Βιβλιο

Σοφία Νικολαΐδου

Καλά και σήμερα / Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος

Στέφανος Τσιτσόπουλος
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

«Καλά και σήμερα / Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος». Φακ. Κι όχι, ρε γαμώτο. Και Τζίζας. Εγώ είμαι που τα αμολάω προς όλες τις κατευθύνσεις, όταν παίρνω ραπόρτο-δελτίο Τύπου από το «Μεταίχμιο» που γράφει πως στις 22 Οκτωβρίου κυκλοφορεί το νέο της βιβλίο. Το χρονικό της διάγνωσης καρκίνου στο στήθος της. Και της συνεπακόλουθης μαστεκτομής, των χημειοθεραπειών και της ανάρρωσης, αλλά κι ενός στατιστικού αριθμού, που εγώ ο άθεος προσεύχομαι να μην ισχύει στην περίπτωσή της, όπως άλλωστε και για κάθε γυναίκα: επτά στις εκατό περιπτώσεις σαν αυτή που πέρασε η Σοφία Νικολαΐδου έχουν τέλος μουέρτο.

Διάολε, σκέφτομαι, πριν λίγες μέρες σε ένα άλλο δελτίο Τύπου, πάλι από το «Μεταίχμιο», έλεγε πως από 19 Οκτωβρίου έως κι αρχές Νοέμβρη η Σοφία Νικολαΐδου θα περιοδεύει δίνοντας διαλέξεις σε αμερικάνικα πανεπιστήμια εξαιτίας της μετάφρασης-έκδοσης του μυθιστορήματός της «Χορεύουν οι Ελέφαντες» στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Την μακάριζα και την καμάρωνα, άσε που έβαζα και στοίχημα, να δεις που θα πάει για προσκύνημα στη Graceland, ή στη Νέα Υόρκη θα τρακάρει με τον Πολ Όστερ! Ξέρω εγώ τι τέρας ακάματο και τι γυρίστρα και ξετρυπώτρα είναι!

Παύση και αναγκαίες διευκρινίσεις. Είμαστε φίλοι με τη Νικολαΐδου από τα ηρωικά χρόνια της δεκαετίας του ’80, οδός Ιλιάδος, στάση Κυβέλεια. Εγώ πρωτοετής φοιτητής στη Νομική κι εκείνη γειτονάκι, μαθήτρια λυκείου σε κολλητή πολυκατοικία και αντικριστά μπαλκόνια. Την τύφλα μας γνωρίζαμε από το μελλούμενο σενάριο που μας σκάρωνε τότε η ζωή. Οσφρητική λειτουργία μηδέν περί των όσων θα έφερνε ο χρόνος. Πως δηλαδή εκείνη θα γινόταν συγγραφέας ουσιώδης και ευπώλητη κι εγώ ως δημοσιογράφος θα της έπαιρνα συνεντεύξεις. Κι άντε, έως τώρα όλα καλά, ανταμώναμε στις βιβλιοπαρουσιάσεις, στις εκθέσεις βιβλίου ή στο αγαπημένο μας μπαρ «Θερμαϊκός», για να ακούσουμε Νικ Κέιβ ή να δοκιμάσουμε κους κους και βραστό βουβαλίσιο κρέας που μαγείρεψε ο σύντροφός της Σάκης Σερέφας. Δεν κάνω πλάκα: ήρθε το ζεύγος σε ένα παρτάκι που έκανα για τα γενέθλιά μου στον «Θερμαϊκό» κι ο Σάκης μου μαγείρεψε και το έφερε πεσκέσι, τρελαίνοντας τους καλεσμένους.

image

Μικρή πόλη η Θεσσαλονίκη, όλοι γνωστοί κι όλοι κάπου ανταμώνουμε, μα με τη Νικολαΐδου υπάρχουν κοινές αναμνήσεις και σύνδεση προσωπική. Μέρες με ήλιο ή βροχή τη βλέπω πουρνό πουρνό να κατεβάζει στο σχολείο τον Γιαννάκη, μαθητή γυμνασίου πλέον, και να το κόβουν με τα πόδια από Ευαγγελίστρια μέσω Αγίου Δημητρίου, εγώ πάλι στην κάθοδο για κέντρο από Άνω Πόλη.

Κορναρίσματα και γειάάάά! Χαμπάρι δεν πήρα για το ζόρι που πέρασε, ο μαλάκας. Αυτή είναι η σωστή λέξη. Ο βλαξ, άντε να το κάνω πιο υποφερτό, όταν την είδα με κοντό μαλλί και αλλιώτικο κούρεμα μια μέρα, πάλι στο δρόμο, κι είπα «για δες το Σοφάκι! Τρέντι κοντό α λα γκαρσόν γαλλικό, φάση Φρανσουάζ Σαγκάν». Καρκίνο πέρναγε το πουλάκι μου. Και έβγαλε τελικά ένα βιβλίο, χα, το γνώρισε, το πάλεψε, το νίκησε και το τύπωσε σε λέξεις. Για το οποίο πρέπει να της κάνω συνέντευξη. Ανάθεμα. Της στέλνω μήνυμα, αίτηση διαπίστευσης, «είμαι Αμερική» μου απαντά, «αλλά τσεκάρω το μέιλ, στείλε». Ίσως είναι καλύτερα από απόσταση, σκέφτομαι. Ίσως από κοντά, αν ανταμώναμε, να ένιωθα αμήχανα και βαριά, να μας παράσερνε το συναίσθημα και η συγκίνηση. Ξέρω τι πέρασε βλέπεις. Πρόσφατα έχασα δικό μου άνθρωπο από την ίδια πάθηση. Τρία χρόνια κάθε είκοσι μέρες έπινα καφέ και ξεροστάλιαζα στο Θεαγένειο, μέχρι να ολοκληρώσει τις χημειοθεραπείες της.

Καταριόμουνα τα περουκάδικα απέναντι, τα κοράκια που ψάρευαν πελατεία, τον Θεό που δεν υπάρχει, γιατί, αν υπήρχε, δεν θα άφηνε κανέναν να υποφέρει, τα ασανσέρ που χαλούσαν κάθε μια και δυο, με αποτέλεσμα ο άνθρωπός μου να ανεβαίνει εννιά ορόφους με τα πόδια για να του στάξουνε στο αίμα τα ιαματικά φαρμάκια. Αλλά το Σοφάκι το κονταροχτύπησε και –αυτό έλειπε!– το εξόντωσε. Ένα χρονικό της τρέλας, των εξετάσεων, των αποριών, της δυσπιστίας, εμείς που και καλά γεννηθήκαμε ανίκητοι κι ωραίοι, έρχεται κάποια στιγμή που το κακό χτυπά τη δική μας πόρτα. Και τότε λήγει η παρατήρηση, η ενατένιση των δεινών των άλλων, λες και η ζωή είναι ταινία καταστροφής, ξέρω εγώ, κι εμείς βολεμένοι θεατές που τίποτα δεν μπορεί να μας αγγίξει. Η αυταπάτη πως είμαστε ατσαλένιοι και θωρακισμένοι και πως μπορεί στα βαθιά γηρατειά, που ακόμα αργούν, να μας πετύχει η ασθένεια, αλλά έχουμε ακόμα χρόνο, γλέντα, γέλα, ταξίδευε, τραγούδα. Κι ότι αργεί εκείνο το πρωί που δεν θα είναι σαν όλα τα άλλα, γιατί την πόρτα μας αυτό που θα την χτυπήσει δεν είναι ο νέος κατάλογος του Ikea, μα η δική μας πιο μεγάλη ώρα. Πατάω το send και οι ερωτήσεις μου θεωρητικά θα την πετυχαίνουν κάπου στη Φλόριντα, όπως λέει το πρόγραμμα της περιοδείας της στην Αμερική.

image

Εν θερμώ, εν εξάρσει να υποθέσω. Το βιβλίο αυτό το έγραψες όχι για να δρέψεις δάφνες λογοτεχνικές, μα για κάτι άλλο. Τι;

Το βιβλίο είναι ένα ημερολόγιο που καταγράφει εν θερμώ, μέρα μέρα, όσα έζησα, όσα σκέφτηκα, όσα ένιωσα, όσα φοβήθηκα και όσα έλπισα τους μήνες που πάλεψα με την αρρώστια. Είναι το πιο προσωπικό μου βιβλίο. Γιατί το έχω γράψει με το σώμα μου. Κυριολεκτώ. Είμαι συγγραφέας, ο τρόπος μου να καταλαβαίνω τι συμβαίνει γύρω μου και μέσα μου είναι οι λέξεις. Με τον καρκίνο έκανα αυτό που ξέρω να κάνω. Έβαλα τα πράγματα σε λέξεις κι έτσι μπόρεσα να τα κοιτάξω κατάματα και να πάω παρακάτω. Αυτό το ημερολόγιο ήταν το φάρμακο και η θεραπεία μου.

Σε βοήθησαν οι λέξεις, έτσι όπως τις έβαζες στη σειρά εν είδει ημερολόγιου; Κι αναρωτιέμαι, σόρι προκαταβολικά για την αδιάκριτη «παπαράτσι» σκληράδα, τις συνέγραφες κατά τη διάρκεια του πόνου, της θεραπείας και των παρενεργειών της ή μετά, όταν καταλάγιαζε η μανία, και το σώμα, άρα και το μυαλό σου, λειτουργούσαν πιο ήρεμα;

Όταν η μυθοπλασία παραδίνεται και οι λέξεις μιλούν για την πραγματική πραγματικότητα, τότε δοκιμάζεται η αντοχή τους. Τεστάρεται αν αυτό που έχουν να πουν είναι ικανό να περιγράψει το αληθινό ζόρι, να παρηγορήσει. Οπότε, ναι, έγραφα και στα δύσκολα, έγραφα κάθε μέρα, φράση φράση, παράγραφο παράγραφο, το τι συνέβαινε στο σώμα μου και στο μυαλό μου. Δεν ήταν σκληρό, τουναντίον. Ήταν ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο. Έγραφα στην κλινική, με το τετράδιο στα γόνατα (αδύνανον να κρατήσω κομπιούτερ), έγραφα και τις μέρες της χημειοθεραπείας, μέσα από τη σπηλιά του δωματίου μου. Αυτό με κρατούσε.

Κι αν δεν ήσουν αυτό το πλάσμα, το δομημένο, το εγκεφαλικό, το δυνατό και πεισματάρικο σαν χαρακτήρας, το «μορφωμένο»... Αλλά μια άλλη κοπέλα, ξέρεις, πιο αψύλλιαστη, πιο ποπ, πιο αμάθητη στα ντέρτια και τους ντουβρουτζάδες της ζωής. Θα συνάντησες και τέτοιες εκεί στην αποθεραπεία, δεν μπορεί. Πώς το παλεύουν;

Καλέ μου Στέφανε, δεν ξέρω αν υπάρχει ο τύπος της κοπέλας που περιγράφεις. Το κάθε σώμα και το κάθε μυαλό, ο καθένας από μας υποδέχεται και αντιμετωπίζει την ασθένεια με τον δικό του τρόπο. «Δεν υπάρχουν ασθένειες, υπάρχουν ασθενείς», είχε πει ο αρχαίος ημών Ιπποκράτης. Δεν έχω ακούσει πιο σοφή κουβέντα. Πρέπει να τη γράψουν με μεγάλα γράμματα πάνω από τα νοσοκομεία και τις ιατρικές σχολές. Άλλωστε, τα κορίτσια που νόσησαν ξέρουν. Καμιά δεν θα ξανακοιμηθεί ήσυχη. Είναι αδελφές στον πόνο και στον φόβο. Και να σου πω κάτι; Παρά τις διαφορές, την ποικιλία των αντιδράσεων, υπάρχουν πάντα πράγματα κοινά. Γιατί αυτή είναι η ανθρώπινη κατάσταση: το σώμα αντέχει όσο δεν φαντάζεσαι. Και αγωνίζεται να κάνει μια απλωτή, να βγει στο φως.

Μίλησέ μου για τα στάδια της αρρώστιας. Ξυπνάς, ας πούμε, ένα πρωινό και την ανακαλύπτεις. Και μετά; Δεν μιλώ για το «τεχνικό» κομμάτι της θεραπείας, μα για το ψυχολογικό, το υπαρξιακό και το τυχόν μεταφυσικό που σε κουλαντρίζει.

Όπως σου είπα, ο καθένας από μας είναι η ατομική του περίπτωση. Όσο με αφορά, δεν σκέφτηκα ποτέ «γιατί σε μένα;». Είναι ένα ερώτημα που το παρέκαμψα, προκειμένου να περάσω αμέσως στην πρακτική αντιμετώπιση: να βρεθούν οι καλοί γιατροί, να γίνουν οι θεραπείες. Το ψυχολογικό κομμάτι είναι σύνθετο: διάλεξα να πω αμέσως τη λέξη «καρκίνος» σε όλους, στους φίλους, στη δουλειά, στους γνωστούς, για να ξεμπερδέψω με τη σιωπή και τη συγκάλυψη. Είχα να αντιμετωπίσω την ασθένεια – οι άλλοι είχαν να αντιμετωπίσουν τη λέξη. Στην οικογένεια, το περάσαμε όλοι μαζί κι ο καθένας μόνος του. Υπάρχει ένα κομμάτι σκοτεινό, ιδίως τις μέρες της βαριάς χημειοθεραπείας, που σε παίρνει και σε σηκώνει. Όταν περάσεις από το βαθύ σκοτάδι, η έξοδος στο φως είναι πανηγυρική. Ξέρεις, η αρρώστια είναι κάπως σαν τα γερατειά. Σου βγάζει αυτό που είσαι. Ο δικός μου τρόπος να αντιμετωπίζω το ζόρι είναι επιθετικός: Βγαίνω σαν το θηρίο στη ζούγκλα. Παράγω τη δύναμη που χρειάζομαι. Φτιάχνω με τα χέρια μου τη χαρά, γιατί, ναι, μέσα σ’ όλο αυτό, υπάρχουν στιγμές που λίγος ήλιος στο πρόσωπο, μια βόλτα στη θάλασσα, μία καλή κουβέντα μπορούν να σε κάνουν να χαρείς μέχρι δακρύων. Και βέβαια, έτσι καταλαβαίνει μια και καλή κανείς ότι τελούμε υπό προθεσμία. Δεν υπάρχει λοιπόν χρόνος για βλακείες☺.

Και τώρα; Μήπως θα ζήσεις πιο «λυσσασμένα», πιο δημιουργικά μα και πιο «αγαπησιάρικα» ταυτόχρονα, για τους γύρω σου, την οικογένεια, τους φίλους, τη ζωή συνολικά, που έστω κι έτσι σου αναβόσβησε ένα σινιάλο περί σημαίνοντος και σημαινομένου;

Όταν παίζεται η ζωή και ο θάνατος, ξεφορτώνεσαι αμέσως τα βαρίδια. Βλέπεις καθαρά τι έχει αξία και τι όχι. Παύεις να τρώγεσαι με τον εαυτό σου και με τους άλλους – δεν έχεις καιρό για τέτοια. Κέφι, μπρίο, χορός, τραγούδι. Μπορεί να σου ακουστεί χαζό – δε με νοιάζει. Ξέρεις, είναι μέρες που πηγαίνω στη δουλειά με ένα τεράστιο χαμόγελο και γύρω μου καίγεται το πελεκούδι με πράγματα ασήμαντα. Σόρι, δεν μπορώ πλέον να πάρω σοβαρά τις μικροπρέπειες και τις τριβές της καθημερινότητας. Η ζωή είναι πολύτιμη, δεν μπορώ να τρώγομαι με βλακείες.

Μας κάνουν σοφότερους, Σοφάκι, οι ασθένειες τέτοιου ειδικού βάρους; Και σε τι;

Φυσικά. Είναι ανεξίτηλο μάθημα ζωής. Μετράνε τους ανθρώπους γύρω σου (ποιοι είναι σε θέση να αρθρώσουν μια κουβέντα, ποιοι έχουν τη δύναμη να συμπαρασταθούν και ποιοι εξαφανίζονται με ελαφρά πηδηματάκια). Σου δείχνουν με το δάχτυλο τις προτεραιότητες: Η ζωή δεν είναι επάγγελμα. Το επάγγελμα δεν είναι ζωή. Το ξέρουμε και συχνά το ξεχνάμε. Δοκιμάζουν τις αντοχές, των άλλων, τις δικές μας. Όπως όλες οι οριακές εμπειρίες, όταν τις αφήσουμε πίσω μας και βγούμε στο φως, μας δείχνουν πώς να ζούμε κάθε δευτερόλεπτο στη διαπασών.

Άντε, γαμώ τις αρρώστιες και τα βάσανά μας μέσα, να πούμε και για την Αμέρικα δυο λόγια, για πες, για πες. Μεγάλο πράμα η μετάφραση των «Ελεφάντων» εκεί. Το φανταζόσουν, μωρέ, όταν ξεκινούσες με την «Ξανθιά πατημένη» και τα προσκοπάκια που φώναζαν «ζντρο» απέναντι από το σπίτι της στην Ιλιάδος, πως οι λέξεις θα σε έστελναν στις Νέες Υόρκες και τα Χάρβαρντ; Τι χαμπάρια εκεί; Πώς τη βιώνεις την USAίενα; Μανχάταν, Φλόριντα, μεγαλεία ζεις, τρελοκόριτσο...

Χιχί. Αυτή τη στιγμή σού γράφω από το αεροπλάνο: Gainesville (Florida)-Boston. Τέτοιες μέρες πέρυσι δυσκολευόμουν να κάνω το γύρο του κρεβατιού και τώρα αλωνίζω την ανατολική ακτή των ΗΠΑ για παρουσιάσεις. Ποιος να μου το έλεγε☺. Το βιβλίο (The Scapegoat, Melville House, μετάφραση: Karen Emmerich) κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ και τον αγγλόφωνο κόσμο τον Φεβρουάριο του 2015, μέσα στη βαριά χημειοθεραπεία. Δεν είχα καν τη δύναμη να το χαρώ: τότε νόμιζα πως θα πέσει ο ουρανός στο κεφάλι μου. Μετά ήρθε η πρόταση του Onassis Foundation (New York). Μου πρότειναν και διοργάνωσαν περιοδεία στα μεγάλα πανεπιστήμια της Ανατολικής Ακτής (Stocton College, Princeton University, Stony Brook University, University of South Florida, University of Florida, Harvard University, Brown University) και αυτό συνδυάστηκε με μία πρόταση που είχα για να μιλήσω και να διαβάσω το βιβλίο μου στην International Fair of Authors (IFOA), μια μεγάλη διεθνή διοργάνωση, στο Τορόντο του Καναδά. Αν όλα πάνε καλά και δεν χάσω σήμερα τις βαλίτσες μου (γιατί ο αεροσυνοδός εξαφάνισε το σάκο μου και κάτι μου ψέλλισε πίσω απ’ τα δόντια του που με έβαλε σε σκέψεις), ναι, το διασκεδάζω τεραστίως. Είναι μια πινακοθήκη τρομερά ενδιαφέροντων ανθρώπων και μια ανοιχτή βεντάλια σημαντικών πανεπιστημίων: από τα διάσημα πανεπιστήμια της ελίτ και της ivy league στα State Universities. Και, βρε Στέφανε, τι ωραίο που είναι να έρχεται για παράδειγμα ένας Κορεάτης επισκέπτης φοιτητής, μία Ρωσίδα τρίτης γενιάς, ένας Αμερικανός μεταπτυχιακός και να σε ρωτούν για το βιβλίο σου. Να σου λένε πράγματα που πρόσεξαν ή που τους άρεσαν, άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από Ελλάδα. Ή, ακόμα καλύτερα, να συζητάς για το βιβλίο σου με το απάνθισμα των απανταχού μελετητών. Με ανθρώπους που το διάβασαν και τους άρεσε στην άλλη άκρη του κόσμου. Δε μου το χρωστούσε η ζωή και το απολαμβάνω μέχρις κεραίας.

*Η Σοφία Νικολαΐδου παρουσιάζει την Τρίτη 10 Νοεμβρίου στις 19.00, στο βιβλιοπωλείο IANOS (Αριστοτέλους 7, Θεσσαλονίκη) το βιβλίο της «Καλά και σήμερα. Το χρονικό του καρκίνου στο δικό μου στήθος» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Για το βιβλίο θα μιλήσει ο Κωνσταντίνος Παπαζήσης, ογκολόγος, ενώ η ηθοποιός και φιλόλογος Μαγδαληνή Μπεκρή θα συνομιλήσει με τη συγγραφέα.