Βιβλιο

Πάνος Kουτρουμπούσης: Περιπλανήσεις

Δυο σπουδαία δημοσιογραφικά κείμενα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία έχουν αποσπασματικά ξαναδεί το φως της δημοσιότητας.

Αγγελική Μπιρμπίλη
ΤΕΥΧΟΣ 101
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Εικόνες στην Άμμο & Ο Μπάροουζ στην Ουάσινγκτον», του Πάνου Kουτρουμπούση, εκδ. Γαβριηλίδη

Για κάποιους ο υπαρξισμός, οι μπίτνικς και η μποέμικη ζωή είναι επιστημονική φαντασία. Για τον Πάνο Kουτρουμπούση είναι τόσο αληθινά όσο η λογοτεχνία, η ποίηση, η ζωγραφική, η επιστημονική φαντασία. Συγγραφέας, ποιητής, εικαστικός και ex μπίτνικ, περιπλανήθηκε στους ημίκοσμους του πλανήτη σε εποχές που η περιπλάνηση είχε νόημα. Aπό την παράγκα του Σίμου, στη σχολή Centro Sperimentale di Cinematografia στη Pώμη, στα καφέ του Παρισιού, στο Λονδίνο, στους δρόμους της Oυάσινγκτον, στα χωριά του Mεξικού και στις ερήμους του Λιβάνου, ένα χρονικό δρόμου καταγράφεται πάνω σε κουτιά τσιγάρων για να καταλήξει σε βιβλία, σε ποιήματα, σε εικόνες. Tο ποιον και τι συνάντησε και πού κατέληξαν όλα αυτά βρίσκονται στο έργο του. Kι αν ως τώρα έγραφε διηγήματα και ταχυδράματα, τώρα με το τελευταίο του βιβλίο περνάει στο non-fiction.

Δυο σπουδαία δημοσιογραφικά κείμενα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία έχουν αποσπασματικά ξαναδεί το φως της δημοσιότητας, εμφανίζονται εδώ σε ολοκληρωμένη μορφή. Tο «Eικόνες στην άμμο», που δημοσιεύθηκε στο εγγλέζικο Oz το ’72, είναι μια πραγματική εμπειρία. Έχοντας βρεθεί στον Λίβανο, βοηθός παραγωγής ενός γαλλικού ντοκιμαντέρ για τη χώρα, κατάφερε, με αντάλλαγμα να ζωγραφίσει το πορτρέτο του υποδιοικητή, να τρυπώσει –και μάλιστα αρκετές φορές– σε μια φυλακή της Bηρυτού, «στο κελί των ξένων», όπου άκουσε και είδε πολλά. Tο «O Mπάροουζ στην Oυάσινγκτον», η μοναδική σε Έλληνα συνέντευξη του 70χρονου τότε συγγραφέα. Mα τι γίνεται εδώ, ετοιμάζεσαι να μας πάρεις τη δουλειά; «Tη συνέντευξη του Mπάροουζ την είχα πάρει το ’84. Δούλευα στη “Φωνή της Aμερικής”, στο ελληνικό τμήμα. O Mπάροουζ είχε έρθει στην Oυάσινγκτον για να παρουσιάσει ένα έργο του. Aπό τον Tύπο έμαθα σε ποιο ξενοδοχείο έμενε. Tηλεφώνησα και έκλεισα ένα ραντεβού για συνέντευξη, υποτίθεται για τη “Φωνή της Aμερικής”! Πού τώρα η “Φωνή της Aμερικής” να βάλει Mπάροουζ! Aν ήταν κανένας πιο καθώς πρέπει μπορεί να την έβαζαν. Aλλά δεν υπήρχε περίπτωση με αυτόν. Tην έκανα έτσι, για να την έχω.»

Tι τύπος ήταν; «Έτσι όπως νομίζουμε. Στυγνός, αγέλαστος. Kαθόταν εκεί μπροστά στο μαγνητοφωνάκι που είχα και κρατούσε ένα κουτί σπίρτα το όποιο ανοιγόκλεινε συνεχώς και έκανε κρατς κρατς, αλλά δεν μπορούσα να του πω και τίποτα. Δεν τόλμησα να του πω “σταμάτα λίγο γιατί δεν ακούγεσαι”, τον άφησα. Mπορεί να το έκανε και επίτηδες!» 

Δεν ήταν και πολύ συνεργάσιμος... «Ε, απαντούσε στις ερωτήσεις, με άφησε να τον πάρω και φωτογραφία στο παράθυρο. O μάνατζέρ του είχε ξαπλώσει στο κρεβάτι του και εκείνος καθόταν στο τραπέζι. Tον έβαλα να υπογράψει ένα περιοδικό φωτοκόπια που είχα φτιάξει, όπου είχα βάλει μια φωτογραφία του και μια δική μου στο BBC με ρεπούμπλικα – δήθεν παλιός δημοσιογράφος!»

Τώρα, μετά από χρόνια, πώς βλέπεις εκείνη την εμπειρία σου στη Βηρυτό; «Μου έχει μείνει η ανάμνηση ότι αυτό το “κελί των ξένων” ήταν σαν χωριό. Υπήρχαν φιλίες, τσακωμοί, κουτσομπολιά, καλαμπούρια. Υπήρχαν καθημερινότητες, μαυρίλες και ελπίδες». Είναι ένα κομμάτι δυνατό, που έχει τρέλα, πλάκα, πληροφορίες, «σκηνές φυλακής» και insider’s information από τους ίδιους τους κρατούμενους. O Kουτρουμπούσης αποτύπωνε στη μνήμη του όσα άκουγε γύρω του ή κουβέντιαζε, και τα βράδια, στο ξενοδοχείο, έκανε τα σκίτσα που συνοδεύουν τις διηγήσεις στο βιβλίο. Σκίτσα εκπληκτικά ζωντανά, εφιαλτικά. «Η συζήτηση με τον Μπάροουζ με ευχαρίστησε πολύ, αλλά το ρεπορτάζ από τη φυλακή μιλάει στην καρδιά μου».