- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Από την Ιαπωνία στην Αμερική
Οι συγγραφείς Στέφανος Δάνδολος και Δημήτρης Στεφανάκης τα διάβασαν και γράφουν τις εντυπώσεις τους.
Ταξίδι στην καρδιά του σκότους
Του Στέφανου Δάνδολου
Τόκιο, μέρα μεσημέρι, σε έναν αυτοκινητόδρομο μποτιλιαρισμένο. Η νεαρή Αομάμε βρίσκεται εγκλωβισμένη σε ένα ταξί, αγωνιώντας να προλάβει ένα επαγγελματικό ραντεβού. Μην μπορώντας να περιμένει, ανοίγει την πόρτα και βρίσκει διέξοδο σε μια σκάλα κινδύνου από την οποία κατεβαίνει δύο επίπεδα κάτω, σε μιαν ανοιχτωσιά από όπου τρέχει για να προφτάσει. Λίγη ώρα αργότερα τη συναντάμε να μπαίνει στο δωμάτιο ενός ακριβού ξενοδοχείου. Ένας νέος επιτυχημένος μπίζνεσμαν, ο ορισμός του golden boy, την υποδέχεται υπεροπτικά. Δεν γνωρίζει ότι σε λίγο θα είναι νεκρός. Η Αομάμε σκοτώνει άνδρες που βασανίζουν τις γυναίκες τους ή κακοποιούν νεαρά κορίτσια. Με μια λεπτή βελόνα δικής της επινόησης βρίσκει το σημείο στον αυχένα τους, όπου ο θάνατος δεν θα θεωρηθεί ποτέ δολοφονία, μα καρδιακή προσβολή – ένα τσίμπημα τόσο λεπτεπίλεπτο όσο και η εξωτερική κράση της. Κάπως έτσι μπαίνουμε στο παράξενο, εφιαλτικό σύμπαν του «1Q84», του πιο πολυσυζητημένου ίσως μυθιστορήματος των τελευταίων δέκα μηνών, ενός βιβλίου 1.200 σελίδων του οποίου οι δύο πρώτοι τόμοι (έπεται ένας ακόμα) κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός στα ελληνικά.
Ο Χαρούκι Μουρακάμι, σταθερά υποψήφιος για Νόμπελ Λογοτεχνίας τα τελευταία χρόνια, ένας περίεργος τύπος που αποφεύγει τις συνεντεύξεις, που του αρέσει το τρέξιμο και η τζαζ μουσική και που ξεκίνησε να γράφει τη δεκαετία του ’70 στο πατάρι του μπαρ του στο Τόκιο, όχι μόνο έχει εξελιχθεί σε έναν από τους κορυφαίους συγγραφείς της γενιάς του, αλλά φτάνει εδώ στο απόγειό του συνθέτοντας ένα magnum opus που, όπως όλα τα μεγάλα έργα, δίχασε και προκάλεσε συζητήσεις. Άλλοι το θεώρησαν αριστούργημα, άλλοι το βρήκαν αδύναμο, βαρετό. Ο ίδιος όμως έχει να αντιμετωπίσει το περίεργο φαινόμενο των δημιουργών που από «καλτ» εδραιώνονται ως σημεία αναφοράς. Παράδειγμα: στη Σεούλ το 2008, συνάντησα πολλούς Ιάπωνες, Κινέζους και Κορεάτες συγγραφείς της νεότερης γενιάς που έπιναν νερό στο όνομά του. Οι πιο πολλοί από αυτούς αισθάνονται σήμερα αμήχανα, που ο «grand maitre» τους έγινε κτήμα των πολλών.
Όμως ο Μουρακάμι, χωρίς να προδώσει τα βασικά θεμέλια της δουλειάς του, άρχισε να συμπυκνώνει από έργο σε έργο τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου κόσμου που δεν αφορούν μόνο την Άπω Ανατολή. Έγινε ένας εκπρόσωπος της «ανατολικής ματιάς» σε όσα μαστίζουν τους καιρούς μας. Και αυτό τον απογείωσε στα μάτια και των δυτικών. Δεν είναι τυχαίο που το «1Q84» ξεκινάει εντός του ακινητοποιημένου ταξί με ένα μουσικό κομμάτι του Γιάνατσεκ, τη «Συμφωνιέτα». Ο Γιάνατσεκ είναι Ευρωπαίος, κι η «Συμφωνιέτα» ένα μακρόσυρτο, δαιδαλώδες έργο. Ο κόσμος όλος είναι μια συμφωνία και ο Μουρακάμι καθιστά σαφές από την πρώτη σελίδα ότι σκοπός του είναι να συνθέσει τη δική του «Συμφωνιέτα».
Στο πρόσωπο της Αομάμε λοιπόν έχουμε την υπόγεια βία, τη δολοφόνο της διπλανής πόρτας, την ανάγκη για απόδοση δικαιοσύνης στην άδικη, σκληρή εποχή μας, όπου οι αδύναμοι είναι πάντα τα θύματα. Και με τον Τένγκο, τον έτερο πρωταγωνιστή του βιβλίου, νιώθουμε το άλγος και την περιφρόνηση που βιώνουν οι εκφραστές της πνευματικής ζωής. Ο νεαρός Τένγκο είναι συγγραφέας, κατατρύχεται από εφιάλτες που έχουν να κάνουν με την παιδική του ηλικία, προσπαθεί να τα φέρει βόλτα μόνος, διδάσκοντας μαθηματικά σε ένα φροντιστήριο και αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να ξαναγράψει το πρωτόλειο μιας άπειρης συγγραφέως. Οι ιδιόρρυθμοι άνδρες, οι αινιγματικές γυναίκες, οι αλλόκοτες καταστάσεις που σχετίζονται με το παρελθόν είναι γνώριμα θέματα του Μουρακάμι, μα εδώ απλώνονται, εξαντλούνται, χτίζουν ένα σύμπαν παράλληλο με τον κόσμο που ξέρουμε. Δεν είναι μαγικός ρεαλισμός, δεν είναι σουρεάλ απόχρωση – πρόκειται για ένα σχόλιο πάνω στο χρόνο και στις ρωγμές της πραγματικότητας που μας διαφεύγουν. Μη φοβηθείτε να το διαβάσετε, δεν πατάει σε έργα σαν το «V» του Πίντσον που, παρόλη τη γοητεία τους, φέρνουν τον αναγνώστη σε αμηχανία. Ο τεράστιος όγκος δίνει στον Μουρακάμι τη δυνατότητα να συμπυκνώσει κάθε απόχρωση της σύγχρονης εποχής, τη μοναξιά, την αναμέτρηση με τους δαίμονές μας, την κοινωνική αδικία, την αποξένωση των νέων, την εξέλιξη κόντρα στη παράδοση.
Κάποιες ενστάσεις που διατυπώνονται ως προς το γράψιμό του δεν πρέπει να μας απασχολούν. Ο Μουρακάμι δεν είναι στιλίστας σαν τον Ισιγκούρο, γράφει απλά, δεν κυνηγάει τη λέξη μα το νόημα της φράσης. Σε ένα έργο σαν κι αυτό κάτι τέτοιο λειτουργεί απόλυτα γιατί δεν κουράζει τον αναγνώστη, τον αφήνει να στρέψει τη προσοχή του στις πιο απόμερες όχθες της ψυχής. Εξαιρετική η μετάφραση της Μαρίας Αργυράκη από το ιαπωνικό πρωτότυπο.
Η περίπτωση Φράνζεν
Του Δημήτρη Στεφανάκη
Το βορειοαμερικανικό μυθιστόρημα υπήρξε ανέκαθεν ένας λαμπρός δορυφόρος της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας για όσα χρόνια αυτή δέσποσε στον κόσμο. Οι καινοτομίες και οι ρηξικέλευθες θέσεις των Ευρωπαίων συγγραφέων έφθαναν συνήθως με καθυστέρηση στον Νέο Κόσμο. Ίσως αυτό προστάτευσε την πέραν του Ατλαντικού πεζογραφία από την υστερία της καταστρατήγησης κάθε αφηγηματικού κανόνα που αποδόμησε συστηματικά το μυθιστόρημα στον 20ό αιώνα. Πράγματι, με εξαίρεση ίσως τις περιπτώσεις Φόκνερ και Πίνσον, οι επιφανείς μυθιστοριογράφοι της βορείου Αμερικής προσπάθησαν να διηγηθούν τις ιστορίες τους ακολουθώντας λίγο-πολύ την πεπατημένη της παράδοσης. Ακόμα και αφηγητές όπως ο Μπέλοου, ο Απντάικ, ο Ντε Λίλο, ο Ροθ, η Άτγουντ, η Μονρό και η Μόρισον δημιούργησαν κατά κύριο λόγο στο γόνιμο έδαφος αυτής της παράδοσης.
Στο λυκαυγές της νέας χιλιετίας στιβαρές μυθιστορηματικές παρουσίες από τις ΗΠA ή τον Καναδά ενισχύουν συνεχώς τον ηγεμονικό ρόλο της αγγλόφωνης λογοτεχνίας. Ξεχωριστή παραμένει η περίπτωση Τζόναθαν Φράνζεν. Η πρώτη του εμφάνιση με την «27η Πολιτεία» το 1988 εγκαινιάζει μια συστηματική καταγγελία του αμερικανικού ονείρου με όρους, που δεν θυμίζει σε τίποτε τη μεταφυσική κριτική του Φιτζέραλντ στο «Μεγάλο Γκάτσμπι». Παιδί των μεσοδυτικών πολιτειών, ο Φράνζεν ανακάλυψε σε αυτές τη δική του Γιοκναπατάφα.
Αντιλήφθηκε ωστόσο ότι σε μια εποχή που ευδοκιμούν οι αριθμοί, θα φάνταζε αθεράπευτα αθώο να αφηγηθεί κανείς ξανά την αμερικανική πραγματικότητα με τον τρόπο του Φόκνερ. Ανέλαβε συνειδητά να καταγράψει το λογιστικό μέρος της καθημερινότητας, με συνέπεια ευσυνείδητου λογιστή. Πριν από όλα φρόντισε να εκθέσει τους θεσμούς και τους επιφανείς εκπροσώπους μιας κοινωνίας μικροαστών που είναι επιρρεπείς στη διαπλοκή και στον αγροίκο πλουτισμό. Στην πόλη του Σεντ Λούις, μια γυναίκα αναλαμβάνει χρέη διευθυντή της αστυνομίας και βρίσκεται μπροστά σε μια πολιτική συνωμοσία που μολύνει κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής. Η συλλογική ευθύνη βαρύνει εξαρχής τους ήρωες του Φράνζεν, έτσι ώστε κανείς να μην μπορεί να εξαιρεθεί. Η εκτεταμένη διαφθορά είναι το σύμπτωμα κάθε κοινωνίας που παρακμάζει κι αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά εμείς οι νεοέλληνες.
Το ελληνικό αναγνωστικό κοινό εξοικειώθηκε πρώτα με τα δύο έργα της ωριμότητάς του. Στις «Διορθώσεις», για πολλούς το magnum opus του, στρέφει το μεγεθυντικό φακό του στην αμερικανική οικογένεια, αποκαλύπτοντας τις μικροαστικές της εμμονές, τον πουριτανισμό αλλά και το πνεύμα υποκρισίας μεταξύ των μελών της. Στην «Ελευθερία» σκιαγραφεί το περίγραμμά της μέσα από τον έρωτα και το γάμο. Και στα δύο απεικονίζεται ο σύγχρονος κόσμος σε όλο το χαοτικό του μεγαλείο. Χωρίς την «27η Πολιτεία» και την πανοραμική θέαση της αμερικανικής κοινωνίας, θα ήταν δύσκολο να αντιληφθεί κανείς γιατί ο Τζόναθαν Φράνζεν θεωρείται σήμερα από πολλούς ο σημαντικότερος Αμερικανός συγγραφέας της γενιάς του. Στον αντίποδα της αυξανόμενης φήμης του, λαμπροί κριτικοί όπως ο Χάρολντ Μπλουμ μιλούν για λογοτεχνικό μύθο που κατασκεύασαν τα μέσα ενημέρωσης και το διεθνές λογοτεχνικό μάρκετινγκ. Η άποψή τους εκπορεύεται από την προσήλωσή τους στην αφηγηματική πρωτοπορία και στον πειραματισμό κάθε λογής. Στην εποχή μας, ωστόσο, όπου διακυβεύονται τα πάντα, ακόμα και το μέλλον του ίδιου του μυθιστορήματος, ίσως προέχουν δημιουργοί και έργα ουσίας και περιεχομένου, όπως ο Φράνζεν και η «27η Πολιτεία» του. Η μετάφραση του Γιώργου Ίκαρου Μπαμπασάκη μεταφέρει αυτούσιο το κριτικό πνεύμα του συγγραφέα.