Βιβλιο

Memoirs of Χαλανδρί, φαμιλί, ζωή, ωδή!

Για τον «Γραφικό Χαρακτήρα» του Νίκου Παναγιωτόπουλου

Στέφανος Τσιτσόπουλος
1’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Μικροσκοπικές ιστορίες. 67 στο σύνολο. Φιλμάκια ξεχασμένα για δεκαετίες, ανέκδοτα, ανεκτύπωτα, μέχρι που ήρθε η ώρα τους να μπουν στον κόκκινο θάλαμο. Τον πραγματικό, να πάψουν να κατοικούν μόνο σαν μνήμη, μα εμφανισμένα πλέον σαν λέξεις, να συνομολογήσουν έναν βίο. Περασμένο μεν, όχι ξεχασμένο δε. Μικροσκοπικές, συγκινητικές ιστορίες, από την εποποιία μιας γειτονιάς, του Χαλανδρίου, ενός σπιτικού, του δικού του φυσικά, όπου η μάνα κι ο πατέρας δεν τους καλούσαν με το όνομα, μα σκέτα, μικρέ ή μεγάλε. Τα παιδιά. Τον αδελφό του κι αυτόν.

Memoirs of Χαλανδρί, εκδρομές με σαραβαλιασμένα αμάξια σε κάποια ντε παραλί ή τουρνέ οικογενειακές στην Ευρώπη, με τις «οκτάρες» κασέτες να παίζουν στον δρόμο λαϊκά του Στράτου Διονυσίου, που τόσο τα αγαπούσε ο θείος, μαζί με το κρασί και τα ψητά, μα αυτά, μπα, όχι, στον τάφο τον έστειλαν, όμως στον θείο, μέχρι να φύγει, κανένας δεν μπορούσε να του προσάψει πως δεν γλέντησε.

image

Γειτονοπούλες, καθηγήτριες γαλλικών, κιθάρες αγορασμένες στη ζούλα, μιας και εκείνος σε ήθελε γιατρό, δικηγόρο, καθηγητή δημοσίου, μα εσύ ονειρευόσουν θέση δίπλα στο φλάουτο του Ίαν Άντερσον, να κοπανάς τα ακόρντα του «Aqualung» my friend. Αυτό έκανε ο Παναγιωτόπουλος στο καινούργιο του βιβλίο: ψηλάφισε, αποτύπωσε, τρύπωσε πάλι πίσω στην πρότερη ζωή του και επέστρεψε με μακρινούς απόηχους-αναμνήσεις, τακτοποιημένες όμως σαν... ρύθμιση χρέους, σαν 67 δόσεις που πλέον μπορούν να σε αφήνουν τις νύχτες να κοιμάσαι άφοβα και γαλήνια.

image

Επιστροφές στο χωριό, τσιγαράκια στη ζούλα, σινεμά σκέτη «Αποκάλυψη» και του Κόπολα δηλαδή, μα και του μέλλοντός σου, από την εποχή που το ονειρευόσουν να το ζήσεις. Μέλλον αλλιώς, επαναλαμβάνω, διαφορετικώς, κι όχι όπως η μάνα κι ο πατέρας προσεύχονταν ή σε έταζαν να φτιάξεις. Σεισμοί, σφαγές συναισθηματικές, αντιπαροχές, μιας και στο σκηνικό του βιβλίου, που είναι το Χαλάνδρι, οι έξοχες είναι σαν να εκλιπαρούσαν το μπετόν να καταβροχθίσει τη βλάστηση, γραφή κινηματογραφική, πυρετική, απαλλαγμένη από καλολογικά στοιχεία, ωμή, απροσποίητη, καθόλου εξιδανικευμένη.

Γιατί καραδοκεί το φολκλόρ της εξιδανίκευσης και της επινόησης σε τέτοιου είδους εξιστορίες. Ειδικά στην μπλογκόσφαιρα, όπου χιλιάδες φωτογραφίες βίντατζ και λεζάντες υποστηρικτικές αναρτώνται κάθε μέρα, η παγίδα είναι μεγάλη. Την απέφυγε, ο Νίκος. Οι ιστορίες του είναι αληθινές, τα ονόματα των πρωταγωνιστών επίσης, ο φόρος τιμής στους ανυποψίαστους εμπλεκόμενους, πως κάποτε θα γίνονταν πρωταγωνιστές, πραγματικός, ό,τι θυμάται έγραψε. Που όλα τα θυμάται και γι' αυτό με συγκίνησε και το βιβλίο του το προτείνω ανεπιφύλακτα. Κάποιες στιγμές δε μ' έλιωσε, μα τούτα είναι μια άλλη ιστορία, ασχέτως αν όλοι εμείς οι συνομήλικοι παίδες, γεννηθέντες μεταξύ μέσα ’60 και αρχές ’70 έχουμε τέμνοντα αίματα και σχεδόν συγγενικές συγκινήσεις και ομογάλακτες αναμνήσεις.

image