- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Ο θάνατος ενός νεαρού ποιητή στο ζενίθ της δημιουργικότητας του (και μάλιστα την εποχή που οι ποιητές είχαν τη θέση ροκ σταρ) προκαλούσε τραύμα στο συλλογικό ασυνείδητο το οποίο δημιουργούσε και την τάση να τον αναστήσουν μέσα από φιλολογικά μνημόσυνα, επετειακούς εορτασμούς, διατήρηση των χώρων που έζησε και σύχναζε, φετιχιστική λατρεία για κάθε τι δικό του, βρίσκοντας έτσι έναν τρόπο να τιμήσουν τη μνήμη του, να αποδυναμώσουν τη συντριβή από την απώλειά του και να ενδυναμώσουν τη δική τους ταυτότητα, έστω και αν η ποίηση του συγκεκριμένου ποιητή ήταν ερμητική και δύσκολη.
Για τους κατοίκους του Σουόνζι της Ουαλίας -γενέτειρας του ποιητή Ντίλαν Τόμας- αλλά και της κοινότητας του Λάφαρν -ένα μικρό ψαροχώρι στην Εκβολή του ποταμού Ταφ, όπου έζησε μεγάλο μέρος της σύντομης ζωής του και βρίσκεται θαμμένος- ο Τόμας είναι ο δικός τους άνθρωπος, το δικό τους παιδί, έστω και αν δεν καταλαβαίνουν απόλυτα τα ποιήματά του, έστω και αν τα νοήματα είναι σκοτεινά και ασαφή, εμποτισμένα με μια βαθιά υπαρξιακή οδύνη και με ελάχιστες στιγμές ανακούφισης, εν τούτοις τα έχουν αποστηθίσει και συχνά σου απαντούν ενστικτωδώς με ένα του στίχο. Στην κεντρική πλατεία του Σουόνζι υπάρχει το μουσείο Ντίλαν Τόμας με τα προσωπικά αντικείμενα του ποιητή, τα βιβλία του, φωτογραφίες, ένα κουστούμι του, ακόμα και η αυθεντική πόρτα της παράγκας που έγραφε. Αν κάνεις μια βόλτα θα δεις το όνομά του σε δρόμους, σε πλατείες, και στίχους χαραγμένους σε παγκάκια, επιγραφές και προτομές. Όμως η μεγάλη έκπληξη σε περιμένει όταν φθάσεις στο ψαροχώρι του Λάφαρν. Αμέσως μετά την είσοδο του χωριού νιώθεις πως περνάς σε μια άλλη διάσταση, ο χρόνος σταματάει και βιώνεις όχι την νεκρανάσταση του ποιητή αλλά τη συνέχιση της ζωής του με μια αδιατάραχτη επιβολή της ποιητικής του γεωγραφίας. Εδώ είναι ο τόπος του Ντίλαν Τόμας. Εδώ ο φαντασιακός κόσμος του ποιητή συγκλίνει με το ήρεμο αλλά μοναδικής ομορφιάς τοπίο και έχεις την αίσθηση -ειδικά τις μέρες που δεν υπάρχουν πολλοί επισκέπτες- πως έχεις διαβεί τις πύλες και βρίσκεσαι μέσα σε ένα ποίημα και πως οι στίχοι επαναλαμβάνονται ηχηρά όπου σταθείς. Παντού υπάρχει η «παρουσία» του Ντίλαν, σε κάθε γωνιά υπάρχει το πέρασμά του, στο Brown’s Hotel, το μπαρ όπου τα έπινε με τους φίλους του, στο βιβλιοπωλείο, στο φούρνο, στο ταχυδρομείο, στο ιατρείο, όλα έχουν διατηρηθεί στη θέση τους και φέρουν στην πρόσοψη τους στίχους του ποιητή, το δε μονοπάτι που οδηγεί στο boat house, στο σπίτι όπου έμεινε τα τελευταία χρόνια πριν τον θάνατό του το 1953 στο ξενοδοχείο Chelsea της Νέας Υόρκης -αριστερά το μεσαιωνικό ερειπωμένο κάστρο και δεξιά η θάλασσα με τις δύνες- μοιάζει κυριολεκτικά σπαρμένο με ποίηση, καθώς κάθε βήμα σε προετοιμάζει για τη μετάβαση και το «προσκύνημα» στο σπίτι του ποιητή. Το σπίτι του έχει διατηρηθεί όπως ακριβώς ήταν τη δεκαετία του πενήντα, μια αναπαράσταση της καθημερινότητας του νεκρού ποιητή, ακόμα και οι πυτζάμες του κρέμονται στο σχοινί στην αυλή. Φθάνοντας νιώθεις πως αυτά τα ποιήματα δεν θα μπορούσαν να έχουν γραφεί κάπου αλλού, ούτε πως θα μπορούσε να τα εμπνευστεί σε κάποιο άλλο μέρος του κόσμου, το γράφει εξάλλου και ο ίδιος: «δεν υπάρχει αλλού τόπος σαν αυτόν».
Η άχρονη γαλήνη σ’ αυτή τη σαγηνευτική πόλη/ νησί με τις επτά παμπ το ένα παρεκκλήσι σε λειτουργία μια εκκλησία ένα εργοστάσιο δυο τραπέζια του μπιλιάρδου έναν σκύλο ράτσας Αγίου Βερνάρδου, έναν αστυνομικό τρεις ποταμούς που εκβάλλουν στη θάλασσα μια Ross Royce που πουλάει ψάρια με πατάτες ένα κανόνι έναν καγκελάριο (με σάρκα και οστά) έναν καστροφύλακα έναν πιανίστα και μεγάλο πληθυσμό από ετερόκλητα πουλιά, εδώ μπορούμε απλώς να υπάρχουμε και δεν υπάρχει πουθενά αλλού τόπος σαν αυτόν.
Σ’ αυτό το ψαροχώρι όπου έζησε και έγραψε τα ποιήματά του, ο Ντίλαν είναι μέρος του τοπίου, διασταυρώνεσαι με τους χαρακτήρες από το «Γαλατόδασος», αν περπατήσεις για λίγο στον κεντρικό δρόμο, ακούς τη στεντόρεια φωνή του να αντηχεί πέρα μακριά στον ορίζοντα και εδώ κάπου βρίσκεται θαμμένο και το μυστικό που κάνει την ποίησή του τόσο άμεση αλλά και μυσταγωγική. Ο ιδιοσυγκρασιακός αυτός ποιητής που παραμένει ανένταχτος και είναι ταυτόχρονα μεταφυσικός, πειραματικός, μοντέρνος, παραδοσιακός αλλά και κάτι πέρα και πάνω από όλες αυτές τις κατηγοριοποιήσεις, έγραψε στα Αγγλικά αλλά τα ποιήματά του διατρέχει μια υπόγεια μουσικότητα που οφείλεται στην Ουαλική γλώσσα και στον ρυθμό της, και είναι αυτή η «μουσική» του τοπίου που έχει περάσει στην ποίησή του και την κάνει τόσο προσωπική και αφόρητα επιδραστική.
Από το μνήμα στην εστία
Στην είσοδο του χωριού βρίσκεται η εκκλησία με το κοιμητήριο, η ομίχλη δημιουργεί μια γκόθικ μυστηριακή ατμόσφαιρα, ανεβαίνοντας ένα λασπωμένο μονοπάτι, διασχίζεις την πυκνή βλάστηση και φθάνεις στον λευκό σταυρό με τις δυο όψεις. Εκεί είναι θαμμένος ο ποιητής με τη σύζυγό του Κέιτλιν. Σταυρός με δυο όψεις υπήρξε και η σύντομη ζωή του, από τη μια η επιθυμία του να ταξιδέψει, να γνωρίσει και να επικοινωνήσει και ταυτόχρονα να μείνει στον τόπο του με τους ανθρώπους που αγαπάει, να συγκεντρωθεί και γράψει για την κουλτούρα του.
Ποιο είναι ο μυστικό αυτού του τόσο εξομολογητικού ποιητή που επηρέασε τόσους τόσους μεταθανάτια; Ο Ντίλαν εμφανίστηκε σαν ένα παιδί που έγινε παρανάλωμα της ίδιας του της φλόγας, ένα παιδί που συντρίφτηκε από την ορμή του, όπως όλοι οι ποιητές που έζησαν έντονα και πέθαναν νέοι, όμως κάτι συνέβη με τα ποιήματά του, μια σπίθα δραπέτευσε από τον περιχαρακωμένο και ερμητικό χώρο της ποίησης, απλώθηκε και άναψε άλλες φωτιές.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Τόμας είχε αρχίσει να βρίσκει ένα κοινό και νομίζω πως κανένας άλλος δεν ξαφνιάστηκε περισσότερο από αυτό το φαινόμενο από τον ίδιο, καθώς τα περισσότερα ποιήματα είχαν δημοσιευθεί πριν από πέντε ή δέκα χρόνια. Ο Τόμας ήταν ο ποιητής που με την παρουσία του και μόνο δημιουργούσε κοινό, ένα κοινό που έστω και αν δεν καταλάβαινε το νόημα, παρασυρόταν από την αγωνία που εκλυόταν από τη σειρά που έβαζε τις λέξεις, το πάθος και την ένταση του συναισθήματος. Οι κριτικοί δεν έχουν ακόμα καταλήξει σε ποια παράδοση να τον εντάξουν, κάποιοι ισχυρίζονται πως αποτελεί σχολή από μόνος του, όμως ο Τόμας βρήκε πολλούς μιμητές και όχι μόνο από το χώρο της ποίησης.
Επιπλέον έφθασε σε ένα πλατύ κοινό που τον αγαπάει και τον αποστηθίζει έστω και αν του διαφεύγουν τα νοήματα. Τον καταλαβαίνουν με το ένστικτο, ξέρουν πως τους απλώνει το χέρι, η συνάντηση είναι πάντα ενθουσιώδης, μοιάζει με μια αναπάντεχη αποκάλυψη και μια θορυβώδη αφύπνιση. Ακούνε τη βροντερή φωνή του, τη μελωδία σους στίχους, ξέρουν πως αυτό που τους προσφέρει είναι ποίηση και πως απευθύνεται σε αυτούς: Ένας μοναχικός λύκος που άφησε τη στέπα και κατέβηκε για να τους αγκαλιάσει.
Εδώ μπορείς να ακούσεις τη δροσούλα να πέφτει και την πόλη σιωπηλή να ανασαίνει. Τα δικά σου μάτια μόνο παραμένουν ανοιχτά και βλέπουν τη μαύρη πολιτεία να βυθίζεται, τυλιγμένη σε ύπνο αργό. Και μόνο εσύ μπορείς να ακούσεις την αόρατη πτώση των άστρων, τη θάλασσα στην πιο ζοφερή της στιγμή, πριν την αυγή»
«Κάτω από το γαλατόδασος» (ένα έργο για φωνές)
Η 14η Μαΐου έχει οριστεί ως «Ημέρα Ντίλαν Τόμας», πλήθη συρρέουν στο Σουόνζι και στο Λάφαρν για την ετήσια γιορτή/ προσκύνημα που περιλαμβάνει αναγνώσεις, διαλέξεις, ημερίδες και τον καθιερωμένο περίπατο στα μέρη όπου έζησε και έγραψε. Η προετοιμασίες έχουν ήδη ξεκινήσει και τιμώμενη προσκεκλημένη για εφέτος είναι η Ουαλή ποιήτρια Κάρολ Αν Ντάφι.