Βιβλιο

Το Μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι #35

Ένα διήγημα σε συνέχειες...

Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέχεια από το προηγούμενο


Επιστροφή και μποτιλιάρισμα για να μπεις στην πόλη. Απλήρωτοι λογαριασμοί, μέτρα, μνημόνια, ειδήσεις των οκτώ, παθητικοί διαβάτες με βαριά κορμιά που σπρώχνουν για να περάσουν πρώτοι. Ασφυξία.

Οι τοίχοι του σπιτιού σου θα σε καταπιούν. Μέσα από το απέναντι παράθυρο ένα ζευγάρι τσακώνεται για το τι θα δει στην τηλεόραση. Μωρά τσιρίζουν, σκυλιά κυνηγάνε γάτες, καζανάκια χαλάνε, σπίτια αρπάζουν φωτιές. Οι πυροσβέστες παγιδεύονται στα ασανσέρ, νοικοκυρές τηγανίζουν πατάτες, πολιτικοί αυτοκτονούν και από το διπλανό διαμέρισμα ακούγεται ένας πορτογάλος να παραμιλά τραγούδια για ροζ καλοκαιρινές αγάπες. Πραγματικότητα.

Από το μπαλκόνι του Μηνά δε φαίνονται πια τα αστέρια, μονάχα κάτι κεραίες και διαστημικά πιάτα εκπέμπουν το χρώμα της τσιμεντούπολης. Χρειάστηκε να ανέβει στην ταράτσα για να μπορέσει να δει λίγο ουρανό. Μέσα της η Χαλκίδα είναι σαν την Αθήνα, στενή, αδιαπέραστη γεμάτη κιβώτια και φυλακισμένους ενοίκους. Το μόνο που σε ελευθερώνει εδώ είναι η θάλασσα και ο ορίζοντας που μοιάζει να μην έχει τέλος.

«Το καλοκαίρι ακόμα δεν έχει τελειώσει, έχεις μια μπλε πανσέληνο να προλάβεις την Παρασκευή» τον παρηγόρησε η Πανδώρα στο τηλέφωνο και ο Μηνάς της έβαλε να ακούσει το «Θα σε πάρω να φύγουμε». Ησυχία.

Συνεχίζεται