Βιβλιο

Το Μεγάλο Ελληνικό Καλοκαίρι #6

Ένα διήγημα σε συνέχειες...

Ελένη Σταματούκου
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Συνέχεια από το προηγούμενο


Την ώρα που η Πανδώρα κοιμόταν στον καναπέ με ανοικτή την τηλεόραση, ο Μηνάς φορούσε τα πράσινα αθλητικά του και έκανε βόλτες μέσα στην πόλη. Κοντοστεκόταν έξω από τα μπαρ και κοίταζε τους μισομεθυσμένους θαμώνες να σχηματίζουν ρόμβους και πολύγωνα πάνω στα στενάχωρα δρομάκια που χώριζαν τα στριμωγμένα σώματα των βραδινών εξάρσεων.

Ακόμα οι άνθρωποι ερωτεύονται, σκέφτηκε και σταμάτησε για να χαζέψει ένα ζευγάρι που μάλλον είχε βγει το πρώτο του ραντεβού. Αν δεν πήγαινε έξι η ώρα δε θα γύριζε σπίτι σήμερα. Κάθισε εκεί στη γωνία του δρόμου κάτω από το ιριδίζον ημίφως και παρατηρούσε τα πρόσωπα των νέων ερωτευμένων. Νόμιζε ότι κοιτάζοντας τους, θα ξεπατίκωνε τις εκφράσεις τους πάνω στο δικό του σώμα.

Όταν γύρισε σπίτι κοιτάχτηκε στον καθρέπτη πολλές φορές και μάταια μιμήθηκε τα βλέμματα και τα ανοίγματα των χεριών τους. Πέρασαν έξι λεπτά μέχρι να αποθαρρυνθεί και να πάει να πέσει δίπλα στο νεκρό σώμα της Πανδώρας. Θα της έκανε έρωτα έτσι που την έβλεπε να είναι παραδομένη στο άσπρο σεντόνι του κρεβατιού. Μόλις όμως το σκέφτηκε, εκείνη άλλαξε πλευρό και αυτός έμεινε μόνος να κοιτά την αχίλλεια της πλάτη. «Κάποτε τελειώνει και ο έρωτας», παραμίλησε και άλλαξε πλευρό.

Συνεχίζεται


Φωτο: Αλμυρίκι Ευβοίας- Βασίλης Σταμογιάννης