξουσίας κάπου, τόσο περισσότερο αυτονόητος είναι ο περιορισμός του λόγου. Δεν μπορούμε να λέμε ό,τι μας έρχεται στο σχολείο. Στο πανεπιστήμιο μπορούμε, λόγω ακαδημαϊκής ελευθερίας, να λέμε περισσότερα. Πάντως, το κράτος έχει τον τελευταίο λόγο συνολικά, διότι είναι αυτό που σε τελευταία ανάλυση εγκρίνει ή αποδοκιμάζει.
Πηνελόπη Πετσίνη: Θεωρητικά, πάντως, η ελευθερία της έκφρασης είναι θεσμικά κατοχυρωμένη σε μια δημοκρατία. Το ισχύον Σύνταγμα, για παράδειγμα, ορίζει ότι η τέχνη, η επιστήμη, η έρευνα και η διδασκαλία είναι ελεύθερες, και η ανάπτυξη και η προαγωγή τους αποτελεί υποχρέωση του κράτους. Αλλά, ταυτόχρονα, η ελληνική έννομη τάξη είναι μια από τις λιγοστές ευρωπαϊκές που κρατά ενεργό το ποινικό αδίκημα της βλασφημίας. Επίσης συχνά καταλήγει να είναι θέμα ερμηνείας: «Εντάξει, η τέχνη είναι ελεύθερη, αλλά αυτό δεν είναι τέχνη».
Προληπτική λογοκρισία, κατασταλτική λογοκρισία, αυτολογοκρισία. Ποια είναι η πιο επικίνδυνη μορφή;
Δημήτρης Χριστόπουλος: Δεν ξέρω, για να σας πω την αλήθεια... Νομίζω ότι σίγουρα το πιο επικίνδυνο είναι όταν μαζί με το αντικείμενο της δημιουργίας απειλείται και το υποκείμενό της από τη βία των λογοκριτών. Στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα δεν αρκούνταν να καταδικάσουν τη βλασφημία αλλά πετούσαν τους βλάσφημους στη φωτιά. Επί χούντας, δεν αρκούνταν να λογοκρίνουν τραγούδια αλλά έστελναν κι εξορία τους συνθέτες. Τώρα, στη διάκριση που κάνετε, ως το 1974 στην Ελλάδα υπήρχε θεσμοποιημένη προληπτική λογοκρισία. Υπήρχε η «Επιτροπή Λογοκρισίας» που έλεγχε στίχους, σενάρια και λοιπά. Σήμερα τέτοια πράγματα δεν υπάρχουν. Η λογοκρισία δεν είναι κανόνας αλλά εξαίρεση.
Πηνελόπη Πετσίνη: Ταυτόχρονα, όμως, έχουμε συνεχώς δείγματα που μας δείχνουν ότι τα περιστατικά είναι επαναλαμβανόμενα και άρα όχι μεμονωμένα: το θέατρο Χυτήριο πριν από λίγα χρόνια όπου οι χρυσαυγίτες υπό την ανοχή της αστυνομίας κατάφεραν και σταμάτησαν το έργο, η σύλληψη του εμπνευστή της σελίδας στο facebook Γέρων Παστίτσιος, για να πάρω τα πιο κοντινά. Αν πάμε πιο πίσω έχουμε κι άλλα: την έκθεση Outlook, το κόμικς του Χάντερερ, το «άσεμνο» βίντεο της Εύας Στεφανή, το «Μν» του Μίμη Ανδρουλάκη, το «Ζιγκ-ζαγκ στις νεραντζιές» της Έρσης Σωτηροπούλου, και πάει λέγοντας. Η λίστα είναι μεγάλη.
Δημήτρης Χριστόπουλος: Υπάρχει ένα νήμα που τα ενώνει όλα αυτά. Ωστόσο, αυτά είναι τα φανερά. Νομίζω ότι το πιο δύσκολο είναι να αντιμετωπίσει κανείς μορφές λογοκρισίας που δεν δημοσιοποιούνται με αποτέλεσμα να παγιώνονται ως κανονικότητες.
Δώστε μας δυο-τρία παραδείγματα αυτολογοκρισίας στο σήμερα. Π.χ. ένας δημοσιογράφος της κρατικής τηλεόρασης που «αμβλύνει» κάπως την κριτική του απέναντι στην κυβέρνηση είναι μια μορφή αυτολογοκρισίας;
Δημήτρης Χριστόπουλος: Αν υπάρχει ένας κλάδος που ξέρει καλύτερα από όλους τι σημαίνει «αυτολογοκρισία» αυτός είναι όντως οι δημοσιογράφοι. Από την άλλη, είμαι εξαιρετικά σκεπτικός στο να συμπεριλάβουμε όλους τους εσωτερικούς μας αυτοπεριορισμούς στην κατηγορία της «λογοκρισίας». Κατά κανόνα, οι άνθρωποι δεν λένε ό,τι τους έρχεται, προσέχουν να είναι στοιχειωδώς ευγενικοί και πάει λέγοντας. Επομένως, πρέπει να προσέξουμε να μην οδηγηθούμε σε μια αντίληψη που ουσιαστικά όλα τα θεωρεί λογοκρισία. Αυτολογοκρισία έχουμε όταν αυτοπεριοριζόμαστε ύστερα από μια ενσυνείδητη απόφαση που προέρχεται από εξωτερικούς περιορισμούς και τον φόβο των συνεπειών της πρόκλησής τους. Αν ο δημοσιογράφος, λοιπόν, δεν λέει αυτό που νομίζει διότι φοβάται για τη θέση του στη δημόσια τηλεόραση, τότε, ναι, έχουμε αυτολογοκρισία. Αν ένας δημοσιογράφος δεν προβεί σε μια αποκάλυψη που θα ενοχλήσει το αφεντικό του τότε έχουμε αυτολογοκρισία. Αν όμως ένας δημοσιογράφος έχει απλώς μάθει να κάνει τη δουλειά του ώστε να μην ενοχλεί, δεν θεωρώ ότι έχει πέσει θύμα αυτολογοκρισίας. Απλώς έχει ενσωματώσει τον αστυνομικό στο κεφάλι του, που θα έλεγε κι ο Φουκώ, για να το έχει ήσυχο.
Πηνελόπη Πετσίνη: Πάντως, ειδικά στη συζήτηση για τα μίντια, συγχέουμε συχνά την έννοια της λογοκρισίας με αυτή της προπαγάνδας. Προπαγάνδα μπορεί να υπάρχει, ιδιαίτερα σε συνθήκες πόλωσης, και να καταλήγει σε αλλοίωση ή διαστρέβλωση των ειδήσεων, αλλά δεν είναι απαραίτητο ότι υπάρχει πάντα λογοκρισία. Λογοκρισία είναι να απολύσεις έναν δημοσιογράφο, να κόψεις μια εκπομπή ή να κλείσεις ένα κανάλι γιατί δεν συμφωνείς με αυτό που λέει ή γιατί δεν κάνει αυτό που του λες. Ή, εν πάσει περιπτώσει, αυτή είναι μια λογοκρισία που μπορείς να ορίσεις, να καταγγείλεις. Με τον αστυνομικό στο κεφάλι μας, που λέει ο Δημήτρης, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα.
Η λογοκρισία είναι «προνόμιο» πάντα κάποιας εξουσίας; Μπορεί να ασκείται και από κάποια μειοψηφία;
Πηνελόπη Πετσίνη: Ναι! Η περίπτωση της Αριστεράς στην Ελλάδα όταν διώκονταν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Να θυμηθούμε, για παράδειγμα, την περίπτωση του θεατρικού έργου «Η Αντιγόνη της Κατοχής» όταν σύσσωμη η Αριστερά επιτέθηκε στον Κατράκη απαιτώντας να κατέβει το έργο γιατί θεωρήθηκε προσβολή και διαστρέβλωση της Εθνικής Αντίστασης – «Δεν είναι ένα κακό έργο, είναι μια κακή πράξη» έγραψε ο Ηλίας Ηλιού. Υπάρχει ένα κείμενο της Μαρίας Χάλκου στο βιβλίο για την περίπτωση, που εκτός των άλλων μας υπενθυμίζει ότι η λογοκρισία κάποτε δεν θεωρούνταν a priori «κακή» και απαράδεκτη, ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να τη θεωρούσαν και αποδεκτή και δικαιολογημένη. Ο Τσαρούχης, για παράδειγμα, στη δημόσια δήλωση υποστήριξης στον Κολλάτο για τον «Θάνατο του Αλέξανδρου» το ‘66, δεν κατήγγειλε γενικά τη λογοκρισία του έργου αλλά ειδικά τη λογοκρισία ενός καλού έργου: «Δυσκολεύομαι να καταλάβω ποιος κίνδυνος απειλεί την Ελλάδα από το φιλμ αυτό, ιδίως όταν ξέρουμε ποια βορβορώδη κατασκευάσματα επιτρέπεται να κυκλοφορούν ανενόχλητα», έγραψε.
Δημήτρης Χριστόπουλος: Σχέσεις εξουσίας υπάρχουν παντού, επομένως και στις μειοψηφίες. Μάλιστα, θα έτεινα να πω ότι όσο πιο κατατρεγμένη είναι μια μειοψηφία τόσο πιο ισχυρή μπορεί να είναι η εξουσία που ασκείται στο εσωτερικό της. Όπως λέει η Πηνελόπη, ό,τι ξέφευγε από την καθώς πρέπει νόρμα της κυρίαρχης αισθητικής της διωκώμενης Αριστεράς, θεωρούνταν απορριπτέο και νοσηρό με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το κυρίαρχο μετεμφυλιακό καθεστώς θεωρούσε νοσηρό ο,τιδήποτε αριστερό.
Και σήμερα;
Το ότι και σήμερα μια «δυναμική» μειοψηφία μπορεί να εμφανίζεται κατά καιρούς ως λογοκριτικός μηχανισμός, να μπαίνει μέσα σε μια εκδήλωση και να τα κάνει μπάχαλο, να απειλεί με βία καθηγητές πανεπιστημίου που δεν της αρέσουν, είναι ενδείξεις αυτού ακριβώς που λέμε: ότι η λογοκρισία είναι ίδιον της εκάστοτε δυνατότητας να ασκείται εξουσία. Είτε εντός του κράτους, είτε εκτός αυτού. Ενίοτε δε και εναντίον του.
Ποια είναι η ιδιαιτερότητα της λογοκρισίας όταν αφορά τα εθνικά θέματα; Στο βιβλίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, και η περίπτωση του Νίκου Φίλη και οι δηλώσεις που είχε κάνει σχετικά με τη γενοκτονία των Ποντίων.
Δημήτρης Χριστόπουλος: Τα λεγόμενα «εθνικά» είναι αυτά για τα οποία απαγορεύεται η άλλη άποψη. Δεν είναι κατ’ ανάγκην τα πιο κρίσιμα. Είναι όμως τα πιο φορτισμένα. Εγώ θεωρώ ότι το δημόσιο χρέος της χώρας είναι πιο σημαντικό εθνικό ζήτημα από την ονομασία του γειτονικού μας κράτους. Για το χρέος όμως μπορεί ο καθένας να λέει ό,τι θέλει, αν όμως πει τη λέξη «Μακεδονία» αντιμετωπίζεται ως μίασμα. Λοιπόν, αυτό έγινε και με τον Φίλη. Και για το λόγο αυτό, ως ένδειξη αλληλεγγύης, στην παρουσίασή μας την Παρασκευή μιλάει ο Φίλης που διαπομπεύθηκε επειδή μίλησε για εθνοκάθαρση των Ποντίων και ο Πετρουλάκης που διώχθηκε από τον Υπουργό Άμυνας Π. Καμμένο για κείμενο πολιτικής κριτικής εναντίον του. Οι άνθρωποι που έχουν δημόσιο λόγο οφείλουν να παίρνουν θέση στα επίδικα των καιρών μας. Αυτό κάνουμε κι εμείς!