Βιβλιο

Ποια ζητήματα πραγματεύεται το βιβλίο «σέρρα, Η ψυχή του Πόντου»;

Ο Γιάννης Καλπούζος παίρνει αφορμή από τα δεινά των Ποντίων και των ηρώων του «σέρρα, η ψυχή του Πόντου» (εκδ. Ψυχογιός) για να εισέλθει σε όσα καταδυναστεύουν ή εξυψώνουν διαχρονικά την ψυχή και τη ζωή του ανθρώπου.

Δημήτρης Μαστρογιαννίτης
ΤΕΥΧΟΣ 567
9’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Στο παρασκήνιο της μυθοπλασίας του καινούργιου βιβλίου του Γιάννη Καλπούζου «σέρρα, η ψυχή του Πόντου» ιχνογραφείται ο Πόντος μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών· η ομογενοποίηση των φυλών με συνδετικό κρίκο μα και άλλοθι τη θρησκεία· ο φόβος, η μισαλλοδοξία και ο εθνικισμός που ενσπείρουν οι Νεότουρκοι και στη συνέχεια οι Κεμαλιστές· η καθημερινή ζωή στα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης· οι διώξεις των Ελλήνων επί Στάλιν· τα στρατόπεδα εργασίας στη Σιβηρία και οι στέπες του Καζακστάν με αφόρητους καύσωνες το καλοκαίρι και σφοδρό ψύχος τον χειμώνα· οι πόθοι, τα πάθη και τα δεινά των Ποντίων.


«Κατά διαστήματα μου απευθύνεται η ερώτηση “σε τι συνίσταται η πολυεπίπεδη γραφή που ακολουθείτε στα βιβλία σας;”. Συνήθως αρκούμαι να απαντήσω ότι μπορεί να σταθεί ο αναγνώστης μόνο στη μυθοπλασία ή να πασχίσει να ανακαλύψει και όσα κρύβονται κάτω από αυτήν. Απάντηση καθ’ όλα αόριστη και γενικόλογη. Για να εξηγήσω λεπτομερώς, θα απαιτείτο η έκδοση ενός πολυσέλιδου δοκιμίου για το εκάστοτε βιβλίο μου.

Διαβάζοντας κατά την ορθογραφική και συντακτική επιμέλεια για πολλοστή φορά το “σέρρα” και επιχειρώντας να καταγράψω τα θέματα που πραγματεύεται, συνέταξα τον κατάλογο που θα παραθέσω στη συνέχεια. Ωστόσο είναι σίγουρο ότι ανακινείται στις σελίδες του και πλειάδα άλλων, συν όσα θα αναδείξει ο προβληματισμός μέσω της συνοδοιπορίας των αναγνωστών, ενώ αναμφίβολα κάθε θέμα χρήζει περαιτέρω ανάλυσης. Παραλείπω την ίδια τη γλώσσα, η οποία πασχίζει να αναδειχτεί σε αυτοτελή τέχνη, τις λεκτικές συνωμοσίες και τα λεκτικά παιγνιδίσματα που στοχεύουν στην προέλευση λέξεων, τοπωνυμίων και ονομάτων και τι σηματοδοτούν. Επίσης, τα παραγόμενα από τον πνευματικό διάλογο μεταξύ συγγραφέα και αναγνώστη όσον αφορά τις μεταφορές, τους συμβολισμούς και τις μεταστοιχειώσεις, ακόμη και μέσα από το δέος που κουβαλούν ορισμένες λέξεις (ιστορικό, θρησκευτικό, λαογραφικό, μυθολογικό κ.λπ.). Τις δοκιμασίες στις οποίες θέτει ο συγγραφέας τον αναγνώστη να αναρωτηθεί επί των συναισθημάτων του ή των σκέψεών του σε συγκεκριμένες σκηνές. Όταν, δηλαδή, τεχνηέντως έχει φροντίσει να τον παρασύρει με την αυξημένη βαρύτητα που προσδίδει στο κείμενό του προς μια κατεύθυνση, ενώ παρέκει συμβαίνουν άλλα συνταρακτικά περιστατικά είτε σε τρίτα πρόσωπα είτε σε πολυπληθείς ομάδες εξαναγκάζοντάς τον, τρόπον τινά, να συμπεριφέρεται ως ξένος προς ό,τι δεν αφορά τους κεντρικούς χαρακτήρες του βιβλίου. Κι ακόμη όσα γεννιούνται από την κατά διαστήματα εμφανιζόμενη ποιητική διάσταση του μυθιστορήματος και τα τόσα άλλα μυστικά της πολυεπίπεδης γραφής, πολλά από τα οποία παραμένουν μόνο στη σκέψη του λογοτέχνη, ενδεχομένως και ως εσαεί ουτοπικές επιθυμίες για την πνευματική συνεύρεση με τους αναγνώστες των βιβλίων του.

Βεβαίως, γράφοντας ένα μυθιστόρημα σε οδηγούν οι ήρωές σου, οι σκηνές, τα στιγμιότυπα και τα γεγονότα να ασχοληθείς με ζητήματα τα οποία δεν υπήρχαν κατ’ ανάγκη στη σκέψη σου όταν ξεκίνησες τη συγγραφή του. Σε αντίστοιχη διαδικασία καλείται να συμμετάσχει και ο αναγνώστης, εφόσον επιθυμεί να επικοινωνήσει σε βάθος με κάθε πτυχή του κειμένου.

Στο “σέρρα” εμφανίζεται σε πρώτο πλάνο η μυθοπλασία, καθώς και το ιστορικό και λαογραφικό υπόστρωμα στην περιοχή του Πόντου, στην Αμπχαζία και στο Καζακστάν από το 1915 μέχρι το 1962. Όλα τούτα είναι προφανή σε όποιον διαβάσει το βιβλίο. Μέσα από τις σελίδες του ξεπροβάλλει η περιπετειώδης πορεία συγκεκριμένων ηρώων και πώς αντιδρούν στα κατά περίπτωση γεγονότα και καταστάσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν. Παράλληλα αποδίδεται η συλλογική ατμόσφαιρα, οι νοοτροπίες και οι αντιλήψεις προς πολλές κατευθύνσεις.

Συγχρόνως με το προφανές συνυφαίνεται και έτερος ολόκληρος κόσμος με θέματα και ερωτήματα των οποίων οι απαντήσεις έρχονται από το ίδιο το μυθιστόρημα αλλά και μέσω του προβληματισμού των αναγνωστών. Αυτό, σαφέστατα, δε φέρνει σε δεύτερη μοίρα τους κατατρεγμούς των Ποντίων και όσα καταγράφονται για τα εγκλήματα εις βάρος τους. Άλλωστε ήταν βασικός μου στόχος να αναδειχτεί και διά της μυθιστοριογραφίας, ζωντανά και με αναπαραστατικό τρόπο, όσα βίωσε ο Ελληνισμός του Πόντου.

Ωστόσο, με αφορμή τα δεινά των Ποντίων και των συγκεκριμένων ηρώων του “σέρρα”, πάσχισα και να εισέλθω σε όσα καταδυναστεύουν ή εξυψώνουν διαχρονικά την ψυχή και τη ζωή του ανθρώπου. Προσέτι, όσα τον απασχολούν γενικότερα ή διαφεύγουν από την προσοχή του. Να ανακαλύψω τις διαδρομές που μπορούν να τον οδηγήσουν στις καλύτερες και στις χειρότερες στιγμές του, καθώς και να θέσω στην κρίση των αναγνωστών ένα δρόμο προς την αυτογνωσία και τη γνώση του κόσμου.

Παραθέτω, λοιπόν, τον κατάλογο με τα ζητήματα που πραγματεύεται ή αγγίζει λιγότερο ή περισσότερο το “σέρρα” μέσα από το μακρύ ταξίδι του Γαληνού Φιλονίδη και των λοιπών μυθοπλαστικών ηρώων, καθώς και των πραγματικών προσώπων που εισχωρούν ανάμεσά τους.

-Η γενοκτονία των Ποντίων πρέπει να αναγνωριστεί παγκοσμίως; Για ποιους λόγους;

-Πώς αναφύεται το κακό, τι το συνδαυλίζει και πώς μπορεί να περιορισθεί;

-Οι προσωπικές ήττες, αλλά και οι ήττες των λαών, μας κάνουν σοφότερους;

-Πώς τιθασεύεται το εσωτερικό μας αγρίμι που διψά για εξουσία, χρήμα και σάρκα;

-Συμβάλλει προς την κατεύθυνση της κατανόησης του σήμερα η βαθιά γνώση του παρελθόντος; Διδάσκει και παραδειγματίζει το παρελθόν; Μας βοηθά να αντικρίσουμε πιο αισιόδοξα και με αυτοπεποίθηση το παρόν και το μέλλον;

-Μελετούμε το παρελθόν ή συνήθως ανιχνεύουμε μονάχα τη σκόνη της Ιστορίας;

-Συμβάλλει το ιστορικό μυθιστόρημα στο ψηλάφισμα της Ιστορίας και ιδιαίτερα στο κομμάτι που γράφουν οι μη κατέχοντες εξουσία και πλούτο;

-Πόσο βαθιά χαράζονται στην ψυχή μας οι τραυματικές εμπειρίες της νεότητάς μας κι ως πού μπορούν να ορίσουν τα βήματά μας;

-Έχει τη δύναμη ο άνθρωπος να προσαρμόζεται ύστερα από τα μεγάλα δεινά που τον χτυπούν και να συνεχίζει τη ζωή; Κι αν ναι, από πού την αντλεί; Αρκεί το ένστικτο της επιβίωσης ή απαιτείται και κάτι άλλο;

-Μπορεί να σταθεί κανείς με στωικό τρόπο απέναντι στην αγριότητα; Πρέπει να μετατραπεί σε θηρίο και ο κατατρεγμένος για να βρει το δίκιο του;

-Η αποτίμηση της αξίας της ανθρώπινης ύπαρξης είναι σταθερή; Αλλάζει ανάλογα με τα δεινά που μας χτυπούν; Συνηθίζουν οι ψυχές και ο νους το θάνατο; Περιερχόμαστε πολλάκις σε συναισθηματική ανοσία; Είναι τούτο ενίοτε και ανάγκη της ψυχής κι εκδηλώνεται ως ενστικτώδης αντίδραση για την αυτοπροστασία μας;

-Ο φόβος και ο πανικός μάς αναγκάζουν να λειτουργούμε ως κυνηγημένη αγέλη κι αποδεικνύεται κενό γράμμα η όποια πνευματική μας καλλιέργεια; Σε ποιο βαθμό αλλοιώνουν το χαρακτήρα μας ο φόβος και η βία; Μέχρι πού μπορεί να μας οδηγήσει;

-Αναλογιστήκαμε ποτέ σε βάθος τι φοβερό αγρίμι είναι η πείνα;

-Αποτελεί η ανθρωπιά επαναστατική πράξη;

-Η θέση της γυναίκας εκείνης της εποχής σε σχέση με το σήμερα. Πόσο έχει αλλάξει και προς ποια κατεύθυνση;

-Η χρησιμοποίηση των θρησκειών ως άλλοθι και μέσο για την ομογενοποίηση των φυλών, χωρίς να παραγνωρίζεται ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία. Η προσχηματική επίκληση των θρησκειών ή και του εθνικισμού προς την ίδια κατεύθυνση, ενώ ο πραγματικός λόγος εστιάζεται στα οικονομικά οφέλη ατόμων ή ομάδων, μα και στην ανά τους αιώνες αγριότητα που κρύβει κανείς μέσα του.

-Υπάρχει μεγαλύτερο δέσιμο απ’ ό,τι με τα παιδιά μας; Κι αν ναι, κατά πόσο λειτουργούμε με γνώμονα ότι αυτά θα γίνουν μια μέρα κριτές και δικαστές μας;

-Η καταλυτική δύναμη του έρωτα σε συνάρτηση με τα ήθη κάθε εποχής.

-Γιατί ανέκαθεν οι καιροσκόποι, οι επιτήδειοι και οι τυχοδιώκτες καταφέρνουν να εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες των πολιτευμάτων και να εξελίσσονται σε τρωκτικά; Τι θα τους σταματήσει; Κι επιπλέον, ο εκ φύσεως παρασάνταλος πώς αντιμετωπίζεται; Ασχολήθηκαν σε βάθος και με λεπτομέρεια περί αυτών οι πολιτικές θεωρίες, τα φιλοσοφικά ρεύματα και κάθε ένας που στοχάζεται; Ή μήπως όλοι ομιλούμε για το πώς θα βρει γόνιμο έδαφος ο «καλός σπόρος», όποιος κι αν είναι αυτός κατά τον εκάστοτε θεωρητικό, κι όχι για το πώς δε θα βρει γόνιμο έδαφος ο «κακός σπόρος», ο οποίος υφίσταται με πολλές μορφές και διαδίδεται με ποικίλους τρόπους;

-Άμα δε φέγγουν οι πολλοί, είναι καταδικασμένοι να ζουν στο σκοτάδι που τους επιβάλλουν οι λίγοι; Και πώς αλλάζει τούτο;

-Πόσο δυνατή είναι η γλώσσα του σώματος;

-Η μετάθεση των ευθυνών σε προσωπικό επίπεδο προς τρίτους, αλλά και από την ηγετική ομάδα που κυβερνά ένα κράτος προς τις ομάδες του λαού που θέτονται στο στόχαστρο.

-Κατά πόσο το ατομικό μας σύμπαν συνάδει με τη διαμορφωμένη αντίληψη των συνανθρώπων μας; Αντικρίζουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο και με τα μάτια των άλλων; Όταν γινόμαστε επικριτικοί λαμβάνουμε υπόψη μας ό,τι συνθέτει το σύνολο του κόσμου των άλλων ή κρίνουμε με βάση τη μερική γνώση που κατέχουμε για τον καθένα;

-Η λογική ή το συναίσθημα κυριαρχεί στη ζωή μας; Τι υπερισχύει εν τέλει και καθορίζει τα βήματά μας; Ποια η ποσόστωση, για το ένα ή το άλλο συμπέρασμα, σε αλλοτινές κοινωνίες και στις τωρινές;

-Πόσο έτοιμοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε το απρόσμενο γεγονός; Κι αν είμαστε προετοιμασμένοι, είναι σίγουρο ότι θα βοηθηθούμε; Και πώς προετοιμάζεται κανείς απέναντι στο αλλόκοτο και στο παράλογο;

-Αναλαμβάνουμε τις ευθύνες που μας εναποθέτει το «τυχαίο» συμβάν ή στρεφόμαστε εναντίον της κακής μας τύχης και προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε;

-Η τραγικότητα της μοναξιάς, πέραν της μη πνευματικής επικοινωνίας η οποία είναι κι αυτή μια άλλη μορφή δυσβάσταχτης μοναξιάς. Να μην έχεις, εν προκειμένω, ούτε έναν άνθρωπο δίπλα σου κι ούτε πουθενά τριγύρω.

-Όντως φαίνεται στις δύσκολες και μαζί ακραίες στιγμές ο χαρακτήρας των ανθρώπων; Ή μήπως τότε μετατρεπόμαστε σε κάτι το οποίο δεν υπήρχε πριν;

-Πόση δύναμη έχει η συνήθεια; Σε ποιο βαθμό καθορίζουν τα βήματά μας όσα μέσω της προφορικής παράδοσης και του οικογενειακού κύκλου από γενεά σε γενεά εντυπώθηκαν στο νου και στην ψυχή μας; Αναλογιστείτε ότι οι μουσουλμάνοι της Αμπχαζίας έβαφαν τη δεκαετία του 1930 κόκκινα αυγά το Πάσχα, παρότι εξισλαμισμένοι από αιώνες και ενώ είχε εγκαθιδρυθεί από το 1921 το κομμουνιστικό καθεστώς στην περιοχή.

-Χαράζει εντός μας η μεγαλύτερη ή η μικρότερη γνώση της ιστορίας τις δικές της χαρακιές και σε κάθε περίπτωση αυτές μας καθοδηγούν; Μέχρι και στο πώς προσλαμβάνουμε συναισθηματικά και νοητικά ένα μυθιστόρημα;

-Οι ταξικές αντιπαλότητες εξελίσσονται ενίοτε ή πολλάκις σε μίσος και σε φθόνο; Ο φτωχός δεν μισεί και δεν απεχθάνεται αυτόν καθ’ αυτόν τον πλούτο, αλλά όποιους τον κατέχουν; Κι αν είναι έτσι και στόχος του είναι ο πλουτισμός, ποιο είναι το αντίβαρο που πρέπει να τεθεί πλάι σε κάθε ταξικό αγώνα;

-Το κοντινό και το μακρινό γεγονός, είτε ως χρονική και χιλιομετρική απόσταση είτε ως προς τη συγγενική και φιλική σχέση, διαμορφώνει κατά περίπτωση και τις απόψεις μας έναντι αυτού και έναντι των προσώπων που εμπλέκονται;

-Μπορεί η εξαθλίωση των άλλων, είτε τωρινή είτε παλαιότερων εποχών, να λειτουργήσει ως δικός μας μοχλός ανάτασης και αισιοδοξίας; Είναι ηθικό τούτο ή αποτελεί εγωκεντρισμό και, τρόπον τινά, αναλγησία; Δικαιούμαστε να διαφοροποιούμε τη θέση μας ανάλογα με το χρόνο και την απόσταση που μεσολαβεί από το εκάστοτε γεγονός; Γιατί πάντα το επίκαιρο έρχεται με περισσή δύναμη και ζέση.

-Το μίσος απέναντι σε άλλους λαούς, σε συνάρτηση με τα ιστορικά γεγονότα και τα εγκλήματα του παρελθόντος, δικαιώνει και τιμά τη μνήμη των χιλιάδων νεκρών; Μπορούμε να ισχυριστούμε ότι το μίσος είναι απότοκο των ίδιων των ιστορικών γεγονότων; Τι το συνδαυλίζει; Μήπως όσοι χάθηκαν είναι απλώς το άλλοθι, η δικαιολογία, για το απαίδευτο και το άγριο της ψυχής όσων εμφορούνται από μίσος;

-Αν κυλούσε διαφορετικά η ιστορία, μπορεί και να ήμασταν εμείς οι δήμιοι στον Πόντο, στη Μικρά Ασία και αλλού; Εάν συνέβαινε θα το αποδεχόμαστε; Το έχουμε αποδεχθεί ως κοινωνία και άτομα για γεγονότα που έλαβαν χώρα σε διάφορες χρονικές περιόδους;

-Η οδυνηρή αλήθεια πρέπει πάντα να αποκαλύπτεται; Μήπως το ψέμα ενίοτε προστατεύει προς πολλές κατευθύνσεις; Αναλογιστείτε ένα βιασμό και τις πλείστες επιπτώσεις εάν τον αποκάλυπτε μια γυναίκα σε παλαιότερους χρόνους, μα και σήμερα σε μικρές κοινωνίες ή σε οποιοδήποτε φοβικό και συντηρητικό οικογενειακό και συγγενικό περιβάλλον.

-Μπορεί να χάνεται ο κόσμος ή να κτίζεται νέος, όμως του καθενός το βάσανο ή το σαράκι αλλιώς τα λογαριάζει και αυτό τον βαραίνει πιότερο;
-Μπορείς να κοιτάς μπροστά όταν δεν ξέρεις ή ξεχνάς από πού έρχεσαι;

-Άραγε πόσα μυστικά κρύβει ο καθένας και ποτέ δε μαθαίνονται; Πόσους ανθρώπους θαρρεί κανείς ότι γνώρισε, αλλά δεν είδε παρά μια απατηλή τους εικόνα;

-Αν ξεχνάς εσύ το παρελθόν σου και δε χρησιμοποιείς τις πέτρες του, το θυμούνται άλλοι, ξεδιαλέγοντας ή παραχαράζοντάς το, και κτίζουν καταπώς τους βολεύει; Και πια μονάχα τούτο το κτίσμα φανερώνεται στα μάτια του κόσμου, μα μ’ έναν τρόπο και στα δικά σου;

-Είμαι εγώ, εσύ, ο τρίτος, ο τέταρτος, ο πέμπτος κι ούτω καθεξής. Κατανοούμε στην καθημερινή μας πρακτική ότι τούτη η αλυσίδα δεν κόβεται κι ότι μας δένει είτε το θέλουμε είτε όχι;

-Όταν λέμε: «δε συμμετέχουμε», είναι παρούσα η απουσία μας; Ανεξαρτήτως εάν θ’ αποβεί σε καλό ή σε κακό.

-Κοιμούνται μέσα μας άγρια θηρία κι ίσως βοηθήσουν οι συνθήκες και το ήμερο της ψυχής να μην ξυπνήσουν ποτέ; Μπορεί, δηλαδή, όλοι μας σε μια απρόσμενη και αλλόκοτη στιγμή να μην αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας και να μας εκπλήττουν οι ίδιες οι αντιδράσεις μας;

-Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Ή ο σκοπός και τα μέσα αγιάζονται απ’ το αποτέλεσμα; Και ποιος κρίνει και πώς κρίνεται το αποτέλεσμα;

-Στοιχειώνεται ενίοτε η ζωή των ανθρώπων και δυσκολεύεται κανείς ή αδυνατεί να εξηγήσει γιατί; Αρκούν το τυχαίο και οι συμπτώσεις επί των συμπτώσεων ή υπεισέρχεται και κάτι άλλο; Δύναται όλα να ερμηνευτούν με κανόνες και λογικά επιχειρήματα;

-Όλοι λέγουν την αλήθεια, πλην όσων ψεύδονται συνειδητά; Επειδή καταπώς νογά ο καθένας τον κόσμο, νογά και την αλήθεια;

-Σε μια τόσο σύντομη ζωή δικαιούται ο καθένας ν’ απολαμβάνει το μερτικό της ευτυχίας που του αναλογεί όποτε του δίνεται; Ακόμη κι αν πληγώνει άλλους και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες και καταστάσεις;

-Συμβαίνει ενίοτε στη ζωή πολλών ανθρώπων να μην υπακούουν σε καμιά άλλη δύναμη; Να σβήνουν όλες τις συμβουλές και τους κανόνες και να χορεύουν μοναχά καταπώς τους προστάζει ο πόθος;

-Όταν δε σε καταδυναστεύει το παρόν, αντιμετωπίζεις και το παρελθόν με πιο ήσυχο βλέμμα, με κατανόηση και γενναιοψυχία;

-Ο κόσμος φτωχαίνει όποτε χάνεται ή ομογενοποιείται ένας λαός στο χωνευτήρι του δυνατότερου και του πολυπληθέστερου; Ή μήπως πρέπει όλα να χαθούν για να γεννηθεί το καινούργιο; Και μπορεί να γεννηθεί κάτι καινούργιο όταν αποκόβεται βίαια από το παρελθόν; Και τι διασφαλίζει ότι το καινούργιο θα είναι και καλύτερο;

-Τι μπορεί να ορθώσει κανείς απέναντι στον προσωπικό του πόνο και με ποιους τρόπους να γαληνέψει τον πόνο των άλλων;

Κλείνω εδώ το μακροσκελές σημείωμά μου, ωστόσο ανεπαρκές ως προς τα θέματα που πραγματεύεται το «σέρρα» και πολύ περισσότερο όσον αφορά την πολυεπίπεδη γραφή, καθώς αυτή εντάσσει στα ζητούμενά της και τον τρόπο που επιτυγχάνεται η αναγνωστική ευφορία, τον ρυθμό του κειμένου, το κτίσιμο των χαρακτήρων των ηρώων, τη γενική και την ειδική κατά κεφάλαιο δομή του μυθιστορήματος, την ταχύτητα ανάγνωσης σε σχέση με την έκταση του βιβλίου μα και με κάθε στιγμιότυπο, καθώς και με τον χειρισμό των έντονων γεγονότων με τα λοιπά διαδραματιζόμενα, την ιστορική ακρίβεια, την πιστή αναπαράσταση μιας αλλοτινής εποχής και τόσα άλλα».