- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Με το καλημέρα ο Γιάννης Βασιλακάκος δεν αφήνει αμφιβολία πως θαυμάζει τον Βασίλη Βασιλικό και πως αυτό το βιβλίο είναι προϊόν πολυετούς προσπάθειας είτε ως σκέψη είτε ως υλοποίηση. Δεν ήταν ο όγκος που έπαιξε ρόλο. Από τη στιγμή που ο Βασιλακάκος προτίμησε μια συνέντευξη-ποταμό στη θέση μιας βιογραφίας γραμμένης από τον ίδιο, ώστε ο ίδιος ο Β.Β. να περιγράφει περιστατικά της ζωής του, χρειάστηκε προσπάθεια να βρεθεί η ημερομηνία συνάντησης των δύο. Τελικά, βρέθηκαν στο Παρίσι το διήμερο 11-12 Ιανουαρίου του 2003 κι εμείς σήμερα έχουμε στα χέρια μας μια συνέντευξη-βιογραφία χωρισμένη σε κεφάλαια, όπως: Η παιδική ηλικία, Συγγραφέας με ελληνικό διαβατήριο, Ο Βασιλικός για τον Βασιλικό κ.ά.
Ο Βασίλης Βασιλικός είναι σίγουρα από μόνος μου μια κατηγορία στην ελληνική λογοτεχνία, και δύσκολα θα βρεις άλλο συγγραφέα που έχει να παρουσιάσει τόσο μεγάλο όγκο έργου, και που σχεδόν όλα τα θέματα των βιβλίων του αφορούν είτε κάποιον άλλο είτε τον ίδιο, φλερτάροντας με το ντοκουμέντο. Αποτέλεσμα: Σχεδόν όλη του η ζωή βρίσκεται καταγεγραμμένη στα βιβλία του. Προσθέστε και ότι έχει εκδοθεί η αυτοβιογραφία του που πρωτοκυκλοφόρησε με τον τίτλο «Η μνήμη επιστρέφει με λαστιχένια πέδιλα» και κατόπιν με τον αναθεωρημένο «Μνήμη από μελάνι».
Ο δεύτερος τίτλος είναι που φανερώνει και τη σχέση του Βασιλικού με τη μνήμη. Το επαναλαμβάνει και ίδιος στη συνέντευξη, «εγώ δεν έχω προσωπική, αλλά λογοτεχνική μνήμη». Αυτό σημαίνει πως με τη δικαιολογία της λογοτεχνίας οι αναμνήσεις του μπορεί να είναι ωραιοποιήμενες; Σίγουρα όχι, ή τουλάχιστον όχι περισσότερο από τον τρόπο που η δική μας μνήμη επεμβαίνει «διορθώνοντας» γεγονότα της ζωής μας. Και αυτό φαίνεται σε αυτή τη συνέντευξη που, αν και δεν καλύπτει όλα τα «κεφάλαια» της ζωής του, του δίνει την ευκαιρία να κάνει αυτοκριτική ή να αποκαλύψει γεγονότα και σχέσεις χωρίς να μασάει τα λόγια του..
Οικογενειακή φωτογραφία, Καβάλα 1939
«Εγώ έπαιζα συστηματικά μπάσκετ. Ήμουν μπασκετμπολίστας, αλλά σαν άθλημα μου άρεσε περισσότερο το ποδόσφαιρο κι έπαιζα ως τερματοφύλακας […] Δεν μπορώ να ξεχάσω –κάτι που το ’χω γράψει, αλλά όχι τόσο έντονα όσο το θυμάμαι– στον Εμφύλιο που έναν τραυματία, τερματοφύλακα του Ηρακλή στο νοσοκομείο της Νάουσας, μπαίνουν αντάρτες, κι ο ένας απ’ αυτούς που είναι ο επιθετικός του Άρη, τον καθαρίζει απάνω στο κρεβάτι λόγω διαφορών, επειδή του είχε βάλει γκολ».
«…Μια φορά λοιπόν που μπήκα σ’ ένα σπίτι, μετά που έβγαλα τα Θύματα Ειρήνης και είπαν “Σσσστ! Θα μας γράψει!...” αυτό απετέλεσε για μένα το τέλος της παραμονής μου στη Θεσσαλονίκη. Αυτό συνέβη επειδή αναγνωρίστηκαν όλα τα πρόσωπα στα Θύματα Ειρήνης. Απ’ τη στιγμή που άκουσα “Θα μας γράψει!...” είπα, τελειώσαμε. Γιατί δεν μπορείς να κυκλοφορείς σε μια κοινωνία όπου η λογοτεχνία γίνεται το κουτσομπολιό της πόλης».
«Δηλαδή σ’ εμένα δεν υπάρχει απωθημένο, επειδή ό,τι ήθελα να πω το είπα στη σωστή στιγμή. Δεν έγινα πορνογράφος συγγραφέας στα εξήντα ή εβδομήντα για να βγάλω τα απωθημένα μου. Τα έβγαλα στα σαράντα πέντε που είναι νόμιμη ηλικία, ενώ ο Ρίτσος ο καημένος τα ’βγαλε στα εβδομήντα πέντε όταν απηλλάγη απ’ την κομματική του εξάρτηση».
Ο Βασίλης Βασιλικός 13 χρονών, το 1948
«Η μόνη περίπτωση να ξεφύγει ένα ελληνικό βιβλίο από τη μάζα αυτών που κυκλοφορούν στη γλώσσα που μεταφράζεται, είναι να γίνει επιτυχημένη ταινία».
«Εδώ στη Γαλλία, επί δέκα χρόνια, την κριτική στο “Monde” για τα ελληνικά βιβλία την έκανε ο Βασίλης Αλεξάκης. Μπορώ να σου πω ότι για κανένα βιβλίο δεν έγραψε κάτι το οποίο να ερεθίσει τον αναγνώστη να πάει να τα αγοράσει, κι αυτό άσχετα αν η κριτική ήταν θετική ή αρνητική. Τόσο αλφαδιασμένη και τόσο άνευ ενδιαφέροντος (για τον αναγνώστη εννοώ) ήταν. Ο κριτικός θα μπορούσε, αν ήθελε, να εξάψει το ενδιαφέρον του αναγνώστη, ακόμη κι αν ήταν επικριτικός, γι’ αυτό και τον αποκάλεσα “εντεταλμένο νεκροθάφτη”».
«Το θέμα είναι ότι μέσα στη δομή της ελληνικής κοινωνίας εμένα θα με ήθελαν ως εξής: Να είχα γράψει τη Διήγηση του Ιάσονα, τα Θύματα Ειρήνης, τα Μυθολογία της Αμερικής, την Τριλογία, τις Φωτογραφίες και το Ζ και να πέθαινα από σίφυλη ή σε αυτοκινητικό, όπως κινδύνεψα να σκοτωθώ το ’67 στη Σουηδία. Τότε τι θα έλεγαν; Το μεγάλο ταλέντο που δυστυχώς χάθηκε σε νεαρή ηλικία! Όμως το “μεγάλο” ταλέντο, που θα έλεγαν, επέζησε κι έγραψε άλλα εξήντα βιβλία».
Σε ηλικία 19 ετών, το 1953
Εξ αριστερών: Ιωάννα Παγκάλου, Θόδωρος Πάγκαλος, Βασίλης Βασιλικός, Μαρία Φαραντούρη, Σουγιούλ (γιος του συνθέτη). Παρίσι, 1971.
Με το γεν. πρόξενο της Ελλάδος στο Παρίσι Δημήτρη Καραϊτίδη, για τον πολιτικό γάμο της Βάσως Παπαντωνίου με τον Βασίλη Βασιλικό, και κουμπάρους τους Κώστα Γαβρά και Γιάννη Κουνέλλη.
Με την κόρη του Ευριδίκη στη Βενετία, για την έκθεση του Γιάννη Κουνέλλη, 1991.