- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Το καινούργιο βιβλίο του Δημήτρη Στεφανάκη «Φιλμ Νουάρ» θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Ψυχογιός στις 26/4. Ήρωάς του ο ελληνικής καταγωγής σερ Μπέιζιλ Ζαχάροφ, που στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα θεωρήθηκε ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ευρώπης.
Η μαρτυρία της γραφής
«Είναι δύσκολο να βρει κανείς την άκρη του νήματος σ’ ένα μυθιστόρημα. Το μπιγκ-μπανγκ της έμπνευσης βρίσκεται προφανώς στα βαθύτερα στρώματα της συνείδησης και η ανάμνησή του δύσκολα ανακτάται. Για τον σερ Μπέιζιλ Ζαχάροφ μού μίλησε αρχικά ο φίλος και ερευνητής Γιώργος Ηλιόπουλος. Μου τόνισε την ελληνική καταγωγή του, το μακροχρόνιο έρωτά του για μια γυναίκα, αλλά κυρίως το ρόλο του στη διαμόρφωση του σύγχρονου κόσμου. Ένας άνθρωπος του δέκατου ένατου αιώνα, Έλληνας της διασποράς, που με τα όπλα, το πετρέλαιο και τις πολιτικές ίντριγκες κατάφερε να φέρει τον κόσμο στα μέτρα του. Στις αρχές του εικοστού αιώνα έδωσε το «παρών» σε κάθε μεγάλη στιγμή, πρωταγωνιστώντας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και στη Μικρασιατική εκστρατεία. Θέλησα να πλάσω έναν κόσμο παράλληλο, όπου ο διάσημος Έλληνας έγινε ο αινιγματικός Βασίλειος.
Η δράση του μυθιστορήματος μεταφέρεται από τις μητροπόλεις της εποχής του στην ανθρώπινη ψυχή και επιστρέφει σε αυτές μέσα από επεισόδια έρωτα, κατασκοπείας, πολιτικής και αδιάκοπης συνωμοσίας. Βιογραφίες, επίσημα κρατικά έγγραφα, αρχεία εφημερίδων, επιστολές, πρακτικά κοινοβουλίων, χρησίμευσαν απλά ως πρόπλασμα για το μυθιστορηματικό ιστό. Την ερευνητική διαδικασία στο βιβλίο επωμίζεται ένας νεαρός Γάλλος δημοσιογράφος, που ερευνά το παράνομο ειδύλλιο του ήρωα με την Ισπανίδα δούκισσα Μαρία ντελ Πιλάρ. Οι συναντήσεις του με έναν παλιό αναρχικό στο Παρίσι του 1939, όταν κανείς από τους πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας δεν ζει πια, φωτίζουν με απρόβλεπτο τρόπο μια κοινωνία Σκιών που έγραψε την Ιστορία ερήμην των απλών ανθρώπων. Το “Φιλμ νουάρ” είναι πρωτίστως ένα μυθιστόρημα για την ανθρώπινη ψυχή που φιλοδοξεί, μηχανορραφεί, συγκρούεται, μισεί αλλά κι ερωτεύεται με πάθος». - Δημήτρης Στεφανάκης
Προδημοσίευση - απόσπασμα από το «Φιλμ Νουάρ»
...Την τελευταία φορά ταξίδεψε στην ελληνική πρωτεύουσα ανταποδίδοντας το ταξίδι του Σκουλούδη στο Παρίσι. Στην έδρα του ο Στέφανος ανέκτησε ως διά μαγείας τη χαμένη αίσθηση υπεροχής κι εμφανίστηκε μεγαλόψυχος κι ανεκτικός με τον παλιό του φίλο. Μόνο στο πολυτελές εστιατόριο του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, παρέα με τον Στάθη Λάμψα, ο Σκουλούδης γινόταν ξαφνικά δύσπιστος, φτάνοντας σε σημείο αγένειας όταν του έλεγε: «Δεν πιστεύω να ήρθες να μας πουλήσεις τα όπλα σου, Βασίλειε».
Τότε και ο Λάμψας τον κοίταζε καχύποπτα. Ο Βασίλειος από τη μεριά του χαμογελούσε αδιάφορα προσπαθώντας να τους πείσει ότι τίποτε δεν άλλαξε από την εποχή που ανέμελοι συζητούσαν για τα πάντα στο ίδιο εστιατόριο. Θύμιζε στον Στάθη τις περιβόητες επιδρομές τους στην κουζίνα, για να επιβλέπουν προσωπικά τους μαγείρους που ετοίμαζαν τα πιάτα τους, και ξεκαρδίζονταν στα γέλια.
Ο Λάμψας είχε, όπως όλοι οι Έλληνες, την ξενομανία στο αίμα του. Περηφανευόταν πιο πολύ για το γεγονός ότι υπήρξε κάποτε σεφ στο παρισινό Maison Doree και λιγότερο για το επίτευγμα του ξενοδοχείου στο κέντρο της ελληνικής πρωτεύουσας. Όσο για τον Σκουλούδη, εκείνος ήθελε να τον εκτιμούν πάντα όχι για τη λογιοσύνη και την επιχειρηματική του δεινότητα, αλλά γι’ αυτό που δεν διέθετε – το πολιτικό του ταμπεραμέντο.
Όταν ο Βασίλειος εξέφρασε ξανά την απορία πώς μια χώρα χρεοκοπημένη θα χρηματοδοτούσε αθλητικούς αγώνες τέτοιας εμβέλειας, ο Στέφανος του απάντησε: «Οι αγώνες είναι θέμα γοήτρου. Πρέπει να γίνουν και θα γίνουν. Και να ξέρεις πως ο φίλος μας ο Στάθης θα έχει την τιμή να φιλοξενήσει το βαρόνο ντε Κουμπερτέν και όλες τις ξένες αντιπροσωπείες που θα μας επισκεφτούν επ’ ευκαιρία των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων από τη γέννηση του Χριστού». Ύστερα κρέμασε τους αντίχειρές του από τις δύο τσέπες του σακακιού του και κοίταξε όλο έπαρση από το παράθυρο την Πλατεία Συντάγματος.
«Μα πώς! Οι εξοπλισμοί έχουν αδειάσει τα ταμεία του κράτους. Το ξέρεις ότι ακυρώνονται συνεχώς ακόμα και παραλαβές όπλων από παλιά συμβόλαια; Εμείς αντιμετωπίζουμε ήδη τέτοια προβλήματα».
«Άμα λέω εγώ ότι ήρθες εδώ για να πουλήσεις τα όπλα σου», τον ειρωνεύτηκε.
«Στο Θεό σου, Στέφανε. Εδώ διακυβεύεται η ύπαρξή σας κι εσύ μου μιλάς για γόητρο».
«Η ύπαρξή μας! Νόμιζα πως είσαι κι εσύ Έλληνας, Βασίλειε».
«Είμαι και το ξέρεις. Αλλά μάλλον είμαι άλλου είδους Έλληνας».
«Και τι θες να κάνουμε για να πληρώσουμε την εταιρεία σου; Να σταματήσουμε το μεγάλο πρόγραμμα του Ναυτικού, που είναι εντελώς απαραίτητο για την κυριαρχία μας στο Αιγαίο;»
«Δε θέλω να πάρω θέση σ’ αυτό, αν και να ξέρεις πως έχω παρακολουθήσει τη ναυπήγηση των θωρηκτών και σου λέω πως η κατασκευή τους το μόνο που εξασφαλίζει είναι την ικανότητά τους να αντιμετωπίζουν τα αυστροουγγρικά καράβια. Είναι αμφίβολο αν εδραιώνουν οποιαδήποτε κυριαρχία στο Αιγαίο.
Απορώ, δηλαδή, εσύ που έχεις χρηματίσει και υπουργός Ναυτικών πώς δεν τα βλέπεις αυτά».
«Εννοείς δηλαδή ότι ο τουρκικός στρατός είναι καλύτερα εξοπλισμένος από τον δικό μας;» συνέχισε να τον ειρωνεύεται ο Σκουλούδης.
«Εγώ το μόνο που ξέρω είναι ότι έχετε αφήσει τον ελληνικό στρατό με το παλιό απλό γαλλικό τουφέκι, τη στιγμή που οι Γερμανοί εξοπλίζουν τους Οθωμανούς με το επαναληπτικό Mauser».
«Στον πόλεμο δεν παίζει ρόλο μόνο το όπλο, αλλά και η ψυχή του στρατιώτη».
«Μάλιστα, ωραία λόγια, που όμως δε βοήθησαν για παράδειγμα τους γενναίους Ζουλού απέναντι στα εγγλέζικα πολυβόλα Μαξίμ».
«Μα συγκρίνεις τους βαρβάρους με τους Έλληνες; Και έπειτα, είχες δεν είχες, πάλι στα όπλα της εταιρείας σου το γύρισες. Καλά λέω εγώ πως ήρθες αποφασισμένος να ξεπουλήσεις».
«Οχ, μωρέ Στέφανε, μερικές φορές δεν υποφέρεσαι», είπε εκνευρισμένος ο Βασίλειος και κοίταξε με τη σειρά του την Πλατεία Συντάγματος από τα παράθυρα του εστιατορίου. Αμέσως όμως απέστρεψε το πρόσωπό του, γιατί εκείνη τη στιγμή περνούσε απ’ έξω ο άνθρωπός του, ο Ναντέλ. Τι δουλειά είχε ο «Σημαδεμένος» από αυτά τα μέρη; Υποτίθεται ότι δε θα έρχονταν σε καμία επαφή όσο βρίσκονταν στην Ελλάδα και ότι ο Ρωσοεβραίος συνεργάτης του θα κυκλοφορούσε σε άλλες γειτονιές, προσπαθώντας να διασταυρώσει τις πληροφορίες για ένα μυστικό σύνδεσμο Ελλήνων αξιωματικών που επικαλούνταν ιδέες αλυτρωτισμού, αλλά στην πραγματικότητα δρούσαν, έστω και ακούσια, για τα συμφέροντα των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών...
ΦΩΤΟ: Εφημερίδα του 1936 αναρωτιέται «ποιος είναι ο Ζαχάρωφ». Στις φανερές και κρυφές δουλειές του μετρώνται: πώληση όπλων, πετρέλαια, τράπεζες, ΜΜΕ, καζίνο…