- ΑΡΧΙΚΗ
-
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
-
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
-
LIFE
-
LOOK
-
YOUR VOICE
-
επιστροφη
- ΣΕ ΕΙΔΑ
- ΜΙΛΑ ΜΟΥ ΒΡΟΜΙΚΑ
- ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΣΑΣ
-
-
VIRAL
-
επιστροφη
- QUIZ
- POLLS
- YOLO
- TRENDING NOW
-
-
ΖΩΔΙΑ
-
επιστροφη
- ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
- ΑΣΤΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ
- ΓΛΩΣΣΑΡΙ
-
- PODCAST
- 102.5 FM RADIO
- CITY GUIDE
- ENGLISH GUIDE
Τι είναι το βιβλίο για τα βιβλία; Το βιβλίο είναι μαζεμένα κείμενα της τελευταίας επταετίας, σχεδόν αποκλειστικά για «Τα Νέα». Προσπαθήσαμε μαζί με το «Οξύ» να φτιάξουμε ένα όσον το δυνατό πιο χουχουλιάρικο βιβλίο. Να το ευχαριστιέσαι. Γιατί η απόλαυση της ανάγνωσης είναι κι αυτό που διατρέχει όλα τα κείμενα ανεξάρτητα από το είδος.
Η επιλογή έχει και αρνητικά κείμενα; Επειδή δεν διαβάζω μαζοχιστικά, δεν έχω βάλει αρνητικά κείμενα. Δεν έχω κανένα πρόβλημα να αφήσω ένα κείμενο μόλις δω ότι δεν μου αρέσει. Δεν πιστεύω ότι όλα τα βιβλία είναι για όλους. Όπως μου έχει πει ο Κωστής Παπαγιώργης κάποτε, εδώ υπήρχε για χρόνια η νοοτροπία «από το καροτσάκι». Δηλαδή στα δεκατέσσερα-δεκαπέντε του ο έφηβος διάβαζε Νίτσε και Ντοστογιέφσκι από το καροτσάκι –μιλάμε για σημερινούς πενηντάρηδες, όχι για τους σημερινούς έφηβους– και προφανώς δεν ήταν η ώρα του. Όπου ή δεν καταλάβαινε τίποτε ή τα καταλάβαινε στραβά.
Ποια θυμάσαι πιο έντονα; Υπάρχουν εκατόν ένα βιβλία που προτείνω. Κάνω αυτό που το λέω διαδραστική ανάγνωση. Προβάλω τα βιώματά μου εκείνης της εποχής ή το κέφι μου, τη γνώση μου και τη βλακεία. Aπό την ελληνική λογοτεχνία;Ο προσανατολισμός είναι στη νέα γενιά. Υπάρχουν οι Θανάσης Χειμωνάς, Δημήτρης Σωτάκης, Εύη Λαμπροπούλου, Ανδρέας Μήτσου, Άντζελα Δημητρακάκη, Λένα Διβάνη κι ένα κείμενο για τον Κούρτοβικ. Πολύς κόσμος.
To καλύτερο κοπλιμέντο που άκουσες για το βιβλίο; Ότι τους άνοιξε την όρεξη για αναγνώσεις. Είναι σαν να δίνω ένα μπουρεκάκι και ο αναγνώστης να λέει τώρα θέλω το κυρίως πιάτο.Γιατί δεν έχει τόση πολλή λογοτεχνία συνολικά;Δεν έχω πολλά λογοτεχνικά βιβλία γιατί ο ίδιος δεν διαβάζω τόσο λογοτεχνία όσο ιστορία ή βιογραφίες.
Πώς επαναπροσδιορίζεται η βιογραφία και η ιστορία μέσα στο χρόνο; Ανάλογα με την οπτική σου γωνία και τα στοιχεία που δίνει κάθε εποχή μπορείς να επαναπροσδιορίσεις και το ιστορικό πρόσωπο ή γεγονός. Να το δεις με άλλη ματιά. Αυτό το καλό έχουν οι βιογραφίες. Στην ουσία δεν σταματούν ποτέ οι αναγνώσεις πάνω σε ένα πρόσωπο. Σε είκοσι χρόνια μπορεί να δίνουμε αλλού σημασία. Ακόμη και τις αυτοβιογραφίες να βλέπουμε διαφορετικά. Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε και στο 1821.
Ποιες αυτοβιογραφίες σε γοήτευσαν περισσότερο; Μου άρεσε πολύ του Κωνσταντίνου Τζούμα, που υπάρχει και στο βιβλίο. Πρόκειται για άνθρωπο που δεν έχει πρόβλημα να εκτεθεί, πλούσιο σε βιώματα. Με εντυπωσίασε περισσότερο το πρώτο βιβλίο με ένα χυμώδη λόγο, σαν να τον έχεις δίπλα και να στα λέει. Εξαιρετικός αφηγητής.
Η ιστορία με το 1821 χάλασε το μύθο; Aυτή η ιστορία ξεκίνησε από όλους τους συντελεστές με διάθεση να τους χαλάσουμε το μύθο. Με τα στοιχεία της ιστορικής έρευνας που δεν μπορείς προσκρούστεια να τα πετάξεις για να φτιάξεις την ιστορική ή την πολιτική σου προπαγάνδα. Αν τα στοιχεία λένε πως δεν έγινε η Αγία Λαύρα, δεν μπορείς να λες ότι εγώ πιστεύω πως έγινε. Το πρόβλημα ήταν αυτό από την αρχή. Δεν είχαμε a priori καμία δέσμευση να αποδείξουμε τίποτε, ούτε αν είμαστε καλοί, ούτε κακοί, τίποτε. Με τα στοιχεία της έρευνας που έγινε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, θα το εκθέταμε χωρίς συμβιβασμό, υποτιμώντας τις αντιδράσεις.
Και υπήρξαν τεράστιες. Ακόμη και πριν την προβολή είχαν ξεκινήσει. Δεν ήταν όμως με το θυμικό. Έχει προβληθεί η πρώτη εκπομπή και δύο μέρες μετά, στις 27/1, μου στέλνουν σχόλια, είσαι καλός, κακός, χάλια ντυμένος και μου γράφει και κάποιος, ενώ έχει ξεσηκωθεί ένας ντόρος ότι τους Οθωμανούς δεν τους έχουμε παρουσιάσει τόσο βάρβαρους όσο είναι το στερεότυπο και ένας μου γράφει και πού να δεις τι σάλος θα ξεσηκωθεί όταν αποκαλύψετε τον Τούρκο γκόμενο του Κολοκοτρώνη. Τον είχε κάνει και Τούρκο. Αμέσως απαντάω ότι δεν ήταν γκόμενος, είχε αρραβωνιαστεί. Αυτή η μαλακία τώρα μπαίνει σε ένα ποτάμι εκατομμυρίων μαλακιών που γράφονται στο facebook και περνά απαρατήρητη. Έγω όμως έχω στοχοποιηθεί εδώ και πολύ καιρό. Και βλέπω να ανασύρεται αυτό το καλαμπούρι, αυτές οι δύο ατάκες που δεν ξεκίνησαν καν από μένα, και να δημοσιεύεται με blanco στα ονόματα για να μη φαίνεται ότι είναι διάλογος και μεταφέρεται σαν δική μου δήλωση. Ότι εγώ σαν αυτόχειρας ξαφνικά λέω, ρε παιδί μου, το 1821 που υπήρχε η ποινή του θανάτου στην Αγγλία, όχι στην Ελλάδα, μέχρι τα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα σε απαγχόνιζαν στην Αγγλία αν ήσουν ομοφυλόφιλος μετά το έκαναν καταναγκαστικά έργα. Άρα γιατί να πω ότι στην Ελλάδα ο Κολοκοτρώνης αρραβωνιάστηκε;
Όλα αυτά, ενώ θα μπορούσαν να έχουν ξεκινήσει συζητήσεις για την ίδια την Ιστορία. Aυτή ήταν μια από τις παράπλευρες απώλειες. To ξέρουν ότι πρόκειται για μια παπάρα τεραστίων διαστάσεων, η αλητεία ξεκινά από το ότι δεν έχουν κανένα πρόβλημα να κλέψουν προσωπικά δεδομένα, να πλαστογραφήσουν και να με ρίξουν στα σκυλιά. Είναι ασύλληπτο πώς μπορεί να μεταδοθεί η παραπληροφόρηση μέσω των blogs σε μια ώρα πια. Οπότε την άλλη μέρα στον τοπικό Τύπο της Λάρισας το διάβασα σαν δήλωσή μου. Ότι το είπα. Και μέσα στους βαλτούς με τα ψευδώνυμα, τους Αnonymous, τους Μακεδονομάχους, τους Λεωνίδες και όλα αυτά τα παλικάρια να μου έρχονται και καλοπροαίρετοι άνθρωποι οι οποίοι σοκαρισμένοι να λένε ποιο είναι αυτό το τσουτσέκι, ο «φερόμενος» ως συγγραφέας που είπε για τον Κολοκοτρώνη αυτά τα πράγματα Κι εγώ να βγαίνω παντού να αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας. Άρχισαν άπειρες απειλές θανάτου. Ακόμη και το ότι είμαι συγγραφέας είναι υπό αμφισβήτηση, και γιατί να μην είναι σε ένα λαό που ένας στους δύο δεν διαβάζει τίποτε. Δίνω δέκα points αλητείας σε όσους το ξεκίνησαν και εκατό points στους δήθεν σοβαρούς δημοσιογράφους που το συνεχίζουν και το αναπαράγουν κάνοντας λαϊκισμό του αισχίστου είδους.
«Το Βιβλίο για τα Βιβλία - Η ανάγνωση ως απόλαυση» του Πέτρου Τατσόπουλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΟΞΥ.
Έχει γράψει ακόμη τα βιβλία «Οι ανήλικοι» (1980), «Το παυσίπονο» (1982), «Η καρδιά του κτήνους» (1987), «Η πρώτη εμφάνιση» (1994), «Τιμής ένεκεν» (2004), «Η καλοσύνη των ξένων» (2006), «Ο Σίσυφος στο μπαλκόνι» (2009).
Φωτογραφία: Νίκος Κόκκας