Βιβλιο

Βαγγέλης Μπέκας: Η φουστανέλα δεν θεωρείται σέξι

Στο ιστορικό μυθιστόρημά του «Μαύρο Φυλαχτό» (εκδ. Ψυχογιός)  Σουλιώτες, αστοί Κερκυραίοι, ο Αλή Πασάς και Βοναπαρτιστές συνδιαλέγονται

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 602
4’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Ποιο ήταν το έναυσμα ώστε να ασχοληθείτε με τη συγκεκριμμένη χρονική περίοδο, αλλά και περιοχή;

Όταν έμαθα πως οι ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης δεν έφτασαν απλώς, αλλά εφαρμόστηκαν στα Επτάνησα, μόλις ο Βοναπάρτης κατέλαβε τη Βενετία το 1797. Η παρουσία των γάλλων επαναστατών, ακόμα και στην Πρέβεζα και στην Πάργα, επηρέασε άμεσα και τις αψιμαχίες του Αλή Πασά με τους Σουλιώτες. Συνειδητοποίησα, λοιπόν, πως τα γεγονότα του Σουλίου, που συνέβησαν στα τότε σύνορα Ανατολής και Δύσης, είχαν ιδιαίτερη δυναμική. Όχι, δεν ήταν απλώς ο πόλεμος ενός πασά με κάποιους ληστές. Συνέβαινε μια κοσμογονία. Θα έγραφα, λοιπόν, για τον Σουλιώτη Μάρκο που γίνεται φίλος με τον Περαιβό, τον τελευταίο Έλληνα που είδε ζωντανό τον Ρήγα Φεραίο. Θα έγραφα για τον Μάρκο, τον κάλπικο Σουλιώτη σε ηρωικές εποχές, που η ευστροφία και η μουσική τον γλιτώνουν από τα δεινά, αλλά ως πότε... Που του παίρνει τα μυαλά ο έρωτας για μια όμορφη Κερκυραία, ενώ ο ενωμένος ρωσοτουρκικός στόλος πολιορκεί τη «δημοκρατική» Κέρκυρα. Που το χρέος της δολοφονημένης αδερφής τον κατατρέχει, ενώ ξεσπά ο πόλεμος με τον Αλή Πασά. Βέβαια, για να μην κρυβόμαστε, με επηρέασε και το γεγονός ότι η καταγωγή μου είναι απ’ το Σούλι. 

Ποιος είναι ο λόγος που οι νέοι έλληνες συγγραφείς αποφεύγουν να ασχοληθούν με τον 19ο αιώνα και κυρίως σε ό,τι αφορά στην προεπαναστική περίοδο ή την περίοδο της επανάστασης;

Ίσως διότι η φουστανέλα δεν θεωρείται σέξι… Παρά το γεγονός ότι οι φουστανελάδες συχνά δεν φορούσαν εσώρουχο από κάτω. Κάτι που μάλλον θα γνώριζε ο Όσκαρ Γουάιλντ, όταν φωτογραφήθηκε εύζωνας. Πέρα από την πλάκα, δεν είναι εύκολη υπόθεση να γράψεις για ανθρώπους και εποχές για τα οποία γνωρίζουμε τελικά τόσο λίγα. Είναι εποχές μες στην ομίχλη. 

Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που έχει ένα ιστορικό μυθιστόρημα;

Το πιο δύσκολο είναι να κατανοήσεις και να χτίσεις το ψυχολογικό προφίλ των χαρακτήρων. Το ηθικό πλαίσιο που τους διέπει είναι τελείως διαφορετικό από το σημερινό. Μπορείς ερευνώντας να διαβάσεις και να μάθεις για τα ήθη, τα έθιμα, τα ρούχα, μπορείς να χτίσεις και την ατμόσφαιρα. Αλλά, αν δεν σκάψεις βαθιά μέσα σου και γύρω σου, θα αποτύχεις.  Όταν διάβασα πως ο Τολστόι είχε κοπιάσει κάνοντας ενδελεχή έρευνα για να κατανοήσει το ψυχολογικό προφίλ των ηρώων του στο «Πόλεμος και Ειρήνη», βιβλίο που διαδραματιζόταν μόλις πενήντα χρόνια πριν από την εποχή που το έγραψε, κλονίστηκα: Υπήρχε κίνδυνος να γράψω ένα σκουπίδι. Εφάρμοσα στο μυθιστόρημα τεχνικές Στανισλάφσκι για να μπορέσω να σταθώ. Έκανα και διάφορα ξόρκια για να βιώσει ο αναγνώστης μαζί μου την εποχή. Δεν την περιέγραψα, την έζησα.

Ένα μυθιστόρημα, για χάρη της μυθοπλασίας, έχει δικαίωμα να αυθαιρετεί σε ό,τι αφορά τα ιστορικά γεγονότα;

Ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θεωρεί ορθό, στη δική μου περίπτωση πάντως προσπάθησα να δώσω τα ιστορικά γεγονότα όπως έγιναν. Ώστε να αντιληφθεί πλήρως ο αναγνώστης τι συνέβαινε στις ζωές των ηρώων. Έπαιξα μυθοπλαστικά μόνο με τις σκοτεινές πλευρές της ιστορίας. Ήθελα να μιλήσω για την αφανή ζωή των ανθρώπων, ενώ γύρω τους συμβαίνει χαλασμός. Για παράδειγμα ήταν στοίχημα να δείξω πώς αισθάνεται ένας χωριάτης όταν μένει ξαφνικά σε ένα αρχοντόσπιτο, όταν χάνει την αδερφή του από μαχαίρι ή όταν μπαίνει στη μάχη ενώ τρέμει τον εχθρό. Ενώ ο «ίλιγγος» τον οδηγεί να κάνει αποτρόπαια πράγματα με τον τρόπο του Άμλετ.

Σημειώνετε πως οι ιστορικές αναφορές στα γεγονότα του Σουλίου διασταυρώνουν τα ξίφη τους. Οι βασικές αποκλίσεις με τι έχουν να κάνουν;

Τώρα θα μπλέξουμε. Θα πω μόνο ότι κάποιοι θεωρούν τους Σουλιώτες μόνο σούπερ ήρωες, κάποιοι άλλοι μόνο ληστές. Το σίγουρο είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι πήραν τα βουνά γιατί ήθελαν να είναι ελεύθεροι. Διότι τόλμησαν να τα βάλουν με τους δυνάστες. Κι έγιναν τρομεροί πολεμιστές και στη συνέχεια μισθοφόροι από ανάγκη, γνωστοί σε όλη την Ευρώπη για την ικανότητά τους στον πόλεμο. Οι ευρωπαίοι ρομαντικοί νόμιζαν ότι οι Σουλιώτες ήταν απόγονοι των Σπαρτιατών. Σε εκείνους που υποστηρίζουν ακόμα ότι οι Σουλιώτες ήταν απλώς ληστές, απαντώ με τα λόγια των ίδιων: «Αν μπορούσαμε να ζούμε στον κάμπο, δικές μας θα ήταν οι κότες που κλέβουμε». Αλλά είχαν προτιμήσει την ελευθερία, από το να σκύψουν το κεφάλι. Που αν δεν το ’σκυβες, σε παλούκωναν. Στην κυριολεξία. Ήταν πολύ σκληρές εποχές.

Από τα αληθινά ιστορικά πρόσωπα που χρησιμοποιήσατε στην ιστορία σας, ποιο ήταν αυτό που σας φάνηκε πιο μυθιστορηματικά προκλητικό;

Ο Σαμουήλ είχε μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν είναι και μικρό πράγμα να συμβουλεύεις τους Σουλιώτες στον πόλεμο, ενώ πιστεύεις ότι έρχεται η Αποκάλυψη. Εκείνος όμως που με γοήτευσε περισσότερο από όλους ήταν ο Περαιβός. Αν και δεν είναι τόσο γνωστός, κράτησε το όραμα του Ρήγα ζωντανό μες στην Ελληνική Επανάσταση, και ακολούθησε τα γεγονότα που αναφέρω στο βιβλίο μου.

Επιλέξατε να βάλετε στο κέντρο της ιστορίας μια βεντέτα. Αυτό σας φάνηκε δελαστικό για ποιο λόγο;

Όταν κάποιος σκότωνε γυναίκα στο Σούλι, όφειλες για εκδίκηση να σκοτώσεις τέσσερις άντρες από τη φάρα του φονιά. Αυτό νομίζω λέει πολλά για τη θέση της γυναίκας στο Σούλι. Στα Γιάννενα των Οθωμανών είχαν τα χαρέμια. Όμως στο Σούλι, όταν οι φάρες είχανε διαφορές, μια γυναίκα έστελναν για αντιπρόσωπο, ώστε να φιλιώσουν οι φάρες. Παράλληλα η ιδιαιτερότητα της σουλιώτικης βεντέτας, από μυθοπλαστικής απόψεως, θα μου έδινε τη δυνατότητα να μπολιάσω το ιστορικό μυθιστόρημα με πλούσια αστυνομική πλοκή. Για την ακρίβεια, ήθελα το βιβλίο να είναι, πέρα από ιστορικό μυθιστόρημα, και θρίλερ μυστηρίου.  

Ποιους άλλους συγγραφείς (ή βιβλία) θεωρείτε «συγγενείς» σας;

Διαβάζοντας τον «Καπετάν Μιχάλη» και την «Αναφορά στον Γκρέκο» του Καζαντζάκη, συνειδητοποίησα ότι αν δεν σκάψεις μέσα σου, αν δεν βρεις τις ρίζες, ποτέ δεν θα μάθεις ποιος στ’ αλήθεια είσαι. Φυσικά δεν θα φτάσεις στην απόλυτη αλήθεια, αλλά χρειάζεσαι μια πυξίδα. Ως άνθρωπος. Αλλιώς χάνεσαι στη δίνη της εποχής. Όπως και η χώρα. Αυτά με έσπρωξαν σε φιλοσοφικό επίπεδο. Όσον αφορά το τεχνικό κομμάτι του μυθιστορήματος, μπορώ να πω ότι τα βιβλία του Φίλιπ Κερ και του Ουμπέρτο Έκο μου άνοιξαν τα μάτια. Κινούμαι, επίσης, κοντά στο «Άρωμα» του Ζίσκιντ, στην «Αισθηματική αγωγή» του Φλομπέρ που είναι από τα αγαπημένα μου βιβλία, αλλά και φυσικά στις αρχαίες τραγωδίες και στον Σέξπιρ. Από τους σύγχρονους απολαμβάνω τα βιβλία του Ζουργού. Αλλά στην παρούσα φάση δεν θα με ενδιέφερε να γράψω κάτι δίχως να έχει αστυνομική πλοκή. Με την έννοια του Σοφοκλή και του Σέξπιρ, όχι του αστυνόμου Μπέκα.