Βιβλιο

Το Μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι #27

Ένα διήγημα σε συνέχειες...

Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέχεια από το προηγούμενο


Στον Άγιο Δημήτρη, στα Θαψά, στους Βαρελλαίους και στα γύρω χωριά, ακόμα οι άνθρωποι είναι αγνοί. Αποτραβηγμένοι στα άκρα τους συχνάζουν στα καφενεία, φτιάχνουν το δικό τους τυρί, χορεύουν στα πανηγύρια και λένε ιστορίες για πειρατές, γοργόνες, ψάρια με δυο κεφάλια και αγίους που σώζουν ναυτικούς. Τα βράδια αποκοιμιούνται στην παραλία σχεδόν λιπόθυμοι από το κρασί και στα μάτια τους το πρωί μοιάζει να’ ναι γεμάτη η ζωή.

Το όνειρο του Μηνά ήταν να φτιάξει ένα σπίτι στο χωριό του στη Νότια Εύβοια. Μόλις είχε γυρίσει από τη Γερμανία και ο πατέρας του είχε φύγει με τη ρωσίδα χορεύτρια, η μάνα του είχε πάθει κρίση και έβρισκε παρηγοριά στις εκκλησίες και στα λιβάνια και εκείνος ετοιμαζόταν να φύγει, ώσπου γνώρισε την Πανδώρα. Αμέσως έπιασαν ένα σπίτι στον Άγιο Μηνά που έβλεπε θάλασσα και έμειναν εκεί απομονωμένοι.

Το βόλβο αποσύρθηκε στο γκαράζ και η Πανδώρα έπεισε το Μηνά να αγοράσουν ένα οικογενειακό αυτοκίνητο που ποτέ τους δε χρησιμοποίησαν. Ο Μηνάς έκανε δώρο στην Πανδώρα ένα ποδήλατο, αλλά εκείνη δεν ανέβηκε ποτέ. Τα ταξίδια δεν έγιναν, οι φίλοι χάθηκαν και η Πανδώρα μεγάλωσε απότομα και θέλησε να παίξει το ρόλο της μαμάς. Δε θα την άφηνε να της καταστρέψει τη ζωή του, της είπε την άνοιξη. Γι’ αυτό μάλλον ο πατέρας του άφησε τη μάνα του. Γι’ αυτό και όλοι περιμένουν το καλοκαίρι, ένα ολόκληρο χρόνο για να ζήσουν. Αξίζει όμως να περιμένεις; Μάλλον, αν δεν έζησες ποτέ σου.

Συνεχίζεται...


Φωτο: dimitriskarathanos.tumblr.com