Βιβλιο

Το Μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι #28

Ένα διήγημα σε συνέχειες...

Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέχεια από το προηγούμενο


Οι άντρες ερωτεύονται γιατί βαριούνται και οι γυναίκες γιατί ανησυχούν για το μετά του είπε ο κυρ Αντώνης ο ψαράς ένα βράδυ παραμονή του Σωτήρος. Ο πατέρας του Μηνά γνώρισε τη μάνα του στην παραλία της Χαλκίδας. Έτρωγε πάστα στο Ελαφίνο και φορούσε ένα πουά φόρεμα, που άνοιγε σαν ομπρέλα και φανέρωνε τις λεπτές θηλυκές της γάμπες. Του άρεσε που αυτή η γυναίκα έτρωγε λαίμαργα την πάστα και άφηνε τη σοκολάτα να λερώνει τη μύτη της.

Παντρεύτηκαν δυο μήνες μετά. Δεν είχαν τι να κάνουν και έκαναν δυο παιδιά την Αρίστη και τον Μηνά. Η Αρίστη ερωτεύτηκε το Γιώργη και έφυγε νωρίς από το σπίτι. Σήμερα ζει με το Νικόλα στη Θεσσαλονίκη ακούνε τζαζ και κάνουν συλλογή από ήχους. Η Αρίστη προτιμά τη Χαλκιδική από τη Χαλκίδα γι’ αυτό και δεν τους επισκέπτεται ποτέ. Ο Μηνάς έφυγε σαν την αδερφή του αλλά επέστρεψε.

Ο πατέρας του όταν βγήκε στη σύνταξη, είδε τη ζωή του να αλλάζει. Στην αρχή για να περάσει ο χρόνος διάβαζε βιβλία, έπαιζε σκάκι και έπινε καφέ με τους άλλους συνταξιούχους στο Παλίρροια, όταν επέστρεφε σπίτι υπέμενε τις υστερίες της γυναίκας του, ώσπου μια μέρα μπούχτισε και ένα βράδυ δε γύρισε. Η μάνα του δεν κατάλαβε ποτέ της ότι έλειψε. «Να μου τα φάει τα λεφτά η Ρωσίδα, δε με νοιάζει» της φώναξε μια μέρα και πήγε να αγοράσει τσιγάρα. «Σε λάθος ηλικίες ενηλικιωνόμαστε οι άνθρωποι» του είπε ο κυρ Αντώνης και τον κέρασε κρασί. Η Πανδώρα και αυτή αν είχε χρόνο θα έμενε μόνη της, του είχε πει ένα βράδυ που είχε πιεί.

Συνεχίζεται...


Φωτο: dimitriskarathanos.tumblr.com