Βιβλιο

«Η σκούπα και το σύστημα» του David Foster Wallace

To ντεμπούτο του χαρισματικότερου αμερικανού αυτόχειρα κυκλοφορεί επιτέλους στα ελληνικά

Δημήτρης Καραθάνος
3’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Βιβλία σαν τη «Σκούπα και το σύστημα» είναι το μέρος που πηγαίνει η λογοτεχνία όταν εξαντλείται ο υπερθετικός των επιθέτων. O μεταφραστής του έργου τοποθετεί τον David Foster Wallace στην ίδια κλίμακα σύγκρισης με τον Roberto Bolaño, (άποψη την οποία θα ενστερνιζόμουν εάν δεν έτρεφα τόση φανατική λατρεία για τον χιλιανό μαέστρο), ενώ τον χρίζει Jimi Hendrix της λογοτεχνίας, αξίωμα που προσυπογράφω, μολονότι υπάρχει κάτι αναρχικότερο στο κραυγαλέα ξέσαλο ταλέντο του Wallace. Φυλλομετρώντας αυτές τις σελίδες σκέφτεσαι πως κάπως έτσι πρέπει να ένιωθαν οι ακροατές των Minutemen, όταν πλήρωναν για κονσέρτα χάρντκορ και η μπάντα τους αράδιαζε free τζαζ, φανκ και ριφ των Creedence Clearwater Revival καμουφλαρισμένα σε πανκ παιάνες των 45 δευτερολέπτων. Μια τέτοια ανορίωτη κοσμογονία συντελείται και στο ντεμπούτο του David Foster Wallace, το οποίο εκδόθηκε το 1987 και κυκλοφορεί σήμερα για πρώτη φορά στα ελληνικά, ένα εκκωφαντικό «δείτε τι μπορώ να κάνω» μιας τρανής φωνής, η οποία υπακούει σε κάθε παρόρμησή της για να δει πόσο μακριά μπορεί να φτάσει παρασέρνοντας και εμάς μαζί της. Αυτή είναι μια εκθαμβωτική όψη του παραδείσου της λογοτεχνίας.

Η ιστορία εκτυλίσσεται το 1990 στο Κλίβελαντ του Οχάιο, δηλαδή στα Μεσοδυτικά, μια περιοχή στο κέντρο και ταυτόχρονα στο περιθώριο των Ηνωμένων Πολιτειών που αδυνατεί να προσδιορίσει τη θέση της στον κόσμο. Παρόμοια αντινομία διέπει και τη Λινόρ Μπίτσμαν, την 24χρονη πρωταγωνίστριά μας, η οποία παρότι απόγονος μιας δυναστείας που θεμελίωσε το Ιστ Κόρινθ (στο καλούπι του σωματότυπου της Τζέιν Μάνσφιλντ!) και υπαγορεύει την εξέλιξή του μέσα από ένα ευρύ πέπλο επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, η ίδια προτιμά να εργάζεται ως τηλεφωνήτρια για τέσσερα δολάρια την ώρα στον εκδοτικό οίκο Φρίκουεντ Βίγκορους, ενός «χοντρού κόλπου για ξέπλυμα χρήματος και φοροδιαφυγή» στη σκιά κτιρίου – μαμούθ, κυριότητας του ολοφάνερα παράφρονος Νόρμαν Μπομπαρντίνι, που αυτοκαταστρέφεται μέσω υπερφαγίας αφότου η γυναίκα του τον παράτησε για έναν διανομέα γιαούρτης. Ναι, τέτοια ευτράπελα συμβαίνουν εδώ πέρα.

Δεσποτική φιγούρα στη ζωή της Λινόρ είναι η υπέργηρη συνονόματη προγιαγιά της, αλλοτινό φαινόμενο στο κολέγιο του Κέμπριτζ που σπούδασε κλασική φιλολογία και φιλοσοφία με τον Βίτγκενσταϊν στη δεκαετία του 1920 και έκτοτε επιστρέφει με θρησκευτική προσήλωση στις «Φιλοσοφικές Έρευνές» του, κληροδοτώντας στη νεαρή Λινόρ την πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι λέξεις, μια πίστη που δημιουργεί κρίση ταυτότητας στην ηρωίδα, η οποία ούτως ή άλλως υποφέρει από μόνιμη αίσθηση απώλειας ελέγχου και αντιλαμβάνεται την ίδια της την ύπαρξη σαν κατευθυνόμενη ή επιβαλλόμενη από έξω.

Ο Ρικ Βίγκορους είναι ο κτητικός, νευρωσικός και εγγενώς σεξουαλικά ανεπαρκής εραστής της Λινόρ, ένας παρτενέρ ανασφαλής σε σημείο να δηλώνει «καταδικασμένος να σφαδάζω μανιακά στην απέξω σου». Ο Βίγκορους, ο οποίος ασκεί το είδος της αγάπης που κάνει τη Λινόρ να αισθάνεται σαν πεταλούδα σε πίνακα που κάποιος προσπαθεί να ακινητοποιήσει με μια καρφίτσα, έχει επινοήσει τον Φίλντμπάιντερ, έναν ωραιοποιημένο, κυριαρχικό όσο και αφόρητα κλισέ εαυτό, που εκδηλώνεται μέσα από σχεδιάσματα συλλογής διηγημάτων, ενώ διασκεδάζει τα δεινά του αφηγούμενος ιστορίες στην αχόρταγη για διηγήσεις Λινόρ. Το ανταγωνιστικό σχήμα των συναισθημάτων τους διατρέχει όλο το βιβλίο και προσδιορίζεται ρητά όταν ο Βίγκορους αναφέρεται στην αγάπη ως λέξη επιτελεστική, της οποίας η έκφραση κάνει τα πράγματα αληθινά, ενώ η Λινόρ ορίζει ως μη-αγάπη τη «νοσηρή ιδεοληψία με το μέτρημα, και με την απαίτηση να λέγονται πράγματα, και να καρφιτσώνουμε τους ανθρώπους και να τους ακινητοποιούμε, και να κατέχουμε, και να μιλάμε».

Στις ατέρμονες αναζητήσεις του διδύμου των χαρακτήρων στις επικράτειες της διάδρασης Εαυτός-Άλλος συμμετέχει πλειάδα εκκεντρικών κομπάρσων που επιδίδεται σε σειρά ξεκαρδιστικών εξωφρενικοτήτων, με πιο γκροτέσκο ανάμεσά τους τον Βλαντ τον Παλουκωτή, τον παπαγάλο κοκατίλ της Λινόρ που κρώζει ένα αλλόκοτο κράμα από εδάφια της βίβλου και αισχρόλογα, με αποτέλεσμα να υιοθετηθεί ως ευαγγελιστής από το χριστιανικό τηλεοπτικό δίκτυο Θεού Εσμέν Συνεργοί, ενώ η γενική αίσθηση απορρύθμισης επιτείνεται από τα φαιδρά δρώμενα στο τηλεφωνικό κέντρο της εταιρίας, του οποίου οι αγρίως μπλεγμένες γραμμές δέχονται λογιών απίθανες κλήσεις.

Υπάρχει πίσω από το πληθωρικό φάσμα προσώπων και ένα υπόβαθρο ντετεκτιβίστικης δράσης, που αντλεί επιτυχημένα από κάθε τρικ στο καπέλο της δραματουργίας του γρίφου: βιομηχανική κατασκοπεία, ανταγωνισμοί κολοσσών παρασκευής παιδικών τροφών, πολιτικά καθοδηγούμενες αστικές επεμβάσεις, εξαφανίσεις 26 υπερηλίκων με περπατούρες από οίκο ευγηρίας, μια δυσοίωνη περιβαλλοντική μετάλλαξη με την επωνυμία Θρυλική Έρημος Οχάιο.

Όλα αυτά μέσα από διαρκείς εναλλαγές σε πρώτο και τρίτο πρόσωπο, αυτούσιους σχοινοτενείς διαλόγους, ημερολογιακές καταχωρίσεις, απομαγνητοφωνήσεις ψυχοθεραπευτικών συνεδριών, τέσσερα πολυσέλιδα εμβόλιμα διηγήματα, μακροπερίοδες φραστικές ακροβασίες, θεσπέσια εδάφια, απολαυστικούς λεκτικούς μαιάνδρους, υλικό που μοιάζει βγαλμένο από τις καλύτερες σελίδες του Pynchon κομίζοντας ωστόσο κάτι απόλυτα δικό του.

Άλλοτε εκρηκτικός και άλλοτε μειλίχιος, ενίοτε οργίλος και συχνότερα λυρικός, αγρίως ελεύθερος και ακραιφνώς αναρχικός, πολύσημος αλλά και πάντοτε χαρωπός, ακόμη στις στιγμές κατά τις οποίες τα μεταμοντέρνα σάλτο μορτάλε και οι βουτιές του στο σύμπαν της φιλοσοφίας σου φρυγανίζουν το κεφάλι, ο David Foster Wallace της «Σκούπας…» χαρίζει άφατη ομορφιά και αφόρητη θλίψη μαζί με θεαματικά αφηγηματικά πυροτεχνήματα και όψεις των άπειρων υποσχέσεων του αβυσσαλέου ταλέντου του, οι οποίες εκπληρώθηκαν αργότερα με την «Αμερικάνικη λήθη» (Κέδρος, 2011), καθώς και με τα αμετάφραστα ακόμη στη χώρα μας «Infinite Jest» και «Pale King». Θα ήταν ευχής έργο οι εκδόσεις Κριτική, που πρόσφατα κυκλοφόρησαν και το «Αυτό εδώ είναι νερό», να λανσάρουν το συντομότερο και τα δύο σημαντικότερα έργα του συγγραφέα ο οποίος αυτοκτόνησε το 2008 σε ηλικία 46 ετών και έκτοτε δεν έχει πάψει να αποθεώνεται και να μελετάται. Η γραφή του David Foster Wallace είναι ένα παράφορο πάθος στο οποίο ενδίδεις.

image

David Foster Wallace, «Η σκούπα και το σύστημα», σελ. 576, εκδόσεις Κριτική, μετάφραση Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης