Βιβλιο

Έξι γυναικείες φωνές, ένα βιβλίο

Γυναίκες συγγραφείς από έξι χώρες «εξομολογούνται»

Κωνσταντίνος Τζήκας
2’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Απόγευμα, 8 Μαρτίου. Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Βρίσκομαι στο Ινστιτούτο Θερβάντες, για να παρακολουθήσω την παρουσίαση της ανθολογίας διηγημάτων «6 Φωνές, 6 Γυναίκες», ένα πρότζεκτ στο οποίο συμμετέχουν έξι γυναίκες συγγραφείς από ισάριθμες ευρωπαϊκές χώρες με διηγήματά τους στα οποία αναδεικνύουν, άλλοτε με χιουμοριστικό και άλλοτε με σοβαρό ύφος, τη γυναικεία υπόσταση, τα ζητήματα φύλου, τις διακρίσεις και προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν οι γυναίκες. Ισπανία, Ιταλία, Νορβηγία, Βρετανία, Κύπρος και Ελλάδα – η τελευταία με εκπρόσωπο τη Ρέα Γαλανάκη – συμμετείχαν σε αυτή την προσπάθεια.

Η οποία προσπάθεια έγινε με πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας Ισότητας των Φύλων, με την υποστήριξη φορέων από διάφορες χώρες. Και το Ινστιτούτο Θερβάντες φιλοξένησε την εκδήλωση. Η αίθουσα όπου έλαβε χώρα η παρουσίαση ήταν βέβαια κάπως μικρή, αλλά από την άλλη και οι διαδηλωτές δεν περίμεναν τέτοια προσέλευση: πολλές δεκάδες ανθρώπων έμειναν όρθιοι ή καθισμένοι στα σκαλοπάτια καθόλη τη διάρκεια της εκδήλωσης.

Η Ιταλίδα Ντάτσια Μαραΐνι και η Κυπρία Ρήνα Κατσελλή ήταν οι μόνες από τις συγγραφείς του τόμου που δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν. Όλες οι υπόλοιπες κυρίες όμως ήταν εκεί, λαλίστατες, πνευματώδεις και ευτυχώς, χωρίς διάθεση να αναλωθούν σε αναμασήματα, γενικότητες, πολιτική ορθότητα ή στρατευμένο λόγο. Η ψυχραιμία, η διαύγεια, το χιούμορ, η επαφή με την πραγματικότητα έδωσαν τον τόνο στις ομιλίες των τεσσάρων συγγραφέων.

n

Πρώτη πήρε τον λόγο η Βανέσα Γκέμπι, μία από τις πιο δυναμικές παρουσίες στη λογοτεχνική σκηνή της Βρετανίας – το μυθιστόρημα της «The Coward’s Tale» περιλήφθηκε στη λίστα με τα καλύτερα βιβλία του 2011 από τους Financial Times. Όπως ομολόγησε η Ουαλή συγγραφέας, στην αρχή, η προοπτική να γράψει μία ιστορία για ένα τόσο «προσανατολισμένο» πρότζεκτ της προκάλεσε νευρικότητα: η ίδια άλλωστε επιθυμεί να αναπαριστά στο χαρτί και να αναψηλαφεί λεκτικά εξίσου τις γυναικείες και ανδρικές φωνές. Η συγγραφέας, αναφερόμενη στην ιστορία που συνεισέφερε στον τόμο, δήλωσε πως «όταν την έγραφα, με έκανε να γελάσω, κι ελπίζω να κάνει και εσάς το ίδιο». Με μία λίστα από στοιχεία στα χέρια της, η Γκέμπι επέστησε την προσοχή στη διαφορετική αντιμετώπιση των ανδρών και γυναικών συγγραφέων: η συντριπτική πλειοψηφία των βιβλιοκριτικών σε όλα τα μεγάλα έντυπα των ΗΠΑ, αλλά και στη Βρετανία, αφορούν βιβλία ανδρών και όχι γυναικών, παρά το υψηλό, πιθανώς και υψηλότερο έναντι των ανδρών, ποσοστό από γυναίκες στην αγορά λογοτεχνίας.

Η Καταλανή Μάρτα Πεσσαροδόνα απομακρύνθηκε από την θεματική «γυναίκα» και μοιράστηκε περισσότερο τις σκέψεις της για την ίδια τη φύση της λογοτεχνίας. «Εγώ είμαι περισσότερο ποιήτρια. Όμως νιώθω πως τα διηγήματα είναι παρόμοια με την ποίηση, πρέπει να δίνεις περισσότερη σημασία στο πρώτο και στο τελευταίο μέρος, την αρχή και το τέλος, δεν έχει σημασία τι γίνεται στο ενδιάμεσο!» Για να προσθέσει χαριτολογώντας, με ένα ίχνος αυτοσαρκασμού πως «πρέπει να πω πως στην ιστορία μου δεν γίνεται τίποτα, να το ξέρετε!», αποσπώντας γέλια και χειροκροτήματα από το κοινό.

Με μία πιο «σοβαρή» διάθεση, η νεότερη της παρέας, Νορβηγίδα Αννέττε Μάττσον αναφέρθηκε στα κοινά που παρουσιάζουν τα έργα της με τη δική της ζωή. «Η ηρωίδα μου είναι σαν εμένα, μεγαλώνει μόνη τα παιδιά της. Κι εγώ είμαι μόνη μητέρα από τότε που τα παιδιά μου ήταν πολύ μικρά.» Με αφορμή αυτή την εμπειρία, η Μάττσον αναφέρθηκε διεξοδικά στα προβλήματα που αντιμετωπίζει μία γυναίκα στη Νορβηγία, και δη ως ανύπαντρη μητέρα: παρά τα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας, οι δυσκολίες είναι πολλές. Οι δουλειές για τις γυναίκες είναι λιγότερες, οι ώρες λιγότερες, άρα και οι μισθοί λιγότεροι. Και αντιστρόφως ανάλογα, οι γυναίκες πρέπει να επωμίζονται περισσότερα βάρη από τους άντρες, αφού σε περίπτωση χωρισμού αναλαμβάνουν συνήθως μόνες τους το μεγάλωμα των παιδιών.

Τη συζήτηση έκλεισε η «δική» μας, Ρέα Γαλανάκη, μία αγαπημένη στο ελληνικό κοινό συγγραφέας που δεν χρειάζεται συστάσεις. Η Γαλανάκη ξεκίνησε δυναμικά, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «έχω πάρει βραβεία, αλλά ο συγγραφέας είναι πέρα από αυτά». Η ίδια έσπευσε να ξεκαθαρίσει πως δεν την ενδιαφέρει αν ένα βιβλίο είναι γραμμένο από άντρα ή γυναίκα ή με άντρα ή γυναίκα πρωταγωνιστή ή τι είδος είναι γενικά – αρκεί να είναι καλή λογοτεχνία. Αντίθετα, άφησε αιχμές για τη λεγόμενη «ροζ» λογοτεχνία, την αποκαλούμενη υποτιμητικά «γυναικεία λογοτεχνία» των μπεστ-σέλερ ρομάντζων, αφήνοντας να εννοηθεί πως κυρίως κακό κάνει στην οπτική που δημιουργεί για τις γυναίκες συγγραφείς.

Με το πέρας των ομιλιών, η ανθολογία μοιράστηκε σε όλους τους παρευρισκομένους, με την ευχή να υπάρξουν ανάλογα διευρωπαϊκά λογοτεχνικά εγχειρήματα στο μέλλον.

image