Βιβλιο

«Για ένα πουκάμισο μη αδειανό, για μια Ελένα»

Μια μεγάλη ευκαιρία να γνωρίσουμε τον «πατριάρχη της βραζιλιάνικης λογοτεχνίας», Joaquim Maria Machado de Assis, μας δίνει η έκδοση του βιβλίου «Ελένα»

Βασίλης Βασιλικός
ΤΕΥΧΟΣ 590
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στη νέα σειρά των εκδόσεων Guttenberg  «ALDINA», σειρά που εμπνεύσθηκε και οργάνωσε ο  ποιητής Δημήτρης Αρμάος αλλά μοίρα κακή δεν του επέτρεψε να τη χαρεί, ανάμεσα στα τέσσερα πρώτα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν είναι και το αριστούργημα του αγνώστου εν πολλοίς στη χώρα μας «πατριάρχη της βραζιλιάνικης λογοτεχνίας» Joaquim Maria Machado de Assis (Ζοακίμ Μαρια Μασάντο ντε Ασίς, 1839-1908) «Ελένα». Αν και πρωτοκυκλοφόρησε  στη χώρα του το 1876, εξακολουθεί ως σήμερα να διαβάζεται όπως «Η φόνισσα» του συνομηλίκου του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, έχοντας γίνει, όπως και εκείνη, τρεις φορές κινηματογραφική ταινία, σίριαλ, θεατρικό και... όπερα.

Από πατέρα μιγά γεννημένο από «απελεύθερο» σκλάβο αφρικανικής καταγωγής (απελεύθερος σήμαινε ότι ο αφέντης του με έγγραφη δήλωσή του –την alforia– «αποποιείται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας επ’ αυτού») και μητέρα κόρη πάμφτωχων γονιών που μετανάστευσαν στη Βραζιλία από τις πορτογαλικές  Αζόρες, επί εποχής του Πέτρου του ΣΤ΄, μονάρχη της Αυτοκρατορίας Πορτογαλίας και Βραζιλίας, ο Μασάντο ντε Ασίς είναι ένα παιδί ασθενικό που ψευδίζει και υποφέρει από κρίσεις επιληψίας. Δεν διακρίνεται στο δημόσιο σχολείο ιδιαίτερα ως μαθητής, αλλά τον κατέχει από μικρό «ακόρεστη βιβλιοφαγία», ενώ τα βράδια κάνει μαθήματα γαλλικών κοντά σ’ ένα Γάλλο μετανάστη που είχε ανοίξει στη γειτονιά του, στην περιφερειακή ζώνη του τότε Ρίο ντε Ζανέιρο, αρτοποιείο.

Στην «Ελένα» τώρα (στη θαυμάσια μετάφραση από τη βραζιλιάνικη ντοπιολαλιά του Νίκου Πρατσίνη, που έχει γράψει και το διαφωτιστικό επίμετρο των 70 σελίδων από όπου άντλησα κι εγώ τις λιγοστές πιο πάνω βιο-πληροφορίες) φτάνει να διαβάσει ο αναγνώστης την πρώτη παράγραφο για να μην μπορεί από εκεί και πέρα να αφήσει το βιβλίο. Σας την αντιγράφω:

«Ο σύμβουλος Βάλε πέθανε στις 7 το βράδυ, στις 25 Απριλίου του 1859. Πέθανε από κεραυνοβόλο αποπληξία, λίγο αφότου είχε πάρει τον μεσημεριανό του υπνάκο κι ενώ ετοιμαζόταν να πάει να παίξει τη συνηθισμένη παρτίδα γουίστ στο σπίτι ενός φίλου του, εφέτη στο επάγγελμα. Ο δόκτωρ Καμάργκο, ο οποίος κλήθηκε εσπευσμένα, δεν έφτασε εγκαίρως για να χρησιμοποιήσει τα όπλα της επιστήμης· ο πατήρ Μελσιόρ δεν μπόρεσε να του δώσει την παρηγοριά της θρησκείας: ο θάνατος ήταν ακαριαίος».

Κι από τον απρόσμενο αυτό ακαριαίο θάνατο αρχίζει να ξετυλίγεται, με μια τέχνη και τεχνική ισάξια των Φλωμπέρ-Μωπασάν, ο μίτος της Αριάδνης στο λαβύρινθο που βρίσκεται εκείνη την εποχή η ασχημάτιστη ακόμα Βραζιλία, όπου τρία αίματα διασταυρώνονται, αυτά των  Ινδιάνων, των Αφρικανών και των Ευρωπαίων για να δημιουργήσουν το εκρηκτικό μείγμα των σύγχρονων Βραζιλιάνων που δυστυχώς τους έχουμε ταυτίσει μόνο με το Καρναβάλι τους και με την μπάλα.

Η Ελένα του βιβλίου είναι σα μια άλλη εκδοχή της Μαργαρίτας Γκωτιέ από την «Κυρία με τις Καμέλιες» του Αλεξάνδρου Δουμά υιού, πιο γνωστή ως  Βιολέτα στην «Τραβιάτα» του Γκιουζέπε Βέρντι. Και κάτι σαν υστερόγραφο: η πρώτη φράση του «Αλχημιστή» που έκανε παγκοσμίως διάσημο τον Πάολο Κοέλο, ένα συγγραφέα τριτοκλασάτο που κάνει τους Βραζιλιάνους, έχοντας να επιδείξουν τόσους άλλους νέους και παλιότερους συγγραφείς, να ντρέπονται όταν ένας ξένος αναφέρεται σ’ αυτόν, «όταν κάτι επιθυμείς πάρα πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις», υπάρχει σχεδόν αυτούσια στην «Ελένα» του Μασάντο ντε Ασίς, όχι σαν απόφθεγμα, αλλά σαν μια οποιαδήποτε άλλη του κειμένου που ούτε θα την πρόσεχα αν δεν με είχε εκνευρίσει η συχνή αναφορά της μέσω Κοέλο στις μικροαστικές, σε μας κι αλλού, συναναστροφές.